ΤΟΥ
ΔΗΜΗΤΡΗ Ε. ΦΙΛΙΠΠΗ
Διαβάτη τα ίχνη σου είναι ο δρόμος
διαβάτη δεν υπάρχει δρόμος
τον ανοίγεις περπατώντας
περπατώντας ανοίγει ο δρόμος
γυρίζοντας το βλέμμα πίσω
αντικρίζεις το μονοπάτι
αδιάβατο θα μείνει
διαβάτη δεν υπάρχει δρόμος
μόνο τ’ απόνερα της φουσκοθαλασσιάς
Αντόνιο Ματσάδο υ
Ρουίθ, 29ο ποίημα (σε ελεύθερη απόδοση, εδώ) από την ενότητα
«Παροιμίες και άσματα», της συλλογής Πεδία
της Καστίλλης (1912), που θεωρείται το σπουδαιότερο έργο του ισπανού ποιητή
(1875-1939), έχει δε μελοποιηθεί από τον σύγχρονο τραγουδοποιό Μανουέλ Σεράτ
«Ο δρόμος ανοίγει περπατώντας»: δυνατός εσαεί στίχος,
προτρεπτικός και παραινετικός, που τον μνημόνευσε ο πρωθυπουργός Αλέξης
Τσίπρας, στην πρόσφατη συνάντησή του με τον Τούρκο ομόλογό του, με αφορμή τα
του Κυπριακού και των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Η ποιητική παραπομπή του
πρωθυπουργού δείχνει μια ευαισθησία στις «κεραίες της εποχής μας», που φαίνεται
να ευνοεί την «επιγραμματική αληθινή ποίηση» του Α. Ματσάδο και να κολακεύει το
πορτρέτο του.
Γεννήθηκε
στη Σεβίλλη, ανδρώθηκε στη Μαδρίτη και το Παρίσι, άφησε παρακαταθήκη σπουδαίο
έργο, στην ποίηση, στο θέατρο και στο δοκίμιο, για να θεωρείται σήμερα από
πολλούς ως ο κυριότερος εκπρόσωπος της «γενιάς των μοντερνιστών του 1898», παρά
τη βαρύνουσα αντίρρηση του Μπόρχες εν προκειμένω, που θεωρούσε τον αδελφό του,
Μανουέλ Ματσάδο, καλύτερο λογοτέχνη (τα δύο αδέλφια συνεργάζονταν σε κάποια
περίοδο).
«Πολιτικά
και λογοτεχνικά, οι αδελφοί Ματσάδο ενσαρκώνουν τη σύγκρουση των δύο Ισπανιών
του Μεσοπολέμου»: ο μεν Μανουέλ τάχθηκε με τον νικητή Φρανκισμό, ο δε Αντόνιο στρατεύθηκε
με την ηττηθείσα αριστερά, όπως επίσης και τα άλλα αδέλφια, ο Χοσέ (σχεδιαστής
και ζωγράφος), ο Χοακίν (δημόσιος υπάλληλος) και ο Φρανθίσκο (ποιητής, επίσης).
Προ της επικράτησης του Φράνκο, στις αρχές του 1939, όλοι οι αδελφοί Ματσάδο,
πλην Μανουέλ, πήραν το δρόμο της εξορίας. Ο Αντόνιο Ματσάδο, βαριά ασθενής και
οδοιπόρος, πέρασε περπατώντας στα γαλλικά σύνορα, αρνήθηκε την όποια ευνοϊκή
μεταχείριση θέλησαν να του επιφυλάξουν Ισπανοί και Γάλλοι, για να πεθάνει σε
στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Κολιούρ της Γαλλίας, στις 22 Φεβρουαρίου 1939.
Σύμφωνα με τα γραμματολογικά στοιχεία, λίγες μέρες μετά το θάνατό του, ο
αδελφός του Χοσέ βρήκε στις άδειες τσέπες του παμπάλαιου σακακιού του τρία
χειρόγραφα: στο ένα αναγραφόταν το αμλετικό «να ζει ή να μη ζει κανείς», στο
άλλο ένας στίχος, ίσως ο πρώτος της εξορίας, «αυτές οι γαλάζιες μέρες κι αυτός
ο ήλιος της παιδικότητας», και στο τρίτο ένα παλαιότερο ποίημα, σε ελαφρά τώρα
παραλλαγή, από τη συλλογή «Άλλα τραγούδια για την Γκιομάρ» (Γκιομάρ, ήταν το
όνομα της άγνωστης μούσας του) – σε ελεύθερη απόδοση: «θα σου τραγουδήσω το
τραγούδι:/ πως τραγουδάμε ότι χάνουμε/ και ένας πράσινος παπαγάλος θα το
φωνάξει στο μπαλκόνι σου». Ως γνωστόν, η μεγάλη εξορία του Ισπανικού Εμφυλίου
είναι η «προϊστορία» του σύγχρονου προσφυγικού ζητήματος.
Δικαιωματικά,
ο Α. Ματσάδο πέρασε στις δέλτους της μεγάλης λογοτεχνίας ως «εξόριστος ποιητής
της Ισπανοσύνης». Η ισπανική και ισπανόφωνη ποίηση της εξορίας, της
περιπλάνησης και της προσφυγιάς συνιστά σημαντικό κεφάλαιο στην ιστορία της
λογοτεχνίας και στην ιστορία του ισπανικού και ευρωπαϊκού πολιτισμού. Εξόριστοι
Ισπανοεβραίοι και Ισπανομουσουλμάνοι ποιητές του μεσαίωνα (όπως ο Μπεν Έρτζα
και ο Μαϊμονίδης) κατατάσσονται στην ίδια θέση με σύγχρονους «εξόριστους
ποιητές και συγγραφείς» (Λεόν Φελίπε, Α. Ματσάδο, Μαξ Αούμπ). Για αρκετά χρόνια
(ίσως και να ισχύει ακόμα), η εικόνα ήθελε πολλούς Ισπανούς, που περνούν από το
Κολιούρ, να αφήνουν ένα λουλούδι στο μνήμα του Ματσάδο, όπου πάνω είναι
χαραγμένοι οι στίχοι (ελεύθερη απόδοση): «Και σαν θα ’ρθει η μέρα του
τελευταίου ταξιδιού,/ στο πλοίο που θα σαλπάρει δίχως γυρισμό,/ στο κατάστρωμά
του θα με βρείτε με ελαφριά αποσκευή,/ σχεδόν γυμνό, θάλασσας γιο»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου