Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Φιλοσοφούμεν γαρ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Φιλοσοφούμεν γαρ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

17/2/19

Το παιδί ως γονιός του επιστήμονα ΣΤ΄

Φιλοσοφούμεν γαρ

ΤΗΣ ΚΑΤΕΡΙΝΑΣ ΚΑΡΕΛΑ

Είδαμε ότι το πρότυπο του Piaget βάζει και αυτό την εννοιολογική αλλαγή στο κέντρο της έρευνάς του, αλλά και ότι προτείνει την αλλαγή αυτή στα παιδιά, στους μαθητές, ως μοντέλο για την μελέτη και κατανόηση της εννοιολογικής αλλαγής στην επιστημονική έρευνα.
Πρόκειται για το λεγόμενο πρόγραμμα «γενετικής επιστημολογίας». Διαχωρίζεται από τις σχολές στις οποίες προαναφερθήκαμε με την άποψη ότι η μελέτη της εννοιολογικής αλλαγής δεν μπορεί να έχει συνεχή χαρακτήρα από την επιστημολογία στην ψυχολογία. Κατά πόσο είναι συμβατή η ανάλυση του Piaget με αυτή του Kuhn; Το κεντρικό επιχείρημα της κριτικής μιας τέτοιας σύνθεσης είναι ότι οι καθημερινές αντιλήψεις και πεποιθήσεις, όπως αυτές των παιδιών, δεν είναι ανάλογες με το εννοιολογικό πλαίσιο μιας επιστημονικής θεωρίας. Δεν είναι συστηματικές θεωρίες, οι όροι, οι έννοιες, δεν αλληλοπροσδιορίζονται, δεν υπάρχει ερευνητικό πρόγραμμα για την ανάπτυξη γνώσεων, και η ανάπτυξη ή πρόοδος δεν ακολουθεί συγκεκριμένο πρωτόκολλο έρευνας ή πειραμάτων.
Παρόλ’ αυτά, και ενώ το ενδιαφέρον του καθενός επικεντρώνεται σε διαφορετικά σημεία (ο μεν Kuhn εστιάζει στην ιστορία και φιλοσοφία των επιστημών, ο δε  Piaget στην ψυχολογική εξέλιξη των παιδιών), ο ίδιος ο Kuhn αναγνωρίζει στον πρόλογό του στην Δομή: «Μία υποσημείωση που βρήκα τυχαία με οδήγησε στα πειράματα με τα οποία ο Piaget διαφώτισε και τους διάφορους κόσμους του παιδιού στην ανάπτυξη, και τις διαδικασίες μετάβασης από τον ένα στον άλλο.» (Kuhn 1962, σ. viii)

10/2/19

Το παιδί ως γονιός του επιστήμονα Ε΄

Φιλοσοφούμεν γαρ

ΤΗΣ ΚΑΤΕΡΙΝΑΣ ΚΑΡΕΛΑ

Ο Imre Lakatos στο βιβλίο του Αποδείξεις και Ανασκευές παρουσιάζει την πρόοδο στα μαθηματικά ως εξελιξιμότητα, απόδειξη, επανεξέταση, αντίρηση. Σε αντίθεση με την πιο συντηρητική θεώρηση της μαθηματικής γνώσης και προόδου, η οποία πρεσβεύει ότι τα μαθηματικά αποτελούνται από αιώνιες αλήθειες που δεν αποτελούν αντικείμενο αμφισβήτησης και κριτικής, δίνει ένα εναλλακτικό πρότυπο που βασίζεται στον εμπειρισμό ως φιλοσοφία των μαθηματικών. Και εδώ το βασικό ερώτημα είναι εάν πρόκειται για απλό εμπλουτισμό γνώσεων (προσθέτουμε νέες έννοιες, ένα καινούριο θεώρημα, μία απόδειξη, κλπ, στην προϋπάρχουσα γνώση, ενώ αυτή η τελευταία παραμένει απαράλλακτη) ή εάν πρόκειται για κάτι πιο σύνθετο.
Η εννοιολογική αλλαγή σ’αυτό το πλαίσιο γίνεται κατανοητή ως «σημασιολογική προέκταση» (semantic stretching) όπου η έννοια, το νόημα του όρου αλλάζει για να απορροφηθεί κάποιο αντεπιχείρημα ή αντίθετο παράδειγμα (counter example). Η έννοια, ας δεχθούμε ότι πρόκειται για μία κεντρική έννοια σε κάποια θεωρία ή επιχείρημα, χρειάζεται να τροποποιηθεί μετά από την ανακάλυψη κάποιου είδους «ανωμαλίας» σε σχέση με τα αναμενόμενα αποτελέσματα.  Εάν η γενικότερη θεωρία είναι σωστή, τότε ένας από τους κεντρικούς όρους θα πρέπει να τροποποιηθεί, από το νόημά του δηλαδή να αφαιρεθούν οι ιδέες, τα μέρη, τα νοήματα που προκαλούν την ανωμαλία. Το σύνολο ιδεών, εννοιών, που αποτελούν το νόημα ενός όρου (Χ), λειτουργεί και ως σύνολο προϋποθέσεων για τα αντικείμενα (Ψ1, Ψ2, ...) που θα τις ικανοποιήσουν ή όχι, για να μπορούμε να πούμε ότι το Ψ είναι Χ.  Αφαιρώντας μέρη από τις προϋποθέσεις, επεκτείνουμε αναπόφευκτα το σύνολο των αντικειμένων (Ψ1, Ψ2, ...) που ικανοποιούν αυτές που έμειναν. Και γι’ αυτό το λόγο μιλάμε για «σημασιολογική επέκταση». Όπως αναφέρει ο Lakatos, η χρήση που κάνει ο Cauchy κοίλων και κυρτών πολυέδρων είναι ένα κλασσικό παράδειγμα τέτοιου είδους «επέκτασης».

3/2/19

Το παιδί ως γονιός του επιστήμονα Δ΄

Φιλοσοφούμεν γαρ

Μαίρη Χρηστέα, Από τη σειρά "Σχεδιάζοντας το μαύρο", 2017, βιντεοεγκατάσταση 



ΤΗΣ ΚΑΤΕΡΙΝΑΣ ΚΑΡΕΛΑ

 «Η φιλοσοφία των επιστημών χωρίς την ιστορία των επιστημών είναι άδεια, η ιστορία των επιστημών χωρίς την φιλοσοφία είναι τυφλή»[1]
Χωρίς να χρησιμοποιεί πάντα τις ίδιες λέξεις, ο σύγχρονος του Thomas Kuhn, Imre Lakatos, εκφράζει παραπλήσιες αν όχι ταυτόσημες έννοιες, όχι στον χώρο των φυσικών επιστημών αυτή τη φορά αλλά σε αυτόν των μαθηματικών.
Το έργο του επηρέασε πολλούς φιλοσόφους των επιστημών και αποτελεί πλέον σημείο αναφοράς στην ιστορία και φιλοσοφία των μαθηματικών. Το βιβλίο του Αποδείξεις και Ανασκευές πρωτοεκδόθηκε το 1972, και ήταν και μία απάντηση στην τότε διαμάχη ανάμεσα στον T. Kuhn και τον K. Popper, που είχε ξεκινήσει από το 1965. Στο έργο του συμφιλιώνεται η ιστορικότητα των επιστημών (και των φορμαλιστικών)  με την έννοια της «διαψευσημότητας» του Popper.
Ο Lakatos αναγνωρίζει τρεις πηγές έμπνευσης για τη φιλοσοφία των μαθηματικών που αναπτύσσει: την διαψευσιμότητα του Popper, την ευρετική μέθοδο του Polya, και την διαλεκτική του Hegel. Εκεί που για τον Popper οι επιστημονικές θεωρίες δεν μπορούν ποτέ να επαληθευθούν παρά μόνο να διαψευθούν, με τον Lakatos το ίδιο ισχύει και για τα μαθηματικά. Εφαρμόζοντας αυτό το σύστημα στα μαθηματικά, περνά από την εικόνα μίας εξιδανικευμένης μαθηματικής επιστήμης που προχωρά προσθέτοντας τη μία ανακάλυψη στην άλλη, σε μια δραστηριότητα, στους μαθηματικούς που ερευνούν, αναλύουν, αποδέχονται, ή απορρίπτουν προτάσεις.

27/1/19

Το παιδί ως γονιός του επιστήμονα Γ΄

Φιλοσοφούμεν γαρ

ΤΗΣ ΚΑΤΕΡΙΝΑΣ ΚΑΡΕΛΑ

Όσο κι αν ο ώριμος Κουν παρουσιάστηκε ως αντίθετος στις θέσεις του λογικού θετικισμού των Carnap, Reichenbach, Hempell, οι οποίοι εξέταζαν την επιστήμη ως στατικό φαινόμενο (και όχι στα πλαίσια της ιστορικής της εξέλιξης), με μόνο εργαλείο τη λογική ανάλυση του λόγου, και θεωρούσαν ότι η επιστημονική πρόοδος δεν είναι τίποτα άλλο από αύξηση των ήδη κεκτημένων γνώσεων ή πρόσθεση νέων γνώσεων στις παλιές, ο πρώιμος Kuhn μοιραζόταν ακόμα τότε μαζί τους μια κατανόηση του φιλοσοφικού όρου «concepts» (έννοιες). Σύμφωνα με αυτήν, η σημασία, το νόημα ενός όρου, προσδιορίζεται από το σύνολο των αναγκαίων και ικανών συνθηκών που τον ορίζουν.
Είναι όμως σχεδόν αδύνατον να μιλήσει κανείς για εννοιολογική αλλαγή με αυτή την προσέγγιση. Είναι δηλαδή σχεδόν αδύνατον –τουλάχιστον εξαιρετικά δύσκολο— να προσαρμόσει το ένα (τύπους αλλαγής) στο άλλο (σε αυτό τον ορισμό του νοήματος). Ένα κλασσικό παράδειγμα είναι η ανάλυση του νοήματος της λέξης «εργένης», η οποία περιλαμβάνει τις έννοιες «άντρας», και «ανύπαντρος». Βλέπουμε πώς θα μπορούσε να γίνει εννοιολογική αλλαγή σε αυτή την περίπτωση, δεν είναι εφικτό όμως να γίνει το ίδιο με όρους του lexicon: πώς για παράδειγμα να αναλύσουμε τις αλλαγές στον όρο «μάζα», ή «spin» στη φυσική, με τον ίδιο τρόπο; Ο ύστερος Kuhn υοθετεί μία άλλη προσέγγιση του νοήματος γενικότερα, και θυμίζει σε αρκετά σημεία  τον Wittgenstein.
Σε γενικές γραμμές μπορούμε να πούμε ότι στη διάρκεια της καριέρας του ο Kuhn υποστήριξε τρεις θέσεις για την εννοιολογική αλλαγή στην ιστορία των επιστημών:
-την αδυναμία μετάφρασης από το ένα παράδειγμα στο άλλο
-την δυνατότητα επικοινωνίας ανάμεσα σε διαφορετικά παραδείγματα και τέλος,
-την αναδόμηση θεωριών μετά από περιόδους κρίσης.

20/1/19

Το παιδί ως γονιός του επιστήμονα Β΄

Φιλοσοφούμεν γαρ

ΤΗΣ ΚΑΤΕΡΙΝΑΣ ΚΑΡΕΛΑ

 «Για ποιο λόγο να κληθεί ένας ιστορικός των επιστημών να μιλήσει σε ένα ακροατήριο παιδοψυχολόγων πάνω στην εξέλιξη αιτιακών εννοιών στη φυσική;
(T. Kuhn, Η Δομή των επιστημονικών επαναστάσεων)

Πως μπορεί το σχήμα του Κουν να εφαρμοστεί στην εννοιολογική αλλαγή στα παιδιά, στους μαθητές και τους φοιτητές; Στις δημοσιεύσεις του μετα τη Δομή, ο Kuhn στρέφει την προσοχή του όλο και περισσότερο στο πρόβλημα του Lexiconορολογία κάθε επιστημονικής κοινότητας, και τα θέματα δημιουργίας, εκμάθησης και τροποποίησης της ορολογίας). Όπως το θέτει και ο ίδιος, προσηλώνεται στην «ασυμετρία και την φύση της εννοιολογικής διαφοροποίησης ανάμεσα σε εξελικτικά στάδια που χωρίζονται από (...) ‘επιστημονικές επαναστάσεις’», ή «τον τρόπο με τον οποίο τα μέλη μιας επιστημονικής κοινότητας διατηρούν τους ειδικούς όρους της κοινότητας».
Η έννοια-κλειδί στα πρώτα γραπτά του, το « ‘παράδειγμα’ της εκάστοτε επιστημονικής κοινότητας» αποδείχθηκε διφορούμενη αν όχι προβληματική[1]. Με το «λεξικό», οι όροι που χρησιμοποιεί ο Kuhn γίνονται όλο και ειδικότεροι, στοχεύεται συγκεκριμένα η γνωσιακή και γραμματική αλλαγή, το βάρος μετατοπίζεται από την γενική ιστορία των επιστημών στη γλώσσα και την εξέλιξή της, στα νοήματα των βασικών όρων και τις αλλαγές που έχουν παρατηρηθεί.
Αν και ο ορισμός ακόμα της εννοιολογικής αλλαγής εξακολουθεί να είναι αντικείμενο μελέτης, μπορούμε να ξεχωρίσουμε κάποιες γενικές κατηγορίες.

13/1/19

Το παιδί ως γονιός του επιστήμονα

Φιλοσοφούμεν γαρ

Παναγιώτης Λιναρδάκης, Χωρίς τίτλο, 1998, μικτή τεχνική, 61 x 13 x 10 εκ.




ΤΗΣ ΚΑΤΕΡΙΝΑΣ ΚΑΡΕΛΑ

Στην μεθοδολογία και φιλοσοφία των επιστημών χρησιμοποιείται συχνά ο όρος «πρόοδος» ως αναφορά στην επιστημονική ανάπτυξη. Η ίδια λέξη χρησιμοποιείται και στην διδακτική των επιστημών, και αυτό δεν είναι τυχαίο. Βασισμένοι στην υπόθεση μίας συνέχειας ανάμεσα στη δουλειά του επιστήμονα που ανακαλύπτει κάτι καινούριο και του μαθητή που επίσης ανακαλύπτει μαθαίνοντας, οι γνωσιακοί ψυχολόγοι και παιδαγωγοί προεκτείνουν  φιλοσοφικες θεωρίες όπως αυτές των Kuhn, Lakatos, Popper στην εκπαίδευση. Η γενιά ερευνητών που ήταν κάποτε φοιτητές του Thomas Kuhn, όπως η H. Andersen, S. Carey και N. Nersessian, έχει εγκαινιάσει τον διεπιστημονικό χώρο των γνωσιακών επιστημών όπου γίνονται οι περισσότερες έρευνες για την εννοιολογική αλλαγή ή τροποποίηση στην εκπαίδευση. Η «υπόθεση της συνέχειας», θεμελιώδης για τις γνωσιακές επιστήμες, εκφράζεται έτσι από την N. Nersessian:
«Η υπαινισσόμενη προϋπόθεση είναι ότι οι τρόποι επίλυσης προβλημάτων που αναπτύχθηκαν είναι πολύ εξελιγμένες και λεπτές απόρροιες των καθημερινών συλλογισμών και αντιλήψεων».

16/12/18

Δημοσιογραφία και παρρησία

ΦΙΛΟΣΟΦΟΥΜΕΝ ΓΑΡ

Κώστας Μπασάνος, The Middle of Nowhere, 2018, τυπογραφικό μελάνι, in situ εγκατάσταση στη Γκαλερί ELIKA, 533 x 330 εκ.



ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ ΠΟΛΥΜΕΝΗ

Κλασικοί Κατά, επιμ. A.Camerotto, F. Pontani (Ν. Μοσχονάς για την ελληνική έκδοση), εκδόσεις Γκόνη, σελ. 304
Στον Πάνο Γκόνη

Αυτή η συλλογή άρθρων από ιταλούς ελληνιστές προσφέρει αρκετές υπενθυμίσεις για τη δυνατότητα παρέμβασης που μπορούν να έχουν λέξεις και έννοιες της κλασσικής γραμματείας στην τρέχουσα πολιτική επικαιρότητα. Τα εν λόγω άρθρα παρουσιάστηκαν από ιταλούς πανεπιστημιακούς σε θέατρα της Ιταλίας, πυροδοτώντας ποικίλες συζητήσεις χάρη στις αναγωγές του χθες στο κλυδωνιζόμενο σήμερα.
Ας αλιεύσουμε από εκεί τη λέξη «παρρησία». Σύμφωνα με τον Gianpiero Rosati (σελ. 289) η παρρησία, εκ του πᾶν-ρῆσις, είναι ο ειλικρινής λόγος που έχει την ελευθερία να «λέει τα πάντα». Κάπου αλλού ο Alberto Cameroto (σελ. 181), υποστηρίζει ότι η παρρησία λόγου, ως ελευθερία λόγου είναι αχώριστη με τη δημοκρατία. Γεννιούνται μαζί, όπως και με την αλήθεια. Δημοκρατία λοιπόν δεν είναι μόνο οι πλείονες και ο πλειοψηφικός κανόνας. Είναι ακριβώς η διάσωση της φωνής της μίας ή του ενός. Η εκάστοτε φωνή οφείλει να κρίνεται ως τέτοια, για την αυτονομία της και την όποια της αλήθεια, την οποία συνεισφορά της στο κοινό καλό. Ανεξάρτητα από το αν υποστηρίζεται από μια πλειοψηφία. Πρόσφατο τραγικό παράδειγμα ο Κασόγκι, ο Μπιν Σαλμάν, η πετσοκομμένη γλώσσα, τα κομμένα δάχτυλα του δημοσιογράφου.
Αφήνουμε τη Σαουδική Αραβία κι ερχόμαστε εδώ, μιας και η πρόσφατη οικονομική κρίση έχει επιφέρει κρίσιμες αλλαγές στη δημοσιογραφική συνθήκη. Άραγε η παρρησία λόγου δικαιώνει τη δημοσιογραφική πένα που μονότονα και συστηματικά αντιπολιτεύεται ένα κυβερνητικό έργο, βλέποντας μόνο τα στραβά και τα κακώς κείμενα (που σχεδόν πάντα υπάρχουν); Δικαιώνεται στις συνειδήσεις αυτή η πένα, αν εντέλει δεν είναι παρά μόνο his/her masters voice, ή αλλιώς το πιστόλι του εκδότη-αφεντικού;

9/12/18

Something is missing

ΦΙΛΟΣΟΦΟΥΜΕΝ ΓΑΡ

Ή στο λυκόφως των ειδώλων μας

ΤΗΣ ΚΑΤΕΡΙΝΑΣ ΚΑΡΕΛΑ

Στον Στέφανο Ροζάνη

FRIEDRICH NIETSZCHE, Ακμή και παρακμή της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας. Τρία πρώιμα κείμενα για το αρχαίο μουσικό δράμα, μετάφραση - σχόλια Δώρα Μακρή, Δημήτρης Υφαντής, εισαγωγή - επιμέλεια Δημήτρης Υφαντής, Εκδόσεις Ροές/ Φιλοσοφική βιβλιοθήκη, σελ. 192

Ο Άνθρωπος, λέει ο Ζωροάστρης, πρέπει να ξεπεραστεί. Όλο του το είναι δεν είναι παρά ένα θλιβερό "αρκεί". Ο Νίτσε όμως διεκδικεί τον εκλεκτικό χαρακτήρα του στυλ της γραφής του. Μ’ αυτόν τον τρόπο επιλέγει, ή και ξεσκαρτάρει, θα έλεγε κανείς, το κοινό του.
Το ερώτημα που έρχεται στο νου διαβάζοντας την Ακμή και Παρακμή είναι: μα, ο Νίτσε είναι ο φιλόσοφος του Πέρα από το καλό και το κακό, του Τάδε έφη Ζαρατούστρα κλπ, δηλαδή ο κατεξοχήν φιλόσοφος. Ποιός φιλόσοφος αναλύει την παρακμή του αρχαίου ελληνικού δράματος, υποστηρίζοντας ότι το τέλος του ήταν ο Σωκρατικός ορθολογισμός, χωρίς να ασπάζεται φιλοσοφικούς μυστικισμούς, θεολογίες, σκεπτικισμό, φιλοσοφίες άλλων εποχών, και παραμένει φιλόσοφος; Υπάρχει αντίφαση;
Η απάντησή μου θα είναι: μα, ο Φιλόσοφος του Πέρα από το καλό και το κακό, του Τάδε έφη, το αποκορύφωμα του ώριμου Νίτσε. Ίχνη αυτής της αποκορύφωσης βρίσκονται ήδη πριν τη Γέννηση της Τραγωδίας, δηλαδή στα τρία αυτά κείμενα που έχουμε στα χέρια μας.
Ο Ζωροάστρης, αυτό το ένδοξο alter ego του συγγραφέα, δεν είναι παρά μια εικόνα για να παρακινήσει τον άνθρωπο να ξεπεράσει τον εαυτό του. Έτσι εξηγείται και η ροή του βιβλίου του (1883): μόνο αφού μάθει ο Ζωροάστρης θα μιλήσει για την Αιώνια Επαναφορά, τον Υπεράνθρωπο, την volontė de puissance· όπως η επιστροφή του συγγραφέα στους αφορισμούς του Πέρα από το Καλό κα το Κακό (1886)· όπως η πρόσθεση, το 1887, μιας τελευταίας παραγράφου στο Gai Savoir, έργο του 1882, όπου η ειλικρίνεια του πνεύματος έχει σαν συνέπεια την κατάρρευση της ηθικής μας, και την άνοδο του μηδενισμού σ’ έναν κόσμο που έχει χάσει το νόημά του.