«....επιλαβόμενοι Σίμωνός τινός Κυρηναίου ερχομένου απ’ αγρού επέθηκαν αυτώ
τον σταυρόν φέρειν οπίσω του Ιησού»
Κατά Λουκάν
Τον έσυραν που γύριζε από το χωράφι
του
Τού φόρτωσαν δυο σταυρωμένα ξύλα,
στανικώς
και τού ’δειξαν ν’ ακολουθήσει
αυτόν εκεί:
«Τον θεομπαίχτη!» του είπαν
Ώρα που ηλιόγερνε κι η κουστωδία
ανηφόριζε
Παράτησε τα σύνεργά του της
δουλειάς αδέσποτα
-μετά από το δρεπάνι το σφυρί
και τον λοστό για τον ληστή ή τον
επικαρπωτή
που παραμόνευε
Είδε την κεφαλή ψηλά που διαλύονταν
στο φως
κι εκεί στη σύναξη των πλανητών
τους έχασε
Τότε αποκόπηκε απ’ την εντολή...
Και τού ‘μεινε
μοίρα δική του πια στους ώμους του
ο σταυρός
Περνούσαν πάνω του οι εποχές
δρεπανηφόρες
ανατροπές των καθεστώτων αλλαγές
νομίσματος
Όλα τα σύνεργά του σκόρπια, χθεσινά
κι αυριανά,
απ’ το σφυρί στη μηχανή στον
μολυβδοπελεκητή
Κι ερχόταν τώρα από την τελευταία
του επιστράτευση
να καταθέτει νόμους να υπογράφει
τις συναλλαγές
ερχόταν απ’ τις αγορές
Από την απομάγευση του χρόνου και
του κόσμου
Γιάννης
Δάλλας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου