15/11/20

Χωρίς τον φόβο

Γιάννης Μίχας, Σύνθεση, 1982, μικτή τεχνική σε ξύλο, 110 x 200 εκ.

Του Θεοδόση Πυλαρινού* 

ΑΝΤΩΝΗΣ ΦΩΣΤΙΕΡΗΣ, Θάνατος ο Δεύτερος, εκδόσεις Καστανιώτη, σελ. 64 

Το βιβλίο του Αντώνη Φωστιέρη αποτελεί κορύφωμα μιας θητείας, που ξεκίνησε με Το Μεγάλο Ταξίδι (1971) και τώρα έχει περάσει στην πιο ώριμη φάση της. Ο ποιητής, συνεπής στη μακρά διερεύνηση της έννοιας του θανάτου, συλλαμβάνει, πιστός στις «ενοποιές αντιθέσεις» του, το βαθύ νόημα της ζωής, απομυθοποιεί την αγωνία τού περιδεούς ανθρώπου και διεισδύοντας στον άγνωστο εαυτό μας, εκπέμπει μήνυμα αποδομητικό της «πουλημένης πάλης με το Ανύπαρκτο». 
Στη νέα συλλογή η διαπορία, που τον κατείχε έως τώρα, δίνει τη θέση της στην κατασταλαγμένη σκέψη και την παγιωμένη ποιητική άποψη για το υπαρξιακό αδιέξοδο, μετά από ενδοσκοπική μελέτη ενός έργου, που το έχουν απαρτίσει εννέα συλλογές με ξεχωριστή οργανική ενότητα. 
Η εξιχνίαση του τέλους δεν καταργεί απλώς τη θανατοφοβία∙ επισημαίνει το ανεπανάληπτο δώρο της ζωής, την οποία αισθάνεται ο ποιητής ως βαθιά βίωση και απόλαυση της στιγμής, μηδενίζοντας την προσδοκία μιας πεποιημένης αιωνιότητας. Η συνειδητοποίηση της αλήθειας αυτής συνιστά την αποφυγή του πρώτου, εν ζωή, θανάτου, μέχρι την έλευση του δεύτερου, του εκ φύσεως προορισμένου, ο οποίος κατευθύνει στο συμπαντικό Τίποτα, στο πραγματικό Τίποτα, το οποίο, περιεκτικό, παρά την αόρατη σύστασή του, έχει ήδη οριοθετηθεί στην προηγούμενη συλλογή του Φωστιέρη, τα Τοπία του Τίποτα. 
Το σκεπτικό του ποιητή είναι διακριτό στο απέριττο ποίημα «Η αιωνιότητα», καταγγελτικό της ματαιοδοξίας και της αυταπάτης, απαλλαγμένο από το άγχος και τα ενοχικά συμπλέγματα της μετάβασης σε ένα τιμωρητικό Αλλού. Δεκατρείς στίχοι, ύμνος στη ζωή και γείωση στην πραγματικότητα, αποδίδουν ευσύνοπτα το ποιητικό του σύνταγμα: Πόσο στ’ αλήθεια βαρετή/ Ολόκληρη αιωνιότητα.// Και πόση πλήξη/ Ένα πνεύμα ολόγυμνο/ Να κολυμπάει στα χάη διαρκώς,/ Χωρίς την άχαρη/ Φροντίδα ενός κορμιού/ Χωρίς τ’ αγκάθια του έρωτα/ Χωρίς το δέος/ Ή το δέλεαρ/ Μιας Κρίσης που εκκρεμεί,// Χωρίς τον φόβο/ Ενός ανέκκλητου θανάτου. 
Μετερχόμενος την τεχνική της αξιοποίησης παραδειγμάτων από τον κόσμο του φυσικού κόσμου, καταδεικνύει πόσο βάναυσα καταπατά ο άνθρωπος τα όρια του πραγματικού χρόνου, παγιδευμένος στο περίκλειστο πεδίο μιας, ούτως ή άλλως, ανασφαλούς ζωής, ενός αυθαίρετου προσδόκιμου, μηχανευόμενος ασύστατες ελπίδες αθανασίας. Ο χρόνος απεχθάνεται μετρήσεις και ρολόγια, θα γράψει, ώστε να φανεί το αφερέγγυο και καταστροφικό της ανθρώπινης μέτρησής του. 
Ο Φωστιέρης επενδύει στην ποίηση, τόσο ως πράξη, όσο και ως ιδέα και θεωρία. Ποίηση και ζωή, ποίηση και θάνατος, ποίηση και «αρχητέλος», κατά τον δικό του προσφυή νεολογισμό μιας αδιατάρακτης ακολουθίας, αποτελούν υποθέσεις εργασίας που, μέσα από αντιθέσεις, εναλλαγές και αμφισβητήσεις, οδηγούν στην αποκρυπτογράφηση του Επέκεινα. Ένα αχειροποίητο ποίημα μέσα στο γραπτό ποίημα, έξω από τους συμβατικούς όρους της τέχνης, «πέτρα και πούπουλο», έξω από τα όρια του γραπτού λόγου, χωρίς αρχή και τέλος, το τέλειο αυτό ποίημα ρυθμίζει τη συμπαντική θεωρία του για το απρόσιτο Αλλού, το αγεωγράφητο εκείνο Τίποτα∙ Τίποτα όχι λόγω κουφότητας, αλλά εξαιτίας μιας πολυσήμαντης απροσδιοριστίας. Εκεί κρύβεται το άγραφο μυστικό∙ η ποίηση αποτελεί προείκασμα και όχημα για την προσέγγισή του. 
Τα ποιήματα στον Θάνατο τον Δεύτερο φωτίζουν την άσπονδη σύγκρουση ζωής και θανάτου. Αποπνέουν αγάπη για τη ζωή σε αντίστιξη με τη θλίψη για την παροδικότητά της. Αποκαλύπτουν το ανθρώπινο πρόσωπο του Ποιητή και την τραγική δωρεά της ποίησης. «Τα ποιήματα του Φωστιέρη», κατά τον Friar, «δεν είναι ούτε ελεγείες ούτε θρηνωδίες, και η υπαρξιακή του απελπισία, ο απώτατος μηδενισμός του, δεν σημαίνουν απαισιοδοξία». 
Με τον ρεαλισμό και την τραγικότητα της ποίησης του Φωστιέρη, με μια αναπάντητη επικούρεια ερώτηση, δηλώνεται η πικρία της απώλειας στο ποίημα «Ζωή», το ανθρωπίνως ανερμήνευτο και γι’ αυτό παράδοξο αυτό φαινόμενο. Με τα χέρια επί τον τύπον των ήλων, επίμονος αναζητητής του συμπαντικού δρόμου, διερωτάται ποιος να εμπνεύστηκε αυτή την τέλεια συμπαιγνία εις βάρος του ανθρώπινου είδους: Ποιος να σκαρφίστηκε άραγε/ Μια τέτοια φάρσα.// 
Χρυσή κασετίνα/ Γεμάτη ώς απάνω/ Μ’ αγκάθια/ Και χώματα./ 
Το ταξίδι του Φωστιέρη, «μακρός ο δρόμος», όντως βρίσκεται σε κρίσιμη καμπή. Η διαφαινόμενη προοπτική προμηνύει την ίδια ανησυχία του να αναχθεί από το Νυν στο Αεί, από το Ενταύθα στο Εκείσε, μια και το Εκεί είναι δυσπροσέγγιστο. Τα σύμβολα, η γλωσσική εμβάθυνση, η συνομιλία των ποιημάτων και η οργανική ενότητά τους, οι καινοτόμες τεχνικές του, για τις οποίες απαιτείται ειδική μελέτη, τεκμήρια μιας σφιχτοδεμένης σχέσης μορφής και περιεχομένου, είναι εργαλεία χρηστικά για τη μεταπήδηση από τον περιορισμένο στον αναπεπταμένο ορίζοντα. 
Αυτή την προοπτική, με τη μόνη αληθινή νοσταλγία, ενός μέλλοντος που δεν θα το ζήσουμε, κατά τον ποιητή, διανοίγει η συλλογή του, άρτια και ολοκληρωμένη, αποτέλεσμα σύντονης εργασίας, ένα άλμα έπειτα από εννέα καλομετρημένους βηματισμούς, με αφοπλιστική νοηματική καθαρότητα και νηφάλιο αίσθημα, την οποία ενισχύει δραστικά η γλωσσική ικανότητά του να δοκιμάζει επίμονα τις λέξεις, απαντλώντας τους καλύτερους χυμούς τους. 

*Ο Θεοδόσης Πυλαρινός είναι ομότιμος καθηγητής του Ιονίου Πανεπιστημίου

Δεν υπάρχουν σχόλια: