3/7/22

Αθέατες γυναίκες, στο Πέραμα, την Ηλιούπολη, την Κυψέλη

Της Σάσας Λαδά*

ΝΤΙΝΑ ΒΑΪΟΥ, Η αθέατη εργασία των γυναικών στη συγκρότηση της πόλης. Όψεις της Αθήνας μετά τη Μεταπολίτευση, εκδόσεις Αλεξάνδρεια, σελ. 208

Η «αθέατη» πλευρά των πραγμάτων ή το «αόρατο» γενικότερα, είναι ίσως ένα θέμα αρκετά «ακατάλληλο» για μια Σχολή Αρχιτεκτονικής και Πολεοδομίας και που έχει αντικείμενο το «υλικό περιβάλλον», σχεδιασμένο και κατασκευασμένο με έμφαση κατά κύριο λόγο στην ορατότητα. Όμως αυτή η «ακαταλληλότητα» μπορεί να είναι προκλητική ή/και ερεθιστική για να σκεφτούμε τι είναι αυτά που στερούνται ορατότητας και δεν μπορούμε η δεν επιτρέπεται να δούμε ( πολύ εύγλωττη είναι η διατύπωση Out of sight out of mind).
Το στερητικό «α» λοιπόν κινητοποιεί την Ντίνα Βαΐου για να ασχοληθεί με την «αθέατη» εργασία των γυναικών στο σπίτι και στη γειτονιά, που προσφέρεται εν ονόματι της «αγάπης» και θεωρείται σχεδόν αυτονόητα μέχρι σήμερα ως «μη εργασία».
Όπως γράφει και η ίδια στην εισαγωγή του βιβλίου «επιχειρώ μια προσέγγιση της πόλης μέσα από την μελέτη της Αθήνας και της καθημερινότητας διαφορετικών (ομάδων) γυναικών. Στο επίκεντρο των αναζητήσεών μου βρίσκεται η αθέατη, μη αμειβομένη και υποτιμημένη εργασία των γυναικών και η συμβολή της στη συγκρότηση της πόλης».
Η αποκάλυψη και διεκδίκηση του «μη ορατού» έχει μακρά παράδοση και εγγράφεται στις διεκδικήσεις του γυναικείου κινήματος σε όλη τη διάρκειά του, από την διεκδίκηση της ψήφου από τις σουφραζέτες μέχρι την ορατότητα της ενδοοικογενειακής βίας, της διαφορετικής σεξουαλικής ταυτότητας, κτλ.
Το βιβλίο αυτό είναι αποτέλεσμα, συνόψιση, παρακαταθήκη, απολογισμός και πολύτιμη γνώση και εμπειρία των πολύχρονων αναζητήσεών της συγγραφέως για τη μελέτη της πόλης. Μελέτη που διασταυρώνεται με τον φεμινιστικό λόγο και τα φεμινιστικά κινήματα που αναζητούν συσχετίσεις του αστικού φαινομένου και της ζωής των γυναικών στις πόλεις, αλλά και στη διασταύρωση με τον χώρο της ριζοσπαστικής αριστερής σκέψης και των αριστερών κινημάτων.
Το βιβλίο συγκροτείται από επτά κεφάλαια, από τα οποία τα τρία πρώτα μας εισαγάγουν στις θεωρητικές αναζητήσεις των φεμινιστικών και έμφυλων προσεγγίσεων για τον χώρο της πόλης και στην ανάπτυξη της Αθήνας από το 1974 και μετά, όπου ανιχνεύονται οι συνθήκες μέσα στις οποίες θα μελετηθεί η επιτέλεση της αθέατης εργασίας των γυναικών.
Τα επόμενα τρία κεφάλαια αναφέρονται σε τρεις μελέτες περίπτωσης. Πιο συγκεκριμένα, το κεφάλαιο 4 «Εκτός Σχεδίου»: Το Πέραμα πέρα από τη βάρδια και τη ΝΕΖ», εστιάζει στη περίοδο 1973-1981 κατά την οποία το Πέραμα αποτελεί εμβληματικό παράδειγμα αγώνων για την κατοικία και την ανάπτυξη της πόλης, μέσω της αυθαίρετης εκτός σχεδίου δόμησης. Η μελέτη αυτή συμπληρώνει και αποκαθιστά την ισότιμη συμμετοχή των γυναικών, που με την παραμονή τους στα παραπήγματα εμπόδιζαν την κατεδάφισή τους όταν οι άνδρες έλειπαν στη δουλειά, και συμμετείχαν δυναμικά στους αγώνες για τη νομιμοποίησή τους. Εδώ, η βαριά χειρωνακτική εργασία των γυναικών στο σπίτι και στον περίγυρό του συμβάλλει στη δημιουργία μιας αστικής γειτονιάς, δύσκολης στην επιβίωση, και την εξασφάλιση μιας υποφερτής καθημερινότητας.
Το κεφάλαιο 5, «Ηλιούπολη: Καθημερινότητες γυναικών στη σχεδιασμένη κηπούπολη», εστιάζει, μέσω της διεξαγωγής εκτενών συνεντεύξεων, στη διερεύνηση του πώς η απλήρωτη δουλειά των γυναικών, μέσα στο σπίτι και στη γειτονιά, διαμορφώνει συνθήκες ώστε η απομακρυσμένη και ασύνδετη με την πόλη πλαγιά του Υμηττού να γίνει βιωμένος χώρος για χιλιάδες ανθρώπους, που αναζήτησαν εκεί τα πλεονεκτήματα της διαβίωσης σε προάστειο, σε μια γειτονιά-καταφύγιο, μακριά από το θορυβώδες κέντρο της πόλης.
Στο κεφάλαιο 6, «Ιχνηλατώντας την (επανα)κατοίκηση του κέντρου στην Κυψέλη», η μελέτη εστιάζει στις αναδιαρθρώσεις της οικιακής εργασίας και φροντίδας, που συνδέονται με την εμπλοκή σημαντικού αριθμού μεταναστριών σε αυτήν. Η εγκατάσταση μεταναστευτικών νοικοκυριών στις κεντρικές γειτονιές της πόλης φέρνει νέες δυναμικές και πολιτισμικές πρακτικές, και εισάγει νέα ερωτήματα στο πεδίο της μελέτης της πόλης, σχετικά με την ένταξη και τον αποκλεισμό, τη συμβίωση με την ετερότητα, τη διαχείριση της ρατσιστικής βίας καθώς και νέων χρήσεων και ερμηνειών του δημόσιου χώρου. Εδώ, σημαντικό ρόλο, στη διαμόρφωση ανεκτών καθημερινοτήτων γειτνίασης, παίζει και η αθέατη εργασία των γυναικών διαφορετικών εθνοτήτων.
Τέλος, το κεφάλαιο 7, «Σκέψεις και ανοιχτά ερωτήματα», συνοψίζει ορισμένα από τα ζητήματα που αναδύονται στα προηγούμενα κεφάλαια και επιχειρεί να ανιχνεύσει ενδεχόμενες μετατοπίσεις τους στη διάρκεια της πολύπλευρης κρίσης των Μνημονίων και της ακραίας λιτότητας.
Η πολύχρονη φιλία και συνεργασία μου με την Ντίνα Βαΐου, σε θέματα σχετικά με αυτά του βιβλίου της, μου επιτρέπουν να «κάνω ορατά» τα βασικά σημεία της συμβολής της.
-Αμφισβητεί, μέσω της μακρόχρονης επιστημονικής της έρευνας, εκείνο τον επιστημονικό λόγο για την πόλη, ο οποίος, ενώ εστιάζεται στις «μεγάλες εικόνες» και τις παγκόσμιες ερμηνείες, ταυτόχρονα αγνοεί και περιθωριοποιεί, ως ανάξιες θεωρητικής διαπραγμάτευσης, «την συνθετότητα της καθημερινής ζωής, των εμπειριών, και των αγώνων που συγκροτούν την πόλη και τις γειτονιές της και την μετατρέπουν σε χώρο ζωής», ή με άλλα λόγια τους χώρους και τις ζωές των γυναικών. Η θέση της αυτή αποτελεί μια διαφορετική οπτική στη μελέτη της πόλης, που θέτει ζητήματα σε τρία τουλάχιστον επίπεδα: της Μεθοδολογίας, της θέσης/τοποθέτησης –από ποια θέση τίθενται τα ερωτήματα και σε ποιες/ους–, και των ερωτημάτων.
-Θεωρεί ότι οι αφηγήσεις των γυναικών, με τις οποίες συνομιλεί για πάνω από τέσσερεις δεκαετίες, αποτελούν ένα σημείο εισόδου σε πεδία γνώσης/δύναμης, στα οποία διαμορφώνεται η ζωή των κατοίκων της πόλης, και συμβάλουν στην προσγείωση των «μεγάλων εικόνων» και των παγκόσμιων ερμηνειών στη συνθετότητα της καθημερινής ζωής των εμπειριών και των αγώνων που συγκροτούν την πόλη και τις γειτονιές της και τη μετατρέπουν σε χώρο ζωής.

*Η Σάσα Λαδά είναι ομότιμη καθηγήτρια ΑΠΘ

Πάνος Τσαγκάρης, Germinating Soul, 2022, φύλλο χρυσού και μελάνι σε αρχειακή εκτύπωση, 150 x 110 εκ. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: