21/11/21

Για τον Μίκη Θεοδωράκη

Αλέξης Φιδετζής, 'The people's upper lip (is always pretty hairy)' (λεπτομέρεια), μολύβι σε χαρτί και επιτοίχιες εκτυπώσεις βινυλίου

Αφιέρωμα
Μίκης Θεοδωράκης: ελληνικότητα και λαϊκότητα στο έργο και τη διαδρομή του

Του Γιώργου Δαρδανού*

«Κάθε μου πράξη», γράφει ο ίδιος, «κάθε πρωτοβουλία ξεκινά από μια ανοδική αφετηρία. Πώς θα ωφελήσω τον ελληνικό λαό, πώς θα υπηρετήσω καλύτερα την πατρίδα μου. Δεν πιστεύω στις κάθε λογής σκοπιμότητες πολιτικές, κομματικές, συντεχνιακές, φιλικές, οικογενειακές. Με ενδιαφέρει, κάθε φορά το Όλον, το Σύνολο, το Έθνος, ο Λαός, ο Άνθρωπος. Είμαι απόλυτος. Το ξέρω. Όπως ξέρω πως αυτό είναι η μεγάλη μου δύναμη και η ακόμα μεγαλύτερη αδυναμία μου. Πιστεύω, όμως, ότι σ' ένα εθνικό σύνολο, όπου όλα είναι συμβιβασμός, υπολογισμός, φόβος, θα πρέπει να υπάρχουν μερικοί που να μπορούν να λένε φωναχτά όσα και οι άλλοι σκέφτονται και ψιθυρίζουν».
Έδωσε τη φωνή του και τη μουσική του στους κυνηγημένους της αριστεράς κατά την μετεμφυλιακή περίοδο, όρθωσε ανάστημα απέναντι σε ανάκτορα, σε κομματικούς μηχανισμούς, στη δικτατορία, αγωνίστηκε δυναμικά και πέρα από τα ελληνικά σύνορα για τους λαούς που μάχονταν καθεστώτα ολοκληρωτικά και ανελεύθερα, έγινε σύμβολο ελευθερίας, δημοκρατίας και κοινωνικής δικαιοσύνης. Η προσωπική του συμμετοχή σε όλες τις ιστορικές στιγμές που τον χρειάστηκε η χώρα είναι γνωστή: τα βασανιστήρια από τους ιταλούς κατακτητές, ο αγώνας κατόπιν εναντίον των Γερμανών, το πέρασμα στην παρανομία, οι τραυματισμοί, οι εξορίες, οι φυλακίσεις, ο προσωπικός του αγώνας αυτό το χρονικό διάστημα να προχωρήσει τις μουσικές του σπουδές και οι διεθνείς βραβεύσεις, η ίδρυση της Νεολαίας Λαμπράκη, οι προσπάθειες εκδημοκρατισμού της ΕΔΑ, οι συγκρούσεις με τους γραφειοκρατικούς μηχανισμούς. Είναι γνωστό ότι πρώτος αυτός βγήκε μπροστά, και κάλεσε τον ελληνικό λαό να αντισταθεί στην δικτατορία των συνταγματαρχών, δύο μόλις μέρες μετά την επιβολή της, ιδρύοντας ταυτόχρονα το Πατριωτικό Μέτωπο, για να φυλακιστεί και πάλι, να εξοριστεί και πάλι και τελικά να απελαθεί, για να συνεχίσει και από το εξωτερικό την αντιστασιακή του δράση, να καλέσει όλη την Ευρώπη να δώσει ένα τέλος στο ανελεύθερο καθεστώς της πατρίδας του.
Είναι επίσης γνωστή η διεθνής του δραστηριότητα καθώς ο Μίκης δεν σταμάτησε στην Ελλάδα ούτε στην Ευρώπη, προσπάθησε να βοηθήσει διακρατικές συμφωνίες, με συναυλίες αρχικά στο Ισραήλ, με επισκέψεις σε Αλγερία, Αίγυπτο, Τύνιδα, Λίβανο και Συρία, ως μεσολαβητής για τη διευθέτηση των διαφορών μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων, ως γέφυρα ειρήνης ανάμεσα στους δύο αντιμαχόμενους λαούς. Είναι γνωστοί φυσικά οι αγώνες του για την Κύπρο, η σχέση με τον Μακάριο αλλά και η μετέπειτα προσπάθειά του για ελληνοτουρκική συμφιλίωση.
Όλα αυτά όμως είναι γεγονότα που έχει καταγράψει η ελληνική ιστορία. Εκείνο που εγώ θα ήθελα όμως να πω δεν είναι το τι γράφει ή θα γράφει η ελληνική ιστορία για το φαινόμενο Μίκης Θεοδωράκης. Είναι το πώς και το γιατί αυτός ο οικουμενικός καλλιτέχνης κατάφερε να γράψει τη μουσική του προσφορά πάνω στο σώμα της ελληνικής κοινωνίας και μέσα στην ψυχή του κάθε Έλληνα. Και σε αυτό το μοναδικό επίτευγμα τον οδήγησαν τρία πράγματα: η αδιαπραγμάτευτη αίσθηση του χρέους, η πίστη του στην εθνική αυτογνωσία ως προϋπόθεση της εθνικής ενότητας, η αφοσίωσή του στην ελευθερία και τη δημοκρατία.
Γιατί ο Μίκης, ήδη από τα δεκαεφτά του χρόνια και τα πρώτα του συμφωνικά έργα, γράφει κάθε νότα στην υπηρεσία αυτών ακριβώς των ιδεωδών. Η ίδια η πράξη της καλλιτεχνικής σύνθεσης στην αντίληψή του είναι και οφείλει να είναι πράξη πολιτική, κοινωνική, επαναστατική, πράξη αλληλεγγύης και μαζί ενσάρκωση οράματος, επειδή η κάθε κοινωνικοπολιτική αλλαγή δεν μπορεί παρά να προϋποθέτει μια αλλαγή πολιτισμική. Έτσι η μουσική του Θεοδωράκη δεν θέλησε ούτε να διασκεδάσει ούτε να παρηγορήσει τον καταπιεσμένο, τον στερημένο την ελευθερία του, τον αδικημένο: θέλησε να του δώσει εκείνη την ψυχική ανάταση που χρειαζόταν ώστε να μπορέσει να κοιτάξει ψηλά, να σηκώσει το βλέμμα από το έδαφος στον ουρανό, να νιώσει υπεύθυνος για τη ζωή του και να ικανός να καθορίσει τη μοίρα του.
Για να το πετύχει αυτό ο ευφυής και οραματιστής συνθέτης συνειδητοποίησε νωρίς ότι όφειλε κατ’ αρχάς να μιλήσει στη γλώσσα του λαού, να πάρει δηλαδή στοιχεία από αυτήν την ίδια τη λαϊκή μουσική, τη μουσική που πήγαζε από τον λαό και που εξέφραζε τα δεινά του, και τους δώσει μια πνευματικότητα τέτοια που θα μπορούσε να εμβαθύνει στην αυτογνωσία του και να μετατρέψει τη θλίψη, την κραυγή, την απελπισία του σε απαίτηση ελευθερίας και διεκδίκηση δικαιοσύνης, σε όραμα ζωής. Και πράγματι, το πάντρεμα της ελληνικής λαϊκής μουσικής με την συμφωνική, του έντεχνου ποιητικού λόγου με τη λαϊκή φωνή αποδείχθηκε μια στιγμή ιερή στην ελληνική καλλιτεχνική σκηνή αλλά και στην νεότερη ελληνική ιστορία.

*Ο Γιώργος Δαρδανός είναι εκδότης

Δεν υπάρχουν σχόλια: