ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΜΟΙΡΑ
Cochin 29.Α, 2003, λάδι σε MDF, 85 x 120 εκ. |
ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΟΔΙΝΟΣ, Τελευταία έξοδος. Στυμφαλία, εκδόσεις Βιβλιοπωλείον της Εστίας, σελ. 188
Το τελευταίο μυθιστόρημα του Μιχάλη Μοδινού μοιάζει ταυτόχρονα με σκοτεινή
ταινία δρόμου και εφιαλτικό κόμικ γοτθικής έμπνευσης. Με υποβλητική ατμόσφαιρα,
κινηματογραφική λογική, δομή σεναρίου και οικονομία λόγου, με σκληρά φωτισμένες
σεκάνς και ασπρόμαυρες αδρά σχεδιασμένες εικόνες παρακμής και υποβάθμισης, στήνεται
από τον συγγραφέα το άγριο σκηνικό της βαρβαρότητας και της εξαθλίωσης. Προβάλλονται
στην οθόνη του μυαλού του αναγνώστη τα «προσεχώς» από ένα κοντινό δυσοίωνο
μέλλον, μετά την οικονομική και πολιτισμική καταστροφή της χώρας.
Τις μεταμεσονύκτιες ώρες, μέσα σε καταρρακτώδη βροχή, ο ήρωας οδηγεί
μόνος σε μια θεοσκότεινη και ερημωμένη Αττική οδό από την Αθήνα στην Κόρινθο, αναζητώντας
την κατάλληλη έξοδο που θα τον οδηγήσει πέραν από το άλγος της ζωής και την
βάσανο της ύπαρξης. Κινείται αργά και αποφασισμένα, σ’ ένα τοπίο ζόφου και
ερειπίων, ανάμεσα σε ανθρώπινα ράκη, ένοπλους φρουρούς, απορρίμματα και αποκαΐδια
του ένδοξου τεχνολογικού υλικού πολιτισμού, αναμασώντας σκηνές του παρελθόντος.
Και καθώς η μία έξοδος διαδέχεται ρυθμικά την άλλη και οι άλλοτε ακμάζοντες
τόποι φωτίζονται στιγμιαία από το χλωμό φως των προβολέων του αυτοκινήτου που αγωνίζονται
να σκίσουν το έρεβος, παρελαύνει με συνεχείς αναδρομές, σε αποσπάσματα, όλη του
η ζωή και η διαδρομή της χώρας από τη μεταπολίτευση και μετά.
Στην μονολογική αυτή αφήγηση την οποία μοιράζεται ο αναγνώστης, αόρατος
σύντροφος και σιωπηλός συνταξιδιώτης, συνυπάρχουν και συλλειτουργούν δύο
χρονικότητες. Στον γραμμικό καθορισμένο χρόνο του νυχτερινού ταξιδιού αντιπαρατίθεται
ο θρυμματισμένος χρόνος της μνημονικής ανάκλησης, των συνειρμών και της
περιπλάνησης σε παρελθούσες εποχές. Η τυραννική αναπόληση της νεότητας, των ημερών
της αθωότητας και της αμεριμνησίας δίνει τη θέση της στην πικρή ειρωνεία και το
σαρκασμό για τη συλλογική αφασία, την μακάρια ύπνωση και τον εφησυχασμό μπροστά
στις έκνομες καταστάσεις και τα τραγελαφικά συμβάντα που προδιέγραψαν την
καταιγιστική αποσάθρωση των πάντων.
Ο Μιχάλης Μοδινός με την παράλληλη ιδιότητα του περιβαλλοντολόγου ανασυστήνει
και επανερμηνεύει επίμονα όλα τα στοιχήματα που παίχτηκαν και χάθηκαν στην
παγκόσμια πολιτική σκηνή για την εθνική παλιγγενεσία, τη σωτηρία του πλανήτη
και την αποφυγή της οικολογικής καταστροφής. Αφηγείται με καυστικότητα για τα
ολέθρια πολιτικά λάθη και τους φαύλους πολιτικούς της εποχής των αντιφάσεων,
της διαπλοκής και της εθελοδουλείας, για τον φετιχισμό του χρήματος και τη
χρηματιστηριακή παγκοσμιοποίηση, την αλλοτρίωση και τη συμμόρφωση, την αλόγιστη
κατασπατάληση κάθε είδους πόρων και την πλήρη αποσύνθεση των κοινωνικών δομών
και των δημοκρατικών θεσμών. Και καθώς μοντάρεται η ιστορία του ήρωα και της
χώρας καρέ-καρέ ο νόστος εναλλάσσεται με την πικρία, το χιούμορ με τον θυμό και
ο κλαυσίγελως με την αβυσσαλέα απόγνωση για την οριστική κατάρρευση της χώρας.
Στο μελλοντολογικό αυτό αφήγημα που λειτουργεί σαν πρόγνωση των κοινωνικοπολιτικών,
πολιτιστικών και οικολογικών επιπτώσεων της οικονομικής κρίσης που ζούμε
σήμερα, η ανθρωπότητα μοιάζει να κινείται όπισθεν ολοταχώς και η Ιστορία σαν
φίδι να δαγκώνει την ουρά της. Με την οπισθοδρόμηση να οδηγεί σε ένα σκοτεινό
μεσαιωνικό τοπίο με προστατευμένους θύλακες πλούτου και ευζωίας μιας μικρής
ολιγαρχίας και γενικευμένη ένδεια των μαζών, με παντοδύναμα ιερατεία και
εξαθλιωμένους απόκληρους παρίες, με νεόκοπους φυλάρχους-προφήτες και
εξαγριωμένες φυλές. Μια μετάβαση, που μοιάζει αναπόφευκτη, από την αλαζονεία
της διαρκούς προόδου και της αδιάκοπης εξέλιξης στην βαρβαρότητα και ακόμα πιο
πίσω στην αγριότητα. Από τον νεωτερικό άνθρωπο των έλλογων επιλογών και των
διαρκών μετασχηματισμών, στον ελλειμματικό αδύναμο άνθρωπο τον υποταγμένο στο
πεπρωμένο. Από τον θετικιστή άνθρωπο της προόδου, της επιστήμης και των
τεχνολογικών θαυμάτων, στον άνθρωπο που βρίσκει καταφυγή στον ανορθολογισμό και
τη βία, στη μαγεία και τη μοιρολατρία, στις δεισιδαιμονίες και τις πρωτόγονες
τελετές.
Κι ενώ ο ήρωας φθάνει στην τελική ευθεία της πορείας του, σε κατάσταση
νοητικής υπερδιέγερσης από την ανασκόπηση των πεπραγμένων, εξουθενωμένος ψυχικά
από την εγκατάλειψη των οικείων του αγαπημένων, εκτροχιασμένος από την ήττα και
την απώλεια, με τον θάνατο να φαντάζει η μόνη αξιοπρεπής διέξοδος και η μόνη
λυτρωτική προοπτική, ξαφνικά όλα ανατρέπονται.
Η νυκτερινή περιπλάνηση του μέσα στη διάχυτη δυστοπία και στο αβυσσαλέο
κενό τελειώνει με αναπάντεχο τρόπο. Καθώς έρχεται το ξημέρωμα και το εωθινό φως
διαλύει τα σκοτάδια της νύχτας, η ελπίδα τρυπώνει από μια χαραμάδα σαν μια
υπόσχεση παραμυθίας, σαν τις αστραπιαίες λάμψεις του ανέλπιστου και το προδιαγεγραμμένο
τέλος αναβάλλεται επ’ αόριστον.
Κάπου εκεί στη Στυμφαλία, σπάει ο φαύλος κύκλος των ανθρώπινων βασάνων
και έρχεται η κάθαρση. Στα απάτητα δάση με τις αιωνόβιες καστανιές, δίπλα στα
ήρεμα νερά της λίμνης, κάποιοι συρρέουν, χειραφετούνται και οργανώνονται, αντιστέκονται
και αγωνίζονται.
Πιάνουν το νήμα της αφήγησης από την αρχή αναζητώντας «αυτό-που-δεν-υπάρχει-ακόμα».
Και το γαϊτανάκι της ζωής ξαναρχίζει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου