11/6/11

Μέσα Επικοινωνίας και Αγορά

ΤΟΥ ΛΑΟΚΡΑΤΗ ΒΑΣΣΗ

ΣΟΦΙΑ ΚΑΪΤΑΤΖΗ-ΓΟΥΪΤΛΟΚ, Μορφές και Μέσα Πολιτικής Επικοινωνίας, εκδόσεις University Studio Press, Θεσσαλονίκη, σελ. 594

Προσπερνώντας την πρόκληση να αγγίξω πολύ σημαντικά θέματα του βιβλίου, θα περιοριστώ σε δύο κριτικά σχόλια, έχοντας συνείδηση των κενών που αφήνουν οι συνεπτυγμένες κριτικές αποτιμήσεις σοβαρών συγγραμμάτων.
Α. Το πρώτο μου σχόλιο: Χωρίς υπερβολή, πρόκειται για μια μικρή εγκυκλοπαίδεια για τις μορφές και τα μέσα πολιτικής επικοινωνίας, όπου συναντώνται και αλληλοσυμπληρώνονται: πρώτον, ο επιστημονικός λόγος, που είναι και το θεμέλιό του, δεύτερον ο στοχαστικός λόγος της Πολιτικής Φιλοσοφίας, που είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα διάστασή του, και τρίτον, ο ποιοτικός εκλαϊκευτικός λόγος, που καλύπτει την πολύ ακριβή στους καιρούς μας αισθητική της εκφοράς του λόγου. 
Αν η επιστήμη εξηγεί, η φιλοσοφία ερμηνεύει και η τέχνη εκφράζει αισθητικά, όπως επιγραμματικά έχει αποφανθεί ο Β. Τατάκης, η Σοφία Καϊτατζή-Γουίτλοκ έχει ζηλευτά άρτιο εξηγητικό λόγο, που αυτός σπονδυλώνει το εκτενές σύγγραμμά της.  Έχει εξίσου ζηλευτό ερμηνευτικό λόγο, που καθώς εδράζεται στον επιστημονικό, καλύπτει με εξαιρετική πληρότητα όλο (σχεδόν) το πλήθος των ερωτημάτων που εκπορεύονται απ’ το κομβικό για την εποχή μας θέμα της Πολιτικής Επικοινωνίας.  Έχει τέλος, όπως ήδη σημείωσα, ποιοτικό εκλαϊκευτικό λόγο, που, πέραν των άλλων, διευκολύνει και την εξοικείωσή μας με το ευρύ φάσμα των σύγχρονων και δύσκολων ορολογιών γύρω απ’ τις μορφές και τα μέσα πολιτικής επικοινωνίας, που με τις απλές αναλύσεις τους καθίστανται προσιτές σε όλους μας.
Β. Το δεύτερο σχόλιο μου:  Έχοντας σωστή αντίληψη για το σκοπό της επιστήμης και συνακόλουθα για την αποστολή του επιστήμονα, δεν παρεκκλίνει ούτε προς την υποκριτική ουδετερότητα του επιστημονικού λόγου ούτε, παρομοίως, προς την πολιτική του «στράτευση», υπό την έννοια της υπαγωγής του σε πολιτικές σκοπιμότητες. Αλλά υπηρετεί, όπως αρμόζει, την ανεξαρτησία της επιστήμης και μαζί της την επιστημονική αλήθεια, που αυτονοήτως συναντιέται με τη βαθύτερη ουσία της πολιτικής, που, κατά τον Αριστοτέλη, είναι: «η πασών κυριωτάτη (λετουργία) και πάσας περιέχουσα τας άλλας».  Πρωτίστως συναντιέται με τη βαθύτερη ουσία της δημοκρατίας, που θέλει το άτομο δρων υποκείμενο της ιστορίας του και, συνακόλουθα, τις κοινωνίες συλλογικά υποκείμενα της ιστορίας τους.  Άρα συναντιέται με τη βαθύτερη ουσία της ελευθερίας, της ισότητας, της δικαιοσύνης και της αξιοκρατίας, που είναι και τα θεμέλιά της. Γι’ αυτό και ανατέμνοντας την Πολιτική Επικοινωνία, που συνυφαίνεται αλλά και ορίζει όλα τα διακυβεύματα της πολιτικής και της δημοκρατίας στις σύγχρονες κοινωνίες, μέσα, εννοείται, στα ενοποιημένα πια όρια της παγκοσμιότητας, ανατέμνει αυτόχρημα και φωτίζει, χωρίς εκπτώσεις, προπαντός χωρίς υποκριτικές ουδετερότητες, και όλο το πλέγμα των συναφών προβλημάτων.  Άρα ανατέμνει και φωτίζει όλα τα αδυσώπητα παιγνίδια εξουσίας, με τον μιντιακό κόσμο στο επίκεντρό τους.  Αδυσώπητα παιγνίδια που τείνουν να καταστήσουν, αν δεν έχουν ήδη καταστήσει «πουκάμισο αδειανό» τη διαμεσολαβούμενη σύγχρονη δημοκρατία, ψευδαίσθηση τον πολίτη ως συνειδητό υποκείμενο της ιστορίας του και πιο πολύ ψευδαίσθηση τις κοινωνίες ως συλλογικά υποκείμενα της ιστορίας τους.  Που σημαίνει πως ο μιντιακός κόσμος έχει ήδη απολέσει, αν αναφερόμαστε στο στρατηγικό του ρόλο, ακόμα και τα στοιχειώδη προσχήματα ελέγχου της εξουσίας από την απέναντι όχθη. Γιατί δεν βρίσκεται πια στην απέναντι όχθη, όπως δεν βρίσκεται και έξω από την κρίση και τη διαφθορά.  Κάτι που σίγουρα δυσκολεύει το έργο των έντιμων λειτουργών του.  Κι ως προς όλα αυτά η συνεισφορά του βιβλίου είναι μεγάλη, ιδίως με τις κρίσιμες αναλύσεις της ολέθριας επικοινωνιακής πολιτικής της Ευρώπης απ’ το 1985 και μετά, εις δόξαν της κ. Θάτσερ, με κορύφωση την οδηγία: «Τηλεόραση χωρίς σύνορα» του 1989.  Στο πλαίσιο φυσικά της γενικότερης (ανατρεπτικής) μετατόπισης του κέντρου βάρους απ’ τις θεσμισμένες πολιτικές λειτουργίες και τις (δημοκρατικές) κοινωνίες στην εξωθεσμική «υπερεξουσία της αγοράς», με την οποία προνομιακώς διαπλέκονται οι ιδιοκτήτες των μίντια.  Έτσι, το «μάθημα» της Κυρίας Καϊτατζή-Γουίτλοκ για την Πολιτική Επικοινωνία γίνεται «μάθημα» για τη δημοκρατία και τα μεγάλα διακυβεύματά της απ’ την ασύδοτη αγορά, τα ανεξέλεγκτα Μ.Μ.Ε. και τους άλλους «μεσάζοντες» του πολιτικού βίου.  Εντέλει, «μάθημα» πολιτικής και δημοκρατικής ευθύνης. 
Τελειώνοντας τα σύντομα κριτικά μου σχόλια, θα ήθελα, ως φιλόλογος, να επισημάνω τις άκρως ενδιαφέρουσες αναλύσεις της για το λόγο και το διάλογο, ιδίως στη σύγκρισή τους με την εικόνα. Επίσης, ως πολίτης που ψάχνει και ψάχνεται για τα συμβαίνοντα γύρω μας, δεν μπορώ να μην τονίσω πως είναι εξόχως σημαντικά τα όσα μας δίνει με τις τεκμηριωμένες και θαρραλέες απόψεις μέσα από όλα τα κεφάλαια του συγγράμματός της.  Ιδιαιτέρως μάλιστα, αν μπορώ να προβώ σε αξιολογικές διαβαθμίσεις, μέσα απ’ αυτά που ανατέμνουν τα πολύ κρίσιμα θέματα των «Δημοσκοπήσεων» και της «Διαδικτυακής Επικράτειας», που τόσο πολύ, σε τούτους τους ύποπτους καιρούς, απασχολούν πια τον καθένα μας.
    
Ο Λαοκράτης Βάσσης είναι φιλόλογος - συγγραφέας

Δεν υπάρχουν σχόλια: