18/9/10

Η κοσμοπολίτικη πρωτεύουσα της Ιωνίας

Τέτοια γλέντια δεν θα ξαναζήσει ο Μπουρνόβας... (Από το οικογενειακό αρχείο του Α.Ρ.)

ΤΟΥ ΑΛΚΗ ΡΗΓΟΥ

ΜΙΛΤΟΝ ΓΚΑΙΛΣ, Χαμένος παράδεισος: Σμύρνη 1922. Η καταστροφή της μητρόπολης του μικρασιατικού Ελληνισμού, μτφρ. Αλέξης Καλοφωλιάς, εκδόσεις Μίνωας, σελ. 475

Υπάρχουν κάποια βιβλία που συναρπάζουν τον αναγνώστη τους από την πρώτη γραμμή και διατηρούν αμείωτο το ενδιαφέρον του μέχρι την τελεία του τέλους. Σ’ αυτή την κατηγορία εντάσσεται ανεπιφύλακτα για μένα και ο Χαμένος Παράδεισος του Μίλτον. Γραμμένο πριν δύο χρόνια, με βάση ανέκδοτα απομνημονεύματα, πλούσιες αρχειακές πηγές, μαρτυρίες και γνώση όλης της υπάρχουσας μέχρι τότε βιβλιογραφίας, αυτό το λεπτομερές χρονικό ανασυνθέτει την εικόνα της πολυπολιτισμικής Σμύρνης των δύο πρώτων δεκαετιών του 20ού αιώνα, με μια γλαφυρότητα και ένταση που στη κυριολεξία ξαναζωντανεύουν τις μνήμες ενός ολόκληρου κόσμου. Μνήμες έντονες και ζώσες σε όσους τις βίωσαν, αλλά και στα παιδιά τους, όσο κι αν, όταν τις περιέγραφε αδρά ο πατέρας μου, τις θεωρούσα ως παιδί εξιδανικευτικές...
Δεν πρόκειται για μια απλή περιγραφή–καταγραφή, ούτε πολύ περισσότερο για μια μυθοπλασία, και ας έχει αρκετές φορές ο αναγνώστης έντονα αυτή την αίσθηση. Είναι ακριβώς η δύναμη της γραφής του Μίλτον –την οποία με άψογο τρόπο μεταφέρει στα ελληνικά η μετάφραση του Αλέξη Καλοφωλιά- που επιχειρεί, και σε μεγάλο βαθμό κατορθώνει, να αναβιώσει, με ένταση αλλά όχι υπερβολή και περιττούς συναισθηματισμούς, αυτό το τόσο δύσκολο στην προσέγγιση του πολιτισμικό-ιστορικό γίγνεσθαι, στην καθημερινότητα του, αλλά ταυτόχρονα και στο πολιτικό και διεθνές περιβάλλον, μέσα στο οποίο εξελίσσεται, ενός κόσμου που ανήκει οριστικά στον χθες χρόνο .
Ενός κόσμου που χάθηκε τραγικά και για πάντα στο λιμάνι της Σμύρνης τις μέρες εκείνου του Σεπτέμβρη του 1922, συμπαρασύροντας επίσης οριστικά και τον κυρίαρχο μέχρι τότε πολιτικό μύθο της Μεγάλης Ιδέας του Ελληνισμού. Μύθο που δύο χρόνια μόλις πριν, με τη Συνθήκη των Σεβρών, φαίνονταν να φτάνει στο μέγιστο των επιδιώξεών του...
Δεν αφορά η απώλεια αυτή όμως μόνο τον Ελληνισμό. Η «Γκιαούρ Ισμίρ» των Τούρκων το «Fleur de l’Ionie (Το λουλούδι της Ιωνίας) των Δυτικών, ήταν ένα πολυπολιτισμικό και πολυεθνικό σύνολο, που περιελάμβανε, πέραν του κυρίαρχου ελληνικού στοιχείου, και του τουρκικού προφανώς, και μεγάλες κοινότητες Αρμενίων, Εβραίων αλλά και Αμερικανών, Γάλλων, Άγγλων, Ιταλών, και κυρίως μιας ιδιαίτερης μεγάλης εύπορης και στην κυριολεξία κοσμοπολίτικης κοινότητας, πολλαπλών παλιών ευρωπαϊκών καταγωγών και υπηκοοτήτων, Λεβαντίνων, ή Φραγκολεβαντίνων όπως τους ονόμαζαν οι Σμυρνιοί.
Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα στοιχεία του βιβλίου είναι ακριβώς ο μεγάλος εστιασμός σε αυτήν την ιδιότυπη κοινότητα, η οποία ήταν η πλουσιότερη της πόλης και είχε στον έλεγχό της τα μεγαλύτερα οικονομικά συμφέροντα σε κάθε σχεδόν εμπορική δραστηριότητα, σε μια κλίμακα πραγματικά τεράστια. Ενδεικτικά, ένας από τους εμπορικούς κλάδους των επιχειρήσεων της οικογένειας Ζιρώ, η Ανατολική Εταιρεία Ταπητουργίας, απασχολούσε εκατόν πενήντα χιλιάδες ανθρώπους, πολλοί από τους οποίους ήταν κάτοικοι της Σμύρνης, ενώ η επιχειρηματική αυτοκρατορία μιας άλλης λεβαντίνικης οικογένειας, των Ουίτταλ, ήταν ακόμη μεγαλύτερη. Στα εργοστάσια και τα ορυχεία τους εργάζονταν όλοι, ανεξαρτήτως φυλής ή εθνικότητας. Και η έγνοια τους για το εργατικό προσωπικό τους, στις δύσκολες εργασιακά μέρες του αποκλεισμού της πόλης στη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, ήταν εντυπωσιακή. Πολλές οικογένειες εργαζομένων χρωστούσαν τη ζωή τους στους Λεβαντίνους κροίσους. Χαρακτηριστικό το παράδειγμα του Εντουαρντ Ουίτταλ, που παραθέτει ο Μίλτον, όταν λόγω του ευρωπαϊκού αποκλεισμού αναγκάστηκε να κλείσει τις αποθήκες του, συνέχισε να πληρώνει κανονικά τους υπαλλήλους του, βάζοντάς τους απλά ...«να σκάβουν όλο το βουνό για να ανακαλύψουν νέα σπάνια είδη βολβών».!
Σε αυτή την κοινότητα οφείλεται άλλωστε περισσότερο από κάθε άλλη ο χαρακτήρας της πόλης: πλούσια, κοσμοπολίτικη, με μεικτό αίμα και διαφορετικές πολιτισμικές κληρονομιές, που παρά τις κατά καιρούς εντάσεις μεταξύ τους είχαν κατακτήσει μια ειρηνική και αδιατάρακτη συμβίωση αιώνων.
Οι λεπτομερείς περιγραφές του συγγραφέα δεν εξαντλούνται βέβαια στην φραγγολεβαντίνικη κοινότητα∙ αγκαλιάζουν σε μεγάλο βαθμό και την τουρκική, κυρίως στο πολιτικό σκέλος της διοίκησης του Βαλή της Σμύρνης Ραχμί Μπέη –ενός ιδιαίτερης πολιτικής διορατικότητας νεότουρκου, τον οποίο ανεπιφύλακτα καταγράφει θετικά– και προφανώς την ελληνική, κυρίως όμως ως προς τη συμπεριφορά και τις πράξεις της μετά την είσοδο στην πόλη των ελληνικών στρατευμάτων. Είσοδο που σημαδεύτηκε με αιματηρά επεισόδια σε βάρος των Τούρκων, που αν και μεμονωμένα καταγράφονται σαφώς σε βάρος της.
Σημαντικές και ενδιαφέρουσες είναι επίσης οι αναφορές του για τη νεότερη των κοινοτήτων της πόλης, την Αμερικανική, και το ρόλο των διαφόρων ιδρυμάτων και αποστολών της και την έντονη δραστηριότητα του προξένου τους Τζορτζ Χόρτον. Από την ονομασία της περιοχής –Παράδεισο- που κυρίως ήταν εγκατεστημένη αυτή η κοινότητα εμπνεύστηκε προφανώς και τον τίτλο του βιβλίου του.
Άνιση πάντως σε αυτή την τόσο ενδιαφέρουσα χαρτογράφηση είναι η αναφορά του στην εσωτερική ζωή της αρμενικής κοινότητας και σχεδόν ανύπαρκτη της εβραϊκής. Όπως αρκετά επιφανειακή και έντονα προσωποκεντρική είναι η άποψή του για τις πολιτικές επιλογές των Μεγάλων Δυνάμεων της εποχής και των προσώπων που τις εκπροσωπούσαν, όπως και των Ελλήνων πρωταγωνιστών της περιόδου και κυρίως του Βενιζέλου και του Κωνσταντίνου, αλλά και σειράς άλλων πολιτικών, εκκλησιαστικών και στρατιωτικών. Εξαίρεση ίσως η ανάλυση της αντιφατικής και έντονης προσωπικότητας του Ύπατου Αρμοστή Αριστείδη Στεργιάδη, βασισμένη σε μεγάλο βαθμό στις διεισδυτικές παρατηρήσεις του ανταποκριτή τότε στην περιοχή, ιστορικού Άρνολντ Τόυνμπι.
Πάντως, παρά τα όποια επιμέρους αρνητικά στοιχεία, που σε καμιά περίπτωση δεν αναιρούν τη σημαντικότητα του βιβλίου, το συγκλονιστικότερο μέρος του χρονικού του Μίλτον αρχίζει και εντείνεται, σελίδα τη σελίδα, από την περίοδο της ελληνικής κατοχής, την περιγραφή των στρατιωτικών επιχειρήσεων και όσα εγκληματικά την συνοδεύουν, την τουρκική αντεπίθεση, και κυρίως τα όσα διαδραματίστηκαν μετά την άτακτη υποχώρηση και διάλυση του ελληνικού εκστρατευτικού σώματος και την είσοδο των τακτικών και ατάκτων τουρκικών στρατευμάτων στην Σμύρνη στις 9 Σεπτεμβρίου του 1922.
Η ημερολογιακή καταγραφή του Μίλτον, μέρα τη μέρα, αρχίζει από την παραμονή 8 του μήνα –που, τι ειρωνική σύμπτωση, στο Θέατρο της Σμύρνης ουρές πρόσμεναν να παρακολουθήσουν την κινηματογραφική ταινία το «Ταγκό του Θανάτου»- για να εξελιχθεί σε ένα εφιαλτικό εικοσαήμεροι που μέχρι τότε δεν είχε ιστορικό προηγούμενο.
Οι λεπτομέρειες των σφαγών, της πυρκαγιάς, των βιασμών, των λεηλασιών, του αίματος, της μυρωδιάς των πτωμάτων, των στοιβαγμένων εκατοντάδων χιλιάδων απελπισμένων στην προκυμαία της πόλης, σου σφίγγουν στην κυριολεξία το στομάχι!
Αχτίδα ανθρωπιάς στη βαρβαρότητα των ημερών και στην «ουδετερότητα» των συμμαχικών Κυβερνήσεων, οι ελάχιστες εκείνες μορφές, κυρίως αμερικανών πολιτών, που χάρη στην αυταπάρνηση τους σώθηκε ό,τι σώθηκε. Και ανάμεσά τους ένας κοντός συνεσταλμένος υπάλληλος της ΧΑΝ, με το δυσκολοπροφερόμενο όνομα Ειζά Τζέννινγκς, που τις τραγικές εκείνες μέρες απέδειξε μια εκπλήσσουσα δραστηριότητα, φτάνοντας αυτός «που το μόνο που ήξερε από καράβια ήταν ότι σ’ αυτά πάθαινε ναυτία...» να διοικήσει με δική του πρωτοβουλία όλο τον ελληνικό εμπορικό στόλο του Αιγαίου, σε μια μεγάλη σωστική επιχείρηση των χιλιάδων απελπισμένων που είχαν απομείνει στην προκυμαία.
Η καταστροφή της κοσμοπολίτικης πολυπολιτισμικής πρωτεύουσας της Ιωνίας είχε συντελεστεί και στη θέση της θα επιβιώσει απλά το άσημο τουρκικό Ισμίρ...

Δεν υπάρχουν σχόλια: