28/1/18

Για τον ποιητή της «φοβερής πατρίδας μας»

ΤΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΜΠΟΥΡΑ

ΘΕΟΔΟΣΗΣ ΠΥΛΑΡΙΝΟΣ (ανθολόγηση - εισαγωγή - επιμέλεια), Για τον Γιώργο Μαρκόπουλo. Kριτικά κείμενα, εκδόσεις Αιγαίον, Λευκωσία 2017, σελ. 288

Τάσος Μαντζαβίνος,
«Επί του τάφου του πατρός μου»
του Γεώργιου Βιζυηνού
, 2016,
λιθογραφία, 32 x 23,7 εκ.
Στη σειρά «Λογοτεχνική κριτική» του εκδοτικού οίκου «Αιγαίον» ο καθηγητής Θεοδόσης Πυλαρινός, ανάμεσα στους Σκαρίμπα, Αναγνωστάκη, Σαχτούρη, Σινόπουλο, Βαγενά, Βαλτινό, Χριστιανόπουλο, Χαραλαμπίδη και Ιωάννου, συμπεριλαμβάνει και τον αγαπημένο Γιώργο Μαρκόπουλο (γέν. Μεσσήνη, 1951), που διαθέτει ένα ξεχωριστό έργο, αν κρίνουμε από τον όγκο, την πληθώρα και την ποιότητα των κριτικών που γράφτηκαν με αφορμή τις ποιητικές συλλογές του.
Και γράφω «με αφορμή», γιατί μια συλλογή κριτικών για το ίδιο θέμα λειτουργεί σε δύο επίπεδα: αποκτάς μια σφαιρική όψη της υποδοχής ενός λογοτεχνικού έργου, αλλά και συγκρίνεις τον τρόπο και την κοσμοθεωρία των γραφόντων… Μεταπράττες του λόγου είμαστε εμείς οι κριτικοί Λογοτεχνίας, ερασιτέχνες ή «επαγγελματίες», πιστοποιημένοι ή αυθαίρετοι («από τη σημαία», που λέγαμε στο Στρατό για τις άτυπες, άγραφες άδειες). Οπωσδήποτε, τουλάχιστον όσοι συμμετέχουν με άρθρα τους σε αυτόν τον τόμο, είναι όλοι τους ιδιαίτερα σοβαροί, εξέχοντες και αναγνωρισμένοι, ψημένοι και δοκιμασμένοι στην ύψιστη τέχνη της λογοτεχνικής κριτικής.
Και πώς αλλιώς θα μπορούσε να γίνει, αφού ο εμβριθής καθηγητής του Ιονίου Πανεπιστημίου θα άφησε έξω πολλά «δεύτερης» ή και «τρίτης» ποιότητος «διαμαντάκια» (αρκετά συνήθη σε όσους παροικούν τον Παρνασσόν της Ποιήσεως). Έτσι λοιπόν για να μην μονοπωλήσουν το ενδιαφέρον τα «οικεία κακά» και μπερδευτεί, για πολλοστή φορά η ποίηση με την οίηση και το ποίημα με το αρχαίο ελληνικό «πήμα» (που σημαίνει κάτι όχι και τόσο ευχάριστο), ας επικεντρωθούμε στην εποικοδομητική ανάγνωση αυτού του άκρως ενδιαφέροντος τόμου και στην έμμεση μελέτη αισθητικών, τάσεων και κατευθύνσεων στα αχαρτογράφητα εν πολλοίς κι άγνωστα ύδατα της ντόπιας Αισθητικής, που είτε είναι εγχώρια είτε εισαγόμενη, είτε «μεταφρασμένη» είτε διασκευασμένη, είτε πρωτότυπη είτε αναχαραγμένη-αναμασημένη, συμβάλλει τα μάλα στο φωτισμό των λογοτεχνημάτων από απροσδόκητες ενίοτε και δύσκολες οπτικές γωνίες, αναδεικνύοντας ίσως και τα υπόγεια ρεύματα της περίφημης «περιρρέουσας ατμόσφαιρας», αλλά και την κυρίαρχη αισθητική κάθε δεκαετίας, όταν πρόκειται για το έργο ενός και του αυτού λογοτέχνη.

Γιατί –κακά τα ψέματα– όταν όλοι σε επαινούν δύο τινά συμβαίνουν: είτε «ευλογούν τα γένια τους» είτε εσύ εντάσσεσαι κι ανήκεις (συνειδητά ή μη) στο επάρατο «main stream» (όπως το λέμε στα …ελληνικά) κι αυτό δυστυχώς έχει πάντα μια ημερομηνία λήξεως. Είναι νωρίς να πούμε κάτι τέτοιο για τον τιμώμενο ποιητή, όμως σπανίως συναντάς τέτοια πληθώρα ετερόκλητων κειμένων από «αυθορμήτως προσελθόντες» κειμενογράφους, για έναν ποιητή που δεν είναι πανεπιστημιακός, ακαδημαϊκός ή δεν κατέχει τέλος πάντων μια εξέχουσα «θεσμική» θέση, έτσι ώστε να λειτουργήσει το ανταποδοτικό εκείνο «do ut des» ή «quid pro quo» («δώσμου να σου δώσω» ή «εν τη παλάμη και ούτω βοήσωμεν» - δεν αναφέρομαι σε κανέναν προσωπικώς και, φυσικά, δεν θίγω κανέναν από τους κοσμούντες αυτόν τον τόμο!).
Όπως βλέπετε, τολμώ να αγγίξω ακροθιγώς διάφορα θέματα που θα έπρεπε να αποτελούν σημεία τριβής και πολεμικών αντιπαραθέσεων σε ημερίδες, διημερίδες κι επίσημες, πανεπιστημιακές, φεστιβαλικές ή μη διοργανώσεις, πάνω στα ζέοντα προβλήματα της ανάδειξης τάσεων και κατευθύνσεων στη σύγχρονη νεοελληνική λογοτεχνία και στο ρόλο της «επίσημης κριτικής» στη διαμόρφωση του «Κανόνα»… αν και νομίζω πως δεν υπάρχει μήτε το πρώτο μήτε το δεύτερο, τουλάχιστον όχι με την εγκυρότητα και την καταξίωση, με την αναγνώριση που θα έπρεπε να έχουν από τους επαρκείς αναγνώστες και το μυημένο συνδημιουργικό κοινό.
Πέρα από στατιστικά μεγέθη και ποσοτικές μεταβλητές, υπάρχουν και ποιοτικά κριτήρια που συνήθως έρχονται σε δεύτερη μοίρα λόγω της σύμφυτης υποκειμενικότητας και της προβληματικής διαχρονικότητας κάθε «ποιοτικής» αισθητικής αποτιμήσεως έργου Τέχνης. Βλέπετε λοιπόν πόσες σκέψεις μπορεί να γεννήσει μια ανθολογία κριτικών κειμένων; Είναι δύσκολο να κρύψεις το Φως κάτω από το χαλί. Το αυθεντικό εμπνέει και διά-πνέεται από αλληλεγγύη, από συμμετοχικότητα. Κι αυτό είναι το μεγαλείο τόσο της γραφής όσο και της προσωπικότητας του άξιου πνευματικού τεχνίτη που λέγεται κατά κόσμον Γιώργος Μαρκόπουλος.

Ο Κωνσταντίνος Μπούρας είναι ποιητής, θεατρολόγος και κριτικός, www.konstantinosbouras.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: