4/11/18

Η αλήθεια της λογοτεχνίας

Μαρτυρίες



ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΒΟΥΛΓΑΡΗ

Δ΄ Η επιφύλαξη

Στον Γιώργο Κυριαζή

Ποιες είναι οι μεγαλύτερες προκλήσεις που παρουσιάζει το έργο μου; Δύο πράγματα: η γλώσσα και τα πραγματολογικά στοιχεία.
Ο αναγνώστης συχνά χάνεται μέσα σ’ έναν κυκεώνα από πραγματικά και φανταστικά πρόσωπα, μέρη, γεγονότα και αντικείμενα, ενώ την κατάσταση δυσχεραίνει η περίπλοκη σύνταξη, στην οποία οι προτάσεις άλλοτε μένουν ελλιπείς και άλλοτε κατακερματίζονται σε ένα παζλ για δυνατούς λύτες.
Όπου κι αν πηγαίνει η πλοκή, αναφέρω τοπωνύμια, τοπικά φαγητά, λέξεις και φράσεις στις ντόπιες γλώσσες, τις περισσότερες φορές χωρίς μετάφραση, όπως για παράδειγμα στο βιβλίο μου “Ενάντια στη μέρα”. Αλλού, κανείς βρίσκει τοπικά ονόματα φυτών και λουλουδιών, ονόματα χρωμάτων, ονομασίες ρούχων και αναφορές σε ιστορικά γεγονότα.
Επίσης, τα λογοπαίγνια μου αρέσουν πολύ. Για παράδειγμα, ένας ήρωάς μου βρίσκεται στο εστιατόριο και κάνει την εξής παραγγελία: “Μάλλον θα πάρω μια μερίδα Κρέας Όλαφ”. Τέτοιο φαγητό δεν υπάρχει· πρόκειται για αναγραμματισμό του αγγλικού meat loaf, που είναι το ρολό, αλλά το έκανα Olaf, γιατί η πλοκή σε εκείνο το σημείο εκτυλίσσεται στην Σουηδία και το Όλαφ είναι ένα τυπικό σκανδιναβικό όνομα.
Όλα αυτά απαιτούν, παράλληλα με την ανάγνωση, σκέψη και έρευνα, μεγάλο μέρος της οποίας δεν έχει τελικά σχέση με το κείμενό μου, αλλά πρέπει να γίνεται έτσι κι αλλιώς, κι ας χαθεί προσωρινά ο αναγνώστης στον λαβύρινθο, δεν πειράζει. Άλλωστε, είναι πάντοτε καλό να έχει κανείς φίλους με γνώσεις που δεν διαθέτει ο ίδιος. Ίσως λοιπόν ο αναγνώστης χρειαστεί να ζητήσει βοήθεια από φίλους του μουσικούς, με μητρική γλώσσα τα ρωσικά, τα αλβανικά, τα σερβικά ή τα γερμανικά, από έναν φίλο με πτυχίο ισπανικής φιλολογίας, έναν φυσικό ή έναν μαθηματικό, γιατί επίσης παίζω πολύ με την επιστήμη και την ορολογία της.

Πέρα όμως από τον πραγματολογικό εφιάλτη, υπάρχουν και καθαρά γλωσσικές δυσκολίες. Το γλωσσικό μου ύφος ακολουθεί την πλοκή κατά πόδας. Έτσι, συναντά κανείς αργκό διαφόρων ειδών και εποχών, όπως και ελλειπτικό προφορικό λόγο, που πολλές φορές θέλει μεγάλη προσπάθεια για να καταλάβεις τελικά τι εννοεί, ενώ στα πιο λυρικά, σοβαρά ή φιλοσοφημένα κομμάτια, οι περίοδοι μεγαλώνουν, σπάνε σε πάμπολλες δευτερεύουσες προτάσεις, και πρέπει πρώτα να αποδομήσεις τις παραγράφους, ώστε να βρεις τι πηγαίνει πού, και μετά να τις δομήσεις ξανά απ’ την αρχή, έτσι ώστε να βγαίνει νόημα στον δικό σου, ιδιαίτερο τρόπο που σκέφτεσαι, ο οποίος έχει άλλη λογική και ακολουθεί άλλους κανόνες.
Γι’ αυτό είναι εύλογη η επιφύλαξή σου, αγαπητέ αναγνώστη-συγγραφέα, που έγραψες για το έργο μου: “Τι είναι αυτό που με απωθεί στον Πύντσον;  Η αγωνία του να υλοποιήσει μυθοπλαστικά την απουσία νοήματος στον σύγχρονο κόσμο, κάτι που τον υποχρεώνει να αφήνει τις ιστορίες του μετέωρες κι όλο χάσματα. Χάνομαι στις λαβυρινθώδεις πλοκές του με τους αμέτρητους χαρακτήρες, δυσκολεύομαι να παρακολουθήσω τις περιπλανήσεις του στην εγκυκλοπαιδική γνώση και τα άλματά του στην Ιστορία, παγώνω από την ξηρασία των συναισθημάτων κι από τον παροξυσμό της εγκεφαλικότητάς του”. Πάντως, αγαπητέ, το πραγματικό ερώτημα είναι, και ανέκαθεν ήταν, αν οι επιφυλάξεις μπορούν να γίνουν τέχνη. Μπορούν;
(Συνεχίζεται)

Δεν υπάρχουν σχόλια: