22/11/20

Το σύνορο

Pernille Koldbech Fich, Yellow_neck stretch right_05_1

Του Στέφανου Ροζάνη*

Το σύνορο είναι εγκλεισμός: εγκλεισμός της σκέψης, εγκλεισμός της επιθυμίας, εγκλεισμός και περίφραξη των κοινών, και επιπλέον απωθητική φραγή στα συναισθήματα και στις ψυχικές παρορμήσεις που συγκροτούν τις κοινωνίες των ανθρώπων ως ανοιχτές κοινωνίες, κοινωνίες της διαφοράς και όχι της ομογενοποιημένης εθνοτικής, φυλετικής ή άλλης ταυτότητας. Το σύνορο ακυρώνει επίσης την πράξη του αυτοκαθορισμού των ανθρώπων. Στις σύγχρονες συνθήκες κοινωνικής συμβίωσης, ο αυτοκαθορισμός (αυτόχθονες, αλλοδαποί, διαφορετικά φύλα, διαφορετικές μειονοτικές ομάδες) ωθεί με έναν σχεδόν διεστραμμένο τρόπο τα άτομα να διαφοροποιηθούν από κάποιους άλλους και να διακριθούν έναντι κάποιων άλλων. Έτσι, ο αυτοκαθορισμός έρχεται απ' ευθείας αντιμέτωπος με τη διαφορετικότητα, με αποτέλεσμα ο σύγχρονος άνθρωπος να βρίσκεται μπροστά σε μια σοβαρή κρίση.
Η κρίση αυτή δημιουργεί, με τη σειρά της ένα συμπαγές και ανελαστικό Εμείς, αρχικά ως αμυντικό μηχανισμό, το οποίο δρα μέσω του αποκλεισμού. Αποκλείει την ετερότητα, την οποία θεωρεί ως απειλή για την ομογένεια του Εμείς, και συγχρόνως την εχθρεύεται, με προφανή συμπτώματα την ξενοφοβία και την εχθροπάθεια. Ωστόσο, εύκολα και σύντομα, ο αμυντικός μηχανισμός του Εμείς μεταμορφώνεται σε επιθετικό μηχανισμό, μέσω της εσωτερίκευσης του συμπαγούς και ανελαστικού χαρακτήρα του. Και αυτό, διότι, όπως γράφει ο Lucien Goldmann, "δεν υπάρχει Εμείς, παρά εκεί όπου υπάρχει αυθεντική κοινότητα". Σε αντίθετη περίπτωση, το σύνορο και η κλειστότητα του συνόρου αναδύονται ως μέγιστη αναγκαιότητα και συγχρόνως ως όρος εκ των ων ουκ άνευ του χειραγωγημένου και μαζοποιημένου ανθρώπου.
Ως συνέπεια, οι αξιακές κλίμακες της ανθρώπινης συμβίωσης, αλλά και της συμβίωσης του ανθρώπου με το φυσικό περιβάλλον του, καταρρέουν, με αποτέλεσμα τη μεγαλύτερη κλειστότητα των συνόρων και την όλο και μεγαλύτερη αύξηση των φραγμών και των περιφράξεων στην κοινωνική αλλά και στην ατομική ζωή. Έτσι η σύγκρουση γίνεται πλέον αναπόφευκτη, εδραζόμενη τώρα κυρίως σε ανορθολογικές τάσεις, ορμέμφυτα και παροξυσμικά συναισθήματα.
Το σύνορο αναδύεται ως σύμβολο διαχωρισμού, ξενοφοβίας και μισαλλοδοξίας. Άλλωστε, με αυτή τη συμβολική του λειτουργία εσωτερικεύεται ως αναγκαιότητα, ως αυτονόητη περίφραξη και ως εθνικό και ατομικό σημαίνον της σύγχρονης μαζοκοινωνίας.
Το σύνορο δεν είναι ένα όριο το οποίο τίθεται αναγκαία σε κάθε συμβιωτική ηθική και πρακτική, προκειμένου οι ανθρώπινες κοινωνίες να διατηρήσουν τη συνοχή και τη συνεκτικότητά τους. Είναι μάλλον το αντίθετο του ορίου και επιπλέον η παραβίαση των ορίων προς χάριν της κλειστότητας των κοινωνιών, οι οποίες μέσω της επίκλησης του απαραβίαστου των συνόρων, αποκλείουν τη συμμετοχή κοινωνικών ομάδων και διαφορετικών ταυτοτήτων σε συλλογικές δράσεις, σε συλλογικές αποφάσεις και σε συλλογική ανάληψη των ευθυνών οι οποίες απορρέουν και τις κοινές επιθυμίες και τους κοινούς στόχους που αντιστοιχούν στις επιθυμίες αυτές.
Σε όλα αυτά, θα πρέπει να προστεθεί ότι το σύνορο παραβιάζει "τον απροϋπόθετο νόμο της απεριόριστης φιλοξενίας", σύμφωνα με τη διατύπωση του Jacques Derrida, διότι "δεν υπάρχει ούτε πολιτισμός ούτε κοινωνικός δεσμός χωρίς μια αρχή φιλοξενίας". Πάνω σε αυτή την αρχή μια καινούργια σύγκρουση αναπτύσσεται στις σύγχρονες κοινωνίες του ελέγχου και της βιοπολιτικής που απαιτούν την υπό όρους αποδοχή της ετερότητας. Όταν η αποδοχή της διαφοράς τίθεται υπό όρους, τότε η αποδοχή παύει να αποτελεί κινητήρια δύναμη του κοινωνικού γίγνεσθαι και μοχλός δημοκρατικών διεργασιών, και μετατρέπεται σε πράξη κυριαρχίας του φιλοξενούντος πάνω στον φιλοξενούμενο, δηλαδή πλέγμα εξουσιαστικό το οποίο επιβάλλει την αδιαφάνεια των προθέσεων και των σκοπιμοτήτων του για την κατ’ ουσίαν αποδιοργάνωση των κοινωνικών δεσμών και του απεριόριστου σεβασμού της διαφορετικότητας. Με αυτόν τον τρόπο, η ίδια η ατομικότητα του σύγχρονου ανθρώπου αυτοαναιρείται και θρυμματίζεται.
Ο θρυμματισμός της ατομικότητας είναι μία από τις συνέπειες του συνόρου και δημιουργεί τον εγκλεισμό της ατομικότητας σε έναν στενάχωρο και καχύποπτο, έναντι της ποικιλομορφίας του διαφορετικού, χώρο και τόπο. Οπότε η ατομικότητα καθίσταται ανίκανη να διανοιχθεί και έτσι να αναλάβει την πρωταρχική της ευθύνη, απέναντι στον άλλον άνθρωπο, στον ξένο, και απέναντι στα επιθυμιακά του κίνητρα και στις συναισθηματικές του αντιδράσεις. Η αρχή της φιλοξενίας της ετερότητας ως αρχή πολιτισμού και δημιουργίας κοινωνικών δεσμών απενεργοποιείται και εντέλει αχρηστεύεται, και μαζί της η ευθύνη προς τον άλλον άνθρωπο χάνει την πρωταρχική της σημασία για την ανάπτυξη και διεύρυνση της ατομικότητας.
Ωστόσο, η φανέρωση και αποδοχή της ετερότητας είναι η θεμελιώδης υποχρέωση της ατομικότητας. Όπως αποφαίνεται ο Emmanuel Levinas, η "φανέρωση του Άλλου Ανθρώπου είναι ipso facto η ευθύνη μου απέναντί του. Βλέπω τον άλλον άνθρωπο σημαίνει ότι είμαι ήδη υποχρεωμένος απέναντί του. Η άμεση θέαση -χωρίς τη μεσολάβηση καμιάς ιδέας- πραγματώνεται μόνον ως ηθική". Αυτό που ο Levinas εννοεί είναι ότι η πραγμάτωση της ηθικής συνείδησης είναι η απροϋπόθετη και άνευ όρων δεξίωση του άλλου ως πρωταρχική υποχρέωση της ατομικότητας. Άνευ όρων σημαίνει ότι δεν δεξιώνομαι, δεν φιλοξενώ τον άλλον επειδή έχω μια σκέψη γι’ αυτόν, επειδή έχω μιαν ιδέα ή έναν στόχο και πολύ περισσότερο μια οπισθοβουλία, αλλά αντίθετα τον δεξιώνομαι μόνο και μόνο επειδή τον βλέπω, μόνο και μόνο επειδή συναντώ τα μάτια του. Μόνο έτσι η ατομικότητα αναπτύσσεται και διευρύνεται ως ευθύνη και υποχρέωση ανοικτότητας.
Κατά συνέπεια, η συγκρότηση της ατομικότητας προϋποθέτει αναγκαία τη δεξίωση των άλλων και είναι δυνατή μόνο ως απόλυτη αντίθεση προς την επιβολή διαχωριστικών φραγμάτων και συνόρων που αποξενώνουν την ατομική και κοινωνική ζωή από την πηγή της η οποία είναι η ανάληψη σχέσης ευθύνης προς την ετερότητα. Παρά ταύτα, μέσα στον σύγχρονο κόσμο της θρυμματισμένης ατομικότητας ισχύουν ασφαλώς όλα όσα ο Derrida καταγράφει ως πρόσχημα προστασίας του κοινωνικού και πολιτικού κατ’ οίκον: "τα δικαιώματα και τα καθήκοντα, τα σύνορα, τα διαβατήρια και οι πύλες εισόδου, οι νόμοι για τη μετανάστευση η ροή της οποίας, λένε, πρέπει να 'ελεγχθεί'". Με αυτούς τους προσχηματικούς μηχανισμούς, που δεν είναι παρά μηχανισμοί κυριαρχίας κάτω από τον μανδύα της κοινωνικής και ατομικής προστασίας, η θρυμματισμένη εικόνα της ατομικότητας βιώνει την αποξένωσή της ως "απώλεια του κοινού κόσμου", κατά τη διατύπωση της Hanna Arendt. Διότι το ζήτημα των συνόρων δεν είναι όπως υποκριτικά λέγεται η προστασία αυτού που μας ανήκει ως οριοθετημένη κλειστότητα, αλλά, αντίθετα, η καταπάτηση της θεμελιώδους ανθρώπινης επιθυμίας να κατοικεί σε έναν κόσμο φιλόξενο, ανοιχτό σε κάθε δυνατότητα εγκατοίκησης.

*Ο Στέφανος Ροζάνης είναι καθηγητής Φιλοσοφίας

Δεν υπάρχουν σχόλια: