ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΒΕΗ
ΧΑΡΟΥΚΙ ΜΟΥΡΑΚΑΜΙ, Τις μικρές ώρες, Μετάφραση από τα ιαπωνικά: Μαρία Αργυράκη, Εκδόσεις: Ψυχογιός,
σελ. 229
Η ενδεχόμενη ύπαρξη
παραλλήλων κόσμων συνιστά, ως γνωστόν, προσφιλές πεδίο αναφορών πολλών
δημιουργών γραφής. Αναφέρω πρόχειρα τη συναφή εμμένεια του πολυβραβευμένου Τζων
Μπάνβιλ, όπως αποτυπώνεται κυρίως στους Άπειρους
κόσμους, αλλά και στο πρόσφατο Αρχαίο
φως, των εκδόσεων Καστανιώτη αμφότερα. Έτσι και στις Μικρές ώρες, έργο του 2004, σε όντως λειτουργική μετάφραση,
διαφαίνεται εγκαίρως η δυνατότητα πλοήγησης σε χώρους προφανώς φασματικούς, ή θέσει φαντασιακούς, πλην όμως λεκτικά καθόλα έγκυρους. Η δεξιοτεχνία του
Χαρούκι Μουρακάμι αποδίδει άλλη μια φορά καρπούς: η μη πραγματικότητα ενδέχεται
να είναι η άλλη όψη της αλήθειας και μάλιστα υψωμένη στο τετράγωνο, ενώ τα
πρόσωπα είναι εύλογες προεκτάσεις των χώρων, οι οποίοι τα περιέχουν και
αντιστρόφως. Το μέσα και το έξω αλληλοκαταργούνται, προκειμένου ο πολυμήχανος
αφηγητής να αναδείξει όλες τις μέχρι λίγο πριν κεκρυμμένες όψεις των θεματικών
ινδαλμάτων του. Οι χαρακτήρες ταξιδεύουν εν ολίγοις
στα εσωτερικά τους τοπία με την άνεση που μπαινοβγαίνουν σε εστιατόρια ή σε
ημιπαράνομα ξενοδοχεία του έρωτα.
Η αφήγηση εδώ δεν προσιδιάζει με ό, τι
παράγει το επιβλητικό ύφος του επίσης ευρηματικού και πολύτροπου συμπατριώτη
του Μουρακάμι, του Τζουνίτσιρο Τανιζάκι (1886-1965), όπου το παν
διαχέεται μέσα στο άκρως διαβρωτικό κιάρο σκούρο των ευφυών αποδόσεων. Ούτε
θυμίζει το ύφος και τις εξονυχιστικές διερμηνείες του οριακού αδιεξόδου των
μεταπολεμικών Ιαπώνων από τον ρηξικέλευθο Γιούκιο Μισίμα (1925-1970).
Περισσότερο κοντά στη λιτότητα του εμφανούς πραγματισμού του Κόμπο Αμπέ
(1924-1993) και στη νευρωσική αμεσότητα του νομπελίστα Κενζαμπούρο Οε, (1935-),
η γραφή του Χαρούκι Μουρακάμι παρακολουθεί σε πλήρη ετοιμότητα τα καθέκαστα. Απορρίπτοντας
εκ των προτέρων ό,τι θα μπορούσε ν΄ αντισταθεί στις πάγιες αρχές της,
επικυρώνει επινοήσεις. Ανακαλώντας εμμέσως πλην σαφώς το θέμα του χρησμικού
ύπνου και τις ποικίλες αμφισημίες, οι οποίες καταστατικά τον συνέχουν, όπως
ακριβώς τις συναντήσαμε και στο εμβληματικό
Σπίτι των κοιμισμένων κοριτσιών του
μεγάλου Δασκάλου του είδους, του νομπελίστα Γιασουνάρι Καουαμπάτα (1899-1971),
οι Μικρές ώρες είναι μια σπουδή
υπερφυσικών ανελίξεων και παρεμφερών μεταφυσικών εμπεδώσεων του Εαυτού. Το
όνειρο δεν είναι δηλαδή στην προκειμένη περίπτωση ένα παθητικό πεδίο
περιδιαβάσεων, αλλά μια δυναμική ενδοχώρα τριβών, ανασυντάξεων και ανανεώσεων
του Εγώ και του Άλλου. Η Έρι, μια τυπική μονήρης του σημερινού Τόκιο, μια «χικικομόρι», όπως
αποκαλείται στη γλώσσα της, αφήνεται στον κόσμο του αδελφού του θανάτου, όχι
γιατί έχει παραιτηθεί από τη ζωή, αλλά επειδή ακριβώς αναζητεί ένα άλλο νόημα,
μια άλλη κατηγορία εμπειριών, ικανών και αναγκαίων για ν’ ανακαλύψει ή έστω να εφεύρει
την ίδια τη φύση της. Ένας τρομπονίστας τζαζ, μια νεαρή πόρνη από τη γειτονική Κίνα, η αδελφή της
Έρι, η Μάρι και λίγα ακόμη πρόσωπα από το σύμπαν της νύχτας του λαβυρινθώδους
Τόκιο συμπληρώνουν την πινακοθήκη των συμπρωταγωνιστών αυτού του απροσδόκητου –μόνον
κατ’ αρχήν- δράματος.
Ο Γιώργος Βέης είναι ποιητής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου