4/8/12

Η τέχνη της πέτρας


ΤΟΥ ΑΡΓΥΡΗ ΠΕΤΡΟΝΩΤΗ

ΜΑΝΩΛΗΣ ΠΙΠΕΡΑΚΗΣ, Μάθε να κτίζεις πέτρα, Ηράκλειο, σελ 100

Οι εφημερίδες έχουν τακτική στήλη για λογοτεχνία, κινηματογράφο, θέατρο, μουσική, όχι όμως για αρχιτεκτονική. Οι αρχιτέκτονες και μηχανικοί ουσιαστικά δεν δημοσιογραφούν. Γιατί άραγε; Οι συνθήκες του επαγγέλματος και της ζωής τους, προφανώς. Οι μαστόροι, δε, δεν γράφουν βιβλία. Για τη δουλειά τους, κάποτε θαυμαστή στον κόσμο, μιλάνε οι λαϊκές παραδόσεις: Για το σχέδιο της Αγια-Σοφιάς, για το γεφύρι της Άρτας, για θεμελιώσεις κτισμάτων, για το γεφύρι του Κούκου στον Αλφειό, που η σκαλωσιά του καλουπιού του πάτησε πάνω σε «τριχιές», για το λεπτομερές σχέδιο σύμφωνα με το οποίο έγινε «τ’ γιοφυρ’ τ’ Ουζούν Κιοπρού» (μακρύ γεφύρι) στην Ανατολική Θράκη.
Άμεσες, έστω σποραδικές πληροφορίες από μαστόρους διαβάζουμε σε εφημερίδες που έβγαιναν σε μαστοροχώρια: Η Ηχώ των Λαγκαδίων στην Αρκαδία. Ο Πεντάλοφος, εφημερίδα με το σημερινό όνομα του παλιού χωριού Ζουπάνι (όνομα και χωριό με ιστορία 500 και πλέον χρόνων, χωριό περίφημων μαστόρων) στη Δυτική Μακεδονία, που το παλιό όνομά του ωστόσο παραμελήθηκε. Το Αρμολόϊ της Πυρσόγιαννης στην Ήπειρο ήταν το πιο πετυχημένο περιοδικό, καθώς δημοσίευε ουσιαστικά μόνο συνεντεύξεις μαστόρων.
Όμως βιβλίο γραμμένο από μάστορα δεν είχε πέσει έως τα τώρα στα χέρια μου. Μόνο ο μαστρο-Βαγγέλης, γιος του μαστρο-Γιώργη Ιων. Μπαριτάκη (1909-1988) από τις Γούβες, είχε γράψει ένα άρθρο «Οι Γουβιανοί οικοδόμοι (1900-2010)» στην εφημερίδα Πατρίς του Ηρακλείου (9/05/2011).
Βλέποντας το βιβλίο του Μανόλη Πιπεράκη, με το λείο εξώφυλλο και την εμφάνιση την κάπως λουσάτη, σαν να ξαφνιάστηκα, σαν κάτι να απάδει στη λιτότητα της μαστοροσύνης. Όμως το περιεχόμενο ανταποκρίνεται στον τίτλο του «Μάθε να κτίζεις πέτρα». Οι οδηγίες του, πώς να μάθουν οι ενδιαφερόμενοι να χτίζουν, είναι απλές. Είναι απλές και εφαρμόσιμες και κατανοητές, ιδιαίτερα καθώς συνοδεύονται από επεξηγηματικές φωτογραφίες. Πάνω στις φωτογραφίες δεν παραλείπει να έχει επεξηγήσεις. Δίνει οδηγίες για το ό,τι πρέπει να γίνεται πριν αρχίσει το χτίσιμο. Παραθέτει απαράβατους κανόνες για το καλό χτίσιμο τοίχου. Παραδείγματος χάριν, πολύ-πολύ σωστά, γράφει ότι απαγορεύεται κατηγορηματικά να κτίζονται όρθιες πέτρες, που ονομάζει "παναγίες". Αυτός είναι κανόνας πραγματικά απαράβατος, που τον ακολουθούν οι μαστόροι (εννοούμε οι καλοί μαστόροι) σε όλη την Ελλάδα, όπου και χρησιμοποιείται ο ίδιος σχεδόν όρος, λέγοντας "παναγιές". Αντίθετα, τονίζει την ανάγκη κάθε πέτρα να χτίζεται οριζόντια πλάκα ("συρταρωτή" γράφει). Μετά υπογραμμίζει ότι στον τοίχο πρέπει να βάζουμε και μεγάλες πέτρες, που να περνάνε από την μια μεριά του στην άλλη: τις ονομάζει "περαστές" (είναι αυτές που σε πολλά άλλα μέρη της Ελλάδας λένε "μπατικιές"). Τέτοιες μακριές πέτρες πρέπει να χτίζονται κάθε τόσο στον τοίχο, ώστε να τον εξασφαλίζουν. Στα ενδιάμεσα, ο τοίχος οικοδομείται με «αναθρέμματα». Οικοδομείται ο τοίχος σύγχρονα από δύο μαστόρους. Ένας έξω (ο πιο έμπειρος), ο δεύτερος μέσα. Βάζει ο έξω μάστορας μια μεγάλη πέτρα, που αφήνει ένα κενό έως το μέσα πρόσωπο του τοίχου. Το κενό αυτό συμπληρώνεται έντεχνα από τον μέσα μάστορα. Αυτό το συμπλή­ρωμα είναι το "ανάθρεμμα". Ο τοίχος λοιπόν ολόκληρος χτίζεται με δύο πρόσωπα και το ενδιάμεσο κενό τους πρέπει να γεμίζεται (να μη μπαζώνεται πρόχειρα, αλλά να χτίζεται συστηματικά με "αναθρέμματα").
    Ιδιαίτερο λόγο κάνει για το πώς κατασκευάζονται οι γωνίες των σπιτιών. Ο έξω μάστορας βάζει στη γωνία μία μακριά πέτρα ("γωνιά", "αγκωνάρι" λένε αλλού) και στην από πάνω σειρά άλλη μακριά πέτρα, αλλά που να κατευθύνεται στον άλλο πλαϊνό τοίχο, ώστε να σταυρώνει με την κάτω πέτρα. Γι’ αυτό, βλέποντας τη γωνία ενός πετρόχτιστου σπιτιού, παρατηρούμε σε όλο το ύψος εναλλαγή από μακριές πέτρες και μικρότερες (συχνά με τετράγωνο "κούτελο"). Ο απέξω μάστορας έχει την ευθύνη να συμπληρώνει τη σειρά δίπλα σε κάθε "κούτελο" μακριάς πέτρας (δηλαδή «γωνιάς») με μία πέτρα, που ονομάζεται κατά τόπους (π.χ. στην Κρήτη) "αντιρούκουνο" ή "πέτρωμα" ή "ροτοκάτουνο". Οι συνάδελφοί του στα Λαγκάδια της Πελοποννήσου που πήγε το λένε (το) "παραγκώνι". Συχνά ανάμεσα στη "γωνιά" και το "αντιρούκουνο" εμφανίζεται συμμαζεμένο "ανάθρεμμα". Στην εσωτερική γωνία του τοίχου ("αμασχάλη" την άκουσε, πάλι στα Λαγκάδια) ο άλλος μάστορας σύγχρονα κτίζοντας, με τον σκοπό να δέσουν σωστά οι δύο τοίχοι, σε κάθε έναν τοίχο βάζει μακριές πέτρες ("λεζένες"), εκεί που συνδέονται οι δύο τοίχοι για να κλειδώσουν μεταξύ τους.
 Ιδιαίτερο λόγο κάνει για το παραδοσιακό χτίσιμο με "χαλικώματα". Ο τρόπος αυτός χτισίματος της Κρήτης είναι μοναδικός στην Ελλάδα, απαιτεί μοναδική δεξιότητα και πραγματικά προσδίδει μοναδική όψη στο σπίτι. Η θεμελίωση των κτηρίων περιγράφεται με λεπτομέρειες. Μιλάει για θεμελίωση χωρίς λάσπη, κτίσιμο που ονομάζει "ξηροπέτρι" (αυτό αλλού λέγεται "ξερολιθιά"). Περιγράφει πώς φτιάχνεται η ασβεστόλασπη. Μας λέει αλλού και για ένα ιδιαίτερο είδος λάσπης, το "αστρακάσβεστο", είδος υδραυλικού κονιάματος (όπως λένε οι μηχανικοί). Με ποια υλικά φτιάνεται (κατά βάση με "χώμα σαντορινιό", ήτοι θηραϊκή γη) και πού και πώς χρησιμοποιείται.
    Πολλές λεπτομέρειες παραθέτει για το πώς οι "πετροκόποι" (οι λατόμοι, οι νταμαρτζήδες) έβγαζαν τις πέτρες για τις οικοδομές από τα λατομεία και πώς οι πελεκάνοι μαστόροι τις λάξευαν για να κτιστούν. Επανέρχεται στη λάξευση της πέτρας, μια μεγάλη τέχνη που άφησε αριστουργήματα. Δίνει ένα ωραίο παράδειγμα από το αγαπημένο του χωριό, Άνω Ασίτες Ηρακλείου. Πρόκειται για το θύρωμα με οριζόντιο κατάκοσμο υπέρθυρο της κεντρικής θύρας τού εκεί ναού Αγίου Ιωάννου. Η λιθόγλυπτη διακόσμηση φέρει σταυρό στη μέση κύκλου και τη χρονολογία "1862", και έχει εκατέρωθεν κλιματίδες με σταφύλια που τσιμπούν πουλάκια. Από πάνω τους είναι η χαραγμένη επιγραφή: ΜΑΣΤÓΡΙ:ΙΟΑΝΙΣ:ΚΟΠΙΔÁΚΙΣ.ΠΡΟΤΟΜÁΣΤΟΡΑΣ.ΚΤΗ:ΜΑΝΟΙΔ:ΠΑΠΑ:
(Σχόλιο: ίσως το ΚΤΗ να σημαίνει "κτίστης" ή "κτίστες" και το Δ στη λέξη ΜΑΝΟΙΔ να ήθελε να σκαλίσει Λ δηλαδή μήπως ήθελε να γράψει "Μανοιηλ" ή "Μανόλης")
    Πάνω δε από το υπέρθυρο, στο κοίλωμα του ανακουφιστικού τόξου, ολόγλυφος δικέφαλος (μάλλον σταυροφόρος) αετός, πάνω σε βάση με σκαλιστό αστεροειδές κόσμημα. Αναφέρεται συχνά και με παραδείγματα σε τόξα, που ονομάζει γέφυρες. Η ονομασία αυτή προβληματίζει, γιατί είχα την εντύπωση ότι στην Κρήτη χρησιμοποιούσαν τον όρο "καμάρα", από την οποία προκύπτει και η λέξη "καμαρόσπιτο". Παράλληλα, εμπλουτίζει το θέμα του με πολλές φωτογραφίες. Μιλάει για αρμολογήματα, επισκευές, τσιμεντενέσεις. Κάνει λόγο για κατασκευή δύο ιδιαίτερων κτισμάτων: α) για πατητήρια και β) λεπτομερέ­στερα για φούρνους, θέμα που όπως φαίνεται ιδιαίτερα αγαπάει.
    Παραθέτει έναν κατάλογο δέκα οικοδομικών εργαλείων, με την διδακτική αριθμημένη απεικόνισή τους: 1) Βούρτσα ξυσίσματος, 2) Ζύγι, 3) Μυστρί (μαλά) κτισίματος, 4) Μυστρί σοβαντίσματος, 5) Μυστράκι ή μαλαδάκι αρμολογήματος, 6) Γωνιά, 7) Σφυρί, 8) Τσαπέτα, 9) Αλφάδι, 10) Φραγκόφτυαρο.
    Τελειώνοντας αναφέρεται –εκτός άλλων– στη δράση του ως διδασκάλου οικοδομικής, στη γνωριμιά του με διάφορους τόπους, στο ταξίδι του στα Λαγκάδια Πελοποννήσου, παραθέτει δε και σελίδες από το δόκιμο βιβλίο του μακαρίτη Χρήστου Γ. Κωνσταντινόπουλου, από εκείνα τα μέρη, Οι παραδοσιακοί χτίστες της Πελοποννήσου, Αθήνα, Μέλισσα, 1983. Εντύπωση κάνει πως γνωρίζει και αναφέρεται σ’ έναν σπουδαίο πρωτομάστορα στην Ήπειρο, τον Ζιώγα [= Γεώργιο] Φρόντζο [π. 1815-π.1893]. Αυτός ήταν πραγματικά τόσο σημαντικός, που παρά το ρητό «ουδείς προφήτης εν τη εαυτού πατρίδι», ακόμα και στην γενέτειρα του Πυρσόγιαννη θαυμαζόταν και έλεγαν γι’ αυτόν: «Τόπε ο Ζιώγα Φρόντζος, τόπε ο Θεός!».
    Ο μαστρο-Μανώλης Πιπεράκης, οικοδόμος, έγραψε και μας χάρισε απροσδόκητα ένα βιβλίο για χτισίματα. Απροσδόκητα, γιατί όπως είπαμε στην αρχή είναι το πρώτο βιβλίο από χέρι ανθρώπου που ξέρει να χειρίζεται το μαστόρικο σφυρί, το μυστρί και το ζύγι. Πρόκειται για ένα βιβλίο καθ’ όλα ανθρώπινο (εννοώ μαζί με τα πολλά "συν" και "πλην"), χρήσιμο ακόμα και για ειδικευμένους, όπως μηχανικούς και αρχιτέκτονες, που έπρεπε υποτίθεται να γνωρίζουν. Δεν πρέπει λοιπόν να λείψει από τη βιβλιοθήκη τους, όπως και από τις δημόσιες βιβλιοθήκες. Αν κι εγώ χρόνια ασχολούμαι με το αντικείμενο, ομολογώ ότι από το βιβλίο αυτό πρόσθεσα στις γνώσεις μου. Πράγματι «γηράσκουμε αεί διδασκόμενοι». Ευχαριστούμε μαστρο-Μανώλη!

Ο Αργύρης Πετρονώτης είναι αρχιτέκτων, καθηγητής στο ΑΠΘ

Δεν υπάρχουν σχόλια: