4/7/09

Η αξιακή κλίμακα και ο αριστερός λόγος

Του Στέφανου ΡΟΖΑΝΗ

Το κριτήριο εγκυρότητας ενός λόγου για την κοινωνία, ο οποίος δεν επιβάλλεται εξωγενώς πάνω στην κοινωνική κατάσταση λειτουργώντας ως παραμορφωτικός καθρέφτης των δομικών και διασυνδετικών πλεγμάτων της κοινωνικής δυναμικής, είναι πάντα η αξιακή κλίμακα επί της οποίας ο λόγος αυτός εδράζεται και μεταφέρεται αυθεντικά και γνήσια στους φορείς της κοινωνικής δράσης, είτε με τη μορφή της συλλογικότητας είτε με τη μορφή των ιστορικά δρώντων υποκειμένων. Σε αντίθετη περίπτωση, δηλαδή στην περίπτωση της εξωγενούς επιβολής, ο λόγος στρεβλώνεται ώστε να συμπεριλάβει τις ασυμμετρίες ισχύος, αλλά και να διαμεσολαβήσει μεταξύ αντιθετικών συμφερόντων, διαρρηγνύοντας κατ' ουσίαν τη συνεχή διαμόρφωση των φορέων της δράσης και κατά συνέπεια αποδυναμώνοντας και παραφράζοντας τις κοινωνικές τους προοπτικές. Ας προστεθεί ότι ο ολοποιός λόγος για την κοινωνία είναι πάντα εξωγενής και ερμηνευτικός, αδυνατεί, ωστόσο, όπως θα έλεγε ο Anthony Giddens, να αντιμετωπίσει ουσιαστικά "προβλήματα που αφορούν ομάδες συμφερόντων, δομές εξουσίας και κοινωνικούς αγώνες", ενώ ο περί του κοινωνικού λόγος, ο οποίος εδράζεται ασφαλώς πάνω σε σταθερές αξιακές κλίμακες καθίσταται συγκεκριμένος, αφού διαρκώς προσανατολίζεται προς τους συγκεκριμένους φορείς δράσης και υπερασπίζεται, πάντα μέσω του αξιακού του συστήματος, τη συνέχεια της διαμόρφωσης των φορέων δράσης μέσα στη μεταβαλλόμενη κοινωνική και ιστορική διαπόρευση.
Ήδη, και με τρόπο συνοπτικό, επιχείρησα να περιγράψω το κριτήριο εγκυρότητας του αριστερού λόγου έναντι των ποικίλων θετικισμών και/ή οικονομισμών που προβάλλονται ως συγκροτητικές ερμηνευτικές κατευθύνσεις της παγκοσμιοποιημένης τάξης πραγμάτων και των εξ αυτής απορρεόντων κοινωνικών και πολιτικών μορφωμάτων. Με άλλα λόγια, θέλησα να επισημάνω ότι το διαφοροποιητικό στοιχείο του αριστερού λόγου υπήρξε εξ αρχής και εξακολουθεί να υπάρχει ως αξιακή κλίμακα, έστω και αν εννοιολογικά ο όρος αξία φαίνεται ως μια άκαμπτη και σε κάποιες περιπτώσεις θεολογική συνδήλωση, η οποία οδηγεί σε μια στασιμότητα του κοινωνικώς σκέπτεσθαι, μακριά από "δομικές κοινωνιολογικές θεωρίες". Δεν πρόκειται, ωστόσο, περί αυτού. Η αξιακή κλίμακα είναι το ύφος και το ήθος του εκφερόμενου λόγου και όχι η προσκόλληση στο παρωχημένο, στη μη ενεργό και στην άρνηση του εκσυγχρονιστικού ή στην παραγνώριση των δομικών μεταβολών της κοινωνίας. Απλώς, η αξιακή κλίμακα του αριστερού λόγου δεν εδράζεται σε εμπειρικά κριτήρια και αναλαμβάνει την υπευθυνότητα της διαλεκτικής της έναντι του (νεο)θετικισμού ή του (νεο)εμπειρισμού που επιβάλλουν την υποταγή των φορέων της δράσης σε δεδομένες "γραμμές δράσης" οι οποίες μετακυλίονται διαρκώς και έτσι διαμορφώνονται ανεξάρτητα από το ιστορικά δρων υποκείμενο, ως ολιστική αντίληψη ενός "αντικειμενικά" δρώντος κοινωνικού ρεαλισμού.
Η αξιακή κλίμακα του αριστερού λόγου είναι, αντιθέτως, η ακύρωση του κοινωνικού ρεαλισμού και συγχρόνως η κατάρρευση του υποκειμενισμού, μέσα από μια διαλεκτική σχέση, η οποία βαίνει πέραν των οποιωνδήποτε μονισμών. Διότι η αξιακή κλίμακα του αριστερού λόγου υπερβαίνει τον δυισμό υλισμού/ρεαλισμού και υποκειμενιστικής δράσης και δεν επικεντρώνεται σε ευκαιριακά και συμβατικά κριτήρια ή συσσωματώσεις ρεαλιστικών και υποκειμενιστικών στοιχείων.
Οσάκις (και δεν είναι λίγες αυτές οι περιπτώσεις) ο αριστερός λόγος, κάτω από συγκεκριμένες ιστορικές συνθήκες, αποκλίνει από την αξιακή του κλίμακα, εντάσσεται μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο του είδους της σκέψης που ο Martin Heidegger αποκαλούσε υπολογιστική σκέψη. Ο Heidegger μας παρέχει το είδος και τις συνέπειες αυτής της σκέψης: "η κυριαρχία της υπολογιστικής σκέψης", αποφαίνεται, "έχει κάθε μέρα και αποφασιστικότερες επιπτώσεις πάνω στον ίδιο τον άνθρωπο και τον εξευτελίζει κάνοντάς τον διαθέσιμο συστατικό μιας άμετρης 'χρηστικής' σκέψης μοντέλων".
Αυτή ακριβώς η άμετρη εργαλειακή σκέψη μοντέλων (κοινωνιολογικών, κοινωνιοπολιτικών ή και ακόμη φιλοσοφικών) αναδύεται εξαιτίας του γεγονότος ότι η αξιακή κλίμακα έχει υποχωρήσει ή και έχει τεθεί σε αχρηστία εν ονόματι του ρεαλισμού και του εγχειρήματος ο λόγος να αποκτήσει μια εφικτότητα και αποτελεσματικότητα δράσης, υποστηρίζοντας μάλιστα τον εαυτό του ως στοχοθεσία και κατανόηση αυτού που πραγματικά γίνεται μέσα στην κοινωνία υπό συνθήκες "αντικειμενικότητας". Όμως εδώ το πρόβλημα δεν τίθεται υπό τη μορφή διερώτησης περί του "τι είναι το πραγματικό" (όπως η υπολογιστική σκέψη αντιλαμβάνεται), αλλά, κατά το λεβινασικό πρόταγμα, πώς οφείλει να είναι το πραγματικό προκειμένου να εκπληρώσει την ανθρώπινη επιθυμία, οπότε η αξιακή κλίμακα προβάλλει ως η μοναδική εδραίωση των επιθυμιών των φορέων δράσης και του κριτηρίου εγκυρότητας αυτού του πλέγματος των επιθυμιών.
Ως εκ τούτου, καθίσταται φανερό ότι ο δρων αριστερός λόγος ισούται με την αξιακή του κλίμακα, δεδομένου ότι εκφέρεται πάντα όχι ως εργαλειακός λόγος περί της δομικής καταστατικότητας της κοινωνίας ή ως "επιστήμη του εφικτού", αλλά, αντιθέτως, ως λόγος περί του προτάγματος της εκπλήρωσης των επιθυμιών του ανθρώπινου υποκειμένου και των φορέων δράσης, κατά το μέτρο που αυτή η εκπλήρωση των επιθυμιών συγκροτεί το μαρξικό πρόταγμα: προέχει να αλλάξουμε τον κόσμο.
Το ερώτημα πράγματι παραμένει κατά πόσον η απομάκρυνση από την αξιακή κλίμακα δεν είναι τίποτε περισσότερο από την υπολογιστική σκέψη που σήμερα, περισσότερο από ποτέ, θεωρείται κοινωνιολογικά και πολιτικά η "τελευταία πραγματικότητα". Αλλά ακριβώς ως "τελευταία πραγματικότητα" αδυνατεί να συλλάβει το πραγματικό, δηλαδή τα προβλήματα των ασυμμετριών ισχύος, των δομών της εξουσίας και των εκάστοτε κοινωνικών αγώνων. Εξαντλείται σε "ουδέτερες παρατηρήσεις" και συλλογισμούς περί της αποτελεσματικότητας, με την αυταπάτη ότι τελικά διαθέτει επαρκή γνώση των εργαλείων που πρέπει να τεθούν σε κίνηση και όχι να συμπεριλάβει ένα σταθερό κριτήριο εγκυρότητας του εαυτού της, οσάκις βρίσκεται μπροστά στα πλέγματα των επιθυμιών και των επιδιώξεων των φορέων δράσης.
Με αυτόν τον τρόπο, η απομάκρυνση του λόγου από την αξιακή του κλίμακα προσφέρει το έδαφος της τεχνικοποίησης του λόγου και οδηγεί στην εργαλειακή χρήση μοντέλων σκέψης και δράσης εξωγενών προς την κοινωνική δυναμική και προς τα συγκροτητικά στοιχεία της επιθυμίας τού ιστορικά δρώντος υποκειμένου. Άλλωστε, είναι αυτή η τεχνικοποίηση του λόγου που του αφαιρεί την εγκυρότητα, καθιστώντας τον διαθέσιμο συστατικό του λόγου της κυριαρχίας και έτσι υποτάσσοντάς τον σε μια "πεπατημένη" συστημικότητα. Αυτό σημαίνει ότι ο λόγος γίνεται πλέον κατάλληλο εργαλείο για εφαρμογές (κοινωνικές, κοινωνιολογικές, πολιτικές), οργανώνεται και παγιώνεται θεσμικά. Αλλά η θεσμική παγίωση ενός τέτοιου λόγου χρησιμοποιεί την "αριστερότητά" του ως πρόσχημα και συγχρόνως λησμονεί την απαρχή του, η οποία είναι πρωτίστως η αξιακή του κλίμακα και ο λόγος περί των επιθυμιών του ανθρώπινου υποκειμένου: ήτοι, ο λόγος περί της επιθυμίας της ελευθερίας. Η αγάπη της ελευθερίας, έναντι των ρεαλιστικών θεσμικών αξιώσεων, συγκροτεί την κορυφή της αξιακής κλίμακας του αριστερού λόγου, ο οποίος διόλου δεν επιδιώκει τη διασφάλιση των θεσμικών πλεγμάτων, αλλά, αντιθέτως, βρίσκεται πάντοτε "καθ' οδόν" προς την ελευθερία, έστω και αν αυτή η ελευθερία είναι το "ουτοπικό" του πρόταγμα ή, κατ' άλλους, το "φάντασμα της ελευθερίας". Έναντι μιας ομοιοστασίας των συστημάτων του εξωγενώς επιβαλλόμενου λόγου, ο αριστερός λόγος κινείται αξιακά πέρα από και εναντίον προς τη θεσμική βεβαιότητα και τη μεθοδική αμφιβολία των εργαλειακών εφαρμογών.

Ο Στέφανος Ροζάνης διδάσκει Φιλοσοφία των Μέσων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο

Δεν υπάρχουν σχόλια: