ΜΝΗΜΗ ΕΡΝΕΣΤΟ ΛΑΚΛΑΟΥ
Προδημοσίευση από τον τόμο που θα κυκλοφορήσει σε λίγες
μέρες από τις εκδόσεις Ashgate, στα αγγλικά, με την επιμέλεια των Αλ.
Κιουπκιολή και Γ. Κατσαμπέκη.
ΤΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΚΙΟΥΠΚΙΟΛΗ
Βιοπολιτική του πλήθους ενάντια στη μετα-μαρξιστική
ηγεμονία
Τρεις τουλάχιστον διαστάσεις
της ηγεμονικής πολιτικής θα έπρεπε εύλογα να διατηρηθούν σε σημερινά
εγχειρήματα που προσβλέπουν στην ανάπτυξη αυτόνομων και εξισωτικών κοινωνικών
ενώσεων. Με βάση τη λογική παραδοχή ότι τα κατεστημένα συμφέροντα, οι πλουτοκράτες
και οι κρατούσες ολιγαρχίες δεν θα εγκαταλείψουν εκούσια την εξουσία τους, την ιδιοκτησία
τους και τα προνόμιά τους, θα είναι απαραίτητο να συνεχιστεί ένας ηγεμονικός αγώνας
για την αναδιάταξη των σημερινών ισορροπιών δυνάμεων και την αντικατάστασή τους
με μια διαφορετική δομή εξουσίας που θα επιδιώξει να ελαχιστοποιήσει την
κυριαρχία, τις ιεραρχίες και τους αποκλεισμούς. Υπολείμματα ανισομερούς, συγκεντρωτικής
εξουσίας είναι πιθανόν επίσης να διατηρούνται
μέσα στην ίδια τη συλλογική αυτοδιαχείριση των κοινών, όπως φανερώνει το
παράδειγμα των κοινοτήτων ανοικτού λογισμικού. Η αποτελεσματική διαχείριση των κωδίκων
που είναι ελεύθερα διαθέσιμοι σε όλους συνδυάζει τις εθελοντικές συνεισφορές μιας
δυνάμει απεριόριστης κοινότητας χρηστών, που διακρίνονται από ποικίλους βαθμούς
εμπειρίας και ενδιαφέροντος με έναν προσηλωμένο πυρήνα κύριων προγραμματιστών
που επιβλέπουν υπεύθυνα τη διαδικασία της ανάπτυξης μιας βασικής εκδοχής του
κώδικα.[1]
Δεύτερον, ακόμη και αν οραματίζεται
κανείς πιο ελεύθερους, πλουραλιστικούς και εξισωτικούς κόσμους, και τους αγώνες
για την πραγμάτωσή τους, με τους όρους συναρμογών που συνεργάζονται εν μέρει και
συγκρούονται από άλλες πλευρές, ένας βαθμός ηγεμονίας ως συλλογικής
ενότητας-συνοχής θα είναι πάντα απαραίτητος για να αποφεύγονται αμοιβαία
καταστροφικές αντιθέσεις. Αυτή η συνοχή-ενότητα θα ήταν περιττή μόνο αν οι κοινωνικές
και ατομικές διαφορές εναρμονίζονταν αυτόματα μεταξύ τους, και ολέθριες συγκρούσεις
μπορούσαν να αποφευχθούν με κάποιο μαγικό τρόπο, χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια.
Τρίτον, σχέσεις αντιπροσώπευσης
και η διαλεκτική μερικού/καθολικού, με την οποία μια επιμέρους δύναμη αναλαμβάνει
καθολικά καθήκοντα και μιλά στο όνομα του συνόλου, θα αναπαράγονται σε κάθε συλλογικότητα
όπου η βούληση των πολλών δεν θα συμπίπτει με τη βούληση όλων. Μια τέτοια σύγκλιση
δεν είναι λογικά αδιανόητη, αλλά είναι εμπειρικά απίθανη σε κοινωνίες με ελεύθερες,
ποικίλες και διαφοροποιούμενες μοναδικότητες όπου κανένας καθολικός λόγος, καμία
φύση και καμία ομοιογενής παράδοση δεν εγγυάται την τελική συμφωνία
διαφορετικών αντιλήψεων, αξιών και επιδιώξεων στις πολιτικές διαδράσεις.
Για μια άλλη ηγεμονία του
πλήθους
Ωστόσο, ακόμη και αν διέπεται από
τα τυπικά χαρακτηριστικά της ανισομερούς εξουσίας, της ενοποίησης και της αντιπροσώπευσης,
μια σύγχρονη ηγεμονία αυτοοργανωμένων πολλαπλοτήτων θα διαρρήξει πολλά δεσμά
ανισότητας, ετερονομίας και καταπίεσης της πολιτικής της ηγεμονίας.
Ας ξεκινήσουμε με τις κάθετες,
ανισομερείς σχέσεις εξουσίες. Ενάντια στην κυρίαρχη δύναμη ενός κόμματος που καθοδηγείται
από «στρατηγούς»,[2] ενάντια στη
συνεκτική λειτουργία που αναλαμβάνουν ηγέτες και αυτόνομοι αντιπρόσωποι, και έναντια
στην προβολή της ανάγκης για ασύμμετρη εξουσία,[3]
η εξισωτική πολιτική των πολλών επιδιώκει σήμερα μια οριζόντια, μη ιεραρχική
συλλογική οργάνωση σε δίκτυα που προωθεί την ίση συμμετοχή όλων, απορρίπτοντας
τις κομματικές γραφειοκρατίες, τους ηγέτες και την κυρίαρχη αντιπροσώπευση. Η πιθανή
επιβίωση ή εκ νέου ανάδυση ιεραρχιών και σχέσεων εξουσίας εξαιτίας της ύπαρξης άνισων
ικανοτήτων και μιας ενδεχόμενης αδυναμίας να επιτευχθεί η ελεύθερη συναίνεση
δεν θα πρέπει να θεωρούνται ως μοιραία κατάσταση στην οποία θα πρέπει να
υποταχθούμε. Θα πρέπει να εκλαμβάνονται, απεναντίας, ως ένας πάντοτε παρών κίνδυνος.
Οι ελεύθερες συλλογικότητες θα πρέπει να διατηρούν και να οξύνουν την επίγνωση αυτής
της δυνατότητας και θα πρέπει να θεσπίσουν διάφορες διαδικασίες αντιπαράθεσης,
αμφισβήτησης και αγώνα που θα συμβάλλουν στη μέγιστη δυνατή ανάπτυξη της ίσης
ελευθερίας.
Οι αυτόνομες πολλαπλότητες θα μπορούσαν
να υιοθετήσουν ποικίλες μορφές συγκεντρωτισμού, όπως γενικές συνελεύσεις που θα
συντονίζουν πολλές μικρότερες συνελεύσεις
και διάφορες κινητοποιήσεις, ή αφοσιωμένες ομάδες ατόμων που συμμετέχουν συστηματικά
σε ανοικτές συλλογικές διαδικασίες για τη διαχείριση κοινών πόρων, σε στενό διάλογο
με τις ευρύτερες κοινότητες που υπηρετούν. Αλλά η κυρίαρχη επιδίωξη θα στρέφεται
ενάντια στους αποκλεισμούς, τις ιεραρχίες και τους ηγέτες, και θα πρέπει να διεξάγεται
ένας συνεχής αγώνας για το άνοιγμα της πρόσβασης και την εξίσωση των σχέσεων εξουσίας
στις πρακτικές της συλλογικής αυτοκυβέρνησης. Στον βαθμό που είναι πάντα πιθανή
η επανεμφάνιση ασύμμετρων σχέσεων ισχύος, ή στο μέτρο που είναι σκόπιμο να συγκροτηθούν
τέτοιες σχέσεις υπό ιδιαίτερες συνθήκες, η πλήρης οριζοντιότητα δεν μπορεί να αποτελεί
μια μόνιμη κατάσταση, αλλά θα είναι ένας ορίζοντας διαρκούς πάλης ενάντια στα υπολείμματα
της άνισης, ιεραρχικής και συγκεντρωτικής εξουσίας.
Απέναντι στους αντιπάλους μιας
ριζοσπαστικής δημοκρατίας του πλήθους θα πρέπει να ασκηθεί μια άνιση εξουσία, τόσο
κατά τη διάρκεια των αγώνων για την εγκαθίδρυση αυτής της δημοκρατίας όσο και
εν συνεχεία για τη διαφύλαξή της. Αλλά οι εχθροί της ισότιμης και πλουραλιστικής
αυτοοργάνωσης θα είναι οι υπερασπιστές κατεστημένων συμφερόντων, ιεραρχικών και
αποκλεισμών. Έτσι η συλλογική εξουσία θα ασκηθεί ενάντια στους φορείς και τα ερείσματα
της κυριαρχίας. Ενάντια στις εδραιωμένες και μαχητικές ελίτ θα πρέπει επίσης να
κινητοποιηθούν ισχυρές «αντιεξουσίες» ώστε να καταστεί δυνατή η συλλογική επανοικειοποίηση
των κοινών και να μπει τέλος στην περιβαλλοντική καταστροφή. Αλλά καμία κυρίαρχη
εξουσία δεν θα πρέπει να επιβάλει τα σχήμα της εξισωτικής της αυτοδιαχείρισης σε
άτομα και συλλογικότητες που διαφωνούν, καθώς κάτι τέτοιο αντίκειται στην ίδια
της ιδέα της ελεύθερης συλλογικής αυτοοργάνωσης.
Προχωρώντας τώρα στην ενότητα του
ηγεμονικού μπλοκ –τον τρόπο σύνθεσής του- η θετική αξιολόγηση της ποικιλομορφίας
και των αυτόνομων συντακτικών πρακτικών από τα «νεότατα κοινωνικά κινήματα»[4]
οδηγεί σε μια αρχή ενότητας που συγκρούεται κατά μέτωπο με την κατά Γκράσμι
πνευματική, ηθική, πολιτική και οικονομική ομοιογένεια η οποία επιβάλλεται στο
σύνολο από ηγετικές ομάδες και το κράτος.[5]
Τη νέα αρχή του ελεύθερου και εξισωτικού πλουραλισμού στις μορφές της κοινωνικής
συνένωσης, στις συμμετοχικές οικονομίες κ.ο.κ. συνοψίζει εύγλωττα ένα γνωστό σύνθημα
των Ζαπατίστας: «Ένα Όχι, πολλά Ναι»: ένα όχι στην παγκόσμια ηγεμονία του
νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού, πολλά ναι στα ποικίλα σχήματα των ελεύθερων και
ισότιμων κοινωνιών που θέλουμε να δημιουργήσουμε σε διαφορετικά μέρη του
πλανήτη. Η ανάγκη για συνοχή και η προσήλωση στην αρχή της ίσης ελευθερίας θα θέσουν
όρια στο εύρος της δυνατής και αποδεκτής ποικιλομορφίας. Αλλά τα έσχατα όριά της
δεν θα καθοριστούν πλήρως εξ αρχής και ο σκοπός θα είναι να επιτρέπεται η
μεγαλύτερη δυνατή διαφοροποίηση των ατόμων και των ομάδων, πέρα από οποιαδήποτε
καθολική ορθοδοξία ή την επιβολή μιας «ιδανικής ελευθερίας».
Τέλος, η αντιπροσώπευση και η ηγεσία
των «αντιπροσώπων». Αυτή είναι μια άλλη καταστατική δομή της ηγεμονίας που
διασαλεύεται άρδην και μετασχηματίζεται στους σημερινούς αγώνες του πλήθους.
Είναι γεγονός ότι «μειοψηφίες ακτιβιστών» ήταν εκείνες που στήσαν τους καταυλισμούς
σε κεντρικές πλατείες της Μεσογείου και στη Βόρεια Αμερική μίλησαν στο όνομα
του «λαού» ή του 99%, αν και πόρρω απείχαν από το να συγκεντρώνουν στην πράξη
τη λαϊκή πλειοψηφία. Αλλά αυτή η μορφή αντιπροσώπευσης ελάχιστη σχέση έχει με τις
θεσμοθετημένες μορφές πολιτικής αντιπροσώπευσης στις φιλελεύθερες δημοκρατίας.
Οι αντιπρόσωποι εν προκειμένω δεν συγκροτούν μια κλειστή ελίτ ούτε διαχωρίζονται
από την κοινωνία, ασκώντας κυρίαρχη εξουσία πάνω σε αυτούς που υποτίθεται ότι
εκπροσωπούν. Οι μειοψηφίες που κινητοποιούνται εγκαθιδρύουν χώρους συλλογικής πολιτικής
συμμετοχής και διαβούλευσης, που είναι προσιτοί σε όλες/ους στη βάση της
ισότητας. Οι γενικές συνελεύσεις των πλατειών λειτούργησαν ως κοινές δεξαμενές συλλογικής
αυτοδιαχείρισης που ήταν ελεύθερα ανοικτές σε όλους, χωρίς ηγέτες και
αποκλειστικούς τυπικούς κανόνες. Ως συλλογικοί εκπρόσωποι, αυτές οι συνελεύσεις
ανοίγουν την αντιπροσώπευση στην ενεργό εμπλοκή και την ευρύτερη επιρροή των
«αντιπροσωπευόμενων» -της κοινωνίας ή του λαού τον οποίο εκπροσωπούν. Απο-προσωποποιούν
την αντιπροσώπευση, οι λειτουργίες της οποίας επιτελούνται από ανώνυμα, μεταβλητά
πλήθη. Ως αποτέλεσμα, κανένας επιμέρους αντιπρόσωπος δεν διαθέτει κυρίαρχη εξουσία
και κάθε πολίτης μπορεί να συμμετάσχει στη διαδικασία. Η «ηγεσία» την οποία θα μπορούσαν
να ασκήσουν τέτοια κινήματα στην κοινωνία δεν είναι απλώς συλλογική, αλλά ανοικτή
σε όλους, συμμετοχική και μεταβαλλόμενη, παντρεύοντας με έναν μοναδικό τρόπο
την αντιπροσωπευτική με την άμεση δημοκρατία.
[1] Βλ. Leadbeater (2009), Ljungberg (2000), Valverde, Solé (2007).
[2] Gramsci (1971), σ. 153.
[3] Laclau (1996), σσ. 43, 54-57, (2000), σσ. 207-212.
[4] Βλ. Day (2005).
[5] Gramsci (1971), σσ. 152-3, 181-2,
239, 244, 266, 333, 418.
"La Temperanza", Γυναίκα που κρατάει το μαχαίρι, λάδι σε καμβά, 84,6x62,2εκ., πριν το 1938, Δωρεά Σοφίας Παρθένη, Εθνική Πινακοθήκη- Μουσείο Αλέξανδρου Σούτσου |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου