Του Παναγιώτη Βούζη*
DAVID G. MARWELL, Μένγκελε: Το αληθινό πρόσωπο του «Αγγέλου του Θανάτου», μετάφραση Θεοδώρα Δαρβίρη, εκδόσεις Gutenberg, σελ. 491
Ο David G. Marwell συμμετείχε, ως επικεφαλής ερευνητής του Υπουργείου Δικαιοσύνης των ΗΠΑ, στη δίωξη των εγκληματιών ναζί. Το βιβλίο του βασίζεται σε πρωτογενείς πηγές από αρχεία σε όλο τον κόσμο, στην εποπτεία πλήθους σχετικών μελετών, καθώς και στα γραπτά του ίδιου του Mengele: στην αλληλογραφία, στα ημερολόγια και στην απόπειρα μιας μυθιστορηματικής αυτοβιογραφίας του. Παρουσιάζεται η σειρά των γεγονότων τόσο της ζωής του, από τη στιγμή που αποφάσισε να στραφεί στην ιατρική, όσο και της επιχείρησης για τη σύλληψή του. Επιχείρηση η οποία κατέληξε στον εντοπισμό, το 1985, του τάφου του, στο Σάο Πάολο της Βραζιλίας. Η ελληνική έκδοση πριμοδοτείται με την προσεκτική μετάφραση, τις επιπλέον σημειώσεις της μεταφράστριας και τον σεβασμό στην ταξινομία του υλικού.
Ο Josef Mengele υπήρξε συνεργάτης και προστατευόμενος του Otmar von Verschuer, ο οποίος διηύθυνε, από το 1942, το Ινστιτούτο Ανθρωπολογίας, Ανθρώπινης Γενετικής και Ευγονικής Kaiser Wilhelm, στο Ντάλεμ του Βερολίνου. Στο Άουσβιτς τοποθετήθηκε τον Μάιο του 1943. Στα καθήκοντά του περιλαμβάνονταν οι «διαλογές» στη ράμπα εισόδου των τρένων με τους αιχμαλώτους, κατά τις οποίες κρινόταν ποιοι θα οδηγούνταν αμέσως στους θαλάμους αερίων και ποιοι θα πήγαιναν για καταναγκαστικά έργα. Παράλληλα, διεξήγε πειράματα τα οποία αφορούσαν την προσωπική έρευνά του. Η τελευταία συνιστούσε τη βάση για τη Habilitationschrift του, τη μεταδιδακτορική του διατριβή και το προαπαιτούμενο για την ακαδημαϊκή του σταδιοδρομία. Συνεργαζόταν με συναδέλφους από το Ινστιτούτο Kaiser Wilhelm, το οποίο προμήθευε με δείγματα από νεκρούς αιχμαλώτους (στα πιο μακάβρια από αυτά καταλέγονται μάτια που αφαιρέθηκαν από παιδιά).
Όμως τα προηγούμενα είναι γνωστά, καθώς και πολλά ακόμη τα οποία τεκμηριώνουν την εγκληματική δραστηριότητα του Mengele. Όπως η μελέτη των διδύμων, στο πλαίσιο της οποίας αποφάσιζε, σε μερικές περιπτώσεις, για τον ταυτόχρονο θάνατό τους. Αυτό που ενδιαφέρει κυρίως, εδώ, εντοπίζεται στα συμπεράσματα του Marwell, στο δεύτερο μέρος του βιβλίου του, το αφιερωμένο στο Άουσβιτς. Σημειώνεται λοιπόν ότι ο Mengele δεν αντιμετώπιζε την επιστήμη του ως αποστάτης παρακινούμενος αποκλειστικά από διαβολικές και αλλόκοτες παρορμήσεις αλλά με τρόπο τον οποίο οι μέντορες και οι συνάδελφοί του θεωρούσαν ότι ανταποκρίνεται στις υψηλότερες προδιαγραφές. Η έρευνα που πραγματοποίησε αποδεικνύεται πλήρως ενσωματωμένη σε ένα επιστημονικό κατεστημένο, το οποίο διακρινόταν για την απουσία φραγμών. Αυτή η παραβίαση των ηθικών ορίων συναντάται, στις γερμανόφωνες σπουδές, με τους όρους Entgrenzung και Grenzüberschreitung (άρση και υπέρβαση των ορίων, αντίστοιχα).
Ο Richard F. Wetzell στο δοκίμιό του “Eugenics, Racial Science, and Nazi Biopolitics”, το οποίο περιλαμβάνεται στο βιβλίο Beyond the Racial State: Rethinking Nazi Germany (Cambridge 2017), επισημαίνει ότι η Entgrenzung δεν ταυτίζεται με την ριζοσπαστικοποίηση του περιεχομένου και των παραδειγμάτων της φυλετικής επιστήμης των Γερμανών. Δεν πρόκειται δηλαδή για την απόρροια μιας ψευδοεπιστήμης. Το ερευνητικό πρόγραμμα, για το οποίο ο Verschuer και οι άλλοι στο Ινστιτούτο Kaiser Wilhelm χρειάζονταν το «ανθρώπινο υλικό» που τους αποστελλόταν από το Άουσβιτς, απηχούσε διεθνείς τάσεις, καθώς εφάρμοζε το νέο παράδειγμα της φαινογενετικής, το οποίο υπονόμευε το μοντέλο του Mendel.
Θα μπορούσε κάποιος –υπεραπλουστεύοντας την προσέγγιση του μοντερνισμού από τον Giorgio Agamben ή τον Enzo Traverso– να στριμώξει τα προηγούμενα σε ένα σχήμα, μέσα στο οποίο η μοντερνιστική επιστήμη μεταβάλλεται σε καταπιεστική ή και σε εγκληματική εξουσία. Όμως στο δοκίμιό του ο Wetzell αντικρούει την κραταιά θέση πως η ρατσιστική πολιτική των ναζί προωθήθηκε από μια δυναμική στις βιοεπιστήμες. Διαπιστώνει ότι δεν υπάρχουν ικανοποιητικές αποδείξεις σχετικά με το ότι η φυλετική έρευνα άσκησε σημαντική επίδραση στην αντισημιτική εκστρατεία και στη μετατροπή της σε μαζική δολοφονία. Απεναντίας, ο Mengele και οι συνάδελφοί του στο Ινστιτούτο Kaiser Wilhelm κινούνταν σε κατευθύνσεις που ουσιαστικά υπέσκαπταν την ντετερμινιστική κατανόηση της κληρονομικότητας και της φυλής, η οποία στήριζε τη ναζιστική ρατσιστική πολιτική.
Βέβαια, χωρίς μια τέτοια αναγωγή στον μοντερνισμό το πρόβλημα των τερατωδιών των γερμανών ειδικών απαιτεί μια διαφορετική αιτιολόγηση. Παραμένει, επιπλέον, ανοιχτό ένα συναφές ζήτημα: Όπως ο Marwell στα συμπεράσματά του για τη δράση του Mengele στο Άουσβιτς, έτσι και ο Wetzell οδηγείται, εν τέλει, σε μια παραδοχή, η οποία μπορεί να κωδικοποιηθεί ως εξής: Ότι γενικότερα στο επιστημονικό κατεστημένο εντοπίζεται μια immanentia –o ελληνικός όρος «εμμένεια» ελέγχεται ως τελείως ατυχής– της Entgrenzung, της απουσίας των ηθικών φραγμών.
*Ο Παναγιώρης Βούζης είναι δρ κλασικής φιλολογίας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου