Η πρόταση της Δάφνης Αγγελίδου
Του Γιώργου Βέη*
Η Δάφνη Αγγελίδου ζει και εργάζεται στην Αθήνα. Σπούδασε ζωγραφική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών (1980 -1986) με δασκάλους τους Γιάννη Μόραλη και Δημήτρη Μυταρά. Στο ψηφιδωτό με τον Γιάννη Κολέφα. Είναι Καθηγήτρια στην Α.Σ.Κ.Τ. και διδάσκει στο εργαστήριο ψηφιδωτού από το 1987 έως σήμερα. Οι εμπεδώσεις της αποδίδουν συστηματικά καρπούς. Οι ομολογούμενες συνθετικές της ικανότητες αναβαθμίζουν το προσφιλές της είδωλο σε αυθύπαρκτη, πολύνευρη, πολύσημη ουσία φωτός και σκιάς. Αυτό πάει να πει ότι η επιλεγμένη μορφή κατοικεί στην προοπτική των πινάκων της ως να είχε γεννηθεί και ωριμάσει μόνον Εκεί α-κρι-βώς. Μάλιστα, στην πρόσφατη έκθεση έργων της στην «Evripides Art Gallery», με τίτλο «Γεωγραφία της Νύχτας», το ζων- ζωγραφικό αντικείμενο όχι μόνον υποδέχεται με θέρμη το βλέμμα, αλλά δεξιώνεται τις εικαστικές αλήθειες του με υποδειγματική συνέπεια αναπαραστάσεων, με εγνωσμένη επάρκεια υφολογικών τρόπων και με υποδειγματικά επεξεργασμένη την πρωταρχική αλληγορική ύλη. Τα καφενεία συνιστούν εδώ το κυρίαρχο χρωματοκείμενο. Συγκρατώ αμέσως ότι η μοναξιά καθίσταται από έρημος σημείων φιλόξενη αίθουσα συνύπαρξης. Οι συγκεκριμένοι θαμώνες υπάρχουν και ως αναπόφευκτα, ζωτικά πρότυπα ενθυμίων. Η σύγκλιση των αντιθέτων και ο ήπιος, ο ευπροσήγορος διασκελισμός, το ρεαλιστικό τώρα και το αναπόφευκτα απολεσθέν πριν, η διαλεκτική σύναψη των ετερωνύμων, αλλά και η μοιραία ενίοτε αποκόλληση από την ηδονή, η γονιδιακή μελαγχολία, αλλά και η ζείδωρη επανεύρεση του ερωτικού σώματος υπομνηματίζονται, μεταξύ των άλλων, με χαρακτηριστική άνεση. Το τελικό αισθητικό αποτέλεσμα χαρακτηρίζεται από εκφραστική αμεσότητα: ο πίνακας εμπεριέχει επιτυχώς συγκερασμένη σημασία. Επισημαίνω ότι πράγματι η καλλιτεχνική βούληση δεν θέλει να «πειράξει» ή να αποσυναρμολογήσει το πραγματικό. Δεν θέλει να το αποδομήσει σκαιώς, να το ανατρέψει εν ολίγοις υπό την επήρεια τυχόν συμπλεγμάτων. Απλώς στη «Γεωγραφία της Νύχτας» το απείκασμα ενισχύει με ποικίλους δραστικούς τρόπους το ίδιο το πραγματικό. Το εμπλουτίζει δημιουργικά. Το παρατεταμένο φιλί, φέρ’ ειπείν, του ζεύγους σε ένα κομβικό εικαστικό πρόταγμα συνιστά φιλί, το οποίο κατά βάθος διαθέτει εξ ορισμού το χάρισμα να αναβαθμίζει αποτελεσματικά το εδώ και τώρα. Να διευρύνει, να πολλαπλασιάζει συνειδητά τις δυνατότητες συναντίληψης των υπάρξεων. Το φιλί υφίσταται ως αφοπλιστικό διάβημα φιλότητας και πραγματώνεται στους αντίποδες της μόνωσης του εγώ, η οποία ελλοχεύει κατά κανόνα ακόμη και στις λεγόμενες κοσμοπλημμύρες. Η απόλαυση είναι δηλαδή το μη-χιμαιρικό. Η απόλαυση αποτελεί επιτέλους το χειροπιαστό όνειρο. Ο υλισμός του κατά κανόνα γειωμένου πίνακα στις ουσίες του βίου είναι το απαύγασμα της έμπρακτης ικανοποίησης. Ό,τι διάφοροι άλλοι, οίκοθεν νοείται, δεν μπόρεσαν καν να διανοηθούν χρωματικά. Όπως, λόγου χάριν, ο Ε. Hopper. Όχι βέβαια από αδυναμία. Αλλά προφανώς από μη-ενόραση.
Η δυναστεία του συμβολικού παρίσταται βεβαίως. Γι’ αυτό και το μήνυμα του χ πίνακα δεν παραλείπει να υποβάλλει τα σέβη του, εμμέσως πλην σαφώς, στην πρωτοκαθεδρία του περαιτέρω, του απώτερου εννοούμενου. Ο πίνακας της Δάφνης Αγγελίδου υπάρχει επειδή γνωρίζει πρωτίστως να περι-ποιείται τα σύμβολα. Να τα προσεγγίζει με συστηματική φρόνηση. Και μάλιστα ενδελεχώς. Έτσι η θάλασσα, η οποία συνιστά το επικρατέστερο μοτίβο σε μια σειρά άλλων έργων της ίδιας έκθεσης, κωδικοποιεί ένα ολοκληρωμένο σύστημα συνειρμών, συναρπαστικών μεταφορών και λειτουργικών βιωμάτων μύησης. Το ορφικό κατά βάση περιεχόμενο των αντανακλάσεων του θαλασσινού νερού συνιστά συσπείρωση συμφιλιωτικών συμβολικών δεικτών. Η εγκάρδια επαφή μας με το μεταφυσικό στοιχείο της ζωγραφικής είναι δεδομένη από τα πρώτα κιόλας περιηγητικά βλέμματα. Η πραγματικότητα είναι αρκούντως φιλόξενη: το διάχυτο πνευματικό υλικό εμφιλοχωρεί με ιδιαίτερη άνεση στο δεδομένο εικαστικό πεδίο. Παρατηρώ σημαίνει εισέρχομαι στο νόημα και συνομιλώ με το χρωματικό σημείο. Αντιλαμβάνομαι ότι η συνταύτισή μας με τον πίνακα (ό,τι, σημειωτέον, αποτελεί το Δισκοπότηρο της ενσυναίσθησης) τελείται μεθοδικά, αβίαστα. Στις προκείμενες περιπτώσεις ισχύει δηλαδή η νομοτέλεια των μεταβάσεων στο λάλον χρώμα. Τα ίδια φρονώ ότι ισχύουν και στο πεδίο της βυζαντινής προοπτικής των ψηφιδωτών, τα οποία ευφυώς εκτίθενται σε ιδιαίτερο δώμα-χρονοχώρο. Τα ψηφιδωτά της Δάφνης Αγγελίδου είναι ψηφίδες γνωστικής παρρησίας. Η λεπτομέρεια υποδηλώνει την όλη δυναμική του συγκεκριμένου εικαστικού τροπισμού. Η διαχρονική ετοιμότητα της ζωγράφου είναι έκδηλη. Κοντολογίς, η καθαρότητα των ποσοτήτων και των ποιοτήτων της συγκεκριμένης εικαστικής προαίρεσης, στο σύνολό της, συνιστά ανοικτό διδασκαλείο οράσεων.
*Ο Γιώργος Βέης είναι ποιητής
1 σχόλιο:
Εξαιρετικό
Δημοσίευση σχολίου