ΤΟΥ ΚΩΣΤΗ ΣΤΑΦΥΛΑΚΗ
Βρέθηκα πρόσφατα σε ένα σεμινάριο-workshop της ομάδας La Pocha Nostra
του
Guillermo Gomez-Pena, στην Σχολή
Καλών Τεχνών. Το workshop στόχευε να
ενώσει τους συμμετέχοντες σε μια «κοινότητα» συνεχούς ανατροπής των εθνικών,
πολιτισμικών, έμφυλων στερεοτύπων. Συνάντησα εκεί μια καλή φίλη και σημαντική performer. Μου εκμυστηρεύτηκε με παράπονο,
αναφορικά με πρόσφατα κείμενά μου: «Γιατί τα λες αυτά; Γιατί επιτίθεσαι στην
κοινότητα;» Απάντησα, «γιατί δεν πιστεύω πως η καλλιτεχνική αμφισβήτηση των
κοινωνικών στερεοτύπων είχε ως στόχο κάποια επιστροφή στην κοινότητα».[1] Η απάντηση που έλαβα ήταν
αφοπλιστική: «ναι, αλλά η κοινότητα είναι μια πίστη για μας». Συνειδητοποίησα
αυτό που ήδη ήξερα: πως, εντός του καλλιτεχνικού πεδίου, ο «ριζοσπαστισμός της
κοινότητας» έχει ήδη μετατραπεί σε καλλιτεχνική ιδεολογία – ιδεολογία που
φυσικά συμπληρώνει τη συχνή πολιτική naïveté του καλλιτεχνικού προσωπικού. Δεν με εξέπληξε
επομένως η κριτική του Αλέξανδρου Κιουπκιολή, στο πρώτο μέρος του αφιερώματος των
«Αναγνώσεων» την προηγούμενη Κυριακή, για την επιμέλειά μου στην έκθεση «Στα
όρια του μαζί» (Άμφισσα 2012).[2]
Υπάρχει λοιπόν ένας ριζοσπαστισμός που επηρεάζει
έντονα τις σύγχρονες, και εγχώριες, καλλιτεχνικές κολλεκτίβες. Έχει
συγκεκριμένες θεωρητικές καταβολές. Πρόκειται για μια σειρά θεωριών των
«κοινών» (commons) και της
κοινοτικοποίησης (communization
theory), που προέρχονται κυρίως,
αλλά όχι μόνο, από σύγχρονα ρεύματα του αυτόνομου μαρξισμού.[3] Δεν έχουμε τον χώρο να περιγράψουμε
εδώ το συνολικό εγχείρημα, αλλά θα λέγαμε τα εξής: οι θεωρίες των κοινών
επιζητούν έναν «κομμουνισμό των κοινών» που αντιπαραβάλλεται τόσο στον (κρατικό)
σοσιαλισμό όσο και στον άναρχο καπιταλισμό. Υιοθετώντας συχνά μια μαλτουσιανή ή
φυσιοκρατική οικονομική θεώρηση, ισχυρίζονται πως η ανάκτηση των «κοινών»
(υλικών και άυλων), η αυτο-οργάνωση σε μορφές κοινοτικής ζωής και
αναπαραγωγικής επάρκειας οδηγεί «εμμενώς» στην έξοδο από τις καπιταλιστικές
περιφράξεις.
Όπως σημείωσε πρόσφατα ένας θεωρητικός της
λογοτεχνίας, ο Evan
Calder Williams, οι θεωρίες αυτές κυριαρχούνται
από το μοτίβο της επιστροφής: έχουμε «απολέσει» τα κοινά, την «κοινή μας ουσία»,
επομένως ο κομμουνισμός αφορά την επιστροφή σε αυτή την χαμένη ουσία, την
«προδομένη ενότητα».[4] Πολλά
τα παραδείγματα της ρητορικής αυτής: από την έκκληση του Massimo De Angelis[5] να
ανακαλύψουμε τη «ζωή» ως γεγονός που πάντα πηγάζει μέσα από κάτι «πρωταρχικά
κοινό», μέχρι τις συστάσεις του George
Caffentzis και της Midnight Notes Collective να γίνουμε
όλοι μικροκαλλιεργητές και να «[…] ενωθούμε με αυτούς που αναβιώνουν την
παράδοσή μας της συλλογικής, συνεργατικής ζωής».[6]
Αντίθετα από τον ισχυρισμό του Κιουπκιολή, δεν
έχουμε πουθενά ισχυριστεί ότι η προοπτική της κοινότητας ταυτίζεται με τον
φασισμό.[7] Στα κείμενά μας, αλλά και
στην καλλιτεχνική μας πρακτική, δεν εστιάζουμε στον «φασισμό» αλλά σε αναδυόμενες
μορφές του δεξιού ριζοσπαστισμού και της «συντηρητικής επανάστασης». Περιγράφουμε
ένα πεδίο που οι διανοητές των κοινών, συμπεριλαμβανομένου του Α. Κιουπκιολή,
επιδεικτικά αποσιωπούν: τον αναδυόμενο χώρο του δεξιού ριζοσπαστισμού.[8]
Η δεξιά
κοινοτικοποίηση
Η κοινοτικοποίηση της κοινωνίας συντελείται όντως σε
κάποιο βαθμό, αλλά συνιστά εξόχως αντιφατική διαδικασία. Παρατηρούμε, εδώ και
τρεις δεκαετίες, τον πολλαπλασιασμό κάθε λογής κοινοτήτων: κοινότητες εναλλακτικής
ζωής και αυτογνωσίας, ψυχολογικές σέκτες, οικοκοινότητες επηρεασμένες από τη
βαθειά οικολογία, κ.ο.κ. Η εξάρθρωση της μεσαίας τάξης εντείνει τη διαδικασία. Αξίζει
κανείς όμως να εστιάσει και σε μια «άλλη» κοινοτικοποίηση, με επίκεντρο το
ιδεώδες της «αυτοδιαχείρισης» – από την Ιταλική Casa Pound
έως
την κατάληψη των αυτόνομων εθνικιστών στο σπίτι του Κωστή Παλαμά. Ο μετα-βεστφαλιανός
εθνικισμός (post-Westphalian nationalism) και ο τριτοθεσητισμός (third positionism) διεκδικούν
εξίσου δυναμικά τα «κοινά».
Οι θεωρητικοί των κοινών φαντασιώνουν πως αυτή η
φεουδαλοποίηση του κοινωνικού χώρου οδηγεί de facto (δίχως τη
μεσολάβηση του πολιτικού ανταγωνισμού) σε μια «πραγματική δημοκρατία του
πλήθους» (multitude) και των «κοινοτήτων».
Οι Hardt και Negri μας είχαν προϊδεάσει για τη στάση αυτή, όταν θεωρούσαν πως ο
πολλαπλασιασμός των «εθνοτικών αφηγημάτων», από τη δεκαετία του ’80 μέχρι
σήμερα, συμβάλλει στην έλευση του «πλήθους», γιατί διαιρεί το κοινωνικό σώμα σε
«ενικότητες».[9] Ορισμένους
στοχαστές, όσο κι αν αυτοί ισχυρίζονται ότι ονειρεύονται τις ανοικτές,
ανομοιογενείς, αντι-ιεραρχικές κοινότητες του μέλλοντος με το γνωστό
ελευθεριακό jargon, τους
«πιάνει» κανείς σχετικά εύκολα ανάμεσα στις γραμμές. Συνειδητά ή ασυνείδητα,
αναπαράγουν το φαντασιακό κάθε συντηρητικού αντιμοντερνισμού[10] - τη διαχρονική αντινεωτερική
δόξα: η πολιτική και οικονομική ιστορία της νεωτερικότητας εξελίχθηκε «λάθος» -
πρέπει να μηδενίσουμε το κοντέρ και να ανακαλύψουμε ξανά μια αυτάρκη-κοινοτική
ζωή που προσφέρει απόλυτη αυτονομία από το κράτος και τη κεφαλαιοκρατική
συσσώρευση (ήτοι, διπλή αρνητική φετιχοποίηση, κράτους και κεφαλαίου). Για αυτό
άλλωστε, αν εξετάσει κανείς το «κοινωνικό» φαντασιακό των κοινών, δεν θα βρει
παρά το κοινωνικό όραμα του συντηρητικού Kαθολικού
διανεμισμού (distributism) των G. K. Chesterton και H.
Belloc: οικογενειακές
επιχειρήσεις, συντεχνίες, κοοπερατίβες εργατών, τοπική παραγωγή για τοπική κατανάλωση,
τράπεζες τροφής, μικρο-πιστώσεις, γεωργία κοινοτικής βάσης, οικολογική
κτηνοτροφία, αγροτική κατοίκηση, δικαιώματα των αγέννητων, τοπικά νομίσματα.
Μια τέχνη
των «κοινών»;
Στο σύγχρονο πεδίο της τέχνης, η τάση μεταφράζεται στην
εγκατάλειψη παλαιότερων στρατηγικών κριτικής τέχνης και στον πολλαπλασιασμό
συμμετοχικών πρότζεκτ, που πειραματίζονται ευθέως με την οικοδόμηση μικρο-κοινοτήτων,
την εναλλακτική οικονομία, τις συλλογικές κουζίνες, την ελεύθερη γεωργία, το seed bombing και άλλα «καυτά». Δεν έχουμε δυστυχώς το χώρο εδώ για μια
γενεαλογία των παραδειγμάτων.[11] Ας αναφερθούμε συνοπτικά
σε δύο πρόσφατα παραδείγματα από την εγχώρια σκηνή.
Α. Αυτοδιαχειριζόμενο Θέατρο «Εμπρός»: Εκτιμούμε
απεριόριστα το εγχείρημα, οφείλουμε όμως να παρατηρήσουμε τη μονοθεματική
επικράτηση του discourse
της
κοινότητας, ήδη από το πρόγραμμα των εκδηλώσεων. Έντονη εντύπωση μας κάνει η
τάση αρκετών ομάδων να συνδέσουν μονοσήμαντα τις προβληματικές του διασπορικού
και queer
υποκειμένου με την κοινότητα. Χαρακτηριστικότερο ήταν το κάλεσμα του «Δικτύου Nομαδικής Aρχιτεκτονικής»
σε «[…] διαφορετικές κοινότητες που
κατοικούν την πόλη ανεξαρτήτου [sic]προέλευσης,
φυλής, φύλου, σεξουαλικότητας» κτλ.[12]
Είναι φανερό ότι το ερώτημα της «φυλής», του «φύλου», της «σεξουαλικότητας»
αρχίζει να εννοιολογείται μονάχα ως υποκεφάλαιο της κοινότητας.
Β. Το off shore project της «ομάδας
Φιλοπάππου» (καλοκαίρι του ‘12). Η Ομάδα προσκάλεσε ένα αριθμό ατόμων σε ένα
πείραμα αυτο-οργάνωσης και κοινοτικής διαβίωσης στη νησίδα Μερόπη. Κανόνες:
όποιος συμμετέχει δεν εγκαταλείπει το νησί για δέκα μέρες. Η ομάδα συζητά συχνά
για τη «συγκλονιστική» εμπειρία της συνύπαρξης. Ένα μεγάλο τμήμα των
συμμετεχόντων, όμως, αποφεύγει να αναφερθεί λεπτομερώς στα αδιέξοδα, την
έλλειψη συνεργασίας, την απραξία, τις διαμάχες που έλαβαν χώρα. Οι
συμμετέχοντες αυτοί αποφεύγουν, επίσης, να εξετάσουν τη βασική επιλογή: τη «νησίδα»,
μια απόλυτη σχέση εδάφους-κοινότητας, όπου ο έλεγχος του πληθυσμού επιτυγχάνεται
μέσω του φυσικού συνόρου. Το πρότζεκτ περιελάμβανε και in situ σεμινάριο του Aλ.
Κιουπκιολή πάνω στην «αυτονομία».
Εν κατακλείδι:
Υποστηρίζαμε πάντα, και υποστηρίζουμε, μια συμμετοχική κριτική τέχνη -
αλλά δεν είμαστε όλοι κοινοτιστές.
Ο Κωστής Σταφυλάκης είναι θεωρητικός τέχνης και
εικαστικός, δρ του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου
Πανεπιστημίου
[1] Για μια
πιο αναλυτική έκθεση των απόψεών μου, βλ. Κωστής Σταφυλάκης, «Η αίγλη της
κοινότητας: τα κοινά και η εξωτικοποίηση της αντίστασης», στο υπό έκδοση 5ο
τεύχος του Κριτική & Τέχνη, AICA-HELLAS, 2013. Επίσης την ομιλία μου στο Salon de Vortex, http://www.youtube.com/watch?v=iqSYlBUZ-Do
[2] Η έκθεση
υλοποιήθηκε στα πλαίσια της πλατφόρμας The Symptom
Project. Το επιμελητικό μας κείμενο
βρίσκεται εδώ http://the-symptom-projects.blogspot.gr/2012/09/blog-post_26.html
[3] Σημαντικό
ρόλο όμως έπαιξε και η έκδοση του Commonwealth των M. Hardt και A. Negri καθώς
ασκεί επιρροή στο πεδίο της τέχνης.
[4] Evan Calder Williams, “Fire to the Commons”, Communization and its Discontents:
Contestation, critique and Contemporary Struggles, ed. Benjamin Noys, Minor
compositions, New York, σελ.
176.
[5] Massimo De Angelis, Κοινά, Περιφράξεις και Κρίσεις, μτφρ. Σωκράτης
Παπάζογλου, Χάρης Τσαβδάρογλου, εκδόσεις των ξένων, Θεσσαλονίκη, 2013, σελ. 28.
[6] Midnight Notes Collective and friends, Promissory Notes: From Crisis to Commons, σελ. 12. http://www.midnightnotes.org/Promissory%20Notes.pdf
[7] Στη
κριτική του, ο Κιουπκιολής υποστηρίζει ότι ταυτίσουμε την προοπτική της
κοινότητας με τον φασισμό. Φυσικά, ο αναγνώστης
δεν θα εντοπίσει καμιά τέτοια διατύπωση στο κείμενό μας. Αυτό που
σίγουρα όμως θα εντοπίσει είναι η άποψη ότι το παιχνίδι του «ριζοσπαστισμού της
κοινότητας» θα κερδηθεί πολύ ευκολότερα από τον εθνεγερτικό
αγροτοκοινοτισμό του εγχώριου
νεοναζισμού παρά από το hype των
σύγχρονων commoners. Ο λόγος
είναι συγκλονιστικά απλός: η αντισυστημική ρητορεία, σε συνδυασμό με το «εθνικό
υλικό», συγκροτεί ένα πολύ μαζικότερο πεδίο ταύτισης και κινητοποίησης.
[8] Η
καλλιτεχνική μας δράση ως KavecS, με τη
Βάνα Κωσταγιόλα, έχει επικεντρωθεί στην εμφάνιση ομάδων «αυτόνομου εθνικισμού»
και «εθνικού αναρχισμού» στην ελληνική νεολαία, πριν την δημοσκοπική άνοδο της
Χρυσής Αυγής. Βλ. το πρότζεκτ «Μαύρος Κύκλος», www.kavecsprojects.com
[9] Γνωρίζουμε
ότι ο Αλ. Κιουπκιολής δεν θέλει να του θυμίζουμε το «έπος» των Hardt και Negri στην Αυτοκρατορία: το εξαιρετικό φλερτ τους με
τον «πολιτισμικό διαφορισμό» των 80s στο
υποκεφάλαιο «Αυτοκρατορικός φυλετισμός», Michael Hardt & Antonio Negri, Αυτοκρατορία, μτφρ.
Νεκτάριος Καλαϊτζής, Αθήνα, SCRIPTA, 2002, σσ.
260-266.
[10]
Απαραίτητοι σταθμοί για να κατανοήσουμε τη διαχρονικότητα μιας τέτοιας στάσης
είναι: η λατρεία του μεσαίωνα στον αγγλικό ρομαντικό του Arts and Crafts, ο
συντηρητικός διανεμισμός (G.K. Chesterton και Hillaire Belloc), ο μεσοπολεμικός εθνοκοινοτισμός (O.Strasser, E.
Niekisch, A.
Moeller), η μυστική παραδοσιοκρατία
(J. Evola, R. Guenon), η Νέα Δεξιά και ο σύγχρονος τριτοθεσητισμός.
[11] Αναλύουμε
μια σειρά πρακτικών καλλιτεχνικού ακτιβισμού στην Ελλάδα της κρίσης στο Kostis Stafylakis, “Fragile
Overidentifications: Emerging Alternatives in Greece's Cultural
Activist Scenes”, Left Curve, No 37, 2013
(www.leftcurve.org) αλλά και πιο συνοπτικά στο http://scurvytunes.blogspot.gr/2012/09/overidentification-and-greek-crisis.html
[12] Το Δελτίο
Τύπου μπορεί να βρεθεί και στην ιστοσελίδα της ομάδας http://nomadikiarxitektoniki.net
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου