15/5/16

Ο Αλέξανδρος Σβώλος στο συνέδριο του Λιβάνου

ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΣΚΑΛΙΔΑΚΗ


Συνέδριο του Λιβάνου, σε διάλειμμα εργασιών. (Αλέξανδρου Ξύδη -ΑΣΚΙ)
Ο Αλέξανδρος Σβώλος προσχώρησε στην Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης (ΠΕΕΑ) και ορίστηκε πρόεδρος αυτής (καθώς και γραμματέας  Εξωτερικών, Παιδείας και Θρησκευμάτων, Λαϊκής Διαφώτισης) στις 18 Απριλίου 1944. Έναν μήνα μετά, στις 17 Μαΐου, με την ιδιότητα αυτή θα συμμετείχε στο Συνέδριο του Λιβάνου, που συνεκλήθη για τη συγκρότηση μιας κυβέρνησης εθνικής ενότητας, υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου, ο οποίος είχε ήδη επιλεγεί από τους Βρετανούς ως επικεφαλής της.
Η συμμετοχή του Σβώλου –μαζί με τους Ν. Ασκούτση, Α. Αγγελόπουλο, Στ. Χατζήμπεη και Π. Κόκκαλη, ακαδημαϊκούς και πολιτικούς των Φιλελευθέρων– στην ΠΕΕΑ ήταν το αποτέλεσμα μιας μακράς διαπραγμάτευσης αυτών με το ΕΑΜ. Η ομολογημένη στόχευσή τους ήταν η συμβολή τους στην επίτευξη της εθνικής ενότητας μεσολαβώντας μεταξύ του ΕΑΜ και του παλαιού αστικού κόσμου. Από τη μεριά του ΕΑΜ, ο ανασχηματισμός της ΠΕΕΑ με τη συμμετοχή των «Σβωλικών» ήταν μια διεύρυνση με πολιτική σημασία για το στενό αρχικό σχήμα της 10ης Μαρτίου 1944 και συγχρόνως άνοιγμα σε μια σειρά στελέχη του χώρου των Φιλελευθέρων, πολύτιμα για τις ανάγκες διοίκησης της Ελεύθερης Ελλάδας. 
Από τη μεριά του παλαιού αστικού κόσμου, η συγκρότηση της ΠΕΕΑ αντιμετωπίστηκε με έκδηλη εχθρότητα ενώ η αρχική στάση της κυβέρνησης Τσουδερού και των Βρετανών ήταν η υποβάθμιση του γεγονότος. Καθώς όμως τα νέα έφτασαν στη Μέση Ανατολή κινητοποιώντας μεγάλο μέρος του στρατού υπέρ της ΠΕΕΑ, αποφασίστηκε η πρόσκληση των αντιπροσώπων της Αντίστασης στις διαβουλεύσεις για ένα νέο κυβερνητικό σχήμα. 
Στο ενδιάμεσο, η Βρετανία θα ελέγξει εντελώς απροκάλυπτα τις εξελίξεις αλλάζοντας τη σύνθεση της ελληνικής κυβέρνησης από τον Εμμανουήλ Τσουδερό στον Σοφοκλή Βενιζέλο και μετέπειτα στον Γεώργιο Παπανδρέου και θα προχωρήσει σε εκτεταμένη εκκαθάριση των απείθαρχων ελληνικών ενόπλων δυνάμεων με εγκλεισμό χιλιάδων αξιωματικών και οπλιτών στα σύρματα. Ο Παπανδρέου εμφανίστηκε στο προσκήνιο ως πολιτικός του δημοκρατικού χώρου, που όμως είχε σαφή αντιεαμικό προσανατολισμό.
Το ΕΑΜ, και συνακόλουθα η ΠΕΕΑ, έμεναν σταθερά στη γραμμή της εθνικής ενότητας και θεωρούσαν τις εξελίξεις, όπως την παραίτηση Τσουδερού και τη σύγκληση του συνεδρίου του Λιβάνου, ως αποτέλεσμα της πολιτικής αυτής. 
Το πρωί του Σαββάτου 22 Απριλίου σε κοινή συνεδρίαση της ΠΕΕΑ, του ΕΑΜ και του ΚΚΕ αποφασίστηκε η σύνθεση των αντιπροσωπειών και οι οδηγίες, με βάση τις οποίες θα κινούνταν αυτές. Οι κυριότερες –μεταξύ άλλων- οδηγίες ήταν οι εξής: 1) Να γίνει σαφής και έντονη αποκήρυξη του Ράλλη και των Ταγμάτων Ασφαλείας, 2) Απαραίτητα τμήμα της κυβέρνησης να βρίσκεται στην Ελεύθερη Ελλάδα, 3) Κατ’ ελάχιστο οι μισές έδρες της κυβέρνησης να δοθούν σε ΠΕΕΑ, ΕΑΜ, ΚΚΕ, 4) Να γίνει ενιαίος στρατός, 5) ο στρατός και οι πληθυσμοί να ενισχυθούν άμεσα, 6) Να γίνει οριστική και ανεπιφύλαχτη δήλωση του Γεωργίου ότι δεν θα επιστρέψει χωρίς δημοψήφισμα.
Στην πραγματικότητα, εξαρχής δεν υπήρχε κοινή άποψη μέσα στην ΠΕΕΑ για τη στάση της αντιπροσωπείας στο Λίβανο. Ο Σταμάτης Χατζήμπεης, απηχώντας ίσως και τη γνώμη της υπόλοιπης ομάδας που μετείχε στον ανασχηματισμό της ΠΕΕΑ διαμήνυσε εμπιστευτικά στον Σβώλο πριν την αναχώρηση του τελευταίου: «Αν πετύχετε τους 14 όρους πάει καλά, αλλά με κάθε θυσία ναρθήτε πίσω με την ενότητα»[1] Αλλά και όσον αφορά το ΚΚΕ, αμφισβητήθηκε μεταγενέστερα η αυστηρότητα τήρησης των όρων.
Στις 17 Μαΐου άρχιζε στο ξενοδοχείο Grand Hotel du Bois de Boulogne, έξω από τη Βηρυτό, το Συνέδριο του Λιβάνου. Στις εργασίες του συμμετείχαν ο Γ. Παπανδρέου, πρωθυπουργός της εξόριστης κυβέρνησης, οι Σ. Βενιζέλος, Γ. Εξηντάρης, Κ. Ρέντης και Γ. Βασιλειάδης εκ μέρους του Κόμματος των Φιλελευθέρων, ο Δ. Λόντος εκ μέρους του Λαϊκού Κόμματος, ο Σ. Θεοτόκης εκ μέρους του Εθνικού Λαϊκού Κόμματος, ο Γ. Σακκαλής εκ μέρους του Προοδευτικού Κόμματος, ο Α. Μυλωνάς εκ μέρους του Αγροτικού Δημοκρατικού Κόμματος, ο Ι. Σοφιανόπουλος εκ μέρους της Ενώσεως Αριστερών (του «αριστερού» Αγροτικού Κόμματος), ο Π. Κανελλόπουλος εκ μέρους του Εθνικού Ενωτικού Κόμματος, ο Φ. Δραγούμης, ανεξάρτητος, οι Κ. Πυρομάγλου, Σ. Μεταξάς και Α. Μεταξάς, εκπρόσωποι του ΕΔΕΣ, ο Γ. Καρτάλης της ΕΚΚΑ και οι Κ. Βεντήρης και Α. Σταθάτος εκπροσωπώντας τις «Εθνικές Δυναμικές Οργανώσεις Αθηνών». Την ΠΕΕΑ εκπροσωπούσε ο πρόεδρός της Α. Σβώλος και οι Α. Αγγελόπουλος και Ν. Ασκούτσης, το ΕΑΜ ο Μ. Πορφυρογένης και Δ. Στρατής και το ΚΚΕ ο Π. Ρούσσος. Ως συμβουλευτικό μέλος της αντιπροσωπείας ΠΕΕΑ, ΕΑΜ, ΚΚΕ συμμετείχε και ο στρατιωτικός αρχηγός του ΕΛΑΣ Στ. Σαράφης.[2]
Το συνέδριο του Λιβάνου εξελίχτηκε σε μια ευθεία επίθεση ενάντια στο ΕΑΜ. Άρχισε με τον εναρκτήριο λόγο του Παπανδρέου που κατηγόρησε το ΕΑΜ και τον ΕΛΑΣ ότι σχεδίαζαν τη μεταπολεμική τους επικράτηση και συνέκρινε τις ωμότητες των Γερμανών και των Ταγμάτων Ασφαλείας με τη δράση του ΕΛΑΣ. Η επίθεση αυτή συνεχίστηκε από όλους σχεδόν τους αντιπροσώπους αναγκάζοντας την αντιπροσωπεία του ΕΑΜ, του ΚΚΕ και της ΠΕΕΑ να τηρήσει αμυντική στάση και να αποδεχτεί τον τελικό λόγο των οκτώ σημείων του Παπανδρέου ως τελική συμφωνία.
Η γενικόλογη και πρωτότυπη στη μορφή αυτή συμφωνία θα ήταν η βάση της επικράτησης Παπανδρέου και της τελικής υποχώρησης του ΕΑΜ σε όλα τα σημεία για τη συμμετοχή στην κυβέρνηση στις αρχές Σεπτεμβρίου 1944. Ουσιαστικά τα όσα δεν συμφωνήθηκαν και έμειναν εκκρεμή ήταν πιο σημαντικά απ’ όσα καταγράφηκαν ως συμφωνία και μέσα σε αυτά ήταν και οι όροι που κόμιζαν οι αντιπροσωπείες ΕΑΜ-ΠΕΕΑ-ΚΚΕ.
Ο λόγος του Αλέξανδρου Σβώλου στον Λίβανο είναι χαρακτηριστικός των απόψεων περί εθνικής ενότητας που επικρατούσαν στην ΠΕΕΑ αλλά και της προσωπικής του στάσης. Ο Σβώλος τοποθετήθηκε την πρώτη ημέρα, στις 17 Μαΐου, μετά τον λόγο του Παπανδρέου και τις τοποθετήσεις των Σ. Βενιζέλου και Αλ. Μυλωνά. Είναι χαρακτηριστικό ότι δεν προέβαλε με σαφήνεια τους όρους της αντιπροσωπείας αλλά περιορίστηκε στη διακριτική απάντηση των αιτιάσεων Παπανδρέου κατά του αντιστασιακού κινήματος, προδιαγράφοντας από νωρίς το αποτέλεσμα του συνεδρίου. 
Χαρακτηριστικά, απέδωσε την πατρότητα της ιδέας της εθνικής ενότητας στο ΕΑΜ και παρουσιάζει τον ίδιο και την ομάδα του ως προσχωρήσαντες σε αυτήν:
Εις την δούλην Ελλάδα [η ιδέα της εθνικής ενότητος] εκαλλιεργήθη από 3ετίας σχεδόν από της ενάρξεως της κατοχής και αι πρώται διατυπώσεις εις την πραγματοποίησίν της πρέπει να αναγνωρισθή ότι οφείλονται εις την οργάνωσιν αυτήν που ονομάζεται Εθνικόν Απελευθερωτικόν Μέτωπον και νομίζω ότι εν τη εκτιμήσει τούτου πρέπει να ληφθή υπ’ όψιν ότι δεν συμμετείχον ούτε τότε ούτε τώρα της οργανώσεως αυτής.
[...]
Εμείς οι άλλοι ήλθε μια στιγμή κατά την οποίαν ενομίσαμεν ότι δεν είχαμε το δικαίωμα να παραμείνωμε περισσότερον καιρόν από το λαϊκόν αίσθημα. Και νομίσαμεν ότι το καθήκον μας ήτο να προστρέξωμε εις τας δυνάμεις που είχαν δημιουργηθή εις τα βουνά της μαχομένης Ελλάδος.
Μιας πολιτικής οργανώσεως κατά την γνώμην μου ήτο απαραίτητος δια να διευθύνη τον αγώνα αλλά και να διοική κατά τον καλύτερον τρόπον. Ενομίσαμεν ότι έπρεπε να ζητούσαμε να ευρίνωμε αυτήν όχι για να δημιουργήσουμε οριστικά μια δεύτερη Ελληνική Κυβέρνησι αλλά δια να συντελέσωμε δίδοντες το παράδειγμα της οργανώσεως των δυνάμεων να συντελέσωμεν εις την επίτευξιν της τελικής Ενότητος υπό μίαν Ελληνικήν Κυβέρνησιν πανελληνίου συνασπισμού.
[...]
Σήμερα εκείνο αυτό που θέλομεν εκείνο που αισθανόμεθα εκείνο που θέλει όλος ο κόσμος είναι να ενταχθούν όλες αι δυνάμεις και έξω και μέσα της Ελλάδος στην ίδια εθνική κοίτη της ενεργούς συμμετοχής μας εις τον αγώνα των συμμάχων δια την ελευθερίαν μας και δια την δημοκρατικήν λύσιν των εσωτερικών ζητημάτων. Το εναντίον η συνέχισις δηλαδή της μη ευρείας ενότητος όχι μόνον μειώνει την απόδοσιν εις το έργον αλλά και βοηθεί άθελά μας ασυνείδητα τον ίδιο τον εχθρό μας.
Στη συνέχεια προβάλει τη στοίχιση του ΕΑΜ στο συμμαχικό αγώνα αποκρούοντας τις περί του αντιθέτου κατηγορίες και αναγνωρίζει χαρακτηριστικά τον ιδιαίτερο ρόλο της Μεγάλης Βρετανίας:
Ο πρώτος σκοπός της Ενότητος είναι και πρέπει να παραμείνη η ελευθέρωσις της Πατρίδος μας από τον ζυγόν των δύο κατακτητών και η ευρυτέρα συμμετοχή των ηνωμένων εθνικών δυνάμεων στον συμμαχικόν αγώνα.
Έτσι και η πολιτική ιδεολογία την οποία μπορούμε να απαρτίσουμε ενιαία σήμερα πρέπει να ευρίσκεται μέσα στο πλαίσιο του συμμαχικού αγώνος όπως έχει διατηρηθή. Εις αυτό θα προστεθή και η συνείδησις των εκ παραδόσεων δεσμών μεταξύ Ελλάδος και Μ. Βρεττανίας.
Τέλος, προσπαθεί να υπεραμυνθεί του οργανωμένου εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα – χαρακτηριστικό του κλίματος που εξαρχής είχε επικρατήσει στο συνέδριο:
Η Ελλάς νομίζομεν ότι πρέπει να είναι υπερήφανος δια την αντίστασι του Λαού της και θα την επικαλεσθή ακριβέστερα για να υπολογισθούν κατά τας συζητήσεις οι τεράστιες θυσίες της εις τον αγώνα.
Θα ήτο εθνικόν έγκλημα να θελήσωμε να μειώσωμεν την ηθικήν σημασίαν αυτού του τμήματος των λαϊκών θυσιών αι οποίαι κ. Πρόεδρε και κ. Σύνεδροι έχουν το τιμητικόν προνόμιον να είναι εντελώς εκούσιες.
[...]
Η συνέχεια είναι γνωστή. Ο Σβώλος θα υπεραμυνθεί μέχρις εσχάτων της επιλογής συμμετοχής του ΕΑΜ στην κυβέρνηση Παπανδρέου όλο το καλοκαίρι του 1944 τονίζοντας πως θα παραιτούνταν από την ΠΕΕΑ σε αντίθετη περίπτωση. Τελικά η παραίτησή του, ως υπουργού της κυβέρνησης Παπανδρέου, θα συνοδευτεί από αυτές όλων των υπουργών του ΕΑΜ πριν ξεσπάσουν τα Δεκεμβριανά. Η εθνική ενότητα δεν θα ευοδωθεί.

Ο Γιάννης Σκαλιδάκης είναι ιστορικός


[1] Σταμάτης Χατζήμπεης, Μια ζωή γεμάτη αγώνες. Ο βίος και το έργο ενός ανθρώπου, ό.π., σ. 176.
[2] Γιάννης Ανδρικόπουλος, 1944 Κρίσιμη χρονιά (300 ανέκδοτα έγγραφα από το προσωπικό αρχείο του ΟυΐνστονΤσώρτσιλ για την Ελλάδα, από 8-3 έως 5-12-1944), 1ος τόμος, Αθήνα, Διογένης, 1974, σ. 173. Μαρία Σπηλιωτοπούλου - Προκόπης Παπαστράτης (σύνταξη), Χρονολόγιο γεγονότων 1940-1944, ό.π., σ. 285.

Δεν υπάρχουν σχόλια: