6/12/15

Το Πανεπιστήμιο Αθηνών, ως «Εθνικόν Πανδιδακτήριον»

ΤΗΣ ΑΝΤΑΣ ΔΙΑΛΛΑ

ΚΩΣΤΑΣ ΓΑΒΡΟΓΛΟΥ, ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΚΑΡΑΜΑΝΩΛΑΚΗΣ, ΧΑΪΔΩ ΜΠΑΡΚΟΥΛΑ, Το Πανεπιστήμιο Αθηνών [1837-1937] και η Ιστορία του, Ηράκλειο, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, σελ. 416

Αγγελική Σβορώνου,
Τα Νειάτα Είναι Πλασμένα
για τον Ηρωισμό
, 2015, τρίπτυχο,
2 φωτογραφίες (αργυροτυπία,
ψηφιακή εκτύπωση) από αρχειακό
υλικό και ένα σχέδιο με μολύβι
σε κορνίζα, 40
x 90 εκ.
 
Το πανεπιστήμιο, κατά τις τελευταίες δεκαετίες και στο μεγαλύτερο μέρος του κόσμου, βάλλεται τόσο ως ένας κεντρικός δημόσιος θεσμός όσο και ως ένας τόπος όπου είναι δυνατό να αναπτυχθεί η κριτική σκέψη. Τα τελευταία χρόνια, στην Ελλάδα της κρίσης η επίθεση περιλάμβανε εκτός των άλλων και την κατασυκοφάντηση του Δημόσιου Πανεπιστημίου και των λειτουργών του. Προκειμένου να «μεταβληθεί το DNA» των ελληνικών πανεπιστημίων αποδόθηκαν στην έννοια της μεταρρύθμισης μεταφυσικές και υπερφυσικές ιδιότητες. Η μεταρρύθμιση ταυτίστηκε στον τότε κυβερνητικό και δημόσιο λόγο εξ ορισμού με την έννοια του καλού ενώ αποσιωπήθηκε το ενοχλητικό ερώτημα: μεταρρύθμιση προς πια κατεύθυνση και προς όφελος τίνος. Παράλληλα διαστρεβλώθηκε το καίριο ζήτημα εάν η εκπαίδευση είναι δημόσιο αγαθό ή υπηρεσία.
 Από την άλλη, το βέβαιο είναι ότι το Πανεπιστήμιο μεταβάλλεται, όπως εξάλλου κάθε ζωντανός οργανισμός. Και αυτό φυσικά δεν είναι κακό. Το ερώτημα που παραμένει είναι προς πια κατεύθυνση και προς όφελος τίνος κινείται η μεταβολή. Ποιους νέους ρόλους αποδίδουν στο πανεπιστήμιο η Πολιτεία, η κοινωνία ή το διεθνές περιβάλλον. Ποιοι από αυτούς τους νέους ρόλους συνάδουν με τις εσωτερικές δυναμικές και τις νέες πραγματικότητες, ποιοι όχι, πως το βλέπουν οι άνθρωποι που απαρτίζουν το πανεπιστήμιο και ούτω καθεξής.
Σε μια εποχή, λοιπόν, όπου το μέλλον των πανεπιστημίων είναι διεθνώς ένα από τα πιο πολυσυζητημένα θέματα, το υπό εξέταση βιβλίο ασχολείται με το παρελθόν, ιστορικοποιεί σύγχρονα ζητήματα που αφορούν το ευρύτερο θέμα των πανεπιστημίων και εξετάζει: πρώτον, την πολύπλευρη και πολυσύνθετη παρουσία του πρώτου ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύματος της χώρας στην ελληνική κοινωνία και δεύτερον, παρακολουθεί τις μεταβολές του πανεπιστημιακού θεσμού κατά την πρώτη εκατονταετηρίδα της λειτουργίας του.

Οι συγγραφείς αποδίδουν, νομίζω, πολύ εύστοχα τον πολυεπίπεδο, πολύπλοκο και πολυπρόσωπο χαρακτήρα του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου γράφοντας: «Το Πανεπιστήµιο Αθηνών από την πρώτη στιγµή της λειτουργίας του ανέλαβε την αναπαραγωγή του επιστηµονικού-εκπαιδευτικού προσωπικού της χώρας, στελεχώνοντας τη δηµόσια διοίκηση και τον ιδιωτικό τοµέα. Παράλληλα αποτέλεσε, τουλάχιστον έως τον Μεσοπόλεµο, τον κατεξοχήν χώρο δηµιουργίας και διάχυσης επιστηµονικού λόγου, συνέβαλε δε καθοριστικά στον ορισµό και τη συγκρότηση επιστηµονικών πεδίων και πρακτικών µέσω των προγραµµάτων σπουδών του και των δραστηριοτήτων του διδα­κτικού προσωπικού του. Η λειτουργία του συνδέθηκε µε τις διαδικασίες συγκρότησης δηµόσιων και ιδιωτικών θεσµών, την αντιµετώπιση πολύµορφων κοινωνικών αναγκών, την επιτέλεση κρατικών λειτουργιών. Κι ακόµη, συντέλεσε καθοριστικά στη διαµόρ­φωση µιας συνεκτικής ιδεολογικής και πολιτισµικής ταυτότητας των πληθυσµών του ελληνικού κράτους. Στον χώρο του καλλιεργήθηκαν κρίσιµα στοιχεία των κυρίαρχων ιδεολογικών ρευµάτων: η Μεγάλη Ιδέα, ο ελληνοχριστιανισµός, η προάσπιση της καθα­­ρεύουσας ως συστατικού στοιχείου της εθνικής ταυτότητας, η συνέχεια της ελληνικής εθνικής ιστορίας. Το διδακτικό προσωπικό του κατέλαβε ηγεµονική θέση στην πολιτική και κοινωνική ζωή της χώρας, ενώ από τις πρώτες δεκαετίες της λει­τουργίας του το φοιτητικό σώµα αποτέλεσε µια σηµαντική παράµετρο στον δηµό­σιο βίο συµµετέχοντας ενεργά σε όλους τους πολιτικούς και κοινωνικούς αγώνες» (σελ xvi). Με άλλα λόγια το Πανεπιστήμιο υπήρξε ένας κεντρικός θεσμός στην διαδικασία συγκρότησης του νεοελληνικού κράτους, της διαμόρφωσης της νεοελληνικής κοινωνίας, των ιδεολογιών της, των νοοτροπιών της, των πολιτισμικών της στοιχείων.
Οι συγγραφείς χωρίζουν την εκατονταετηρίδα που μελετούν σε τρεις υποπεριόδους, που τις αντιστοιχίζουν με τομές στις πολιτική ιστορία της χώρας και τις εξετάζουν με ένα ρυθμό που τον δίνει η έννοια του Χρονολογίου, συνδυάζοντας έτσι τεκμηρίωση και ευκρινή αφήγηση. Τα ερωτήματα που συνθέτουν το Χρονολόγιο είναι και οι αφηγηματικοί άξονες που επέλεξαν οι συγγραφείς για να εκθέσουν τα πορίσματα και τις ιδέες τους. Εξετάζουν και συγκρίνουν μέσα από τις διαφορετικές χρονικότητες θέματα όπως: η σχέση του ιδρύματος με το κράτος, η λειτουργία του Πανεπιστημίου ως θεσμού κοινωνικής κινητικότητας, τα προγράμματα σπουδών, το περιεχόμενο των εδρών, η συμβολή του Πανεπιστημίου στον εκσυγχρονισμό της ελληνικής κοινωνίας, το φοιτητικό σώμα και η παρουσία του, η διαχείριση των οικονομικών πόρων, ο διδακτικός φορέας, η παρουσία του στο δημόσιο βίο, το διεθνές περιβάλλον, βαλκανικό και ευρύτερα ευρωπαϊκό.
Η πρώτη περίοδος, που τέμνεται με την εποχή από την έλευση του Όθωνα έως και την έξωσή του, επιγράφεται «Το Πανεπιστήµιο ως εθνικόν πανδιδακτήριον (1837-1862)». Εδώ οι συγγραφείς αναλύουν τη σύνθετη διαδικασία μέσα από την οποία το πανεπιστήμιο διαμόρφωσε τη φυσιογνωμία του και εδραίωσε την παρουσία του κατά την οθωνική διακυβέρνηση. Το στίγμα της δεύτερης περιόδου, που έχει τον τίτλο «Το Πανεπιστήμιο ως φοιτητικόν σπουδαστήριον, (1863-1910)» και ταυτίζεται με την εποχή από την έλευση του Γεωργίου έως και την έλευση του Βενιζέλου, το δίνουν οι φοιτητές, καθώς παρατηρείται τρομακτική αύξηση του φοιτητικού σώματος, το οποίο κάνει ηχηρή την παρουσία του στην ελληνική κοινωνία. Σε αυτήν τη δεύτερη περίοδο, το Πανεπιστήμιο έχοντας ήδη εγκαθιδρυθεί ως θεσμός, ανθεί, αν και μεταβάλλονται -όπως μας λένε οι συγγραφείς- τα χαρακτηριστικά του. Ιδίως ενισχύεται ο επιστημονικός του χαρακτήρας. Είναι η εποχή που το πανεπιστήμιο μετονομάζεται σε Εθνικό, που δημιουργείται η Πανεπιστημιακή Φάλαγγα, το πρώτο οργανωμένο στρατιωτικό σώμα φοιτητών και καθηγητών για την προστασία της πόλης Η ενίσχυση του επιστημονικού του χαρακτήρα καθώς και η έγνοια για την ανάπτυξη της έρευνας, ιδιαίτερα των θετικών επιστημών, είναι δύο παράγοντες που συμβάλλουν ώστε ο εθνικισμός και η πολιτική χρήση του συμβόλου του έθνους να μην ταυτίζονται πλέον αποκλειστικά και μόνο με την αρχαιογνωσία αλλά να εμπλουτιστούν και με την ιδέα της προόδου, ιδίως στις φυσικές επιστήμες και τις εφαρμογές τους. Στην τρίτη περίοδο «Το Πανεπιστήµιο Αθηνών σε άµυνα (1910-1937», από την έλευση δηλαδή του Βενιζέλου έως την δικτατορία του Μεταξά, το Αθήνησι παύει να είναι το μοναδικό ίδρυμα Ανώτατης Εκπαίδευσης στην Ελλάδα. Ιδρύεται το Πανεπιστήμιο Σμύρνης, το οποίο όμως δεν θα λειτουργήσει λόγω της ήττας των ελληνικών στρατευμάτων το 1922. Νωρίτερα, κατά το 1914 το Πολυτεχνείο είχε αναγνωριστεί ισότιμο με το Αθήνησι, ενώ μια δεκαπενταετία αργότερα, το 1926 θα αρχίσει να λειτουργεί το Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Παράλληλα πολλές Σχολές έγιναν ανώτατες.
Κατά την περίοδο αυτή που συνεχιζόταν η διεύρυνση της ανώτατης εκπαίδευσης το διεθνές και εσωτερικό περιβάλλον χαρακτηριζόταν από μείζονες αλλαγές και αναταράξεις που συγκλόνισαν όλον τον 20ό αιώνα, δηλαδή οι Βαλκανικοί Πόλεμοι, ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος, η Μικρασιατική καταστροφή κλπ. Παράλληλα ήταν η εποχή που σχεδιάστηκαν μεγάλες νομοθετικές αλλαγές που απέφεραν μέσα σε μόλις είκοσι επτά χρόνια τρεις διαφορετικούς και νέους οργανικούς νόμους. Ένας νομοθετικός πυρετός που, όπως σχολιάζουν οι συγγραφείς, περιλάμβανε πολλαπλές παρεμβάσεις της Πολιτείας, με μικροπολιτικές ενίοτε επιδιώξεις που κατέληγαν στην πολυνομία και την αντιφατικότητα, εκκαθαρίσεις καθηγητών και άλλα πολλά. Στο κεφάλαιο αυτό εξετάζονται αναλυτικότερα οι περιπέτειες της Μεταρρύθμισης του 1932. Αλλά και το φοιτητικό σώμα, η ριζοσπαστικοποίησή του και η δημόσια παρουσία του, ο αντικομουνισμός ως νέα ιδεολογία και πολιτική πρακτική εκ μέρους της εξουσίας. Όλα τα παραπάνω ήταν συνισταμένες που συνέβαλαν για μια ακόμη φορά στην αναδιαμόρφωση της φυσιογνωμίας του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Από την αφήγηση της ιστορίας του Αθήνησι που μας προτείνουν οι συγγραφείς προκύπτει η εικόνα ενός Πανεπιστημίου που έχει πολλαπλές διασυνδέσεις με το ελληνικό κράτος και την ελληνική κοινωνία. Ακόμη, και ιδιαιτέρως σημαντικό, ενός Πανεπιστημίου που υπόκειται σε συνεχείς μεταβολές. Έτσι μπορούμε να κατανοήσουμε το Πανεπιστήμιο τόσο ως τόπο συναίνεσης όσο και ως τόπο σκληρών συγκρούσεων∙ το Πανεπιστήμιο ως διαμορφωτή της εθνικής ιδεολογίας αλλά και ως ανατροπέα της∙ το Πανεπιστήμιο ως θεματοφύλακα των αξιών αλλά και εκφραστή καινοτόμων ιδεών.
Οι τεκμηριωμένες ιδέες και οι φρέσκιες προσεγγίσεις των συγγραφέων μας κεντρίζουν να ξανασκεφτούμε την έννοια των μεταρρυθμίσεων απαλλαγμένη από τη μεταφυσική του καλού και του κακού. Μας θυμίζουν ότι πρέπει να τις εξετάζουμε τοποθετώντας τες στο εκάστοτε ιστορικό τους πλαίσιο. Με άλλα λόγια να τις αντιμετωπίζουμε ως διαδικασίες που πρέπει να μελετώνται στην δυναμική τους∙ ως τόπο διαλόγου, αντιπαραθέσεων, συναινέσεων και συγκλίσεων· ως διαδικασίες που εμπεριέχουν το δυνάμει, το όραμα, τις δυνατότητες, τις πρακτικές υλοποίησης ή μη υλοποίησης από τα εμπλεκόμενα κοινωνικά υποκείμενα, δηλαδή το καθηγητικό σώμα, τα όργανα του Πανεπιστημίου, το υπουργείο, τους βουλευτές. Γι αυτό και στις διαδικασίες αυτές, όπως ξέρουμε, διακυβεύονται το κύρος των καθηγητών, η σχετική αυτονομία του Πανεπιστημίου, η τόλμη, η αποτελεσματικότητα και η εμμονή του υπουργείου, η αξιοπιστία των βουλευτών, οι διαπλοκές του τύπου. Σε μια τέτοια προσέγγιση είναι φανερό ότι ο μεταρρυθμιστικός λόγος δεν είναι ενιαίος και πολύ περισσότερο δεν δείχνει προς ένα συγκεκριμένο μοντέλο έξω από τον χωροχρόνο.     
Ένα από τα μεγάλα προσόντα αυτής της μελέτης είναι ότι η αφήγηση συνδέει οργανικά και αναπόσπαστα το Πανεπιστήμιο με το περιβάλλον στο οποίο λειτουργούσε. Η ιστορία του Αθήνησι συνυφαίνεται ουσιαστικά με την συνολική ιστορία του τόπου. Με άξονα το Πανεπιστήμιο ξετυλίγονται, σχεδόν μυθιστορηματικά, όλα τα μείζονα ζητήματα που απασχόλησαν την ελληνική κοινωνία εκείνο τον καιρό, πολιτικά, ιδεολογικά, επιστημονικά, πνευματικά.
Στο σημείο αυτό θα ήθελα να υπογραμμίσω την γοητεία που παρουσιάζουν τα Παραρτήματα αυτού του Βιβλίου. Το ένα Παράρτημα με τον τίτλο «Το διδακτικό προσωπικό του Πανεπιστημίου Αθηνών (1837-1937) περιλαμβάνει ένα σπουδαίο τεκμηριωτικό υλικό, δηλαδή τα βιογραφικά όλων των καθηγητών που δίδαξαν στο Πανεπιστήμιο κατά την πρώτη του εκατονταετηρίδα. Το άλλο, στο οποίο θα σταθώ κάπως περισσότερο, επιγράφεται «Τα Παραρτήματα και τα Προσαρτήματα του Πανεπιστημίου» και με αυτά εννοούνται τα Νοσοκομεία, τα Μουσεία, τα κάθε λογής φροντιστήρια, τα σπουδαστήρια. Ή οι θεσμοί που δημιούργησε το κράτος, όπως ο Βοτανικός Κήπος, το Αστεροσκοπείο, το Δημοτικό Νοσοκομείο, το Οφθαλμιατρείο, το Μαιευτήριο και που λειτουργούσαν με την αποφασιστική συμμετοχή του Πανεπιστημίου. Με άλλα λόγια θεσμοί που αποτέλεσαν αναπόσπαστο στοιχείο της εκπαιδευτικής και ερευνητικής διαδικασίας του. Ας δώσω ορισμένα παραδείγματα. Το Αστεροσκοπείο, μεταξύ άλλων, προοριζόταν να ρυθμίζει την ώρα. Μπορούμε να φανταστούμε τη σημασία του για το πέρασμα στη νεωτερική εποχή που ο χρόνος και η μέτρησή του είναι ζητήματα τόσο πρακτικά, όσο και υπαρξιακά ∙ η λειτουργία των ηλεκτρικών ρολογιών, ο συγχρονισμός των τρένων και το θέμα της ακρίβειας της ώρας. Ακόμη η Μετεωρολογία, που σχετίζεται με την τόσο πολύτιμη για αγρότες και ναυτικούς, πρόγνωση του καιρού ή η σημασία που είχαν οι σεισμογράφοι σε μια σεισμογενή χώρα. Επιπλέον, το Πανεπιστήμιο συνεισέφερε στη θεραπεία των ασθενών, τη φροντίδα των βρεφών, ιδιαίτερα εγκαταλειμμένων με τη συμβολή του στο Δημοτικό Βρεφοκομείο και την Πρώτη Παιδιατρική Κλινική, στο πρώτο Μαιευτήριο το 1838, στην Αστυκλινική που προσέφερε στον άπορο πληθυσμό, στο Αιγινήτειο που αποσκοπούσε στη θεραπεία νευρολογικών και ψυχικών νοσημάτων.
Την ακαδημαϊκή χρονιά 1896-97, δηλαδή την εποχή του Κρητικού Ζητήματος και του ελληνοτουρκικού πολέμου, ο καθηγητής Αργυρόπουλος εγκατέστησε στο Εργαστήριο Φυσικής ένα σύστημα παραγωγής ακτίνων Rontgen (που είχαν εφευρεθεί μόλις το 1895). Η συσκευή χρησιμοποιούνταν σε τραυματίες προκειμένου εντοπισθούν στο σώμα τους μεταλλικά θραύσματα. Μπορούμε όλοι να φανταστούμε την σημασία του για το εμπόλεμο έθνος. Το Παράρτημα είναι δείγμα της ιστορικής ευαισθησίας των συγγραφέων απέναντι στις πηγές τους. Οι συγγραφείς αξιοποίησαν το εν πολλοίς παραγνωρισμένο τεκμηριωτικό υλικό που είναι οι απολογισμοί και τα πεπραγμένα των Σχολών και των Εργαστηρίων, όπως της Ιατρικής Σχολής, των Νοσοκομείων, των εργαστηρίων, του Χημείου, του Φαρμακευτικού Σχολείου, του Εργαστηρίου Φυσικής, του Αστεροσκοπείου. Το Παράρτημα είναι επιπλέον προϊόν ουσιαστικής γνώσης της βιβλιογραφίας και των γενικότερων συζητήσεων γύρω από τα Πανεπιστήμια. Επεξεργάστηκαν, επομένως, οι συγγραφείς ένα σπουδαίο υλικό και προβληματοποίησαν το ανεπαρκώς μελετημένο θέμα της κοινωνικής διάστασης της λειτουργίας του Πανεπιστημίου και της κοινωνικής προσφοράς του. Ανέδειξαν αυτό που ο σύγχρονος δημόσιος λόγος επιχείρησε συστηματικά να αποσιωπήσει: την άμεση και στενή διασύνδεσή του Πανεπιστημίου με βασικές ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας. Υπογράμμισαν ακόμη τη συμβολή του σε θεσμούς που δημιούργησε το κράτος σε σημείο πολύ συχνά να το υποκαθιστούν. Διάβασα το Παράρτημα αυτό έχοντας κατά νου το αυτονόητο ερώτημα πως η επιστήμη καλλιεργείται εντός των πανεπιστημιακών τειχών. Διαπίστωσα όμως ότι ανοίγουν και ένα συναρπαστικό δρόμο για να κατανοήσω τον τρόπο που το νεοελληνικό κράτος συγκροτήθηκε ως νεωτερικό κράτος.
Πριν ολοκληρώσω, δύο ακόμη λόγια. Στη σύγχρονη εποχή όπου συχνά το έντυπο βιβλίο απαξιώνεται και την φαντασία μας την αιχμαλωτίζουν τα βιβλία που βλέπουν το φως της δημοσιότητας με τις νέες ψηφιακές και δικτυακές τεχνολογίες, σπανίως μιλάμε για τα βιβλία ως αντικείμενα, ως ωραία, αν και όχι απαραιτήτως εύχρηστα, αντικείμενα. Και τούτο το βιβλίο είναι μάρτυρας των αισθητικών προτιμήσεων των συντελεστών του, που το κάνουν μοναδικό. Όπως τα παλιά καλά βιβλία είναι διανθισμένο με οπτικό υλικό που δεν λειτουργεί διακοσμητικά αλλά είναι απολύτως οργανικά συνδεδεμένο με τα νοήματα του κειμένου.
Τέλος, οι μελέτες που γονιμοποιούν ένα πεδίο δεν τελειώνουν οριστικοποιώντας τα θέματα που διήλθαν. Αντιθέτως, υποδεικνύουν όσα δεν πρόφτασαν να κάνουν. Νομίζω ότι το έργο αυτό μπορεί να είναι εφαλτήριο για την μελέτη νέων αντικειμένων, όπως τα οικονομικά του Πανεπιστημίου. Θέμα τόσο επίκαιρο. Ή την συστηματικότερη ενασχόληση με τη συγκριτική διάσταση στην μελέτη του Πανεπιστημίου (εννοώ στον ευρύτερο ευρωπαϊκό χώρο που περιλαμβάνει την Δυτική αλλά και την Ανατολική Ευρώπη, τα Βαλκάνια αλλά και τη Βόρεια Ευρώπη). Τέλος, τη μελέτη της κυκλοφορίας της γνώσης, των ιδεών και των πρακτικών. Το βιβλίο ως επιστημονική μελέτη είναι απαραίτητο για καθένα που θέλει να ασχοληθεί ειδικά με την ιστορία του Πανεπιστημίου Αθηνών. Οι αφηγηματικές του χάρες όμως κάνουν το βιβλίο αυτό ελκυστικό και προσιτό σε ευρύτερο κοινό.

(Το κείμενο βασίστηκε στην παρουσίαση του βιβλίου που έγινε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, την Τετάρτη 4 Νοεμβρίου 2015, και διατηρεί τον προφορικό χαρακτήρα του).

Η Άντα Διάλλα διδάσκει στην ΑΣΚΤ

Αγγελική Σβορώνου, Τα Νειάτα Είναι Πλασμένα για τον Ηρωισμό, 2015 (λεπτομέρεια) 

Δεν υπάρχουν σχόλια: