4/12/10

Όταν η λογοτεχνική κριτική...

είναι δραστηριότητα διανοουμένων και όχι άμουσων δημοσιολογούντων

Το σύντομο αυτό σχόλιο του Μανόλη Λαμπρίδη που σταχυολογούμε από τις πολύτιμες σελίδες του περιοδικού Μαρτυρίες (τχ. 9, Μάιος 1964), μας δίνει ένα μικρό αλλά έξοχο δείγμα του τρόπου με τον οποίο κρίνονται τα βιβλία, του τρόπου με τον οποίο κρίνεται η ίδια η κριτική: με ιδέες και θεωρητικά εργαλεία. Και μάλιστα όχι γενικώς και αορίστως, αλλά εν τοις πράγμασι, επί τον τύπον των ήλων, με πεδίο εφαρμογής ένα από τα βιβλία που δίχασε τη μεταπολεμική διανόηση, την «Αριάγνη» του Στρατή Τσίρκα, με συνομιλητές μάλιστα τον Μάρκο Αυγέρη και τον Δημήτρη Ραυτόπουλο.
Επιπλέον, το μικρό αυτό σχόλιο του Λαμπρίδη, με την πυκνότητά του αλλά και με τα συμφραζόμενα που συμπυκνώνει και ενεργοποιεί, μας δίνει και μια εικόνα των βασικών παραμέτρων του τοπίου της μεταπολεμικής κριτικής: η κομματική ορθοδοξία (Αυγέρης), η αμφισβήτησή της (Ραυτόπουλος), η «αιρετική» ματιά του Λαμπρίδη. Ως αποτέλεσμα, το διαρκές αίτημα της αριστερής κριτικής: να γίνεται με κριτήρια αισθητικά, με θεωρία, και όχι με ιδεολογήματα. Τι περισσεύει έξω από αυτή την εικόνα της μεταπολεμικής λογοτεχνική κριτικής; Εκτός από τους ποικίλους Πετροχάρηδες (για να θυμηθούμε και την ορολογία της εποχής...) και τους ιμπρεσιονισμούς τους, μόνο δυο τρεις ανερχόμενοι τότε κριτικοί, όπως ο Γιάννης Δάλλας και ο Βύρωνας Λεοντάρης. Τι έμεινε από τους Πετροχάρηδες, δεξιούς και «αριστερούς»; Ούτε ένα σημείωμα σαν αυτό του Λαμπρίδη, που είναι απλώς ένα από τα εκατοντάδες που έχει γράψει.
Ναι, έμεινε και το ίχνος της σκέψης και της διαδρομής του, ενεργό και γόνιμο στη δικιά μας εποχή, που κατακλύζεται από, τόσους πολλούς πια, Πετροχάρηδες (και τόσων ειδών ιμπρεσιονισμούς...). Το μόνο που άλλαξε είναι το δελτίο ταυτότητας της «νομιμότητας»: τότε έφερε τη σφραγίδα του αρμόδιου κομματικού τμήματος, τώρα εκπορεύεται και επικυρώνεται από άλλα, πιο «κοσμικά» ιδρύματα. Η μοίρα των «αμφισβητιών» και των «αιρετικών» παραμένει η ίδια...

Υ.Γ. Σε «ανύποπτο» χώρο και χρόνο, συνέβη την προηγούμενη Δευτέρα, στην Αθήνα, μια απρόσμενη παρουσίαση βιβλίου. Με την ειλικρινή προτροπή του συγγραφέα, η συζήτηση ήταν πραγματικά ελεύθερη, οι δε μισές από τις απόψεις που ακούστηκαν, ακόμα και από εισηγητές, ήσαν ευθέως αρνητικές. Τα κριτήριά τους διαφορετικά, αλλά πάντως μόνο αισθητικά. Στην παρουσίαση ποιου βιβλίου αναφέρομαι; Δεν θα απαντήσω. Γιατί οι παρόντες σε αυτή την παρουσίαση μόνο τυχαία δεν βρέθηκαν εκεί.
Να λοιπόν πώς, εκ των πραγμάτων, επικαιροποιείται το «πνεύμα» του Λαμπρίδη. Παρήγορο σημείο των καιρών; Πάντως, ο Βύρων Λεοντάρης μάς έχει προειδοποιήσει από παλιά, στο περιοδικό Σημειώσεις, που διαδέχθηκε τις Μαρτυρίες, πως η λογοτεχνία, όταν απελπίζεται, τότε γίνεται όντως λογοτεχνία. Μαζί και η κριτική της.

Κώστας Βούλγαρης

Παρωχημένη και τρέχουσα νομιμότητα

ΤΟΥ ΜΑΝΟΛΗ ΛΑΜΠΡΙΔΗ


Η εξέγερση του κ. Μίμη Ραφτόπουλου, που εκφράζεται με επιστολή του στην "Ελληνική Αριστερά" (βλ. τεύχος Σεπτεμβρίου 1064, αρ. 14), εξ αφορμής της δημοσιευμένης κριτικής του κ. Αυγέρη για το βιβλίο του κ. Στρ. Τσίρκα "Αριάγνη", δεν μπορεί παρά να συγκινήσει και να εγκαρδιώσει όσους μάχονται για την ελευθερία της κριτικής και το δικαίωμα του Πνεύματος να πραγματώνει τον εαυτό του, αποκρούοντας την ταπεινωτική υποταγή στα ταμπού τούτης ή εκείνης της καταπιεστικής εξουσίας.
Ο κ. Ρ. πολύ δικαιολογημένα υπεραμύνεται της σωστής -και σ' άλλους καιρούς, εντελώς αυταπόδεικτης- άποψης ότι εκείνο που διαφοροποιεί το κύρος μιας κρίσης για ένα έργο από μιας άλλης κρίσης είναι η αποδεικτικότητά της, με το ντοκουμεντάρισμα, τη σαφήνεια και το βάθος της, και αποκρούει η αξιολόγηση και η ιεράρχηση να γίνεται από κάποιαν "απόφαση".
Δεν έχουμε την παραμικρή αμφιβολία ότι ο κ. Ρ. με την αντίστασή του επιθυμεί ειλικρινά να συντελέσει ώστε ν' αποτραπεί ξανακύλισμα σε πολιτικά και πνευματικά ήθη καταδικασμένα, "στη βάναυση και αγροίκα συμπεριφορά -με το πρόσχημα του κριτικού ελέγχου- απέναντι στα καλλιτεχνικά δημιουργήματα και τους δημιουργούς", και να υπερασπίσει τον μόνο δυνατό τρόπο ύπαρξης της πνευματικής λειτουργίας, δηλαδή την αυτονομία της έναντι "της κάθε φορά κακώς εννοουμένης σκοπιμότητας".
Έχομε, όμως, επιφυλάξεις ως προς την αντικειμενικήν αποτελεσματικότητα της κριτικής αυτής. Όχι για τον λόγο -όπως, ίσως, θα υπέθετε κανείς- ότι έχομε να κάνομε με μια μεμονωμένη σποραδική φωνή. (Αυτό δεν θα ήταν καν αλήθεια ως διαπίστωση). Αλλά για τον λόγο ότι η κριτική αυτή ουσιαστικά στέκεται στην ίδια θεωρητική βάση με εκείνο που επικρίνει και καταδικάζει.
Γιατί τι είναι ακριβώς εκείνο, για το οποίο ο κ. Ρ. μέμφεται τον κ. Αυγέρη; Είναι το ότι ο κ. Αυγέρης εκφέρει για ένα έργο τελικές κρίσεις, στηριγμένες σε αυθαίρετους και αναπόδεικτους ενδιάμεσους ισχυρισμούς. Συγκεκριμένα, ο κ. Αυγ. δηλαδή αρνείται στον συγγραφέα της "Αριάγνης" και ιδεολογία και πολιτική συνείδηση αριστερού αγωνιστή. Του καταλογίζει πρόθεση εχθρού του κινήματος και θεωρεί την κριτική του δυσφήμιση και συκοφαντία.
Όμως οι χαρακτηρισμοί αυτοί -κατά τον κ. Ρ.- δεν είναι σωστοί. Αν όμως ήταν σωστοί; Τότε ο κ. Ρ. μάλλον δεν θα είχε αντίρρηση για την τελική γενική κρίση. Αυτό φαίνεται από το αντίθετο, που υποστηρίζει. Γι' αυτόν, ο συγγραφέας της "Αριάγνης" "τιμάει τα γράμματα και την ιδεολογία μας και η κριτική του είναι μέσα στο πνεύμα της ιδεολογίας, και της αληθινής δεοντολογίας του κινήματος, αλλά και εξαιρετικά θετική, χρήσιμη, λυτρωτική". Άρα, συμπέρασμα αντίθετο από του κ. Αυγέρη. Το παν, λοιπόν, εξαρτάται από τις ενδιάμεσες εκτιμήσεις.
Η αρχή είναι η ίδια, ο ίδιος ο μηχανισμός του λογικεύεσθαι.
Γιατί δεν δεχόμαστε το σύνολο της κριτικής δομής του κ. Αυγέρη; Γιατί αποτελεί μορφή συμπεριφοράς απέναντι στα πνευματικά δημιουργήματα "καταδικασμένη" - και εξ αυτού πλέον ξεπερασμένη, βάναυση, αγροίκα κ.λπ. Γιατί "την απαγορεύει το αποκαταστημένο πνεύμα της νομιμότητας και των αρχών στο παγκόσμιο αριστερό κίνημα". Εδώ έχομε επίκληση μιας "αυθεντίας" εκτός του Πνεύματος. Εν ονόματι αυτής, ο κ. Αυγέρης κάνει κριτική ενός βιβλίου. Σ' αυτήν αναζητείται επίσης θεμελίωση της κριτικής της κριτικής του.
Η πειθαρχία λοιπόν στη "νομιμότητα και τις αρχές του παγκόσμιου αριστερού κινήματος" είναι το υπέρτατο κριτήριο.
Εν ονόματι αυτού του πνεύματος συμμόρφωσης στη νομιμότητα, ο κ. Αυγέρης εμφανίζεται -κατά τον κ. Ρ.- μισαλλόδοξος, χωρίς καλή πίστη και νηφαλιότητα, πολεμώντας αυθαίρετα και αναπόδεικτα ν' αποδώσει στον συγγραφέα του βιβλίου ταπεινά κίνητρα εχθρού του κινήματος, επειδή δεν βρίσκει μέσα στο βιβλίο το είδωλο του κινήματος όπως το αξιώνει η "σκοπιμότητα", και τους ήρωες να χωράνε στα πατρόν του λεγόμενου "σοσιαλιστικού ρεαλισμού". Επειδή συναντάει εκεί μια κριτική, που τη θεωρεί επιζήμια.
Κατά τον κ. Αυγέρη, το πνεύμα της νομιμότητας είναι που το επιβάλλει αυτό που εκείνος κάνει. Κατά τον κ. Ραφτόπουλο, το πνεύμα της νομιμότητας το απαγορεύει αυτό.
Η μορφή μεταχείρισης ενός πνευματικού έργου από τον κ. Αυγέρη αντιστοιχεί στη "νομιμότητα" μιας περασμένης εποχής. Η κριτική του κ. Ραφτόπουλου στη "νομιμότητα" της παρούσας στιγμής. Η αρχή είναι κοινή. Ουσιαστικά: στη βάση της "απαλλοτρίωσης". Η διαφορά έγκειται στη διακρίβωσή του τι συγκεκριμένα απαιτεί στη δεδομένη στιγμή η υπακοή στο πνεύμα της νομιμότητας. Η ίδια όμως η "κατηγορική προσταγή" της υπακοής στο πνεύμα της νομιμότητας παραμένει εκτός κριτικής, έξω από κάθε διαμφισβήτηση. Και όμως εδώ ακριβώς βρίσκεται η ρίζα του κακού.
Γι' αυτό είπαμε πιο πάνω ότι η κριτική αυτή του κ. Ρ., παρά τις αναμφισβήτητα ειλικρινείς προθέσεις της, κινδυνεύει να μην είναι αποτελεσματική. Παρά τις εσωτερικές της τάσεις να εξακοντιστεί πέρα απ' αυτόν τον κλοιό, κατά βάση βρίσκεται βραχυκυκλωμένη, πεδικλωμένη. Δεν είναι ριζική.

Μ.Λ.


Δεν υπάρχουν σχόλια: