Θεατρικός
συγγραφέας, ποιητής, επαναστάτης, για έξι μέρες πρόεδρος του Σοβιέτ της
Βαυαρίας, ειρηνιστής που προσπάθησε να ιδρύσει έναν κόκκινο στρατό: η
κληρονομιά του Έρνστ Τόλλερ (1893-1939) δεν ορίστηκε από καμιά διαθήκη, η
περιουσία του συσσωρεύτηκε πάνω στα συντρίμμια τού -τότε- δυτικού κόσμου, κατά
τη διάρκεια της ρωγμής του ιστορικού χρόνου που αργότερα την ονόμασαν Μεσοπόλεμο.
13
μήνες στρατιώτης στο Δυτικό Μέτωπο και το πρώτο του θεατρικό έργο (Die Wandlung, 1919). Πέντε χρόνια στη
φυλακή, 149 μέρες σε πλήρη απομόνωση και 24 σε απεργία πείνας, γράφει ποίηση
και τα σημαντικότερα θεατρικά του (Masse
Mensch, Die Maschinenstürmer, Der deutsche Hinkemann). Όμως, ήταν ήδη
αργά. Το 1925, αποφυλακισμένος κι όχι ελεύθερος, γράφει την ιστορία ενός
επαναστάτη που πέρασε 8 χρόνια στο ψυχιατρείο και, βγαίνοντας, βρίσκει τους
παλιούς συντρόφους του παραδομένους, αποσυρμένους ή ενσωματωμένους. Κι
αυτοκτονεί (Hoppla, wir Leben!).
Δεν
του έλειψε η αναγνώριση. Στην δίκη για εσχάτη προδοσία τον υπερασπίζεται ο
Τόμας Μαν. Η μεγάλη επιτυχία τού πρώτου του θεατρικού αναγκάζει την βαυαρική
κυβέρνηση να του προσφέρει χάρη (την αρνήθηκε - «ή σε όλους τους πολιτικούς
κρατούμενους ή σε κανέναν»). Όταν παίζεται το Hoppla, wir leben!, σκηνοθετημένο από τον Έρβιν Πίσκατορ, στη σκηνή
όπου η φράου Μέλλερ λέει την ατάκα «μόνο ένα πράγμα μπορούμε να κάνουμε: ή να
κρεμαστούμε ή να αλλάξουμε τον κόσμο», το κοινό τραγουδά τη Διεθνή. Τον
αναγνωρίζουν και οι ναζί: καίνε τα βιβλία του.
Το
1933, διπλά διωγμένος, ως εβραίος και ως κομμουνιστής, φεύγει για την Αγγλία. Το
1936 φθάνει στην Αμερική. Έργα του παίζονται, χωρίς μεγάλη επιτυχία. Θεωρούνται
πια παλαιωμένα, μιλάνε για τον Πόλεμο, για τον κομμουνισμό. Στις 22 Μαΐου 1939,
μαθαίνει ότι τα αδέλφια του βρίσκονταν σε στρατόπεδο συγκέντρωσης, προσφέρει τα
υπάρχοντά του στους πρόσφυγες του ισπανικού εμφυλίου, κι ύστερα κρεμιέται στο
δωμάτιό του, στο ξενοδοχείο Mayflower. Όσα πρόλαβε να δει, μέσα από το ασυνεχές
τού χρόνου, καθώς ο κόσμος κατέρρεε, ποτέ δεν κατόρθωσαν να γίνουν μέλλον. Ο
Ώντεν του γράφει ένα ποίημα. Ο Τόμας Μαν στέλνει έναν χαιρετισμό, να διαβαστεί
στην κηδεία. «Οι φίλοι που είναι λυπημένοι, και οι εχθροί που χαίρονται».
Ογδόντα χρόνια μετά, στα κρίσιμα χρόνια μας, τώρα
που η δημοσιότητα έχει φτάσει σε μια κατάσταση όπου η σκέψη έχει γίνει
εμπόρευμα και η γλώσσα εγκώμιό του, η έκδοση της αυτοβιογραφίας του Έρνστ
Τόλλερ παραμένει μια καίρια πολιτική πράξη. Όσοι μιλήσουν για απομεινάρια
παρελθόντος, για ιερά, λαμπρά -αλλά ανεπίκαιρα- κειμήλια, θα ξαστοχήσουν. Η
σημασία αυτής της εκδοτικής κίνησης μέλλει να αποκαλυφθεί: ο χρόνος θα δείξει
αν πρόκειται για μια υπόμνηση ή για μια προαναγγελία.
ΠΕΤΡΟΣ-ΙΩΣΗΦ ΣΤΑΝΓΚΑΝΕΛΛΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου