και η πολιτική «κινητικότητα» των σοσιαλιστών
της μεταπολεμικής περιόδου
Elif Erkan, Breaks |
ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΝΟΥΤΣΟΥ
Ο πολιτικός βίος του Αλέξανδρου Σβώλου
(1892-1956) θα μπορούσε να διαιρεθεί σε τρεις «περιόδους». Δηλαδή, την
«προκατοχική» (όταν για λίγο μετέχει στη σύσταση του Αγροτικού Κόμματος της
Ελλάδος), την «κατοχική» (πρόεδρος της
ΠΕΕΑ, υπουργός οικονομικών στην κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου) και την «μετακατοχική»
(πρόεδρος της ΕΛΔ-ΣΚΕ [Απρίλιος 1945] και του ΣΚ-ΕΛΔ [Ιανουάριος 1946]). Εδώ θα
περιορισθούμε στην τρίτη «περίοδο» που επιτρέπει να αναπτυχθούν και κάποιοι
«συνειρμοί» με το σημερινό πολιτικό
τοπίο, εγχώριο και διεθνές.
Ακριβέστερα, η πρώτη «περίοδος» της συγγραφικής
και πολιτικής σταδιοδρομίας του Σβώλου ξεδιπλώνεται πολύ νωρίς, με τη διδακτορική
του διατριβή για το «δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι» (1915) και την παρουσία του
στην «Εταιρεία των Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών», με εκτενείς
βιβλιοκρισίες στο περιοδικό της Επιθεώρησις
των Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών (1916). Ένα από τα επόμενα βήματά του υπήρξε η
συμβολή του στη διαμόρφωση του Προγράμματος του Αγροτικού Κόμματος της Ελλάδος
(1923), με την πρόβλεψη η «Λαϊκή κυριαρχία» να καταστεί «πραγματική και
απόλυτος». Σύμφωνα με την εκτίμηση του 1934 («Κοινωνιολογικόν Λεξικόν» του «Ανεξάρτητου»), «εκδηλούται ως συνεπής
δημοκρατικός, επηρεασμένος από τον ρεφορμιστικόν μαρξισμόν».
Όσο
για την αρχική φάση του Σοσιαλιστικού Κόμματος-Ένωσης Λαϊκής Δημοκρατίας στις Βασικές αρχές (1946) υπογραμμίζεται η
συμφωνία με τις αρχές του «επιστημονικού σοσιαλισμού», με τις οποίες θα επιδιωχθεί
η δημιουργία μιας κοινωνίας «όπου τα μέσα της παραγωγής θα ανήκουν στο
κοινωνικό σύνολο και θα υπηρετούν τις ανάγκες της ολότητας». Προφανώς, δεν θα
μπορούσε να περάσει απαρατήρητη η συνεργασία του στο περιοδικό Νέα Ζωή (κυκλοφορεί τον Απρίλιο του
1945), μαζί με τους Κ. Αξελό, Ρ. Ιμβριώτη και Ν. Σβορώνο. Ούτε βέβαια η
συμμετοχή του, νωρίτερα, στην οριοθέτηση του Γληνού ως «πνευματικού
ανθρώπου» στην Κομμουνιστική Επιθεώρηση (Ιαν. 1944). Τέλος, χρήσιμο είναι να
αξιοποιηθεί το γράμμα που συνυπογράφουν με τον Π. Ρούσο και αποστέλλουν στον Γ.
Παπανδρέου (27.6.1944), μετακινούμενη η ΠΕΕΑ προς την κυβέρνηση του τελευταίου.
Τον χαρακτηρισμό «Σοσιαλιστικός» διεκδικούν
πέντε ενότητες πολιτικών ομάδων: α) ο «Συνασπισμός Κομμάτων του ΕΑΜ» (τον οποίο
απαρτίζουν το ΚΚΕ, το Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας, το Αγροτικό Κόμμα Ελλάδας,
το Δημοκρατικό Ριζοσπαστικό Κόμμα, η Δημοκρατική Ένωση και οι Αριστεροί
Φιλελεύθεροι), β) αυτονόητα όσοι συγκροτούν την «Επιτροπή Συνεργασίας Σοσιαλιστικών
και Αγροτικών Κομμάτων» (ΕΛΔ-ΣΚΕ, Σοσιαλιστική Εργατική Ένωση, Ενιαίο
Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας και Ανεξάρτητο Αγροτικό Κόμμα Ελλάδας), γ) η
«Σοσιαλιστική Ομοσπονδία» (που τη σχηματίζουν το Κόμμα Εργασίας, το Ανεξάρτητο Αγροτικό
Κόμμα, το Ενιαίο Σοσιαλιστικό Κόμμα, η Ελληνική Σοσιαλιστική Ένωση, τμήμα της
Σοσιαλιστικής Εργατικής Ένωσης και το Ελληνικό Σοσιαλιστικό Κόμμα), δ) όσοι
αυτονομούνται από τα σχήματα αυτά, όπως η Ανεξάρτητη Σοσιαλιστική Ομάδα που
αποχωρεί από το ΣΚ-ΕΛΔ, και ε) κόμματα ή συσπειρώσεις νεολαίας που κινούνται
στη δεξιότερη γωνία αυτού του τοπίου (Ένωσις Δημοκρατικών Αριστερών,
Πανελλήνια Οργάνωση Δημοκρατικής Νεολαίας, Δημοκρατικό Σοσιαλιστικό Κόμμα και
Εθνικό Ενωτικό Κόμμα). Η χαρτογράφηση αυτή καταδεικνύει το ελκτικό πρόσωπο του
μεταπολεμικού σοσιαλισμού και συνάμα τα όρια της δυναμικής του ΣΚ-ΕΛΔ —για να
παραμείνουμε στην κυριότερη έκφρασή του και να προσδιορίσουμε τις συντεταγμένες
της προσπάθειας για την ηγεμόνευση αυτού του επίζηλου πολιτικού πεδίου
Η υιοθέτηση της σοσιαλιστικής ιδέας από
κεντροδεξιούς —αρχηγικούς κυρίως— κομματικούς σχηματισμούς που δεν είχαν
μετάσχει (εκτός από κάποιες εξαιρέσεις) στην Αντίσταση και φέρουν μερίδιο
ευθύνης για την προετοιμασία των γεγονότων του «Δεκέμβρη». Ήδη στο φυλλάδιο
του ΚΚΕ Λαοκρατία και Σοσιαλισμός, που κυκλοφόρησε σε χιλιάδες χέρια,
στηλιτεύονται η «φλυαρία των νεογέννητων φωστήρων» του σοσιαλισμού και οι
«κομματάρχες καραβοκυραίοι» που βιάζονται «ν’ αρματώσουν τα καράβια τους με
“σοσιαλιστικά” ξάρτια» και με την περιορισμένης κλίμακας «εθνικοποίηση»
μεγάλων επιχειρήσεων επιδιώκουν να καταστήσουν ανενεργό τον «αληθινό
σοσιαλισμό», δηλαδή την «κοινωνικοποίηση» των βασικών μέσων παραγωγής «από το
κράτος των ίδιων των ανθρώπων που τα εργάζονται». Σ’ αυτήν την αποστροφή
εννοείται καταρχήν το «Δημοκρατικό Σοσιαλιστικό Κόμμα», όπως μετονόμασε το
κόμμα του ο Γ. Παπανδρέου τον Σεπτέμβριο του 1941, που είχε ορίσει το
περιεχόμενο της «Λαϊκής Δημοκρατίας» ως «δημιουργική» ‒«μετακαπιταλιστική» και
«μετακομμουνιστική»‒ σύνθεση της ατομικής ελευθερίας και της κοινωνικής
δικαιοσύνης, ενώ τώρα οριοθετείται απέναντι στο ΚΚΕ στα θέματα της «αρχής της
ιδιοκτησίας», στη «δικτατορία του Κόμματος», στην πρόταξη της «Πατρίδος» (και
όχι του «Διεθνισμού») και στην αξιολόγηση της ταξικής διάρθρωσης (πλειοψηφούν
οι «μικροϊδιοκτήτες της γης» και η
«μέση και η μικρά αστική τάξις») της ελληνικής κοινωνίας. Ακόμη υπονοούνται η
«Σοσιαλιστική Ελληνική Ένωσις» (με πόλο συσπείρωσης το Παρόν και υπό την επιρροή του Αγγ. Αγγελόπουλου και κυρίως του Ξ.
Ζολώτα, συγγραφέα του Δημιουργικού σοσιαλισμού, που εισηγείται την
«δικτατορίαν των εγκεφάλων επί της οικονομίας») και το «Εθνικόν Ενωτικόν
Κόμμα» του Κανελλόπουλου που αυτοσυστήνεται ως κόμμα του «Μέτρου»
και της «Ισορροπίας» ανάμεσα στο άτομο και την κοινότητα ή την ελευθερία και
την κοινωνική δικαιοσύνη. Η «Εθνική Ενωτική Νεολαία» πάντως αξιοποιώντας και
τις αντιστασιακές της περγαμηνές, ανασυντάχθηκε στην «Πανελλήνια Οργάνωση
Δημοκρατικής Νεολαίας», της οποίας το όργανο Νέος Μαχητής έστρεψε τις
επεξεργασίες ενός μετριοπαθέστατου σοσιαλιστικού προγράμματος εναντίον του
ΣΚ-ΕΛΔ και του ΚΚΕ.
Η αναγκαστική μετάθεση των αμέσων ενδιαφερόντων
του ΣΚ-ΕΛΔ από τη σοσιαλιστική του σκόπευση στην κατάπαυση του εμφυλίου πολέμου
και την ομαλοποίηση της πολιτικής ζωής έκανε ή, περίπου, περιττή την ύπαρξή του
ή εντελώς αναγκαία τη σύμπραξη με τα κεντρώα κόμματα και ιδιαίτερα την ΕΠΕΚ
(όπως έπραξε ο Σωμερίτης το 1951) και το Κόμμα Φιλελευθέρων (με το οποίο συνεργάζονται
στις εκλογές του 1952 ο Σβώλος και ο Τσιριμώκος). Μάλιστα τα θεωρητικά έντυπα
αυτών των κομμάτων του «Δημοκρατικού Κέντρου», όπως παλαιότερα τα Δημοκρατικά
Χρονικά (που δεν αποκλείουν τους θιασώτες ενός «φιλελεύθερου σοσιαλισμού»)
και τώρα η Αλλαγή, διακηρύσσουν την πίστη τους στα «σοσιαλιστικά
Ιδεώδη» με την ταυτόχρονη αποδοκιμασία του μαρξισμού και της τακτικής του
κομμουνισμού. Από την άλλη πλευρά ή ίδρυση της ΕΔΑ, πού διαδέχθηκε τη
«Δημοκρατική Παράταξη» (με τη σύσταση της οποίας είχε συμφωνήσει το ΣΚ-ΕΛΔ),
έδωσε τη δυνατότητα μιας «νόμιμης» εμφάνισης των κομμουνιστικών στελεχών στο
πλαίσιο ενός συνασπισμού της δημοκρατικής Αριστεράς, με αποτέλεσμα να
συρρικνωθεί εντελώς η εκλογική δύναμη του ΣΚ-ΕΛΔ, χωρίς να παραλείπονται από
την εξόριστη ηγεσία του ΚΚΕ οι διαδοχικοί μύδροι «ενάντια στους κυματοθραύστες
των λαϊκών αγώνων». Έτσι ανάμεσα από την ΕΠΕΚ και την ΕΔΑ ο πολιτικός χώρος
είχε αποδυναμωθεί, οδηγώντας αναπότρεπτα σε ανασυνθέσεις χωρίς μνεία της
σοσιαλιστικής τους ταυτότητας, όπως ήταν το «Δημοκρατικό Κόμμα Εργαζομένου
Λαού» (ως συγχώνευση του ΣΚ-ΕΛΔ, πλην του Τσιριμώκου, με τμήμα της ΕΠΕΚ υπό τον
Καρτάλη) με συμβολική του εφεδρεία τον «Σοσιαλιστικό Σύνδεσμο» που θα
συντηρούσε απλώς τη «σοσιαλιστική φλόγα» χωρίς να ενεργεί ως κόμμα (6-12-1952).
Έτσι παραγκωνίζεται η «σοσιαλιστική επαναστατικότητα των εργαζομένων και των
πνευματικών ανθρώπων» για την «εκμαίευση της κοινωνικής μεταβολής», την οποία
«απεργάζονται οι νόμοι της κοινωνικής ροής» και συνιστά την «ωραιότερη
ανθρώπινη δικαιολογία της ζωής»…
Ο Παναγιώτης Νούτσος είναι ομότιμος Καθηγητής
Κοινωνικής και Πολιτικής Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου