(Ερωτήματα και απαντήσεις για το
Κυπριακό)
Του Σπύρου Κακουριώτη
ΑΛΕΞΗΣ ΗΡΑΚΛΕΙΔΗΣ, Το Κυπριακό
πρόβλημα: 50+1 ερωτήσεις και απαντήσεις, Θεμέλιο, Αθήνα 2025, σελ. 184
Έχοντας πίσω του μια μακρά και ευδόκιμη θητεία, τόσο ως πανεπιστημιακός δάσκαλος όσο και ως εμπειρογνώμονας του υπουργείου Εξωτερικών, ο ομότιμος καθηγητής Διεθνών Σχέσεων Αλέξης Ηρακλείδης συμπυκνώνει στον ανά χείρας τόμο όχι μονάχα τα βασικά ιστορικά στοιχεία του Κυπριακού, τα απαραίτητα για έναν ενήμερο αναγνώστη, αλλά και τους βασικούς λόγους για τους οποίους αποτελεί την πλέον μακροχρόνια διεθνή διαμάχη που συνεχίζει να παραμένει ανεπίλυτη.
Υιοθετώντας την εύχρηστη και δημοφιλή μορφή των ερωταποκρίσεων, όπως έκανε και σε προηγούμενο βιβλίο του (Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειος: 50+1 όψεις των ελληνοτουρκικών διενέξεων, Θεμέλιο, 2019), ο συγγραφέας, ουσιαστικά, προσφέρει στον αναγνώστη του ένα εγχειρίδιο κατανόησης του ίδιου του Κυπριακού και, πολύ περισσότερο, αυτογνωσίας για τις ευθύνες του ελληνικού και ελληνοκυπριακού εθνικισμού για τα διαρκή αδιέξοδα, που έχουν σήμερα οδηγήσει το νησί ένα βήμα πριν την οριστική διχοτόμηση.
Ο Ηρακλείδης ξεκινά την πραγμάτευσή του από την παραδοχή ότι το Κυπριακό δεν ξεκινά το 1974, όπως θέλει ο εδραιωμένος στην άγνοια μύθος που καλλιεργεί η ελληνική πλευρά. Αντίθετα, οι απαρχές της σύγκρουσης βρίσκονται τουλάχιστον είκοσι χρόνια νωρίτερα, όταν μια ήδη υπαρκτή εθνοτική αντιπαράθεση παίρνει και διακρατικά χαρακτηριστικά. Σε κάθε περίπτωση όμως, κορυφώνεται στα «Ματωμένα Χριστούγεννα» του 1963-1964, όταν η ελληνοκυπριακή πλευρά, εκμεταλλευόμενη την υπεροπλία των παραστρατιωτικών της οργανώσεων («Ακρίτας» κ.λπ.) επιδίωξε να επιβάλει την ανατροπή των συμφωνιών Ζυρίχης - Λονδίνου και να μετατρέψει, manu militari, τους Τουρκοκύπριους από κοινότητα σε απλή μειονότητα.
Στην πραγμάτευσή του ο συγγραφέας αρχικά αναφέρεται στις ιστορικές παραμέτρους της διαμόρφωσης και της εξέλιξης του Κυπριακού ως διεθνούς ζητήματος, εξετάζοντας τόσο τις εσωτερικές πλευρές της εθνοτικής σύγκρουσης όσο και την πολιτική των χωρών εκείνων που εμπλέκονται και επηρεάζουν την εξέλιξή του μέχρι και σήμερα (Ελλάδα και Τουρκία, Βρετανία, ΗΠΑ και ΕΣΣΔ, σήμερα Ρωσία).
Στη συνέχεια, μέσα από μια σειρά ερωτήσεων, δίνει στον αναγνώστη όλα εκείνα τα στοιχεία που θα τον βοηθήσουν να κατανοήσει γιατί το Κυπριακό δεν έχει επιλυθεί μέχρι σήμερα. Προκειμένου να απαντήσει στο ερώτημα, ο συγγραφέας εξετάζει τον ρόλο του εθνικισμού και των εκατέρωθεν στερεοτύπων, τον ρόλο των ηγεσιών των δύο κοινοτήτων και των μεγάλων πολιτικών κομμάτων, ιδίως της ελληνοκυπριακής πλευράς (ΔΗΣΥ και ΑΚΕΛ), τον ρόλο της γεωπολιτικής αντίληψης της Τουρκίας κ.λπ.
Στα επόμενα κεφάλαια, ο Ηρακλείδης, μέσα από τις ερωτήσεις που διατυπώνει, προσεγγίζει τις διακριτές ιστορικές περιόδους του Κυπριακού, τόσο την περίοδο της αποικιοκρατίας (1945-1959) όσο και εκείνη της ανεξαρτησίας (1960-1974), εξετάζοντας, αφενός, τη σημασία της Κύπρου στο βρετανικό αποικιακό δίκτυο και την προέλευση της ιδέας της διχοτόμησης, τη διεθνοποίηση του ζητήματος από την Ελλάδα με παράλληλη υποστήριξη της χρήσης ένοπλης βίας και την κατάληξη στις συμφωνίες Ζυρίχης - Λονδίνου. Αφετέρου, εξετάζει τις διακοινοτικές συγκρούσεις του 1963 και την αμερικανική παρέμβαση (επιστολή Τζόνσον προς Ινονού, σχέδιο Άτσεσον), αλλά και τις πρώτες μακροχρόνιες διακοινοτικές συνομιλίες, καθώς και τη στάση της δικτατορίας απέναντι στο Κυπριακό.
Στη συνέχεια πραγματεύεται το «μοιραίο 1974», τις συνομιλίες της Ζυρίχης και τη στάση των ΗΠΑ, καθώς και όλες τις διεθνείς προτάσεις επίλυσης που απέτυχαν, αλλά και τους λόγους για τους οποίους απέτυχαν, τόσο την περίοδο 1974-1999, όσο και 2000-2024, όταν η προοπτική ένταξης της Κύπρου στην Ε.Ε. αποτέλεσε μια ευκαιρία για την αλλαγή των όρων του παιχνιδιού, η οποία όμως, όπως φάνηκε από το δημοψήφισμα για το Σχέδιο Ανάν, αλλά και τις συνομιλίες που ακολούθησαν, αποτέλεσε μία ακόμη «χαμένη ευκαιρία».
Το επόμενο κεφάλαιο είναι αφιερωμένο στις δυνατότητες που υπάρχουν σήμερα για ειρηνική επίλυση του Κυπριακού, οι οποίες, σύμφωνα με τον συγγραφέα, είναι, αφενός, η επανένωση με τη μορφή ομοσπονδίας, την οποία θεωρεί ευκταία, και, αφετέρου, το «βελούδινο διαζύγιο», όπου, προφανώς, η αναγνώριση τουρκοκυπριακού κράτους θα έχει ως αντάλλαγμα την επιστροφή εδαφών. Τα δύο άλλα απευκταία ενδεχόμενα που, όπως προειδοποιεί, μπορεί να προκύψουν είτε εκουσίως είτε και ακουσίως, είναι το «ανταγωνιστικό διαζύγιο», δηλαδή η ανεξαρτησία της Βόρειας Κύπρου χωρίς επιστροφή εδαφών, ή η προσάρτησή της στην Τουρκία, ενδεχόμενα στα οποία οδηγεί το δόγμα της «ακινησίας» που επιβλήθηκε επί πολύ στην ελληνική εξωτερική πολιτική.
Τέλος, στο καταληκτήριο κεφάλαιο, ο Ηρακλείδης προχωρεί στην αποδόμηση των κυριότερων μύθων που συντηρούνται, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Κύπρο, διαμορφώνοντας στρεβλές αντιλήψεις, οι οποίες δυσκολεύουν την ειρηνική επίλυση του Κυπριακού. Μύθοι οι οποίοι, στο μεγαλύτερο μέρος τους, αφορούν την άρνηση των Ελλήνων και των Ελληνοκυπρίων να αποδεχθούν ότι και η δική τους πλευρά έχει σοβαρές ευθύνες για τη μη επίλυση του Κυπριακού, ιδιαίτερα εξαιτίας της στάσης τους απέναντι στους Τουρκοκυπρίους, που υπέστησαν ουκ ολίγες ωμότητες από τους Ελληνοκύπριους συμπατριώτες τους κατά τη δεκαετία 1963-1974 και τους οποίους αρνούνται, ακόμη και σήμερα, να αναγνωρίσουν ως ισότιμους δρώντες.
Η μελέτη του Αλέξη Ηρακλείδη, εκτός από μια ευσύνοπτη πανοραμική ματιά στην ιστορία του Κυπριακού από το 1945 μέχρι τις μέρες μας, προσφέρει επίσης στον αναγνώστη του μία από τις πληρέστερες βιβλιογραφίες για το Κυπριακό, ελληνόγλωσσων και αγγλόγλωσσων έργων, αποτελώντας με τον τρόπο αυτό έναν πολύτιμο οδηγό για όποιον ή όποια αναζητά τόσο τις βασικές γνώσεις όσο και αναλύσεις για περισσότερο εξειδικευμένες πτυχές του Κυπριακού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου