9/6/13

ΒΟΡΡΑΣ – ΝΟΤΟΣ, ΙΙ

Η Δαιμονοποίηση συνεχίζεται: Ιταλία

ΤΗΣ ΤΖΙΝΑΣ ΠΟΛΙΤΗ

Στις πτυχώσεις της επίσημης Ιστορίας κρύβεται το σκάνδαλο. Εκεί, γονιμοποιείται η Τραγωδία. Το αδιέξοδο στην Τραγωδία του Άμλετ δεν οφείλεται στην «ψυχοσύνθεση» ή την αναποφασιστικότητα του μελαγχολικού Πρίγκιπα. Οφείλεται στην αντιθετική λειτουργία της αιτιότητας και του χρόνου που συντάσσεται αντίστοιχα στο δίπολο Ιστορία/Τραγωδία. Ο Άμλετ πατήρ, πρωταγωνιστής της ιστορικής σκηνής, ζητά από τον Πρίγκιπα εκδίκηση για την αρπαγή του Στέμματος. Για το φάντασμα, το επίδικο δεν είναι ηθικό, δηλαδή το σκάνδαλο του δόλιου φόνου και της συζυγικής απάτης, αλλά πολιτικό. Είναι ο σφετερισμός του στέμματος, η διατάραξη της νόμιμης διαδοχής στο θρόνο, οι εδαφικές κατακτήσεις από το Νορβηγό που κινδυνεύουν τώρα να χαθούν. Η βίαιη διακοπή της εύτακτης ροής του ιστορικού χρόνου και της πολιτικής τάξης πρέπει άμεσα να αποκατασταθεί.

 Σ’ αντίθεση, ο Άμλετ, φοιτητής στο πανεπιστήμιο της Βυτεμβέργης, με καθηγητή τον Λουθηρανό Μελάγχθωνα,[i] όντας πρωταγωνιστής της τραγωδίας εμπλέκεται ως υποκείμενο ευθύνης στο δίχτυ της ηθικής του σκανδάλου. Στην πτύχωση αυτή, το επίδικο δεν είναι το στέμμα. Είναι ο φόνος, η δολοπλοκία και η συζυγική απάτη όπου πρωταγωνιστεί και το μητρικό αντικείμενο του πόθου: η Γερτρούδη. Έτσι, το αδιέξοδο στην πλοκή προέρχεται από την αμφισημία του ρόλου που πρέπει να αναλάβει ο Πρίγκιπας: αν δράσει ως πρόσωπο της Ιστορίας, τότε δεν μπορεί να υπάρξει τραγωδία. Αν δράσει ως πρόσωπο της τραγωδίας, ακυρώνει την Ιστορία. Στις κρυφές πτυχώσεις της Ιστορίας όπου παρεισφρέει η Τραγωδία, το βήμα του χρόνου παραμένει μετέωρο.
Η λύση θα προέλθει όταν εμφανιστεί στη σκηνή με το στρατό του ο Νορβηγός νικητής και ο ιστορικός χρόνος επανακτήσει την ισχύ του. Τότε, το Φάντασμα ησυχάζει. Όταν το μπάσταρδο της Τραγωδίας, ο Άμλετ και η θλιβερή του ιστορία, μετατραπεί σε μυθιστορία την οποία ο πιστός φίλος του Οράτιος είναι πρόθυμος να αφηγηθεί και ο νικητής της Ιστορίας Φόρτινμπρας ανυπόμονος να ακούσει: «Ας σπεύσουμε να την ακούσουμε και ας προσκαλέσουμε τους πιο υψηλόφρονες να την ακροαστούν μαζί μας» (V.ii.397-8).
 Η «συμβολική τάξη του Πατρός» πάντα σπεύδει να αποκαταστήσει τη διάκριση ανάμεσα στην πραγματικότητα και το ως εάν της μυθοπλασίας. Σε αντίθεση, η μυθοπλασία έρχεται να απομυθοποιήσει το ως εάν της «πραγματικότητας» που κατασκευάζει η Ηγεμονία και ν’ ανοίξει τη δίοδο για την ανατρεπτική εμφάνιση του πραγματικού. Παράδειγμα, τα λόγια του Μεγάλου Δούκα, στο Όπως σας αρέσει του Σαίξπηρ, που οδηγούν την αξιωματική διάκριση της Ηγεμονίας στην άβυσσο του αντικατοπτρισμού:
 Αυτό το οικουμενικό, τεράστιο θέατρο,
Παρουσιάζει φαντασμαγορίες πολύ πιο θλιβερές από ετούτη
Τη σκηνή εδώ όπου υποκρινόμαστε εμείς (III.vii. 136-8).
Αυτή την παγκοσμιοποίηση του Θεάτρου, όπου οι Αρχές συγγράφουν το Έργο, το σκηνοθετούν και μοιράζουν τους ρόλους κατά βούληση, μετατρέποντας έτσι τους πολίτες σε παθητικούς υποκριτές, ενώ οι Αρχές παρακολουθούν από τα θεωρεία την παράσταση ως θεατές, η εντόπια θεατρική σκηνή, ως τόπος του πραγματικού, έρχεται να την υποσκάψει και να στρέψει το βλέμμα των θεατών από το θλιβερό, φαντασμαγορικό θέαμα της υποδούλωσης, στη θέαση της ελευθερίας τους: «Κρίνω τον κόσμο αυτό θέατρο αλγεινό, αφού εντός του παίζω ένα ρόλο αντίθετο στη θέλησή μου», δηλώνει η Δούκισσα του Μάλφι.[ii]
Η παραπάνω παρέκβαση κρίθηκε πως ίσως δεν είναι άσχετη ως προς το κυρίως θέμα μας. Γατί, σε τελευταία ανάλυση, η «δαιμονοποίηση του Νότου» εντάσσεται στη στρατηγική εκείνη που υιοθέτησε η Ηγεμονία ώστε το αυταπόδεικτο της διάκρισης πραγματικότητα/μυθοπλασία να μην τίθεται σε αμφιβολία, και οι διαβιούντες εντός του «οικουμενικού θεάτρου», να συμμετέχουν ανίδεοι στις «θλιβερές φαντασμαγορίες» της Ιστορίας. Ωστόσο, πέρα από την ιδεολογική διαχείριση της «αλήθειας», που καθόριζε τα όρια μεταξύ του «συμπεριλαμβανομένου» και του «αποκλεισμένου», αυτή η «αλήθεια» για την αλήθεια δεν αρκούσε ώστε να επιφέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα παραδοχής. Χρειάστηκε να υποστηριχθεί και από ποινικά μέτρα εναντίον των τολμηρών εκείνων που τυχόν θα αμφισβητούσαν και θα παραβίαζαν τα θέσφατα.
 Ένα τέτοιο μέτρο, που αποφασίστηκε από το αγγλικό Δίκαιο, ήταν το αδίκημα του Scandalum Magnatum (Σκάνδαλο Μεγιστάνων). Αυτό, αφορούσε στη διάδοση σκανδάλων και τη συκοφαντία διακεκριμένων μελών της εξουσίας. Λόγια ή γραπτά που αμαύρωναν την υπόληψη Λόρδων, Δικαστών, Επισκόπων, Συμβούλων και Κυριών της Αυλής, επέσυραν ανελέητες ποινές για τον παραβάτη που είχε την τόλμη να εισδύσει ως θεατής στις πτυχώσεις του απαγορευμένου θεάματος. Η σύσταση αδίστακτων Αρχών Λογοκρισίας ήταν ένα άλλο μέτρο που φρόντιζε για την υπακοή.
Όπως ήδη είδαμε, ο κατ’ εξοχήν τρόπος «διαφυγής» της λογοτεχνίας από το Νόμο, ήταν η γεωγραφική μετατόπιση των εγχώριων σκανδάλων και των ενεχομένων Μεγιστάνων «στα ξένα». Διόλου τυχαία, όπως θα δούμε στη συνέχεια, η μήτρα της Διαφθοράς εντοπίστηκε από τη Λογοτεχνία στον ευρωπαϊκό Νότο. Το γεγονός ότι η γεωγραφική αυτή επιλογή τύγχανε της απόλυτης έγκρισης των Αρχών, δεν πρέπει να μας εκπλήσσει: η «μετατόπιση» αυτή ενδυνάμωνε τη αυτοεικόνα της Αγγλίας και συνεπικουρούσε τις Αρχές στο έργο διάδοσης και αποδοχής από τα λαϊκά στρώματα της κρατικής διπλωματίας, συνηθέστερη απόληξη της οποίας ήταν η πολεμική σύρραξη.
 Έτσι, η «εξαγωγή» των εγχώριων σκανδάλων στο Νότο ήταν από κάθε άποψη μια επικερδής επιχείρηση: ενέπνεε στους Άγγλους πολίτες την εθνική υπερηφάνεια, ενίσχυε τo πολεμικό τους ήθος, ο «πολεμικός φόρος» γέμιζε τα κρατικά ταμεία με χρήμα, και η προσοχή των λαϊκών στρωμάτων στρεφόταν από την πολιτική διαμαρτυρία στην ψυχαγωγία του θεάματος. Επιπλέον, πρόσφερε στους δραματουργούς μιαν «έξοδο κινδύνου» από την κατηγορία του Scandalum Magnatum και τα δόκανα της ανελέητης Λογοκρισίας. Όμως, παρά τον αυστηρό ιδεολογικό και ποινικό έλεγχο, από την νόμιμη αυτή «έξοδο» κατάφερναν να διαφεύγουν ανατρεπτικά μηνύματα!
Πέρα από την κρατική διαχείριση και τον έλεγχο του θέματος και του θεάματος, η επιλογή των συγκεκριμένων χωρών του Νότου από τους θεατρικούς συγγραφείς δεν ήταν, όπως προαναφέραμε, διόλου αυθαίρετη και τυχαία. Προϋπέθετε ένα ιστορικό υπόβαθρο πραγματικών σκανδάλων που διαδραματίζονταν στις πτυχώσεις της αγγλικής ιστορίας. Έτσι, στην περίπτωση της Ιταλίας, όπως αφήνει να εννοηθεί η Ιστορία, αν ο Πάπας είχε τη θεσμική δυνατότητα, ή ακόμα τη διπλωματική ευστροφία να αναζητήσει περισσότερα «παραθυράκια» προκειμένου να ικανοποιήσει τα σκανδαλώδη διαζύγια που του ζητούσε ο Ερρίκος ο 8ος και δεν τον είχε αφορίσει, είναι πολύ πιθανό η Αγγλία να είχε παραμείνει πιστή στον Καθολικισμό, η Ιταλία να μην είχε ποτέ επιλεγεί ως το διεφθαρμένο άλλο της άσπιλης, προτεσταντικής Αγγλίας και ο Σαίξπηρ να μην είχε γράψει ποτέ την Διάσημη Ιστορία της Ζωής του Βασιλιά Ερρίκου του Όγδοου!
Η Ιταλία, αν και δεν πρωταγωνιστούσε πια στην πολιτική ζωή της Αγγλίας, συνέχισε να προσφέρεται ως ηθική αλληγορία του γεωγραφικού χώρου στην Τραγωδία. Η Ιστορία, ωστόσο, φρόντισε ώστε να εμφανιστεί στη σκηνή της μια νέα, κολάσιμη πρωταγωνίστρια του Νότου: η Ισπανία.
Θα συνεχίσω τη μεθεπόμενη Κυριακή




[i] Βλέπε: Τζίνα Πολίτη, «Liber Mundi-Theatrum Mundi», Ο Πολίτης, Τεύχος 93, Οκτώβριος 2001.
[ii] John Webster, The Duchess of Malfi, IV, i.

Δεν υπάρχουν σχόλια: