20/8/11

Οι κοινωνικοί μετασχηματισμοί και ο χώρος

ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΗ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

S. STAVRIDES, Towards the City of Thresholds, professional Dreamers, σελ. 152

Στην εποχή μας, εποχή όπου «διαψεύδονται οι μεγάλες αφηγήσεις», ενώ διαχέονται οι μεγάλες  συγχύσεις, εποχή κατά την οποία το παγκόσμιο σύστημα έχει υπερβεί τα όριά του και η επαγγελία της προόδου έχει αντικαταστεί από το δέος της τρομοκρατίας, γίνεται εξαιρετικά δύσκολο να συλλάβουμε τις ποιοτικές αλλαγές που διαδραματίζονται. Όταν κεντρικό θέμα στην επίσημη και στην ανεπίσημη ζωή μας είναι η κρίση –οικονομική, πολιτική, ενεργειακή, ηθική κ.ά.-, το να υποστηρίζουμε ότι «μπόρα είναι και θα περάσει» είναι ευλογιστικό ή ύποπτο. 
Επειδή βρισκόμαστε ακόμα στο στάδιο αποδόμησης και κατασταλτικής αντίδρασης του συστήματος, είναι φυσικό να επικρατούν οι μη αναγνωρίσιμες μορφές των μετασχηματισμών. Αν και οι αλλαγές που συντελούνται στο πολιτισμικό πεδίο δεν συμπίπτουν χρονικά με εκείνες που συντελούνται στο κοινωνικό πεδίο, εξαιτίας των διαμεσολαβήσεων, πράγμα που συνιστά έναν ακόμα λόγο γιατί οι δεύτερες δεν είναι αναγνωρίσιμες, υπάρχουν εντούτοις σήμερα τα μεθοδολογικά εργαλεία για να τις διαγνώσουμε. Ένα παράδειγμα για τη δυνατότητα αυτή μας την προσφέρει το τελευταίο βιβλίο του Σ. Σταυρίδη, Towards the City of  Thresholds. Το βιβλίο αυτό αποτελεί συμβολή στη σύγχρονη προβληματική και, εκτός από το ενδιαφέρον που παρουσιάζει σχετικά με αυτήν, εισάγει δύο πολύ σημαντικές διαστάσεις πάνω στο φλέγον ζήτημα της αλλαγής του σύγχρονου κόσμου. Η πρώτη αφορά τους μη αναγνωρίσιμους κοινωνικούς μετασχηματισμούς, ιδιαίτερα αυτούς που αναφέρονται στο χώρο. Η δεύτερη αφορά τους μετασχηματισμούς που διαδραματίζονται στην ίδια την έννοια του χώρου, και, συγκεκριμένα, στον τρόπο που την οικοδομούμε και που, με βάση αυτήν, εντάσσουμε το χώρο στην κοινωνική πρακτική. Υπάρχει και μια τρίτη σημαντική πλευρά. Η λογική διεξαγωγή της θεματικής του συμβαδίζει με τον ίδιο διαλεκτικό τρόπο με τον οποίο προσεγγίζει τους μετασχηματισμούς και το χώρο. Ας ξεκινήσουμε από την έννοια του χώρου. Η έννοια που έχουμε για το χώρο στο Δυτικό πολιτισμό δεν είναι ίδια για όλες τις άλλες κουλτούρες. Αποτελεί προϊόν της νεωτερικότητας, η οποία «απομάγευσε» το χώρο, δηλαδή, τον αποστείρωσε από όλα τα ποιοτικά στοιχεία. Είναι γνωστός ως νευτώνειος χώρος και θεωρείται άπειρος, ομοιόμορφος, χωρίς τις διακρίσεις σε ιερό και μιασμένο που είχε κατά την περίοδο του ανιμισμού, διαθέσιμος για την απρόσκοπτη εκμετάλλευσή του από το βιομηχανικό πολιτισμό. Ανήκει στον αντικειμενικό κόσμο, με την έννοια ότι είναι ξένος προς τον άνθρωπο, χωρίς κανένα συναισθηματικό δεσμό ή σχέση μαζί του, εκτός από τη σχέση χρήσης και θέασης.  
Στα τελευταία χρόνια, η παραπάνω αντίληψη για το χώρο βρίσκεται στο στάδιο ριζικής αναθεώρησης και μετασχηματισμού, όπως συμβαίνει και με άλλες πολτισμικές κατηγορίες. Σύμφωνα με την ανθρωπολογία, ο φυσικός χώρος αποτελεί κοινωνική κατασκευή και κάθε κουλτούρα τον εννοιολογεί διαφορετικά (Anderson 2000:105)*. Ορισμένες κουλτούρες τον χωρίζουν σε ιερό/βέβηλο ή σε ήμερο/άγριο. Η Δυτική κουλτούρα κατά την Αναγέννηση, με πρώτο τον L. da Vinci, πρόβαλε το τοπίο και του απέδωσε αισθητική αξία. Ο Σταυρίδης προχωρεί ακόμα περισσότερο το μετασχηματισμό της έννοιάς του, γράφοντας, ιδιαίτερα για το δημόσιο οικιστικό χώρο, ότι «ο άνθρωπος ζει στην εμπειρία του χώρου αλλά και σκέπτεται, οραματίζεται διαμέσου του χώρου». Διερευνά τη διαλεκτική αλληλεξάρτηση ανάμεσα στον άνθρωπο από τη μια πλευρά, ο οποίος κατασκευάζει τον οικιστικό χώρο και το τοπίο σύμφωνα με τις ανάγκες του, και στο δομημένο χώρο από την άλλη, ο οποίος προσδιορίζει τις διαδρομές και τις λειτουργίες του ανθρώπου. Επισημαίνει ότι ο χώρος διαμορφώνει τους όρους της ζωής μας και μας καθορίζει –εξάλλου, πολλοί πιστεύουν ότι ο τόπος ορίζει την ταυτότητά μας- αλλά, ταυτόχρονα, εμπνέει τη δράση μας και εκφράζει τα συλλογικά μας όνειρα. Εγγράφουμε στη δόμηση της πόλης τα κατά καιρούς σύμβολα των αξιών μας ως τόπους τέλεσης: μητρόπολη, πλατεία, δημαρχείο, όπερα, τράπεζα, Mall. Αλλά μέσα από τους «τόπους» αυτούς, που είναι αντικείμενα της δράσης μας, αναζωπυρώνουμε τις αξίες μας, οπότε αυτοί λειτουργούν και ως υποκείμενα των πίστεών μας. Άλλη μια πλευρά της διαλεκτικής σχέσης μας με το χώρο είναι ότι μετράμε την κοινωνική απόσταση, ή διάκριση, με την απόσταση στο χώρο. Η ανώτερη τάξη δεν αντέχει το συνωστισμό και αποφεύγει το άγγιγμα, «κρατάει αποστάσεις». Ούτε διαβιώνει σε γειτονιές πυκνοκατοικημένες.  Όπως παρατηρεί (σελ. 16) «ως κοινωνικές κατασκευές, οι διάφοροι τρόποι προσδιορισμού και ελέγχου του χώρου όχι μόνο αντανακλούν και τις διάφορες κοινωνικές σχέσεις και αξίες αλλά και τις διαμορφώνουν». Οι ταξικές διαφορές δημιουργούν χώρους ετερότητας στην πόλη. Συνεπώς, «ο χώρος συνιστά ένα σύστημα διακρίσεων και διαφορών», δηλαδή ετεροτήτων, που συχνά «συγκροτεί ένα κρίσιμο πεδίο άρθρωσης των σχέσεων δύναμης» (σελ. 105). Προϊόν των ετεροτήτων αυτών είναι οι «θύλακες», για τους οποίους ο Σταυρίδης αφιερώνει εκτεταμένη ανάλυση.                            
Η άλλη πλευρά, που αναφέρεται στους μη άμεσα αναγνωρίσιμους μετασχηματισμούς, συνιστά ένα άλλο σημαντικό βήμα στην κατανόηση και διερεύνηση των κοινωνικών αλλαγών. Κατά κανόνα, καταγράφουμε την κοινωνική αλλαγή μέσα από τις εκρήξεις των κοινωνικών συγκρούσεων και τη μεταβολή του πολιτικού σκηνικού, δηλαδή μέσα από οριακά γεγονότα της ιστορίας. Με τον τρόπο αυτό τα διαστήματα μεταξύ των οριακών γεγονότων της ιστορικής αλλαγής θεωρούνται περίοδοι αρμονίας και σταθερότητας, ζώνες απουσίας της ιστορίας, γιατί δεν διαθέτουμε νοητικά εργαλεία με τα οποία να αναγνωρίσουμε τις κοινωνικές ζυμώσεις που διαδραματίζονται μεταξύ των κοινωνικών αλλαγών. Το βιβλίο του Σταυρίδη συμβάλλει όχι μόνο στη δυνατότητα να ανιχνεύσουμε τις «άρρητες» ιστορικές ζυμώσεις και τους μη αναγνωρίσιμους κοινωνικούς μετασχηματισμούς που συντελούνται στα μεσοδιαστήματα αυτά. Συμβάλλει επίσης, να διαγνώσουμε τέτοιες ζυμώσεις και μετασχηματισμούς που διεξάγονται και σε άλλα κοινωνικά πεδία, πέρα από το πεδίο των παραγωγικών σχέσεων, αδιερεύνητα ακόμα, που λόγω της διαλεκτικής σχέσης τους με την κοινωνική πρακτική, όπως δείχτηκε για το πεδίο του χώρου, συμμετέχουν στον κοινωνικό μετασχηματισμό.                       
Για τη διερεύνηση αυτή ο Σταυρίδης εστιάζει στο ζήτημα των θυλάκων. Θεωρούμε ότι κοινωνική ευταξία σημαίνει σταθεροποίηση των σχέσεων δύναμης και εξουσίας. Αλλά, κάθε άσκηση δύναμης συνοδεύεται πάντα από αντίστοιχη αντίσταση. Συνεπώς, η κοινωνία συνιστά ένα σύστημα εντάσεων που αναπόφευκτα προκαλούν ρωγμές. Οι θύλακες ετερότητας που διαμορφώνονται από τις δομές εξουσίας και που αντανακλούνται στο χώρο προκαλούν, όπως εξηγεί, τη δημιουργία περασμάτων από μια κοινωνική στάση ή ρόλο σε άλλον. Στην περίπτωση των θυλάκων, τα περάσματα γίνονται κρίσιμα, γίνονται πολιτισμικά κατώφλια. Τα κατώφλια αυτά είναι πολλά. Είναι πάρκα από πρωτοβουλίες πολιτών, είναι στέκια μεταναστών, είναι προβολές σε ταράτσες και στοές, είναι καταλήψεις κτιρίων και σχολών, είναι όλες οι κόκκινες ζώνες. Και το πέρασμα των κατωφλιών σημαίνει επίσης πολλά. Σημαίνει την άρση του ελέγχου εισόδου και συνακόλουθα την αντιπαράθεση στην εξουσία, σημαίνει την τροποποίηση της ταυτότητας, την προσπέλαση και τη συνάντηση με τον Άλλον και με το διαφορετικό, άρα την πρόσκληση για ένα μέλλον υποσχέσεων. Τελικά σημαίνει το πέρασμα σε πιθανούς χώρους χειραφέτησης.                                                      
Ένα εξίσου σημαντικό σημείο του βιβλίου, που πρέπει να τονιστεί, είναι ότι το πέρασμα στο κατώφλι της ετερότητας, που είναι πέρασμα προς το μέλλον και προς μιαν άλλη κουλτούρα, δεν συνεπάγεται μόνο αφύπνιση, μόχθο και τόλμη. Συνεπάγεται το ρίγος της απελευθέρωσης και την έκσταση που διεγείρει η υπέρβαση στο Άλλο. Και, ως υπέρβαση, συνεπάγεται και την αισθητική εμπειρία «της δημιουργίας του μέλλοντος σαν ένα συλλογικό έργο τέχνης». 
* Anderson, E. N., 2.000, “On an Antiessential Political Ecology”. Current Anthrοpology 41 (1).      

Ο Σωτήρης Δημητρίου είναι ανθρωπολόγος

Δεν υπάρχουν σχόλια: