8/3/20

Ψηφίδες τόπων

ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΜΟΙΡΑ

ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΕΗΣ, Εκεί, Μαρτυρίες από το Βιετνάμ, την Ινδονησία, την Ιαπωνία, την Κίνα, το Καμερούν, τη Γερμανία, εκδόσεις Κέδρος, σελ. 301

Ο Γιώργος Βέης δεν περιγράφει όσους τόπους κατοικεί περιστασιακά ή επισκέπτεται περιοδικά, κινούμενος στα γνώριμα και καθιερωμένα μονοπάτια της ταξιδιωτικής λογοτεχνίας. Εμποτίζει τις λέξεις του με την αύρα και το άρωμα των πόλεων, οργανώνει ρυθμικά τις φράσεις του με τους κοφτούς φθόγγους-εκπνοές της άγνωστης γλώσσας, αφουγκράζεται τις παλμικές υπόγειες δονήσεις στον χώρο και την ασίγαστη βοή της ανθρώπινης κυψέλης, συνθέτει τις σελίδες του με τις απρόσμενες και αποκαλυπτικές εικόνες από φυσικά και ανθρωπογενή περιβάλλοντα, αρχιτεκτονικές λεπτομέρειες, μύθους, τελετουργίες και σκηνές δρόμου. Στις μαρτυρίες του, αναπαράγοντας με ποιητική διάθεση αισθητηριακές προσλήψεις και βιωματικές εγγραφές, επιχειρώντας αυτοψίες με την θέρμη και την προσμονή μιας ερωτικής συνάντησης, ιχνηλατώντας το διαφορετικό με αναστοχαστική και ονειροπόλα διάθεση, με τρόπο οραματικό, φιλέρευνο και οξυδερκή, ωθεί τον αναγνώστη του να φανταστεί το «ξένο και αλαργινό», όχι με όρους κατανάλωσης του εξωτισμού, αλλά επικοινωνίας και διασύνδεσης με το πνεύμα και την βαθύτερη ουσία του τόπου.
Η περιπλάνησή του στον χώρο δεν είναι οριζόντια. Δεν κινείται στην επιφάνεια του χάρτη με την μεθοδική σχολαστικότητα του περιηγητή και την έπαρση του ταξιδιώτη, αλλά καταδύεται στο βάθος των πραγμάτων με την ταπεινότητα του προσκυνητή, ανασύροντας το δυσδιάκριτο, το μυστικό και το αφανέρωτο με ηδονική ηδύτητα. Ανατρέχει συστηματικά στην εγκυκλοπαίδεια των πεζοδρομίων αναζητώντας την σαγήνη του τυχαίου και την αποκαλυπτική δυναμική του εφήμερου. Οι περιπατητικές εξορμήσεις του είναι μαθητεία στις φευγαλέες λάμψεις των άπιαστων στιγμών, στις αδιόρατες ρωγμές, τις πτυχώσεις και τις αναδιπλώσεις, που μόνο στην υπομονετική παρατήρηση και στην ετοιμότητα του ασκημένου βλέμματος φανερώνονται. Και τότε η θέαση του τόπου γίνεται αντικείμενο μύησης στην αμφισημία των φαινομένων και των μεταμορφώσεών τους.

Οι αναφορές του σε κείμενα και συγγραφείς λειτουργούν σαν ένα υπόγειο δίκτυο υδάτων που αρδεύει τον στοχασμό και οξύνει την εσωτερική όραση. Οι προσωπικές μαρτυρίες και οι αυτοβιογραφικές σημειώσεις εναλλάσσονται με τις ιστορικές και ψυχογεωγραφικές παραθέσεις και τους αισθητικούς σχολιασμούς, οι κριτικές κοινωνικοπολιτικές παρατηρήσεις με τα θεμελιώδη φιλοσοφικά και υπαρξιακά ερωτήματα και αυτή η συμπόρευση με άλλους στοχαστές μεγεθύνει την απόλαυση του αναγνώστη στην διττή αυτή περιπλάνηση, στο κείμενο και στον χώρο.
Οι ψηφίδες τόπων που παραθέτει δεν έχουν στόχο να συνθέσουν  την μεγάλη εικόνα-πανόραμα των φαντασιώσεων, των αυταπατών και των στερεοτύπων της Ανατολής. Διατηρούν τον αυτόνομο και αποσπασματικό τους χαρακτήρα, λειτουργώντας σαν μικρές ασυνέχειες, αδιόρατα νεύματα, οάσεις γνώσης, σημαίνουσες νύξεις και αφορμές για σκέψη και ενδοσκόπηση. Διακονούν την αινιγματική γοητεία της ετερότητας και το παιχνίδι της εγκόλπωσης του άφατου, του άγνωστου και του ξένου. Τον εμποτισμό της ψυχής και του νου από τις διαφορετικές αξίες και τις πυκνές πολιτισμικές δέσμες. Την μαθητεία σε ουσίες, νοήματα, σύμβολα, ταυτότητες, κοσμοθεωρίες.
Η περιπλάνηση εκκινεί από το Ανόι, την πρωτεύουσα του Βιετνάμ, την πόλη-νευρώνα με την αστείρευτη ενέργεια και την πλησμονή της βλάστησης, που σαν πράσινο κύμα καλύπτει τα έργα των ανθρώπων, που προσβλέπουν με συγκρατημένη αισιοδοξία στην ανάπτυξη και τον εκσυγχρονισμό. Την πόλη των υδάτων, της πνοής του ανέμου και του χώματος, που ανοίγεται σαν λουλούδι στην προσδοκία του επισκέπτη. Παραθέτει μαρτυρίες που αγκαλιάζουν πτυχές του βίου των ιθαγενών στα νησιά του Αρχιπελάγους της Ινδονησίας με τα απέραντα ρυζοχώραφα. Σκέψεις για την  κεφαλή-βωμό του Κέμπου Γιούβο, φύλακα αγγέλου του τόπου, την παραδοσιακή τεχνική του μπατίκ και την εθιμικά κατοχυρωμένη από τους ντόπιους Ημέρα της Σιωπής. Μεταφέρει τον ανέκφραστο τρόμο που σκιάζει τη ζωή της πόλης του Τόκιο, δημιουργώντας μια παράδοση αιματοβαμμένων φιλμικών αναπαραστάσεων του πόνου. Το πένθος για τα πολυειδή και ανεπούλωτα τραύματα μιας αυτάρεσκης μεγα-πόλης με σεισμικό ανήσυχο υπέδαφος, που θυμάται καταστροφικές δονήσεις, το πυρηνικό ατύχημα τον Μάρτιο του 2011, τα ερείπια των συστηματικών βομβαρδισμών του Δεύτερου Παγκόσμιου πολέμου, αλλά γαληνεύει στους εμβληματικούς αιωνόβιους κήπους με το συμβολικό περιεχόμενο:
«Παρασύρομαι από τα νεύματα των κλαδιών, από τις φράσεις των βράχων, από την απαγγελία του ρυακιού, από τα πρόδρομα ποιήματα, τα αυθεντικά κηρύγματα ενός συνεχώς άφαντου, αλλά τόσο ομιλητικού πουλιού. Δεν περπατώ ακριβώς. Μεταφέρομαι κάπως. Έλκομαι. Γλιστράω σ’ ένα στρώμα φιλικών υπαινιγμών. Είναι η ατμόσφαιρα της παλλόμενης γνώσης. Ένα οικείο αίσθημα από παρόμοιες απόπειρες προσέγγισης τοπίων».
Στη βουερή κυψέλη του Χόνγκ Κόνγκ με την περιορισμένη εδαφική έκταση, αφήνεται να παρασυρθεί από την ρευστότητα και την ανεκτικότητα μιας πολυπολιτισμικής κοινωνίας, που συγχρονίζεται απόλυτα στον κανόνα για οικονομική ανάπτυξη, ευμάρεια και δύναμη. Στην όπερα στο Πεκίνο αποκωδικοποιεί με εργώδη προσήλωση τους σινικούς τρόπους. Όλο το μυθολογικό φορτίο μιας αδιατάρακτης συνέχειας, που εξακολουθεί να ψυχαγωγεί και να νουθετεί τους θεατές μέσα από την αφοπλιστική σκηνική παρουσία των ηθοποιών-ακροβατών-χορευτών. Ανατρέχει με νοσταλγία στις νεανικές ποδοσφαιρικές μνήμες βλέποντας τον αγωνιστικό παλμό των ποδοσφαιριστών του Καμερούν. Το πάθος να σκοράρουν αυτοί οι μαχητικοί αθλητές, που υπήρξαν παιδιά της Φύσης, μαθημένα να διασχίζουν αγόγγυστα και ακούραστα χιλιόμετρα για να φτάσουν στον προορισμό τους. Για να ολοκληρώσει τον περίπλου στις γερμανικές πόλεις της Ενωμένης Γερμανίας, με τα ακόμα ενεργά φαντάσματα του παρελθόντος και την πειθαρχημένη εργατικότητα και συνέπεια των κατοίκων τους.
Το «εκεί» του τίτλου είναι μια σημαίνουσα αντίστιξη με το «εδώ» του γενέθλιου τόπου και οι επιστολές φίλων και συνοδοιπόρων, συνομιλητών και ομοτέχνων, που παραθέτει επίμονα στο τέλος των κεφαλαίων, τα νήματα που συρράπτουν την κοσμική απόσταση. Οι γέφυρες που χτίζει ο συγγραφέας πάνω από θάλασσες και στεριές για να συνδέσει το μυστηριακό «άλλο» με το αγαπημένο οικείο και να αποθέσει τελετουργικά στο χαρτί το αποθησαυρισμένο μνημονικό φορτίο ενθυμίων και κτερισμάτων.
Η πολύσημη περιπλάνηση του ποιητή Γιώργου Βέη στους τόπους της Ανατολής και όχι μόνον, δεν είναι η εμπρόθετη κίνηση του δυτικού θηρευτή εξωτικών εντυπώσεων και σπάνιων ταξιδιωτικών απολαύσεων. Φέρνει στο μυαλό το ανάλαφρο πλανάρισμα του «κλέφτη». Του μικρού χνουδωτού σφαιρικού σπόρου που παρασύρεται από τον άνεμο «εδώ κι εκεί». Αγγίζει διστακτικά πρόσωπα και πράγματα, καθυστερώντας για μια στιγμή, και μετά συνεχίζει το δρόμο του μεταφέροντας το πανανθρώπινο μήνυμα-παρακαταθήκη μιας ολιστικής εμπειρίας του κόσμου. Χωρίς στεγανά, ιδεοληψίες και αποκλεισμούς.

Η Μαρία Μοίρα είναι αρχιτέκτονας και διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής

Γιώργος Σικελιώτης, Ζευγάρι, 1961- 1970, τέμπερα σε χαρτόνι, 70x 49,7 εκ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: