ΤΟΥ ΚΩΣΤΗ ΒΕΛΩΝΗ
Ίσως η πιο ξεκάθαρη αντίληψη για την σημασία της παραγωγικότητας κατά την εκβιομηχάνιση της δυτικής κοινωνίας μπορεί ν’
απεικονισθεί στις αυστηρές γεωμετρικές δομές των κατασκευαστικών παιχνιδιών με
τα ξύλινα blocks. Στο περιβάλλον
της σχολής της Βαϊμάρης εμφανίζεται ένα αντίστοιχο παιχνίδι που μεταφέρει το
αίτημα για την αστικοποίηση και τον ρόλο του «χτίζειν» στο πλαίσιο των
οικονομικών μετασχηματισμών των αρχών του 20ου αιώνα. Ενώ ενθαρρύνει
τη διαδικασία της κατασκευής/παραγωγής του παραμένει ανοικτό και ως προς την
πλήρη αποσυναρμολόγησή του. Πρόκειται για το «μικρό παιχνίδι κατασκευής πλοίου»
(Kleine Schiffbauspiel, 1924) που σχεδίασε η Alma Siedhoff- Buscher, φοιτήτρια της σχολής της Βαϊμάρης από το 1922 και για
τα επόμενα τρία χρόνια.
Η Buscher είχε παρακολουθήσει τα μαθήματα
του Johannes Itten, του Paul Klee και του
Wassily Kandinsky και συνέχισε τις σπουδές
της στο εργαστήριο ξυλογλυπτικής του Georg Muche και του Josef Hartwig. Ο συνδυασμός αυτών με την παρουσία της στο εργαστήριο ύφανσης την
οδήγησαν στο να σχεδιάσει σχεδόν αποκλειστικά έπιπλα και παιχνίδια για τα
παιδιά. Εξάλλου, κάτι τέτοιο αποτελούσε μέρος της διδασκαλίας κάποιων καθηγητών
της στη σχολή της Βαϊμάρης, όπως του Itten στο προπαρασκευαστικό του μάθημα,
και άλλες φορές μέρος της γενικότερης εικαστικής τους πρακτικής, όπως για
παράδειγμα στον Klee και τον Schlemmer.
Tο “Kleine Schiffbauspiel”, υπήρξε η πιο δημοφιλής κατασκευή
της Buscher, την οποία ανέλαβαν να διανέμουν
οι εκδόσεις του ινστιτούτου “Pestalloci –Fröbel” το 1924[i]. Έχει ενδιαφέρον, θεωρώ, να
σταθμεύσουμε περισσότερο σε αυτή την λεπτομέρεια γιατί θα διαπιστώσουμε ότι
υπάρχει μια ισχυρή αλλά ταυτόχρονα και υποτιμημένη επιρροή του εκπαιδευτή Friedrich Fröbel στην διαμόρφωση της μοντέρνας τέχνης και αρχιτεκτονικής.
Ο ίδιος ως παιδαγωγός είναι υπεύθυνος για τον όρο και τις
πρακτικές του Kindergarten,
καθώς και για την επινόηση των «δώρων», των μικρών σε μέγεθος ξύλινων σχημάτων με
τα οποία μπορείς να «χτίσεις» δομές. Είναι σίγουρο, πως για παράδειγμα οι Frank Lloyd Wright, Kandinsky, Le Corbusier, Piet Mondrian και Paul Klee έχουν κρατήσει στα χεριά τους ως
μικρά παιδιά τα γεωμετρικά ξύλινα blocks των «δώρων» αυτών σε νηπιαγωγεία
που εφάρμοζαν τις αρχές του Φρεμπελιανού συστήματος και τα οποία προλογίζουν
την σημερινή μαζική παραγωγή παιχνιδιών με
βάση το χτίσιμο της κατασκευής[ii].
Το είδος της κατασκευής της Buscher που άνηκε στην ίδια ομάδα παιχνιδιών, αποτελούνταν από 22 χρωματιστά blocks διαφορετικού μεγέθους, τα
οποία σύμφωνα με την ίδια ενθάρρυναν τα
παιδιά να επιλέξουν και να σχηματίσουν
ελεύθερα συνθέσεις, μαθαίνοντάς τα να καλλιεργούν την παρατηρητικότητά τους. Το κατασκευαστικό παιχνίδι της έχει ως στόχο να
εμπνεύσει τα παιδιά να δημιουργήσουν σύνθετες δομές από βασικά στοιχεία. Αυτό
που, όμως, φαίνεται συναρπαστικό είναι ότι το νόημα και η λειτουργία τους
καθορίζεται από το πλαίσιο στο οποίο ορίζονται ως αφήγηση «ανάλογα με την
τοποθέτησή τους», όταν για παράδειγμα, «μια μακρόστενη ράβδος μετατρέπεται σε
άγκυρα, κουπί ή ιστίο»[iii].
Επιπλέον έχει σημασία να καταλάβουμε ότι η αξία της εκπαιδευτικής χρήσης
της κατασκευής της εισάγει στα παιδιά «τη σύγχρονη δομοστοιχειωτή (modular) κατασκευή και το πράττει με την
αποτελεσματικότητα που αρμόζει στις λειτουργικές τάσεις του Bauhaus»[iv].
Η παρουσίαση του κατασκευαστικού παιχνιδιού της Buscher έγινε στο Haus Am Horn, το πρότυπο σπίτι που χτίστηκε για την πρώτη έκθεση του Bauhaus και για το οποίο συνέβαλαν οι Georg Muche, Gropius και Adolf Mayer, ενώ τα έπιπλα του παιδικού δωματίου
τα ανέλαβε η ίδια. H ευελιξία του
«μικρού πλοίου», όπως εκτέθηκε στο Haus Am Horn, φαίνεται ότι επηρέασε άμεσα τον Gropius. Πρόκειται για μια «ευελιξία»
που το καθιστά παράλληλα και αρχιτεκτονική μακέτα- πρότυπο για τις ιδέες
στέγασης του διευθυντή της σχολής της Βαϊμάρης.
Με την αφορμή της διακίνησης του “Grosse Schiffbauspiel” το 1924, ουσιαστικά το ίδιο
σχεδόν στη δομή και την αφήγηση με το «μικρό κτίσιμο πλοίου» -αυτή τη φορά με
39 blocks- η Buscher θεώρησε ότι «η ελευθερία του παιχνιδιού συνίσταται στο
ότι δεν επιθυμεί να είναι τίποτα άλλο» και, συσχετίζοντάς το με τα κινήματα της
εποχής της, πρόσθετε πως δεν είναι «ούτε κυβισμός, ούτε εξπρεσιονισμός, παρά
μόνο ένα ψυχαγωγικό παιχνίδι με χρώμα, από μαλακά και γεωμετρικά
σχήματα με βάση την αρχή των παλαιών δομικών στοιχείων»[v].
Όμως το κατασκευαστικό παιχνίδι της Alma Buscher δεν είναι τόσο «ελεύθερο» όσο η ιδία υποστήριζε.
Στην πραγματικότητα προσδιορίζεται σε σχέση με την βούληση του παιδιού να
κατασκευάσει αυτό που επιθυμεί. Η ελευθερία του είναι
όμως αρκετά προσδιορισμένη ως προς την επιλογή του τι μπορεί κάθε φορά να
«χτίσει». Ήδη στη συσκευασία του προτείνεται η αναπαράσταση μιας γέφυρας, ενός
σταθμού τραίνου ή μιας γυναίκειας φιγούρας ενώ το κυρίαρχο μοτίβο σε αυτό
εμφανίζει ένα πλοίο με ιστία, στο οποίο οφείλεται άλλωστε η ονομασία του.
Η συνεχής επανάληψη και οι πειραματισμοί με τα τουβλάκια διαφορετικών
σχημάτων αναδεικνύουν το πλαίσιο των δραστηριοτήτων γύρω από την παραγωγή και
την οικονομία στον κόσμο των ενήλικων. Το ερώτημα που προκύπτει είναι το κατά
πόσο και σε ποιο βαθμό επιδρά στους ανήλικους, όπως επίσης και το πώς
διαμορφώνονται σε αυτό τα σχεδιαστικά πρότυπα εκείνα που υπηρετούν μια
κοινωνική ωφελιμότητα. O Gropius
επαναλάμβανε ότι «η κοινωνία χρειάζεται μια καλή εικόνα για τον εαυτό της» και
πως «αυτή είναι η δουλειά του αρχιτέκτονα».
Από τον Fröbel ως την Buscher παρατηρούμε τη διαδρομή μιας παιδαγωγικής μεταρρύθμισης, στην οποία η παραγωγικότητα
της εργασίας και το ήθος της αγοράς είναι ενταγμένα στην αφήγηση τέτοιων παιχνιδιών
με κατασκευές. Όλα αυτά συστήνονται ήδη από τη πρώιμη παιδική ηλικία μέσα από
τις μικρής κλίμακας κατασκευές που συγκροτούν τις δραστηριότητες της
εμπράγματης αγοράς και που κάνουν ορατό το φρόνημα της επένδυσης στη παραγωγή,
όπως και την ορθολογική οργάνωση στο χτιστό περιβάλλον.
Αν όμως η υποσχόμενη μεταφορά
του ταξιδιού με το προτεινόμενο πλοίο εξαντλείται σχεδόν και στα 22 στοιχεία
της modular κατασκευής, στην πραγματικότητα
αυτή η δυνατότητα του οικοδομείν, της κατασκευής ενός πλοίου η μιας οποιαδήποτε
στέγης, μπορεί να παρουσιαστεί και αντίστροφα. Αν η αρχιτεκτονική είναι η ενσάρκωση κάθε έννοιας
συστήματος, το έργο της Buscher στέκεται ανάμεσα στη λογική της δομής και της αποδομής, του συστήματος και
της εντροπίας του. Με τα ίδια υλικά μπορείς να οικοδομήσεις ένα οποιοδήποτε
προτεινόμενο σχήμα, όπως ένα πλοίο η μια γέφυρα. Ταυτόχρονα, όμως, μπορείς και
να τα αποδομήσεις βαθμιαία μέχρις ότου να μείνουν μόνο τα δομικά υλικά
ανεξάρτητα και ασύνδετα το ένα από το άλλο ή ακόμη και διασκορπισμένα, όπως πάντα
πράττουν τα νήπια και τα μικρά παιδιά μετά από κάθε προσπάθεια
«χτισίματος».
Ίσως εδώ να βρίσκεται
περισσότερο το νόημα στην «ελευθερία» που προτείνει η Buscher,
καθώς από τις διαθέσιμες επιλογές που έχεις μπορείς απλά να στερήσεις από το παιχνίδι
το κατασκευαστικό του προγραμματισμό. Το παιχνίδι της ανύψωσης ενός αυτοσχέδιου πύργου από
ξύλινα blocks και η ευχαρίστηση του
γκρεμίσματός του από τα παιδιά αποτελεί μια κοινή εμπειρία όλων. Ένας
παιδαγωγός ή ένας σχεδιαστής θα υποστήριζε, βέβαια, πως το «γκρέμισμα» της
δομής συμβάλλει στην καλύτερη κατανόηση της συμπεριφοράς των υλικών. Ως προς την
ίδια, μάλιστα, χειρονομία η ψυχαναλυτική οπτική θα συμπλήρωνε ότι αποτελεί έναν
άμεσο και εφικτό τρόπο να εκφραστεί το ασυνείδητο, τα ένστικτα καθώς και τα
καταθλιπτικά συμπτώματα του παιδιού. Όμως το παιχνίδι μιας τέτοιας πλήρους «αποδόμησης»
έμελλε να συντρέξει κυριολεκτικά τη μοίρα της ίδιας της Alma Siedhoff-Buscher,
όταν τον Σεπτέμβριο του 1944 η ζωή της τερματίστηκε απότομα από μια αεροπορική
επιδρομή των συμμάχων στο Buchschlag,
κάπου κοντά στην Φρανκφούρτη.
Ο Κωστής Βελώνης είναι εικαστικός καλλιτέχνης, αναπληρωτής καθηγητής στην
ΑΣΚΤ
[i] Ulrike Müller, Bauhaus
Women: Art, Handicraft,
Design, Flammarion, Παρίσι 2009, σ.113
[ii] Norman Brosterman, Inventing Kindergarten, Harry N. Abrams, Νέα Υόρκη 1997. βλ. επίσης Frederick M. Logan, “Kindergarten and Bauhaus”
, College Art Journal, Vol.
10, No. 1 (Autumn, 1950), σ. 36-43
[iii] Christine Mehring, “Alma Buscher: Ship' Building
Toy. 1923”, in Bauhaus 1919-1933:
Workshops in Modernity, ed. Berry Bergdoll and Leah Dickerman, Museum of Modern Art, Νέα Υόρκη 2009, σ. 156
[iv] Ό.π., σ. 158. Αυτό μπορεί να γίνει αισθητό και από την μορφολογική διάταξη της
κατασκευής, όπου όταν τα διαφορετικού μεγέθους ξύλινα τουβλάκια επιστρέφουν στο
πακέτο σχηματιζουν ένα ενιαίο μακρόστενο κομμάτι ξύλου, το οποίο κόβεται σε δυο
μέρη.
[v] Ulrike Müller, ό.π., σ. 115
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου