ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΝΟΥΤΣΟΥ
Το 1989 υπήρξε από ορισμένες πλευρές η χαριστική βολή στη
διεργασία αποσάρθρωσης των καθεστώτων του «υπαρκτού σοσιαλισμού» που διέλυσε
και το ιδεολογικό τους επίχρισμα, το οποίο υπονοούσε ότι όλα ήταν «προορισμένα
να κρατήσουν ώς την αιωνιότητα». Μόνο που αυτή θα τελείωνε πριν κλείσει μισόν
αιώνα και «όλα θα γκρεμίζονταν» από τα «παιδιά
που θα είχανε πλαστεί/ κατ’ εικόνα και ομοίωση των αγαλμάτων», τα οποία είχαν στηθεί απομνημονεύοντας τις
«ιδανικές μορφές» του «νέου ανθρώπου».
Θα μπορούσε να
επισημανθούν δέσμες γεγονότων που επέφεραν ήδη καίρια ρήγματα στην
τριτοδιεθνιστική «ορθοδοξία» και ευνόησαν νεωτερικές
διατυπώσεις της σοσιαλιστικής θεωρίας: το 20ό Συνέδριο ταυ ΚΚΣΕ και η
διεργασία της «αποσταλινοποίησης» ως υπέρβασης του «ψυχρού πολέμου»· η
σινοσοβιετική ρήξη και ο πολυκεντρισμός των πηγών παραγωγής ιδεολογικού λόγου·
ο Μάης του ’68 στη Δυτική Ευρώπη και ο προάγγελός του στις Ηνωμένες Πολιτείες·
η ώθηση των νέων κοινωνικών κινημάτων με γνώμονα την επίγνωση των
διαφοροποιήσεων που έχουν υποστεί οι αναπτυγμένες κοινωνίες· η
απο-αποικιοποίηση και ο τρόπος παρουσίας του «Τρίτου Κόσμου» στο
αναδιατασσόμενο πεδίο των διεθνών σχέσεων και, τέλος, η αποσάρθρωση των καθεστώτων
του «υπαρκτού σοσιαλισμού», που διέλυσε και το ιδεολογικό τους επίχρισμα.
Κοντολογίς, με την επενέργεια του συνόλου αυτών των παραγόντων ετέθη σε αποστρατεία
το ιδεολογικό περίγραμμα των πολιτικών μορφών οργάνωσης της «εργατικής τάξης»,
φέρνοντας συνάμα στο προσκήνιο της ιστορίας «μαρξιστές» που δεν αναγνωρίζουν
στον «μαρξισμό» τη μήτρα της ταυτοποίησής τους ως θεωρητικών.
Το κοσμοϊστορικό γεγονός
της 25ης Οκτωβρίου (με το ισχύον τότε ημερολόγιο) βρήκε το 1993 στη θέση της
κραταιάς ΕΣΣΔ την παραπαίουσα Δημοκρατία της Ρωσίας, την «Κόκκινη Πλατεία»
αιματοβαμμένη και το Δημοτικό Συμβούλιο της Μόσχας αποφασισμένο να απαγορεύσει
τις συγκεντρώσεις για την επέτειο της «Μεγάλης Σοσιαλιστικής Επανάστασης»,
επειδή τάχα σ’ αυτές θα κυοφορούνταν «σχέδια αποσταθεροποίησης» του υπάρχοντος
καθεστώτος, που απεγνωσμένα επιδίδεται στην πλήρη αντιστροφή των ώς πρόσφατα
στρατηγικών προτεραιοτήτων της χώρας: δηλαδή από το εγχείρημα της «μετάβασης
στο σοσιαλισμό» (κάποτε ονομάσθηκε και «μετάβαση στον κομμουνισμό») το εκκρεμές
έχει οδηγηθεί στην απόπειρα επανάκαμψης του καπιταλισμού. Ο τραγικός αυτός
διάκοσμος αναμφίβολα δεν επιτρέπει, ιδίως σε όσους βίωναν τις χειροπιαστές
επιπτώσεις αυτών των μεταβολών ως επαγγελματίες ιστορικοί του παλαιού ή του
νέου καθεστώτος, τη νηφάλια καταγραφή και επεξεργασία των ερεθισμάτων, για την
ανατοποθέτηση της προσπάθειας των Μπολσεβίκων και, πολύ περισσότερο, για την
κατανόηση της έκβασής της.
Αρκετά νωρίς ωστόσο είχαν διατυπωθεί, συχνά απερίφραστα,
από Δυτικοευρωπαίους μαρξιστές κριτικές επισημάνσεις ως προς τον τρόπο επιβολής
και κυρίως αναπαραγωγής της σοβιετικής εξουσίας, με την υπογράμμιση ότι οι
ίδιοι αρνούνται να προγραμματίσουν έναν παρόμοιο δρόμο για τη νικηφόρα
διεκπεραίωση των κοινωνικών και πολιτικών αγώνων στις χώρες τους. Μια τέτοια
περίπτωση αφορά την απόσταση που κρατά, από την αρχή κιόλας της επανάστασης
των Μπολσεβίκων, η Rosa Luxemburg, όταν τους αντιτείνει
ότι η «ελευθερία νοείται πάντα ελευθερία για εκείνον που σκέφτεται
διαφορετικά».
Η ακριβής στάθμιση της δυναμικής και του ειρμού που
διέπει τα επιμέρους γεγονότα που συνέθεσαν την Οκτωβριανή Επανάσταση εγείρει
-ακόμη και σήμερα - διχογνωμίες και απολήγει σε διαφορετικές προτάσεις
ερμηνείας. Η δομική πάντως κρίση του τσαρικού καθεστώτος, παρά το διστακτικό
μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα της κυβέρνησης Στολίπιν, είχε επικεντρωθεί στη
βραδυπορούσα (και συντηρούμενη με ξένα κεφάλαια) εκβιομηχάνιση της πολυεθνικής
Αγίας Ρωσίας και συνάμα στην ανεπαρκή παραγωγικότητα της υπανάπτυκτης
αγροτικής οικονομίας. Στην εποχή του πολέμου το κόμμα των Μπολσεβίκων (που
αριθμούσε μόλις 23.000 μέλη) προπαγάνδιζε την ειρήνη (ακόμη και με δυσμενείς
όρους), την απόδοση των χωραφιών στους αγρότες και την κατάκτηση όλης της
εξουσίας από τα «Σοβιέτ», τα οποία θα λειτουργούσαν με τους κανόνες της άμεσης
Δημοκρατίας.
Από την άλλη πλευρά, η
τύχη της επανάστασης ολοένα και αναδύεται σήμερα ευκρινέστερη, καθόσον έγιναν
διαφανείς οι συνθήκες γένεσης και εμπέδωσης του «σταλινικού» φαινομένου,
δηλαδή των συνθηκών αναπαραγωγής των νέων ταξικών αντιθέσεων στην ΕΣΣΔ. Πρόκειται
για τη βίαιη «κολεκτιβοποίηση», την απόσπαση αγροτικών εισοδημάτων για την
επιτάχυνση της εκβιομηχάνισης (ο στόχος ήταν να φτάσει και να ξεπεράσει τη
Δύση), την εγκατάσταση ιεραρχικών δομών στη σφαίρα της παραγωγής (το κριτήριο
ήταν ότι οι ειδικευμένοι τεχνικοί αποφασίζουν για όλα), την αυτονόμηση του
κράτους και των επιμέρους θεσμών του, τον οστρακισμό της εσωκομματικής δημοκρατίας
και την παγίωση ενός τρομακτικού και έντρομου «ολοκληρωτισμού» που ήθελε να
μετατρέψει ακόμη και τους ανθρώπους των γραμμάτων σε «μηχανικούς των ψυχών».
Από τους τελευταίους
ωστόσο και ιδιαίτερα τους ποιητές είχε αποδοθεί η πικρή επίγνωση της χαμένης
επανάστασης. Πρόκειται για μια σύνθετη εμπειρία, αν σταθούμε σε περιπτώσεις
Ελλήνων κομμουνιστών, που εντελώς παραπλανητικά ονομάσθηκε «ποίηση της ήττας».
Αρχίζει βέβαια ως αναγνώριση της κοινής ευθύνης, με τους στίχους του Αλεξάνδρου
(1959): «Χρόνια πασχίζουμε να χτίσουμε
τον κόσμο/ να τον μεταμορφώσουμε/ ζυμώνουμε τη λάσπη και συνεχώς διαλύεται/ απ’
τις προλήψεις τις βροχές τις προδοσίες./ Είμαστε υπεύθυνοι για τα υλικά/ για
τις λιποψυχίες μας/ είμαστε υπεύθυνοι για την επιμονή μας».
Η βιωματική αυτή στάση
συνεπάγεται και την έναρξη ενός νέου εγχειρήματος για τη δημιουργία μιας άλλης
κοινωνίας, σύμφωνα με το «Μάθημα ιστορίας» του Λειβαδίτη: «Τον Οχτώβρη του ’17 έκλαψα από ατέλειωτη
ευτυχία./ Τώρα με τα κουρέλια που μου απόμειναν/ προσπαθώ να φτιάξω ένα ομοίωμα
ανθρώπου».
Σημείωση: για την
πληρέστερη τεκμηρίωση βλ. τα βιβλία μου: Sozialpolitische Theorie und Geschichtsschreibung, Universität Ioannina 1993, Les “intellectuels”, Université de Jannina 2001 και την εργασία
μου: «Das Dilemma bei Luxemburg», στον τόμο: Ν.Ito (επιμ.), R. Luxemburg im internationalen Diskurs, Berlin 2002, 281-284.
Ο Παναγιώτης Νούτσος είναι ομότιμος καθηγητής Κοινωνικής
και Πολιτικής Φιλοσοφίας του Παν/μίου Ιωαννίνων
Γιώργος Καζάζης, Χωρίς τίτλο, 2018, λάδι σε καμβά, 60 x 40 εκ. |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου