27/11/16

Για μια φραντζόλα ψωμί...

ΤΗΣ ΕΥΗΣ ΠΡΟΥΣΑΛΗ

Άραγε η ανάπτυξη της Συνείδησης και της Σκέψης, ως το αποτέλεσμα της δαρβινικής εξέλιξης του ανθρώπινου είδους, συνιστούν αδιαμφισβήτητους όρους της «ανωτερότητας» και της ευημερίας του; Ποιος είναι, τελικώς, ο ρόλος των επαναστάσεων στην ιστορία της ανθρωπότητας όταν έχουν εγκαθιδρυθεί, μέσω πολιτικών δολοφονιών των διαφωνούντων, με ό,τι αυτό συνεπάγεται; Πώς διαμορφώνονται οι ανθρώπινες σχέσεις, και δη οι διαφυλικές, μέσα στον συγχυσμένο δυτικό πολιτισμό; Πόσο θωρακισμένοι και αλώβητοι είμαστε μέσα στην υποτιθέμενη «ασφάλεια» της καθημερινότητάς μας, στη δόξα ή την ασημαντότητά μας, όταν  η μνήμη μάς υπενθυμίζει ποιοι υπήρξαμε και τι ονειρευτήκαμε για τη ζωή μας;
Τα τέσσερα μονόπρακτα του Αμερικανού Ντέβιντ Άιβς (1950) -«Λόγια Λόγια Λόγια», «Παραλλαγές στο θάνατο του Τρότσκι», «Κανένα Πρόβλημα» και «Ο Φίλιπ Γκλας αγοράζει μια φραντζόλα ψωμί»- πραγματεύονται τα παραπάνω ζητήματα, με τη χειρουργική ακρίβεια των λέξεων που τους προσιδιάζουν, των καταστάσεων που ανατέμνουν και του δραματουργικού ύφους του θεάτρου μετά το Παράλογο, στο οποίο ανήκει ο συγγραφέας τους.
Το πρώτο μονόπρακτο Λόγια, Λόγια, Λόγια -μια φράση παρμένη από τον μονόλογο του σαιξπηρικού Άμλετ στη βιβλιοθήκη- αποτελεί το διακείμενο που αμφισβητεί κατά τον πιο εύγλωττο τρόπο τη σημασία της κατάκτησης της Σκέψης από τον Άνθρωπο. Ήδη ο Άμλετ, με αυτήν του την απόφανση απέναντι στη σύγχρονή του καταγεγραμμένη γνώση, θέτει υπό συζήτηση την επάρκεια της σκέψης και της γνώσης καθευατήν απέναντι στα δυσεπίλυτα προβλήματα που το ανθρώπινο είδος αντιμετωπίζει. Τι προσέφερε, δηλαδή, η συσσώρευση όλης αυτής της γνώσης, της επιστήμης, της τέχνης εν προκειμένω, στην ανθρωπότητα;
Στο μονόπρακτο αυτό, τη σκυτάλη αναλαμβάνουν τρεις πίθηκοι, οι οποίοι έγκλειστοι σε ένα δωμάτιο, αποτελούν τα πειραματόζωα ενός Γερμανού ερευνητή κατ’ εντολή του οποίου προσπαθούν με τη βοήθεια γραφομηχανών να γράψουν, μέσα από τις αλλεπάλληλες, τυχαίες απόπειρές τους τον Άμλετ. Τα ονόματα των πιθήκων είναι Κάφκα, Σουϊφτ και Μίλτον -αναφορά σε τρεις σημαντικούς λογοτέχνες, που υποδηλώνει την ειρωνική μοίρα που επεφύλασσε η δαρβινική εξέλιξη στα άδολα και α-νόητα πιθηκοειδή! Αποκομμένοι από το φυσικό τους περιβάλλον, στερούμενοι την ελευθερία τους, αναγκασμένοι να επιδίδονται σε «ανώφελες» πράξεις γραφής, ακατανόητες γι’ αυτούς, εξυπηρετούν τις προθέσεις ενός ιθύνοντος Νου. Ενδεχομένως, του δικού τους! Του Εγκέφαλου του homo sapiens sapiens, του «δυνάστη» της ανθρώπινης ύπαρξης, εξαιτίας του οποίου άλλοτε «μεγαλουργούν» -απαγγέλλοντας τον μονόλογο του Άμλετ- κι άλλοτε καταστρέφουν αδυσώπητα ή βασανίζουν ανεξέλεγκτα -πειράματα σε ζώα και ανθρώπους, πόλεμοι, οικολογικές καταστροφές κτλ. Στο «εργαστήρι» αυτό της ζωής των πιθηκοειδών, αναπτύσσονται, νομοτελειακά (;) και οι σχέσεις εξουσίας και υποταγής, ήτοι οι κοινωνικές σχέσεις που προκύπτουν από την ομαδική συμβίωση, καθώς και συμπεριφορές που διαφοροποιούν τα άτομα. Ποιο θα είναι το μέλλον αυτού του εργαστηρίου; Θα «σπάσουν τις αλυσίδες» που τους κρατούν δεμένους ή θα συνεχίσουν να υφίστανται τις ταπεινωτικές παρεμβάσεις της εξουσίας και θα εξαγοράζονται με ένα πακέτο τσιγάρα Marlboro; Όλες οι δυνατότητες είναι ανοιχτές…!

Το δεύτερο μονόπρακτο Παραλλαγές στο θάνατο του Τρότσκι, αναφέρεται στον τραγικο-κωμικό θάνατο του μεγάλου επαναστάτη Τρότσκι, τον οποίο δολοφόνησε ο κηπουρός του καρφώνοντάς του μια ορειβατική σκαπάνη στο κρανίο. Ο Τρότσκι περιφέρεται στο σαλόνι του με τη σκαπάνη καρφωμένη στο κεφάλι του, και συνομιλεί με τη γυναίκα του, αδυνατώντας να κατανοήσει την αιτία και τον τρόπο που ένας προλετάριος τον δολοφόνησε. Το αμείλικτο ερώτημα που ανακύπτει είναι: Δολοφονείται η Επανάσταση από έναν προλετάριο; Δεν υπάρχει μια εγγενής αντίφαση σ’ αυτήν την πράξη; Ο Τρότσι α-πορεί. Κι όμως, σκέφτεται, υπάρχει περιθώριο ανατροπής. Ο Τρότσκι έζησε με καρφωμένη τη σκαπάνη στο κεφάλι του ένα ολόκληρο εικοσιτετράωρο. Άρα, η επανάσταση έχει ελπίδα; «Μίαν με μείναι τήνδ’ έκασον ημέραν»[1], εκλιπαρεί η Μήδεια τον Κρέοντα, και σε μία μέρα τα οργανώνει όλα!
Στο τρίτο μονόπρακτο Κανένα Πρόβλημα, ένας άντρας και μια γυναίκα προσπαθούν να επικοινωνήσουν. Οικείες καταστάσεις φλερτ, σχηματικές και προσχηματικές, όπου μοναχικές και πληγωμένες υπάρξεις αναζητούν την ευτυχία, την ασφάλεια, την τρυφερότητα, το ενδιαφέρον ενός «άλλου», οποιουδήποτε άλλου. Το βιβλίο που διαβάζουν Η βουή και η Μανία του Φώκνερ -ένα δύσκολο και δύσβατο καταφύγιο- αναδεικνύει το αδιέξοδό τους στο δυστοπικό αστικό τοπίο. Η αναφορά στον Γούντι Άλλεν και τις ταινίες του, είναι το διακειμενικό εκείνο κλισέ που ελαχιστοποιεί την απόσταση μεταξύ τους, καθώς κατεξοχήν ο σκηνοθέτης αυτός πραγματεύεται αντίστοιχες δι-ανθρώπινες καταστάσεις.
Το τελευταίο μονόπρακτο Ο Φίλιπ Γκλας αγοράζει μία φρατζόλα ψωμί εκτυλίσσεται μέσα σε έναν φούρνο. Στο άκουσμα της φράσης του Φίλιπ Γκλας «θα ήθελα μια φρατζόλα ψωμί» δημιουργείται μια ρωγμή στην ψευδαισθητική πραγματικότητα όπου όλα κυλούν ομαλά, το οικείο και καθημερινό σπάει και κομματιάζεται σε αναρίθμητα κβάντα αποστεωμένων λέξεων και φράσεων που συνοψίζουν την κοινωνική αποσάθρωση, την ανάγκη για συντροφικότητα, τη ματαιότητα της δόξας και της επιτυχίας, τις προδομένες προσδοκίες και τα όνειρα των νεανικών χρόνων, την ανάγκη για κοινωνική αποδοχή και αυτοκαταξίωση κ.ο.κ., κι όλα αυτά, στην απόπειρα αγοράς μιας «φρατζόλας ψωμί». Πρόκειται για τη φράση που αλλάζει «εντός του τον ρυθμό του κόσμου». Η μνήμη ξυπνά, τα αυθεντικά αισθήματα αναζητούν την από καιρό λησμονημένη πηγή τους, η αδυναμία, η απελπισία και η απόγνωση ξεχύνονται ως χείμαρρος λέξεων και φράσεων που τραγουδούν τη δική τους ανεξέλεγκτη μελωδία : «έχω ανάγκη από … μία φρατζόλα ψωμί, από βοήθεια …, χρειάζομαι ύλη, χρειάζομαι αγάπη, Δεν ξέρω τίποτα, Δεν…!, Ε, και λοιπόν;». Κανείς «Δεν», ούτε ο διάσημος μινιμαλιστής συνθέτης Φίλιπ Γκλας δεν ξεφεύγει από τη χοάνη της αλλοτρίωσης και της μοναξιάς, όπως κανένας θνητός τελικώς.
Η σκηνοθέτις Σοφία Μαραθάκη με την Ομάδα της Ατονάλ παρουσιάζουν στο Θέατρο 104, ήδη από την περσινή σεζόν τα τέσσερα αυτά μονόπρακτα σε μια ενιαία παράσταση. Αν και δεν υπάρχει κάποιος ευδιάκριτος μίτος που να τα ενώνει θεματικά, ωστόσο, μπορεί να ανιχνευθεί μια υποδόρια σύνδεση ανάμεσά τους η οποία : εκκινεί από την κατίσχυση της Νόησης στο ανθρώπινο είδος, το οποίο επιδίδεται αδιαλείπτως σε όλο και μεγαλύτερα και περισσότερα επιτεύγματα
-σκεπτικισμός και για τη σημασία και το νόημα της τέχνης εν γένει- εξοβελίζοντας τις ζωτικές κι ενστικτώδεις ανάγκες του, συνεχίζεται με την αποτυχία της μεγαλύτερης στον 20ο αιώνα ρωσικής επανάστασης να επιφέρει όσα ευαγγελιζόταν και την αδυναμία αποδοχής ή πραγμάτευσης τής αποτυχίας αυτής -η οποία φυσικά στενεύει και τον μελλοντικό ορίζοντα-, εγκαθιδρύεται με την αδυναμία ουσιαστικής επικοινωνίας μεταξύ των φύλων και ολοκληρώνεται στη διάχυτη εσωτερική κραυγή απελπισίας και άγχους για τη ματαιότητα (;) των «κατασκευασμένων» ζωών μας.
Η παράσταση αποτελεί από μόνη της ένα Νόημα ή μη-νόημα, καθώς συστήνει μια παρτιτούρα ήχων, λέξεων και φράσεων, κινήσεων και υποκριτικών στοιχείων, σε πολλαπλές παραλλαγές και φόρμες, συμβατικές και μη, φορμαλιστικές και αυθεντικές, αποσπασματικές και ολοκληρωμένες, ώστε το Όλον, έχει και δεν έχει νόημα, όπως και η Ζωή. Η σκηνοθεσία (Σοφία Μαραθάκη) επιτυγχάνει μια προσομοίωση Ύπαρξης ιδωμένη μέσα από έναν παραμορφωτικό, καλειδοσκοπικό καθρέφτη, που βιώνεται και ερμηνεύεται ταυτοχρόνως. Οι ηθοποιοί Φωτεινή Παπαχριστοπούλου, Κωνσταντίνος Παπαθεοδώρου, Γιώργος Σύρμας και Σοφία Μαραθάκη επιτελούν με απόλυτη δεξιοτεχνία σώματος, συναισθήματος και εκφοράς λόγου μιαν υπέρβαση: συντονίζονται σαν ένα πάλλον σώμα ενιαίο ενώ ταυτοχρόνως διακρίνονται και τα μέρη ξεχωριστά. Επίτευγμα ομαδικό και γι’ αυτό εξόχως ουσιαστικό!
Ας προσέχουμε, λοιπόν, κάθε φορά που αγοράζουμε μια «φρατζόλα ψωμί», τι εξ-αγοράζουμε με αυτήν μας την κίνηση και από ποιους;

Η Εύη Προύσαλη είναι δρ. θεατρικών σπουδών – κριτικός θεάτρου

[1] Ευριπίδη, Μήδεια, στίχ. 340

Ηλίας Παπαηλιάκης, Άτιτλο, λάδι σε καμβά, 52 x 42 εκ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: