ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΒΟΥΛΓΑΡΗ
ΧΑΡΗΣ ΒΡΟΝΤΟΣ, Ημερολόγιο
ενός συνθέτη, 1982-2012, εκδόσεις Νεφέλη, σελ. 696
–Είσαι εμπαθής άνθρωπος!
–Εμ, τι θα ’θελες; Να ’μαι απαθής;
(Ημερολογιακή εγγραφή
20ής Δεκεμβρίου 1988)
Συνήθως οι αυτοβιογραφίες καλλιτεχνών έχουν τον χαρακτήρα
τού «αυτά που δεν είπα», και στόχο είτε να δικαιώσουν εκ των υστέρων τη
διαδρομή τους είτε να υποκαταστήσουν τις καλλιτεχνικές τους υστερήσεις, με
ελεγείες για το «περιβάλλον» και την «εποχή»...
Στην περίπτωση του Χάρη Βρόντου δεν συμβαίνει τίποτα τέτοιο.
Ο χειμαρρώδης λόγος του περιλαμβάνει ταυτόχρονα αυτά που είπε μέχρι σήμερα, με
το έργο του αλλά και με κείμενά του, αυτά που σχεδόν καθημερινά λέει στις
κοινωνικές πνευματικές συναναστροφές και τώρα επιλέγει να τα πει και στον
ευρύτερο δημόσιο χώρο, και ελάχιστα από αυτά που όντως δεν είπε.
Έτσι, μας δίνει ένα ογκώδες βιβλίο, που αποτελεί μια οιονεί
τοιχογραφία μιας τριακονταετίας, η οποία όμως τοιχογραφία έχει πολλαπλά
στρώματα-εγγραφές, που κανένα τους δεν επικαλύπτει, δεν πνίγει τα υπόλοιπα.
Είναι βεβαίως μια τοιχογραφία του καθ’ ημάς χώρου της
(σοβαρής) μουσικής, των θεσμών, των προσώπων, των καθεστώτων, των συμπεριφορών
και, κυρίως, των αδιεξόδων και της μιζέριας που ταλανίζει αυτό το χώρο.
Ταυτόχρονα, είναι μια ευρύτερη πνευματική τοιχογραφία, όχι
μόνο γιατί ο Βρόντος στο ίδιο του το μουσικό έργο έχει εντάξει λογοτεχνικά
έργα, π.χ. της Αχμάτοβα ή του Κάφκα, αλλά και γιατί παρακολουθεί αρκετά
συστηματικά τη λογοτεχνία, τη ζωγραφική και άλλες τέχνες, και επίσης
συναναστρέφεται, επίσης συστηματικά, καλλιτέχνες από αυτά τα πεδία.
Είναι επίσης μια πολιτική τοιχογραφία, μέσα από τη ματιά
ενός καλλιτέχνη με ενεργό πολιτική συμμετοχή, π.χ. στην Κ.Ο «Μαχητής», με
αρθρογραφία στον «Ριζοσπάστη», κ.α.
Είναι, τέλος, μια τοιχογραφία εαυτού, ενός σκεπτόμενου
ανθρώπου και καλλιτέχνη, που δεν διστάζει να καταθέσει σε δημόσια θέα τις
ημερολογιακές σημειώσεις του, στις οποίες εκφράζονται σκέψεις και απόψεις, αλλά
και εντυπώσεις και συναισθήματα, μέσα από τις, σχεδόν καθημερινές, εγγραφές του.
Ακόμα κι αν υποθέσει κανείς ότι το τελικό κείμενο έχει υποστεί χτενίσματα και
επεξεργασίες, είναι τέτοια η αμεσότητα του λόγου, όπως και του χαρακτήρα του
γράφοντος (όπως σκιαγραφείται από το βιβλίο) που τελικά η αμεσότητα, δηλαδή η
αξία του ως μαρτυρίας διατηρείται ακέραια.
Είναι αδύνατον να περιγράψει κανείς το εύρος των θεματικών ή
των προσώπων που περιλαμβάνονται στο βιβλίο, πόσω μάλλον που η εξακτίνωση της αφήγησης
φθάνει μέχρι του σημείου να περιλάβει τα ταξίδια του, π.χ. στην Γαλλία ή την
Αμερική, και τις αντίστοιχες μουσικές ή και άλλες εντυπώσεις/εμπειρίες του,
περιλαμβάνει επίσης στιγμιότυπα από τη γενέθλια Αρκαδία, κ.οκ., ενώ, καθ’ όσον
με αφορά, δεν είμαι ειδικός στο να κρίνω και να αποτιμήσω το πορτραίτο του
μουσικού καλλιτέχνη Χάρη Βρόντου, όπως προβάλλει μέσα από το βιβλίο, και όπως
συνομιλεί με το έργο του.
Όμως ένα δείγμα γραφής, όταν η γραφή είναι δυνατή όπως εδώ,
είναι νομίζω αρκετό, ώστε να δώσει το καλλιτεχνικό και προσωπικό του στίγμα, τη
σχέση του με την τέχνη αλλά και τη γύρω πραγματικότητα:
«Χθες και σήμερα δούλεψα στο πιάνο. Όλο σκέφτομαι τον
Μπουζιάνη και τον Σκαλκώτα. Απ’ αυτούς παίρνω κουράγιο. Απ’ τις δυσκολίες με
τις οποίες παλαίψανε. Μέσα σ’ αυτούς βρίσκεται η λύση των προβλημάτων μου –
μέσα στον πόνο και την καρτερία τους (του Σκαλκώτα σαφώς πιο εύθραυστη), αλλά
εκεί, στον πόνο που βίωσαν, βρίσκεται η απάντηση. Το έργο μας –αν αξίζει– θα
μείνει, κι ας έχουμε εν τω μεταξύ σκάσει απ’ τη φούρκα και τ’ άδικο! Αυτή η
μαυρίλα τους είναι το γιατρικό μου. Έτσι νιώθω. Γιατί τα
βουνά δεν τα κουνάς. Άρα, σκάβεις για να φτιάξεις τούνελ, κι εκεί θησαυρίζεις
το νερό. Μόνο εκεί, λοιπόν, με την αποδοχή ότι το παράλογο, η Βαβυλωνία, οι
εγωισμοί και η βλακεία συνιστούν το μεγαλύτερο μέρος της ζωής. Τα πρωινά,
μεταξύ ύπνου και ξυπνήματος, όλο τον Μπουζιάνη και τον Σκαλκώτα σκέφτομαι».
(Από την ημερολογιακή εγγραφή της 14ης Μαΐου 2008)
Ρένα Παπασπύρου, Αστερισμοί, 2003, απόσπασμα video |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου