17/7/10

Αποχαιρετώντας τον σοσιαλισμό που (δεν) γνωρίσαμε

ΤΩΝ ΔΗΜΟΣΘΕΝΗ ΠΑΠΑΔΑΤΟΥ-ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ
και ΧΡΗΣΤΟΥ ΣΙΜΟΥ

ANTONIO NEGRI, Goodbye Mr Socialism. Μια συζήτηση με τον Raf “Valvola” Selsi, μτφρ. Παναγιώτης Καλαμαράς, Ελευθεριακή Κουλτούρα, σελ. 206

Από τον «εργάτη-μάζα» στον «κοινωνικό εργάτη»
Με τη δυσφορία του για τη σοβιετική επιρροή στο ιταλικό εργατικό κίνημα εκπεφρασμένη ήδη απ’ το ‘56, ο Νέγκρι εμψύχωσε στα ‘60 το θεωρητικό πρόγραμμα του «εργατισμού». Κεντρική φιγούρα, στην ανάλυσή του, ο «εργάτης-μάζα», ο ανειδίκευτος των μεγάλων εργοστασίων, οι αγώνες του οποίου θα αποτελούσαν, ως εκ της θέσης του, καταλύτη για τις επερχόμενες πολιτικές ρήξεις. Κατά τη δεκαετία του ’70, ο Νέγκρι (ο οποίος φιλοξενείται από τον Αλτουσέρ στην Ecole Normale Supérieure για το θεωρητικό πρόγραμμα «Ο Μαρξ πέρα από τον Μαρξ»), αντικαθιστά τον «εργάτη-μάζα» με τον «κοινωνικό εργάτη», μια μορφή της εργατικής τάξης που «δεν περιορίζεται πια στο εσωτερικό των μεγάλων εργοστασίων, αλλά είναι διάχυτη στο σύνολο της επικράτειας, χαρακτηρίζεται από την άρνηση της μισθωτής εργασίας, είναι φορέας ‘μη λενινιστικών’ μορφών οργάνωσης από τα κάτω για όσους υφίστανται εκμετάλλευση και, ταυτόχρονα, φορέας διασύνδεσης των κινημάτων των γυναικών, των εργατών, των φοιτητών, όσων δεν απολαμβάνουν την εγγύηση ενός σταθερού μισθού, των περιθωριακών» (βλ. Τόνι Νέγκρι, Η εξορία, Μαύρη Λίστα 1999).

Η μετάβαση στο «πλήθος»

Ο ειρωνικός αποχαιρετισμός στον «κύριο Σοσιαλισμό», που προτάσσεται ως τίτλος στο υπό συζήτηση βιβλίο, αφορά τόσο τον «σοσιαλισμό που γνωρίσαμε», το σταλινισμό (μολονότι «χωρίς τα σοβιετικά πλήθη, τώρα όλοι εμείς θα μιλούσαμε γερμανικά») όσο -και συμμετρικά- τη μεταθατσερική μπλαιρική εκδοχή του, τον κεντροαριστερό «τρίτο δρόμο». «Βρισκόμαστε», θα πει ο Νέγκρι, «σε μια εντελώς μεταβατική φάση, από εσωτερική και διεθνή άποψη, [που] έχει ακριβώς τα χαρακτηριστικά της αγγλικής μεσοβασιλείας μεταξύ 1648 και 1688... Goodbye Mr Socialism, όπως εκείνη την περίοδο οι επαναστάτες έλεγαν Goodbye Gothic Empire!» (σ. 116). Και εξηγεί: «Ο σοσιαλισμός μας έδωσε όλα όσα μπορούσε να μας δώσει, ένα άλλο μοντέλο για να διαχειριστούμε το κεφάλαιο, μια άλλη μορφή για να είμαστε αφεντικά. Τώρα μπορούμε να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε πως το να είμαστε παραγωγικοί είναι δυνατόν να συμπίπτει με το να είμαστε ελεύθεροι. Ένα καλό βήμα μπροστά».
Τα δεκαπέντε κεφάλαια του βιβλίου συνδέει η προβληματική της σύνθεσης του πλήθους: κάθε κεφάλαιο είναι και ένα «επεισόδιο» στη διαδικασία συγκρότησής του (Κίνα-1989, Ζαπατίστας-1994, απεργίες στη Γαλλία-1995, Σιάτλ-1999, Γένοβα-2001, μετανάστευση κ.ά.). Το μείζον –και αναπάντητο ακόμη- ερώτημα διατυπώνεται ως εξής: «ποια είναι η σχέση μεταξύ της μεταναστευτικής κινητικότητας και της επισφαλούς ελαστικότητας; Ποια είναι η σχέση μεταξύ της παλιάς υλικής εργατικής δύναμης και της νέας δύναμης της άυλης εργασίας;» (σ. 92). Ο Νέγκρι επιμένει στην προτεραιότητα της άυλης γνωστικής εργασίας, στην οποία «το παραγωγικό υποκείμενο οικειοποιείται αυτό καθαυτό τα εργαλεία παραγωγής που κάποτε ανήκαν στο κεφάλαιο» (σ. 134) και η εργατική δύναμη «βασίζεται στον εαυτό της προκειμένου να παράγει πλούτο». Ο μεταμοντέρνος καπιταλισμός στηρίζεται όλο και περισσότερο στην παραγωγή και τη διάχυση γνώσης και πληροφορίας, και το παραγόμενο προϊόν είναι εξ ολοκλήρου η δημιουργική εργασία των εργαζομένων, που το παγκοσμιοποιημένο κεφάλαιο εκμεταλλεύεται. Η νέα συνθήκη απελευθερώνει τους εργάτες από τα παλιά δεσμά της καπιταλιστικής παραγωγικής διαδικασίας, αφού πλέον έχουν τη γνώση -άρα και τη δυνατότητα- να ελέγξουν ολόκληρη την παραγωγική διαδικασία, πράγμα αδύνατο στον ταιηλορισμό.
Για τον Νέγκρι, η εργατική τάξη είναι όρος περιοριστικός: το πέρασμα από τον φορντισμό στον μεταφορντισμό οδηγεί στο ξεπέρασμα των εννοιών με τις οποίες, η προσκολλημένη στις «μπλε φόρμες» αριστερά, κατανοούσε -και κατανοεί- τον κόσμο: «η μισθολογική εποχή τελείωσε (...) η σύγκρουση κεφαλαίου και εργασίας σε σχέση με τον μισθό [είναι πια] σύγκρουση μεταξύ πλήθους και κράτους σε σχέση με το εισόδημα της ιδιότητας του πολίτη». Η έννοια του πλήθους συμπεριλαμβάνει την τάξη, όμως «η εκμετάλλευση εκτείνεται σ’ ολόκληρη την κοινωνία». Το πλήθος εμφανίζεται ως «ένα υποκείμενο αποτελούμενο από ευφυείς μοναδικότητες (...) με ταξική συνείδηση (σε σχέση με τον παραδοσιακό ορισμό) μηδενική, [που] δεν μπορεί να χτυπηθεί μέσω της μείωσης του μισθού», ούτε να διαιρεθεί, αφού είναι ταυτόχρονα πληθυντικό και ενιαίο.

Εργασία πέραν της υπαγωγής και της εκπροσώπησης;

Ο Νέγκρι υποστηρίζει ότι το (επαναστατικό) κόμμα μπορεί να επιβιώσει όχι ως οργανωτής σχέσεων εκπροσώπησης, παρά μόνο ως κίνημα• η ηγεμονία, εξάλλου, «συγκροτείται ανά πάσα στιγμή». Ασκεί σφοδρή κριτική στην αριστερά (αν και τι ακριβώς εννοεί κάθε φορά ως «αριστερά», παραμένει σχετικά ασαφές), προσάπτοντάς της καθήλωση στο εθνικό κράτος, αναισθησία για τις νέες μορφές της εργατικής δύναμης και την τεχνολογία των δικτύων επικοινωνίας (ενδεικτική της «αναισθησίας της για τη δημοκρατία»), αδυναμία, εν τέλει, να δράσει σε συνθήκες συρρίκνωσης του κοινωνικού κράτους. Χωρίς να συμμερίζεται τη στροφή του Μπερτινότι στη «μη βία» (την αποδίδει στη σύγκλιση με τον Πρόντι), δεν εξαιρεί από την κριτική το Μπλακ Μπλοκ, οι πρακτικές του οποίου («ατομικισμός της εξεγερτικής δράσης») εξασφαλίζουν ηθική ικανοποίηση και αναγνώριση, αλλά αποδυναμώνουν τη συλλογικότητα και οδηγούν στην ήττα.
Από το βιβλίο δεν λείπουν οξυδερκείς παρατηρήσεις (όπως αυτή για τον «εξτρεμισμό του κέντρου») και η αισιοδοξία για την κοινωνική αλλαγή. Η τελευταία, ωστόσο, αποσυνδέεται από το «μέτρο της εργασίας» (σ. 59) –σε καταφανή αντίφαση με το κεντρικό ερώτημα περί συναρμογής «υλικής» και «άυλης» εργατικής δύναμης- και ντύνεται τον οικονομισμό που ο Π. Σωτήρης είχε διαγνώσει και στο Μultitudes (Θέσεις 91/2005): «το ότι η εργατική τάξη δεν είναι πλέον φορντιστική είναι μια νίκη», υποστηρίζει ο Νέγκρι, δεχόμενος λεκτικά ότι ο καπιταλισμός είναι σχέση, αφήνοντας όμως τη σχεσιακή αντίληψη έξω απ’ το «μετά-», όπου παρούσες είναι μόνο οι νέες (άυλες) παραγωγικές δυνάμεις. Σε ό,τι αφορά το σχήμα της «άυλης» εργασίας, ας υπενθυμίσουμε ότι «η εργασία είναι πάντα ‘κοινωνικά υλική’» (Σ. Λάσα, Ουτοπία 71/2006). Και ας μην παραβλέψουμε τη συνύπαρξη, στην ανάλυση του Νέγκρι, αισιοδοξίας και αφορισμών (π.χ. «το κράτος δικαίου είναι αντιδραστικό»), με έναν εκκωφαντικό πολιτικό πραγματισμό (βλ. μερική υποστήριξη Ευρωσυντάγματος, παραινέσεις στην αριστερά να κατανοήσει την governance). Η έκδοση του Commonewalth ίσως είναι η αφορμή να επανέλθουμε.

***

Το Goodbye Mr Socialism δεν είναι το πρώτο έργο του Νέγκρι από την Ελευθεριακή Κουλτούρα. Παρά τις θεωρητικοπολιτικές διαφορές, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε στο Εργαστήρι μια συστηματική δουλειά ετών, την ευλαβική τήρηση της παράδοσης του no copyright και την προσφορά αρκετών τίτλων, χάρη στα οποία έχει καταφέρει να σταθεί σ’ έναν ‘δύσκολο’ χώρο και, με λίγα σχετικά μέσα, να προσφέρει άφθονο υλικό για τις αναζητήσεις παλιών και νεότερων αγωνιστών.

Ο Δημοσθένης Παπαδάτος-Αναγνωστόπουλος είναι φοιτητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο
Ο Χρήστος Σίμος είναι υποψήφιος διδάκτορας Πολιτικής Επιστήμης Πανεπιστήμιο Αθηνών

Δεν υπάρχουν σχόλια: