8/12/19

Επιμενίδεια ποιητική

Αντιγόνη Καββαθά, Διαδρομή IV (λεπτομέρεια), 2019, ακρυλικά σε mylar


ΤΟΥ ΙΟΡΔΑΝΗ ΚΟΥΜΑΣΙΔΗ

ΝΙΚΟΛΑΣ ΕΥΑΝΤΙΝΟΣ, Η γυρισμένη γλώσσα του Επιμενίδη, εκδόσεις Μωβ Σκίουρος, σελ. 32

Όταν ένας ποιητής φτάνει αισίως (;) στην Πέμπτη ποιητική του συλλογή, μπορούμε πια με ασφάλεια να πούμε πως έχει εισέλθει στην ποιητική του ωριμότητα – ή, αντίστροφα, πως έχει καθηλωθεί οριστικά στην ποιητική ανωριμότητα. Μπορούμε, έτσι, να ισχυριστούμε με σχετική ασφάλεια πια πως ο Ευαντινός βαδίζει ανεπιφύλαχτα στην κατάκτηση του τίτλου του «κανονικού» ποιητή, σε αντίστιξη με του ποιηματογράφου – διάκριση που έχει εισάγει παλαιότερα με ιδιαίτερη ευστοχία ο Κώστας Βούλγαρης.
Η πρωτοτυπία της συλλογής, έγκειται στο ότι διαθέτει πεζό προοίμιο, σε μεγάλο βαθμό επεξηγηματικό: γνωριζόμαστε με τον Επιμενίδη κι έτσι ξεκλειδώνουμε σε μεγάλο βαθμό τα υφέρποντα νοήματα των ποιημάτων που ακολουθούν. Παρ’ όλα αυτά, το εισαγωγικό προοίμιο αποτελεί και μια σαγηνευτικά στημένη παγίδα: στον Επιμενίδη πιστώνεται η διάσημη διατύπωση «όλοι οι Κρητικοί είναι ψεύτες» άρα εκείνος που το λέει, Κρητικός ων, ψεύδεται, άρα οι Κρητικοί είναι φιλαληθείς. Φυσικά τον ποιητή δεν τον ενδιαφέρει να μας εμπλέξει στα παράδοξα αυτού που παλαιότερα ονομάζαμε «λογική φιλοσοφία», αλλά να στήσει μια παγίδα, τους προανέφερα, βάσει τους συμβολισμού για την διαφιλονικούμενη αλήθεια τους ποιητικής λειτουργίας.
Επειδή όμως το βιβλίο δεν είναι θεωρητικό, μπαίνουμε στην ουσία: Τα επτά εκτενή ποιήματα που συναπαρτίζουν τη συλλογή μπορούν να εννοηθούν και ως ποιητικές ενότητες. Από την άποψη αυτή, σε επίπεδο δομής ακολουθεί την προηγούμενη συλλογή του (Λιγωσάδικο) όπου παρακολουθήσαμε σε τέσσερις ενότητες την πορεία τους κλαδιού.

Τι κάνει χοντρικά στην παρούσα συλλογή ο Ευαντινός;
Εντός του πνεύματος της πεζόμορφης εισαγωγής του (και συνάμα παγίδας!) μεταστοιχειώνει ποιητικά τα παραπάνω περί Επιμενίδειων μπλεξιμάτων στο πεδίο του ποιητικού υποκειμένου (εμμέσως, είναι κατά κάποιον τρόπο σε ορισμένες στιγμές τους ποιήματα ποιητικής, περισσότερο τους υπαρξιακής ποιητικής). Εάν δεν θεωρείτο πόζα, θα έλεγα και το αντίστροφο –ποιητικής της ύπαρξης που θεωρώ πως ισχύει τους, ωστόσο θα προτιμήσω το έμμεση ποιητική κοινωνιολογία αισθητικής τάξης. Συνιστά απομάκρυνση αυτό από μια περισσότερο πολιτική ποίηση –τουλάχιστον κατά Βούλγαρη διέτρεχε την παλαιότερη συλλογή του Νικόλα Ενεός; Κατά την άποψή μου, όχι, γιατί κάθε κοινωνιολογία και κάθε υπαρξιακή συζήτηση είναι σε πολύ μεγάλο βαθμό πολιτικές. Επομένως, ο Επιμενίδης και οι περιπέτειές του καταλαμβάνουν θέση  ποιητικής περσόνας, τεχνική αρκετά γνωστή και συχνή στη σύγχρονη ποίηση, δύσκολα ωστόσο επιτυχημένη, τουλάχιστον στον βαθμό που το επιτυγχάνει ο Ευαντινός.
Γλωσσικά, ο Ευαντινός είναι συγκεραστής αρκετών γλωσσικών τροπικοτήτων, το αποδίδω στην ευρεία δεξαμενή άντλησης των θεματολογιών του – ιστορία, μυθολογία, σύγχρονη πραγματικότητα. Εν τούτοις, η ποιητική του γλώσσα δεν μοιάζει παράταιρη στο σύνολό τους, δεν «κλωτσάει». Τεχνικά, η μεταμφίεση των Μικρών Αγγελιών και άλλων Ειδήσεων (η πρώτη του συλλογή) σε ποιητικό υλικό, και η επαναληπτικότητα του Ενεού ως εκκίνηση κάθε ποιήματος, δίνει τη θέση της στην περσόνα, τους συμβολισμούς, τους μεταφορές, σε τους είδους διακειμενικότητα. Εκείνο που μας αποκρύπτει ο ποιητής είναι πως πολλά από τα πεζογραφήματα και ποιήματα του Επιμενίδη ήταν ψευδεπίγραφα, υποψιάζομαι πως αυτή τη μη εμφανή στο βιβλίο πληροφορία την έχει εσωτερικεύσει τους συνεκτικούς αρμούς των νοημάτων του.  
Tα εκτενή ποιήματα διατρέχουν έναν διαρκή κίνδυνο: να τα εγκαταλείψει ο αναγνώστης, για πολλούς και διαφορετικούς λόγους. Δεν διακρίνω έναν τέτοιο κίνδυνο τους παρούσες ποιητικές ενότητες και τούτο το αποδίδω στην εσωτερική οικονομία τους.

Ο Ιορδάνης Κουμασίδης διδάσκει στο ΕΚΠΑ και στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο

Δεν υπάρχουν σχόλια: