ΤΟΥ ΘΑΝΑΣΗ ΜΗΝΑ
ΓΙΩΡΓΟΣ-ΙΚΑΡΟΣ ΜΠΑΜΠΑΣΑΚΗΣ, Ουίλιαμ Στούαρντ Μπάροουζ, ο Παππούς όλων μας,
Εκδόσεις Σαιξπηρικόν, σειρά RadioPropaganda,2014
«Το γράψιμο είναι όχι μια φυγή από την πραγματικότητα, αλλά μια
απόπειρα ν’ αλλάξουμε την πραγματικότητα» έγραφε ο Ουίλιαμ Στιούαρντ Μπάροουζ,
με τον οποίο καταπιάνεται ξανά ο χαλκέντερος μελετητής του έργου του, Γιώργος-
Ίκαρος Μπαμπασάκης, στην ευσύνοπτη και πυκνή μονογραφία του. Πρόκειται για μια
ιδιαίτερα καλαίσθητη, εικονογραφημένη έκδοση. Σε κάθε σελίδα φιγουράρει ο
Μπάροουζ και στις φωτογραφίες εντίθεται το κείμενο, απλωμένο ταιριαστά σε γραμματοσειρά παλιάς γραφομηχανής. Το εξώφυλλο
κοσμεί προσωπογραφία του Μπάροουζ, που φιλοτέχνησε η ζωγράφος Ελεάννα Μαρτίνου.
Ο τίτλος του βιβλίου προέρχεται από τα λόγια της Patti Smith, της ποιήτριας-ιέρειας
του αμερικανικού πανκ, η οποία έγκαιρα διέβλεψε την καθοριστική επίδραση που
άσκησε ο Μπάροουζ στην ελευθεριακή κουλτούρα του underground. «Νονό του πανκ» εξάλλου
χαρακτηρίζει τον Μπάροουζ και ο εγκυρότερος βιογράφος του, ο Μπάρι Μάιλς,
βιογράφος και του Τζακ Κέρουακ, στο βιβλίο του Εl hombre invisible (στα ελληνικά από τις εκδ. Απόπειρα, 2008). Ο
διορατικός συγγραφέας Τζ. Γκ. Μπάλαρντ, μάστορας στην ανατομία των
μεταπολεμικών κοινωνιών, σημειώνει ότι ο Μπάροουζ είναι «ο σημαντικότερος συγγραφέας που βγήκε
μετά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο».
Οι σελίδες του βιβλίου του Μπαμπασάκη διατρέχουν όλους τους σημαντικούς σταθμούςτης μεγάλης
περιπέτειας των 83 χρόνων ζωής του Ουίλιαμ Μπάροουζ. Την περίοδο που έζησε στο
Βίλατζ της Νέας Υόρκης και συνδέθηκε φιλικά με τον Άλεν Γκίνσμπεργκ και τον
Τζακ Κέρουακ. Τις εξορμήσεις τους στην αμερικανική ενδοχώρα. Τη φυγή του Μπάροουζ
στο Μεξικό κι ύστερα στην Ταγγέρη. Τ ους πειραματισμούς του (cut up, fold in,
Ονειρομηχανή κλπ.) μαζί με τον Μπράιον Γκάιζιν στο Παρίσι, στο περιώνυμο Beat Hotel. Τις αναζητήσεις του στη
Λατινική Αμερική αναφορικά με τους προκολομβιανούς πολιτισμούς.
Ο Μπάροουζ (γεν. 1914) ήταν ήδη πάνω από τριάντα όταν γνώρισε τους
Κέρουακ και Γκίνσμπεργκ∙ ξεπερνούσε τον πρώτο κατά οκτώ χρόνια και τον δεύτερο
κατά δώδεκα. Ψιλόλιγνος, με αραιά μαλλιά και αυστηρό βλέμμα, «με την αργόσυρτη
και γκρινιάρικη φωνή του», φορώντας συνήθως κοστούμι και καπέλο, ο Μπάροουζ
έπαιξε κατά κάποιο τρόπο τον ρόλο του Γέρου του Βουνού στο Τσούρμο των beat,
του Old Bull Lee, όπως τον κατονομάζει ο Κέρουακ στο μυθιστόρημα του Στο δρόμο. «Γεννήθηκα γέρος» είπε
κάποτε, ατάκα την οποία δανείστηκε αργότερα και έκανε τρόπο ζωής ο Tom Waits.
Συνειδητοποιώντας την οντολογική έννοια της εντροπίας, ο Μπάροουζ αφιέρωσε
το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του σ’ έναν αγώνα δρόμου. «Ήταν ικανός να
ισορροπεί στο χείλος του ανέφικτου», παραφράζοντας τον Νόρμαν Μέιλερ.
«Ο Μπάροουζ θα είναι ένα
εκκεντρικό εκκρεμές», υπογραμμίζει ο Μπαμπασάκης. «Ένας οδοιπόρος, ένας
εξερευνητής, κινούμενος ανάμεσα σε κοσμοβριθείς μεγαλουπόλεις, ερήμους και
ζούγκλες. Γράφει, γράφει και γράφει. Το αχανές, αταξινόμητο, χαοτικό υλικό θα
λάβει, με τον καιρό μορφή»
Το υλικό για το οποίο έγινε λόγος πράγματι απέκτησε μορφή και έγινε
ένα από τα πιο συμπαγή έργατης νεότερης λογοτεχνίας. Στο βιβλίο του Μπαμπασάκη
εξετάζονται συνοπτικά πλην όμως διεξοδικά τα βιβλία του Μπάροουζ που σφράγισαν
το β’ μισό του 20ού αιώνα: το αυτοβιογραφικό Junkie (1953), με την κοφτερή σαν ξυράφι αμεσότητα που το διακρίνει
αφηγηματικά. Το ερμητικό και τόσο προφητικό Γυμνό
Γεύμα (1959), που επιχείρησε να απομαγεύσει τους αθέατους μηχανισμούς
άσκησης της εξουσίας και τον τρόπο με τον οποίο αυτή η εξουσία επιβάλει την
κουλτούρα της και διατηρεί την ηγεμονία της. Την τριλογία Nova Express (1961-1967) και τη συλλογή διηγημάτων Ο Απολυμαντής (1973), που μπαλαντζάρουν
ανάμεσα στη μυθιστορία και στην κοινωνιολογική έρευνα, «γλωσσολογικές
καταβυθίσεις στο χάος της εποχής μας και αδιάλλακτα μανιφέστα εξέγερσης». Την
περίφημη Τριλογία της Κόκκινης Νύχτας
(1981-1987), το κύκνειο άσμα του Μπάροουζ και συνάμα το πιο ολοκληρωμένο βιβλίο
του από μυθοπλαστική σκοπιά: στις Πόλεις
της Κόκκινης Νύχτας, που στο έργο του Μπάροουζ έχουν ισάξια θέση με τις Αόρατες πόλεις του Ίταλο Καλβίνο, η ουτοπία
και η δυστοπία εναλλάσσονται στην αναζήτηση της αμεσοδημοκρατικής
ισοπολιτείας.
Σημαντικό μέρος του βιβλίου του Μπαμπασάκη αφορά στην επίδραση του
Μπάροουζ σε σχεδόν όλες τις μορφές της τέχνης. Το cut up και
το fold in, που
επινόησαν από κοινού ο Μπάροουζ και ο Γκάιζιν, καθώς και οι πειραματισμοί τους
πάνω στη λειτουργία του υποσυνείδητου, καθόρισαν την καλλιτεχνική γλώσσα και
την πρωτοπορία των επόμενων δεκαετιών. Τόσο η ψυχεδέλεια όσο και το hip hop επηρεάστηκαν
από τις προαναφερθείσες τεχνικές. Σημαντικοί κινηματογραφιστές όπως ο Ντέιβιντ
Λιντς και ο Ντέιβιντ Κρόνεμπεργκ εμπνεύστηκαν την εικονογραφία τους από τους
χαοτικούς, εγκεφαλικούς διαδρόμους του Μπάροουζ. Ο συγγραφέας εμφανίστηκε και ο
ίδιος στον κινηματογράφο, παίζοντας ουσιαστικά τον εαυτό του στο Drugstore Cowboy του Γκας Βαν Ζαντ. Και
βέβαια είναι δεκάδες τα παραδείγματα που επιβεβαιώνουν εμφατικά την επίδραση του αντικομφορμισμού του Μπάροουζ
στο χώρο του ροκ (και όχι μόνο): Beatles, Soft Machine,
Frank Zappa, John Cale,
David Bowie, Philip Glass, Steely Dan, Patti Smith, Lydia Lunch, Bill Laswell, Laurie Anderson, Sonic Youth, Ministry, Nova Mob, Nirvana.
Ο Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης διεισδύει στο προσωπικό σύμπαν του
Μπάροουζ και συνενώνει τα ετερόκλητα «θραύσματα» που διαμόρφωσαν αυτή τη
μοναδική προσωπικότητα∙ αυτή την αστείρευτη μηχανή παραγωγής πρωτοποριακών ιδεών. Έχοντας ως παντοτινή πυξίδα του το έργο του Ουίλιαμ
Σαίξπηρ και συνομιλώντας, έστω και από απόσταση, με έναν άλλον ρηξικέλευθο
συγγραφέα που πειραματίστηκε με τη μορφή
και επιχείρησε να απογυμνώσει τη γλώσσα για να αποδώσει συνταρακτικά το
περιεχόμενο , τον Σάμιουελ Μπέκετ, ο Ουίλιαμ Στιούαρντ Μπάροουζ έγινε, όπως
σημειώνει ο Μπαμπασάκης, «ένας χαρτογράφος, ένας εξερευνητής των
περιοχών της ψυχής».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου