10/5/14

Βιοπολιτική ή Οδηγός Φουκώ στο σήμερα

ΤΗΣ ΑΛΙΚΗΣ ΚΟΣΥΦΟΛΟΓΟΥ

MICHEL FOUCAULT, Η γέννηση της βιοπολιτικής: Παραδόσεις στο Κολλέγιο της Γαλλίας (1978 – 1979), μτφρ: Βασίλης Πατσόγιαννης, εκδόσεις Πλέθρον, σελ. 374

Όπως αναφέρεται και στον πρόλογο της έκδοσης ο Μισέλ Φουκώ δίδαξε στο Κολλέγιο της Γαλλίας από τον Ιανουάριο του 1971 μέχρι και τον πρόωρο θάνατο του τον Ιούνιο του 1984. Ο τίτλος της έδρας που κατέλαβε πριν καν συμπληρώσει τα 43 του χρόνια ήταν «Ιστορία των συστημάτων σκέψης». Εμπνεόμενος από τον «ανοιχτό» χαρακτήρα αυτού Μεγάλου Ιδρύματος (“Grand établissement”), η παρακολούθηση των μαθημάτων του οποίου δεν προαπαιτεί ούτε την εγγραφή, ούτε την κατοχή κάποιου άλλου πτυχίου και το οποίο δεν απονέμει διπλώματα κι έχει ακροατές αντί φοιτητών, παρέδιδε περίπου 26 ώρες διδασκαλίας το χρόνο. Όραμα του ήταν να ενισχύσει τον αλληλεπιδραστικό χαρακτήρα της διδασκαλίας ώστε να προσλάβει σταδιακά το σεμινάριο τον χαρακτήρα συλλογικής εργασίας. Η γενεαλογία των σχέσεων εξουσίας/γνώσης που δομούσε τις παραδόσεις του φωτιζόταν ενταγμένη στο ιστορικό και κοινωνικό πλαίσιο. Η πρακτική των ακροατών – φοιτητών του να ηχογραφούν τις παραδόσεις του με κασετόφωνα επέτρεψε στην πραγματικότητα την διάσωση των σεμιναρίων.
 Η έκδοση Γέννηση της βιοπολιτικής. Σειρά παραδόσεων στο Κολλέγιο της Γαλλίας 1978 - 1979 αποτελεί προϊόν της επιμελημένης από τον Μισέλ Σενελλάρ απομαγνητοφώνησης των λόγων που εκφωνήθηκαν δημόσια από τον Μισέλ Φουκώ. Η περίληψη που δημοσιεύτηκε στην Επετηρίδα του Κολλεγίου της Γαλλίας, την οποία συνέταξε ο ίδιος ο Φουκώ, καθώς και η «τοποθέτηση» του επιμελητή Μισέλ Σενελλάρ αποτελούν ένα ιδιαίτερο κατατοπιστικό πλαίσιο για το σύνολο της έκδοσης. Μαζί με τους «Μη κανονικούς»[1], μίας έκδοσης που είναι επίσης προϊόν της επιμελημένης  από τους Βαλέριο Μαρκέτι και Αντονέλλα Σαλομόνι καταγραφής των προφορικών παραδόσεων του Μισέλ Φουκώ στο Κολέγιο της Γαλλίας κατά την περίοδο 1974 -1975 αποτελούν σημαντικά τεκμήρια της πολύπλευρης φιλοσοφικής και ερευνητικής δραστηριότητας του Φουκώ την περίοδο του Κολεγίου.

 Σχέδιο ήχου III
Υδατοδιαλυτά χρώματα σε χαρτί, 210x90 εκ.
Όπως πειστικά αναλύει ο ίδιος στην  περίληψη των  παραδόσεων που συνέταξε ο ίδιος –  ήταν υποχρεωμένος να το πράξει από το πλαίσιο που όριζε ο κανονισμός λειτουργίας του Κολλεγίου της Γαλλίας – ο φιλελευθερισμός ως «μεθοδολογία» δια-κυβέρνησης αναπτύχθηκε από το 18ο αιώνα κι έπειτα ως μια κριτική στην αποκαλούμενη «υπερβολική διακυβέρνηση» ή κατά τη νεοφιλελεύθερη πια παράδοση ως μια κριτική στο «υπερβολικό κράτος». Μέσα σ αυτό το πλαίσιο, ο φιλελευθερισμός προσεγγίζεται ως ένα σύνολο καθοδηγη-τικών αρχών διοίκησης που έχουν ως εφαλτήριο μιας κλασικής μακροοικονομικής προέλευσης «φαντασίωση» μιας αυτο-ρυθμιζόμενης οικονομίας – κοινωνίας. Μάλιστα τεκμηριώνει αυτή την υπόθεση με αναφορά σε δύο ιστορικά παραδείγματα φιλελευθερισμών: του γερμανικού φιλε-λευθερισμού της περιόδου 1948 – 1962 (Ορντοφιλελευθερισμός[2]) καθώς και του μεταπολεμικού φιλελευθερισμού της Σχολής του Σικάγο. Όπως ευφυώς εντοπίζει και οι δύο «σχολές» διακυβέρνησης ανα-πτύχθηκαν αρχικά ως κριτικές σε αυτή που αναγνώριζαν ως «υπερβολική διακυβέρ-νηση»: από τη μία εκείνη της μετά - ναζιστικής Γερμανίας και από την άλλη αυτή του μεταπολεμικού New Deal. Καταλήγει ότι το βασικό πρόβλημα του φιλελευθερισμού ως μεθοδολογίας διαχείρισης εδράζεται στο ζήτημα της βιοπολιτικής. Είτε ως μορφή συστηματικής και εξονυχιστικής κοινωνικής ρύθμισης από τη γραφειοκρατία, είτε ως ένα μοντέλο μεταφοράς της αγοραίας ορθολογικότητας σε χώρους μη οικονο-μικούς όπως η οικογένεια, η γεννητικότητα ή αναπαραγωγή και η παρανομία/παραβατικότητα, η βιοπολιτική τέμνει εγκάρσια σχεδόν κάθε μοντέλο φιλελεύθερης διακυβέρνησης, όπου αυτό έχει εφαρμοστεί. Υπό την έννοια αυτή, ο «φιλελευθερισμός» ως «ού τόπος» εκφυλίζεται στα μάτια του Φουκώ σε μια τεχνολογία ορθολογικής διαχείρισης, η οποία αποβλέπει στην κατά το δυνατότερο μέγιστη αποτελεσματικότητα με τη μικρότερη δυνατή μέριμνα/παρέμβαση.
Συνεπής στη  γενεαλογική μέθοδο του σχεδίασε μία σειρά μαθημάτων με επίκεντρο την βιοπολιτική, τα οποία στο αρχικό σχεδίασμα καταγράφονταν ως μελέτη του φιλελευθερισμού στην πρωταρχική εκδοχή του και στις σύγχρονες εκφάνσεις του, αμερικανική και γερμανική, κι έπειτα το πρόβλημα της πολιτικής ζωής[3], ωστόσο το σχεδίασμα αυτό δεν υλοποιήθηκε ποτέ. Οι εισηγήσεις του κατέληξαν να απασχολούνται αποκλειστικά με το θέμα του νεοφιλευθερισμού κυρίως μέσα από την μελέτη παραδειγμάτων καπιταλιστικής κοινωνικής οικονομίας που προδιέγραψαν την εμφάνιση του. Μέσα σ αυτό το πλαίσιο το γερμανικό ζήτημα έγινε δεσπόζον σε όλες τις εισηγήσεις του.
Η περιοδολόγηση του εκκινά από τον 18ο αιώνα όπου ο Φουκώ ανασύρει τα θεμέλια της φιλελεύθερης διακυβέρνησης. Η φυσικοποιημένη αναπαράσταση της αγοράς στους λόγους περί οικονομίας του κλασικού φιλελευθερισμού, την καταξίωνε ιδεολογικά ως φορέα μιας διαχρονικής αλήθειας. Επομένως, η νεωτερικότητα διαρθρώθηκε μεταξύ άλλων και μέσα από πρίσμα της επικυριαρχίας μιας ιδεολογίας του αυθεντικού και αληθούς οικονομοκεντρισμού/οικονομισμού. Συνεπώς, οι διαφορετικές εκφάνσεις αυτής της «μεθοδολογίας» και οι ιδεολογικοί της προσανατολισμοί αναμορφώνονταν αναφορικά με την θετική ή αρνητική πρόσληψη της ελευθερίας[4].
Πιάνοντας την άκρη του νήματος αυτής της συλλογιστικής στα επόμενα μαθήματα ο Φουκώ συζητά την από το 18ο αιώνα  διακηρυγμένη ως «ελεύθερη» ανταλλαγή πόρων, γνώσεων και εμπορευμάτων, η οποία πλαισιώνεται από περίπλοκα και μεταλλασσόμενα πλέγματα ασφάλειας που εξισορροπούν και εγγυώνται την αναπαραγωγή και  κατά συνέπεια την αποτελεσματικότητα της διακυβέρνησης. Από την σκοπιά αυτή, η εργαλειακή επίκληση στην ιδέα της ελευθερίας, η οποία αποτελεί θεμέλιο όλων των σύγχρονων πολιτικών-οικονομοκεντρικών καθεστώτων, δημιουργεί το υπόβαθρο για την ευδοκίμηση βιοπολιτικών μέσων. Έτσι, δεδομένης και της εξουσίας ως ενός συστήματος σχέσεων και κατά συνέπεια ως ενός πλέγματος εξουσιών που διαμορφώνει και τους φορείς και τα υποκείμενα, το κράτος γίνεται αντιληπτό από τον Φουκώ ως η νομική μορφή της «φιλελεύθερης» διακυβέρνησης, η οποία μεριμνά για την αποτελεσματική υλοποίηση των αρχών της βιοπολιτικής χωρίς όμως τελικά να βρίσκεται σε αντιπαράθεση με την κοινωνία.
Κάπου εκεί οδηγείται να διακρίνει μεταξύ κλασικού φιλελευθερισμού και νεοφιλελευθερισμού (Μάθημα  14ης Φεβρουαρίου 1979). Καταλήγει λοιπόν ότι η «πραγματική» διαφορά μεταξύ των δύο έγκειται στο ότι ενώ στο φιλελευθερισμό του Άνταμ Σμιθ ο στόχος είναι προαγωγή της αυτορρύθμισης του χώρου της αγοράς ως «ελεύθερου χώρου», στην περίπτωση του νεοφιλελευθερισμού το πρόβλημα είναι «να μάθουμε πως μπορεί να ρυθμιστεί η σφαιρική άσκηση της πολιτικής εξουσίας βάσει των αρχών μίας οικονομίας της αγοράς[5]». Από την περίοδο Πινοσέτ στην Χιλή και τη θατσερική Αγγλία μέχρι και τα PIGS της μετα-καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης εποχής ξεπηδούν ζωντανές εικόνες του νεοφιλελευθερισμού που ανακινείται ως μια κριτική στην «υπερβολική» διακυβέρνηση – η οποία με πραγματικούς όρους συνήθως εκφράζεται μέσω της συρρίκνωσης του κράτους πρόνοιας και των δομών κοινωνικής φροντίδας αλλά και μέσω των ιδιωτικοποιήσεων δημοσίων αγαθών – αλλά και που ενεργοποιεί ταυτόχρονα μηχανισμούς υπερβολικής «ρύθμισης» όλων των πτυχών της ζωής του πληθυσμού. Η κρίσιμη αυτή διαπίστωση κατακλύζει σχεδόν όλο το υπόλοιπο σκέλος των εισηγήσεων του αναδεικνύοντας στο επίκεντρο του προβληματισμού που αναπτύσσεται την βιοπολιτική του νεοφιλελευθερισμού.
Η ανερχόμενη νεοφιλελεύθερη βιοπολιτική απασχολούσε έντονα τον Φουκώ κατά την περίοδο εκείνη, γεγονός το οποίο συνδεόταν τόσο με τον αντίκτυπο του κλίματος πολιτικής ριζοσπαστικοποίησης που επικράτησε στη Γαλλία από τα τέλη της δεκαετίας του εξήντα, όσο και με την ενεργή εμπλοκή του ίδιου σε ριζοσπαστικά κοινωνικά κινήματα, όπως το κίνημα για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων των φυλακισμένων. Εξάλλου, λίγα χρόνια νωρίτερα είχε κυκλοφορήσει στα γαλλικά το εμβληματικό βιβλίο του Επιτήρηση και Τιμωρία: Η γέννηση της φυλακής. Εν προκειμένω, οι μελέτες του για την ιστορική εξέλιξη του ποινικού συστήματος στην Ευρώπη τον οδήγησαν σε ένα διαρκώς ανανεούμενο στοχασμό πάνω στα θέματα της «πειθαρχικότητας» στον πολιτισμό των σύγχρονων δυτικών κοινωνιών. Το πρόβλημα της «πειθαρχικής κοινωνίας» η οποία συγκροτήθηκε κατά τη μετάβαση από το μεσαίωνα στη νεωτερική κοινωνία μέσω της κατηγοριοποίησης του «εγκλήματος» αλλά και της κανονικοποίησης των πειθαρχικών πρακτικών διαπερνά το σύνολο των εισηγήσεων αφήνοντας περιθώρια για την διατύπωση υποθέσεων αναφορικά με το περιεχόμενο των συζητήσεων που μπορεί να εκτυλίχθηκαν στα κατάμεστα αμφιθέατρα του Κολλεγίου της Γαλλίας. 
Με μια σημερινή ματιά στη συζήτηση θα μπορούσε να ειπωθεί ότι τα στρατόπεδα συγκέντρωσης μεταναστών, οι εκτοπισμοί πληθυσμών Ρομά, η ποινική μεταχείριση των τοξικοεξαρτημένων, ή ειδικότερα η υπόθεση της προεκλογικής διαπόμπευσης των φερόμενων ως οροθετικών γυναικών από την αστυνομία, το Υπουργείο Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη και «υγειονομικούς» θεσμούς (βλ ΚΕΕΛΠΝΟ) αλλά και οι απάνθρωπες συνθήκες κράτησης στα σωφρονιστικά ιδρύματα της χώρας ή η κακομεταχείριση οροθετικών κρατουμένων στο νοσοκομείο των φυλακών Κορυδαλλού αποτελούν όψεις της εσωτερικευμένης «πειθαρχικότητας» στις σύγχρονες ευρωπαϊκές κοινωνίες. Με αλματώδη σκέψη θα μπορούσε να ειπωθεί ότι ο θρίαμβος της αντεπανάστασης στην Ουκρανία αλλά και η ιστορική ειρωνεία της ανάδειξης του ακροδεξιού και φιλοναζιστικού ουκρανικού κόμματος «Ελευθερία»[6] σε πρωταγωνίστρια δύναμη μεταξύ των συγκεντρωμένων στην πλατεία Ανεξαρτησίας και κατά συνέπεια σε ρυθμιστή των καταιγιστικών πολιτικών εξελίξεων στην συντετριμμένη από την ευρωπαϊκή λιτότητα Ουκρανία αποτελεί αντίστοιχα μια ακόμη υλική εκδήλωση του νεοφιλελευθερισμού ως κριτικής στην «υπερβολική» διακυβέρνηση η οποία όμως κατατείνει στο όνομα της ελευθερίας να αναδεικνύει νέους τύπους ή να επαναφέρει εκσυγχρονισμένους παλιότερους (βλ ναζισμός) ακόμη πιο ισχυρής βιοπολιτικής ρύθμισης της ζωής ολόκληρης της κοινωνίας.

Η Αλίκη Κοσυφολόγου είναι δρ του τμήματος Πολιτικής Επιστήμης του ΕΚΠΑ, μέλος του Κ. Σ. της Νεολαίας ΣΥΡΙΖΑ και υποψήφια περιφερειακή σύμβουλος Αττικής, Νότιος τομέας

[1] Μισέλ Φουκώ, Οι μη κανονικοί: Παραδόσεις στο Κολέγιο της Γαλλίας 1974 – 1975, μτφρ: Σωτήρης Σιαμανδούρας, Αθήνα: Εστία, 2010
[2] Ordo ήταν το όνομα του γερμανικού περιοδικού το οποίο συσπείρωνε μία σειρά γερμανών οικονομολόγων που επεξεργάστηκαν μεταπολεμικά τύπους οικονομικής διακυβέρνησης κριτικούς τόσο προς τον κευνσιανισμό όσο και προς τον σοβιετικό σοσιαλισμό. Michel Foucault, Η γέννηση της βιοπολιτικής: Παραδόσεις στο Κολλέγιο της Γαλλίας (1978 – 1979), μτφρ: Βασίλης Πατσόγιαννης, Αθήνα: Πλέθρον, 2012, σελ. 394 -395
[3] Μισέλ Σενελλάρ, Τοποθέτηση του μαθήματος στο Michel Foucault, ό.π, σελ 298
[4] «δύο ετερογενείς αντιλήψεις για την ελευθερία ορίζονται εύστοχα από τον επιμελητή ως «ο επαναστατικός αξιωματικός δρόμος που εκκινεί από τα ανθρώπινα δικαιώματα για να ιδρύσει την κυρίαρχη εξουσία και ο ριζοσπαστικός ωφελιμιστικός δρόμος, που εκκινεί από τη διακυβερνησιακή πρακτική για να ορίσει υπό όρους χρησιμότητας το όριο αρμοδιότητας της διακυβέρνησης και τη σφαίρα ανεξαρτησίας των ατόμων» Στο ίδιο, σελ. 299
[5] Michel Foucault, ό.π., σελ. 131
[6] Μέχρι πρότινος έφερε το όνομα “Eθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα»

Δεν υπάρχουν σχόλια: