1/10/11

Η αγωνία της μορφής του σύγχρονου πολιτικού πράττειν

ΤΗΣ ΑΛΙΚΗΣ ΚΟΣΥΦΟΛΟΓΟΥ

JOHN HOLLOWAY, Ρωγμές στον Καπιταλισμό, μτφρ Άννα Χόλλογουεη, εκδόσεις Σαββάλας, σελ. 480

Γαλλικά προάστια 2006, Οαχάκα 2007, Δεκέμβριος 2008 στην Ελλάδα, Αραβικός κόσμος, “Indignados” της Ισπανίας, Αγανακτισμένοι της Ελλάδας, Τότεναμ 2011:  Άραγε ο μαρξισμός επαρκεί σαν εργαλείο για να εντοπίσει το νήμα που ενοποιεί την κοινωνική κίνηση, χωρίς απαραίτητα να εγκλωβίζεται σε μια γελοία αναγωγιστική  «συνέχεια»; Με τις Ρωγμές στον Καπιταλισμό, ο Χόλλογουεη επιμένει ότι μπορεί.
Όπως και στο προηγούμενο «ευπώλητό» του, Ας Αλλάξουμε τον κόσμο χωρίς να καταλάβουμε την εξουσία: Το νόημα της επανάστασης σήμερα (2006),[1] ο γνωστός και από τις επισκέψεις του στην Ελλάδα Χόλλογουεη ασχολείται με το ζήτημα της ενοποίησης των μη «ομογενοποιημένων» επιμέρους κοινωνικών κινήσεων. Αν ο κοινός θετικός στόχος παραμένει ο μετασχηματισμός της κοινωνίας, τότε προϋποτίθεται η αναζήτηση του ορίου που θα μετατοπίσει τη «ρωγμή» προς την οριστική και ανεπανόρθωτη ρήξη με τον καπιταλισμό.
Απολαμβάνοντας μια καθ’ όλα συναρπαστική  ακαδημαϊκή ζωή στο Instituto de Ciencias Sociales y Humanidades του Benemerita Universidad Autonoma  de Puebla στο Μεξικό -όπου και ζει από το 1991- ταξιδεύει σε όλο τον κόσμο, συζητά για μαρξισμό και αφουγκράζεται την κοινωνική κίνηση προσπαθώντας επίμονα να ανοίξει «διάδρομο» επικοινωνίας ανάμεσα στους στρατευμένους διανοούμενους και τους ακτιβιστές των κινημάτων.
Η πολιτική εμβέλεια του Παγκόσμιου Κοινωνικού Φόρουμ και των «επιμέρους» κοινωνικών κινημάτων του εξασφάλισε το ήσσον εμπειρικό «εναλλακτικό» δείγμα, απαλλάσσοντάς τον από την ανάγκη του θεωρητικού ετεροπροσδιορισμού σε σχέση με τη νεοφιλελεύθερη ατζέντα. Παρ όλα αυτά, ο Χόλλογουεη εξακολουθεί επίμονα να αντλεί τα θεωρητικά του παραδείγματα από την εμπειρία του κινήματος των Ζαπατίστας. Μάλιστα, εξαιτίας του  «έρωτα» τoυ για τις Τσιάπας έχει δεχτεί μια, όχι ήπιων τόνων, αρνητική κριτική, για μονοθεματική του πρόσδεση και μονοδιάστατη ανάλυση ενός κοινωνικού παραδείγματος, για χονδροειδή αναγωγικό εμπειρισμό ή, χειρότερα, για υφέρποντα «ζαπατοκεντρισμό» στο έργο του.
Η ενοποίηση των «ετερογενών επιμέρους» αξιοποιείται από τον Χόλλογουεη ως μέθοδος οργάνωσης της σκέψης του: οκτώ μέρη και τριάντα τρεις θέσεις του αρκούν για να εκθέσει τη διαδικασία μετάβασης από τις επιμέρους, περιστασιακές και μεμονωμένες ρωγμές, στην οριστική και μεγαλειώδη ρήξη με το κυρίαρχο κοινωνικό και πολιτικό καθεστώς. Ξεπερασμένος ιστορικός εγελιανισμός, ή μήπως μια πολιτική του εναλλακτικού που συναρθρώνει τα διαχρονικά προτάγματα του κλασικού μαρξισμού με την πρωτοπορία των νέων κοινωνικών αγώνων; Η φυλλομέτρηση του βιβλίου δεν μας πείθει για κανένα από τα δύο. Εξάλλου, τα γεγονότα που συντάραξαν την βρετανική κοινωνία, στα μέσα του Αυγούστου, αποτελούν ακόμη μία επαλήθευση της υπόθεσης ότι η εποχή της πολιτικής του  «είτε – είτε» έχει παρέλθει.
Το παράδειγμα της αυτοοργάνωσης, ως προϋποτιθέμενου βήματος για την αλλαγή των συσχετισμών, έρχεται από τους «συνηθισμένους ανθρώπους», ισχυρίζεται ο Χόλλογουεη, αντλώντας από την ρητορική τών –όχι στο απυρόβλητο- Ζαπατίστας (σ. 18). Ο Χόλλογουεη απλοποιεί τις έννοιες, διακρίνοντας μεταξύ υποκειμένων της επανάστασης και αντικειμένων της υποταγής. Αγνοεί τις επιμέρους διαφοροποιήσεις και ορίζει την πορεία προς το μετασχηματισμό ως μια αέναη, «κίνηση άρνησης και – άλλης – δημιουργίας» (σ. 19).
Επιστρέφει στο θεμελιακό εγελιανό σχήμα του «Αφέντη – δούλου», υπενθυμίζοντας ότι η υλική βάση της τυραννίας του αφέντη είναι το αποτέλεσμα της αγόγγυστης εργασίας και αδιαμαρτύρητης υποταγής του δούλου. Μέσα στο πλαίσιο  αυτό, της αυτοοργάνωσης, προηγείται η ανυπακοή (σ. 19). Προλαβαίνει την «εύκολη» κριτική μας, εξηγώντας ότι ο μετασχηματισμός δεν περνά μέσα από τον εγκλωβισμό σε ένα παραδοσιακό και εξαρτησιακά αυτοκαταργούμενο εγελιανό σχήμα θέσης–αντίθεσης, ωθώντας μας σε μια εκ νέου κατανόηση της «διαλεκτικής του απροσάρμοστου» στον καπιταλισμό, με «φιλοσοφικό» εφαλτήριο την κριτική θεωρία της Σχολής της Φραγκφούρτης και ειδικότερα τον Τ. Αντόρνo.
Θέλουμε να αλλάξουμε τον κόσμο, χωρίς όμως να εμπλακούμε στο κίβδηλο και ασύδοτο ηθικά σύστημα της κρατικής εξουσίας. Όλες οι συνελεύσεις στο πεντάμηνης διάρκειας κοινωνικό πείραμα της Οαχάκα σε αυτό το συμπέρασμα κατέληγαν. Όλες οι λαϊκές συνελεύσεις στην πλατεία Συντάγματος αυτή την απεμπλοκή αξίωναν. Αντιπολιτικά κινήματα, ή μήπως η διεκδίκηση της συνέχισης της πολιτικής με άλλα, «νέα» μέσα και «διαφορετική» ηθική;
Όχι, ο καπιταλισμός δε θα αντικατασταθεί από τον σοσιαλισμό, όπως ακριβώς προηγουμένως η φεουδαρχία αντικαταστάθηκε από τον καπιταλισμό. Ευτυχώς η σύγχρονη μαρξιστική πολιτική θεωρία έχει απαλλαχθεί από τον ναρκισσιστικό, «μεταφυσικού τύπου» ιστορικισμό της, απορρίπτοντας συλλήβδην ως ιστορικά ανέφικτο, αλλά και ως ανεπιθύμητο, το ενδεχόμενο της νομοτελειακής μετάβασης από τον ένα κοινωνικό μετασχηματισμό στον άλλο. Εξάλλου, η αλλαγή του κόσμου θα προέλθει μέσα από τον πολλαπλασιασμό των ρωγμών που επιφέρουν τα κινήματα που ήδη συμβαίνουν (σ. 29).
Επιπλέον, οι ρωγμές προκύπτουν ως αναπόδραστη συνέπεια αδιέξοδων καπιταλιστικών κοινωνικών σχέσεων: όταν μία/ένας απολύεται ή σπρώχνεται στην ημι–απασχόληση, τότε αναγκάζεται να ανακαλύψει τρόπους να οργανώσει τη ζωή της/του διαφορετικά (σ. 47). Η εξάντληση της κεϋνσιανής συναίνεσης, ρητή αποτύπωση της οποίας υπήρξε η προοδευτική κατάρρευση του κράτους πρόνοιας στις περισσότερες χώρες της δυτικής Ευρώπης, έχει αποβάλλει πολλές κοινωνικές κατηγορίες από το πλαίσιο ρύθμισης των καπιταλιστικών σχέσεων, άλλοτε προκαλώντας φτώχεια, ανεργία και παραοικονομία και άλλοτε κινητοποιώντας τη δημιουργικότητα και γεννώντας σχέσεις αλληλεγγύης.
Η λογική του Χόλλογουεη είναι απλή: ο αποκλεισμός αντιστρέφεται, όταν οι ίδιοι οι αποκλεισμένοι αποφασίσουν ότι δεν θέλουν να συμπεριληφθούν και αποφασίζουν να επαναχαράξουν τα όρια του νέου «εναλλακτικού» τρόπου ζωής τους. Τα κινήματα των ομοφυλοφίλων ή των μαύρων αποτελούν αντιπροσωπευτικά παραδείγματα του είδους του αποκλεισμού που εξελίσσεται: αρχίζει από μια άρνηση, στηρίζεται στα δίκτυα αλληλεγγύης και οδηγεί στην εκ νέου δημιουργία. Από την άλλη όμως, όπως λέει ο Χόλλογουεη οι ρωγμές δεν προκύπτουν μόνο από τέτοιες «μεγαλειώδεις» κινήσεις, όπως τα κινήματα χειραφέτησης. Μπορεί ακόμη να προκύψουν από μεμονωμένες, περιστασιακές στιγμές αμφισβήτησης του καπιταλισμού με υλικά αποτελέσματα[2].
Η εκ του μηδενός επανίδρυση των κοινωνικών σχέσεων προϋποθέτει μία διαρκή αντίστροφη διαδικασία: για παράδειγμα, αν ο καπιταλισμός ξεκίνησε ως κίνημα περίφραξης, που μετέτρεπε οτιδήποτε κοινόχρηστο σε ατομική ιδιοκτησία, έτσι ακριβώς η ανατροπή του καπιταλισμού προϋποτίθεται να διέλθει από την επέκταση των αγαθών για δημόσια χρήση[3].
Επιπλέον, ο Χόλλογουεη υποστηρίζει ότι αδίκως κρίνουμε ως αναποτελεσματικές τις περιστασιακές και αυτοεξαντλούμενες εκρήξεις κοινωνικής δυσαρέσκειας∙ κατά τη γνώμη του αυτά τα «ξεσπάσματα» έχουν τη δική τους ιστορική συμβολή στο αναποδογύρισμα του κόσμου ή καλύτερα στην αποκάλυψη του κόσμου που υπάρχει –όχι–ακόμα (σ. 59-60).
Ωστόσο, το πολιτικό του σχέδιο δεν εξαντλείται στην ερμηνεία του καπιταλιστικού κόσμου και στην άρνησή του. Αυτό που κυρίως τον απασχολεί θεωρητικά  είναι ο το «άνοιγμα» του δρόμου προς τον άρδην πολιτικό μετασχηματισμό του. Ξεκαθαρίζει μάλιστα ότι οι σκέψεις που εκτίθενται «εντός» του βιβλίου του, δεν συνιστούν αποκύημα της δικής του δημιουργικής φαντασίας, αλλά αντίθετα αφιερώνονται στη ροή του αγώνα ή αλλιώς στο εν εξελίξει κίνημα αμφισβήτησης του καπιταλισμού, που είναι τόσο παλιό όσο και ο ίδιος ο καπιταλισμός (σ. 26).
Παρομοιάζοντας γλαφυρά τον καπιταλισμό με ένα  «γλοιώδη βούρκο» (σ. 29) ή ένα «σκούρο υγρό που αναβλύζει μέσα από τη ρωγμή του η αξιοπρέπεια» (σ. 31), προτείνει αυτές τις ρωγμές ως εναλλακτική στρατηγική μετασχηματισμού του κόσμου. Οι πιο ισχυρές δυνάμεις κοινωνικής συνοχής που αντιτίθενται στις ρωγμές συσπειρώνονται γύρω από το κράτος (σ. 97), στο πλαίσιο του οποίου, συνήθως με βίαια μέσα, στο όνομα της προάσπισης της ιδιοκτησίας ή της κοινωνικής ειρήνης, καταστέλλονται οι απόπειρες δημιουργίας ρωγμών. Συγκεκριμένα, το κράτος παρουσιάζεται να είναι μέρος της ίδιας συνεκτικής κοινωνικής σύνθεσης που επιθυμούμε να ανατρέψουμε[4]. Από την σκοπιά, αυτή για τον Χόλλογουεη, η ρωγμή, για να ευδοκιμήσει και να οδηγήσει σε περαιτέρω ρήξεις, προϋποθέτει «μη κρατικές μορφές» αγώνα ή καλύτερα αγώνα εκτός του κράτους. Ασκεί μάλιστα αρνητική κριτική στα αριστερά  κόμματα, τα οποία περιγράφει ως εμμονικά προσκολλημένα στην προσπάθεια κατάκτησης της κρατικής εξουσίας.
Και τότε «τί κάνουμε λοιπόν;» Για να βρούμε την απάντηση μάς προτρέπει να διαβάσουμε πάλι με επιμέλεια τον κλασικό Μαρξ, αλλά αυτή τη φορά πίσω από τις γραμμές: Η ανατροπή του κυρίαρχου τρόπου ρύθμισης των οικονομικών και κοινωνικών σχέσεων προϋποθέτει να προβληματιστούμε εκ νέου σε σχέση με την εργασία. Ο στόχος τώρα γίνεται  η ανάκτηση του χαμένου «ωφέλιμου» χαρακτήρα της εργασίας, αυτόν που πιθανότατα εννοούσε ο Μαρξ στα «Χειρόγραφα» του 1844, ως του αντιθέτου της αλλοτριωμένης εργασίας που «συμβαίνει» στον καπιταλισμό. Αν η αφηρημένη εργασία στον καπιταλισμό  δημιουργεί στο υποκείμενο ένα αίσθημα αποξένωσης  από το ίδιο το αποτέλεσμα της εργασίας του (σ. 156), τότε η «ωφέλιμη» αποτελεί το ακριβώς αντίθετο της.
Μας καλεί λοιπόν σε μια ανάστροφη πορεία άρσης των «περιφράξεων», δηλαδή των υπαίτιων για την συγκρότηση και την διιστορική «ανθεκτικότητα» του καπιταλιστικού τρόπου οργάνωσης. Το «αναποδογύρισμα» του κόσμου για τον Χόλλογουεη εξελίσσεται ως μια πορεία αντιστροφών: Πρωταρχικά, προϋποτίθεται οι εργαζόμενοι να «απαλλαχθούν» από την ταυτότητα που τους προσδίδεται από τη θέση τους στην παραγωγική διαδικασία (σ. 203). Να παλέψουν για την κατάργηση της  αλλοτριωμένης αφηρημένης εργασίας που υπάρχει στον καπιταλισμό και την αντικατάσταση της με ωφέλιμη δημιουργική εργασία. Να αντικαταστήσουν την οικονομία της αγοράς με την εναλλακτική «οικονομία» των αναγκών τους.
Σε αυτή τη διαδικασία της εκ νέου «ανθρωποποίησης[5]» η συντροφικότητα δεν είναι απλώς μια παράπλευρη συνέπεια του αγώνα», καθώς μόνο έτσι γίνεται δυνατή η σφυρηλάτηση «κοινωνικών σχέσεων ασύμβατων με τον καπιταλισμό. Μέσα στο πλαίσιο αυτών των αγώνων η αξιοπρέπεια αναδεικνύεται σε έννοια κεντρική (σ. 79), ενώ η «ευδοκίμησή» τους προϋποθέτει την ολοένα και  διευρυνόμενη συμμετοχή. Εξάλλου, το πρωτόγνωρο βίωμα της κοινής συλλογικής εμπειρίας μεταξύ ετερόκλητων ομάδων, ατόμων, συλλογικοτήτων, στα τοπικά «κινήματα των πλατειών», επαληθεύει την παραπάνω υπόθεση.
Αναμφίβολα, o  Χόλλογουεη, ως δραστήριο στέλεχος της σχολής του «Ανοικτού Μαρξισμού», μιλάει τη γλώσσα της αυτονομίας επαναλαμβάνοντας την κατηγορηματική απόρριψη κάθε «στρουκτουραλιστικής έμπνευσης» αντίληψη περί δυνητικού μετασχηματισμού του κράτους[6].
Ο Χόλλογουεη επίσης απορρίπτει την πολιτική πάλη, με τη μορφή των συνδικαλιστικών–εργατικών αγώνων, μέσα στο πλαίσιο του κράτους, ως εντελώς αναποτελεσματική και αδιέξοδη: Υποστηρίζει ότι ο συνδικαλισμός που υπερασπίζεται την μισθωτή εργασία διαχωρίζει την πάλη σε πολιτική και οικονομική, καθηλώνοντας εν τέλει την πολιτική στον οικονομισμό (σ. 274). Ωστόσο, ακόμη και η πιο πρόσφατη κοινωνική εμπειρία, από την οποία εξάλλου ο Χόλλογουεη αντλεί τα περισσότερα παραδείγματα του, μας πείθει για το ακριβώς αντίθετο, ότι δηλαδή οι εργατικοί αγώνες μπορούν να επιφέρουν ρωγμές, όπως ακριβώς ο ίδιος τις εννοεί και τις ορίζει.
Κανένα από τα επιχειρήματα τα οποία επικαλείται ο Χόλλογουεη στην ανάλυσή του δεν είναι χωρίς εμπειρική θεμελίωση. Από την άλλη, όμως, η άρνηση των ενδεχόμενων πολλαπλασιασμών των ρωγμών μέσα στο πλαίσιο του κράτους, τελικά εγκλωβίζει την ανάλυσή του στο αδιέξοδο τού «αλληλοαποκλεισμού» των «δυνητικών διεξόδων» από τον καπιταλισμό. Μετατοπίζεται, από τον διακηρυγμένο στόχο του «ανοίγματος» σε ένα επίμονο και αμετακίνητο διαρκές «κλείσιμο».
Μήπως όμως έτσι υποτιμώνται κάποιες από τις ευκαιρίες που παρουσιάζονται για να επιφέρουμε αυτές τις «ακριβοθώρητες» ρωγμές; Μήπως η υποβάθμιση αυτή ελαχιστοποιεί τις δυνατότητες που μας παρουσιάζονται να  συμβάλλουμε στο πολυπόθητο βάθεμα και στη σύγκλισή τους,[7] την οποία αναμφίβολα και επιδιώκουμε; Εξάλλου, όπως ο ίδιος έχει επισημάνει,  απλώς αναταξινομονούνται οι όροι της υποτέλειας μας, αν η άρνηση γίνεται αυτοσκοπός και δεν οδηγεί σε ένα «άλλως πράττειν» (σ. 37).

Η Αλίκη Κοσσυφολόγου είναι υποψήφια διδάκτορας πολιτικής επιστήμης του Πανεπιστημίου Αθηνών



[1] Τζον Χόλλογουεη, Ας Αλλάξουμε τον Κόσμο, Χωρίς να Καταλάβουμε την εξουσία: Το νόημα της Επανάστασης Σήμερα, μτφρ: Άννα Χόλλογουεη, Αθήνα: Σαββάλας, 2007
[2] Παραπέμπει εύστοχα στο βρετανικό «Δε πληρώνω» των αρχών της δεκαετίας, της εξαιρετικά επιτυχημένης εκστρατείας για την κατάργηση του κεφαλικού φόρου ( poltax), το οποίο με σύνθημα «δε μπορούμε να πληρώσουμε, δε θα πληρώσουμε» ενοποιούσε εκείνους που δε μπορούσαν να πληρώσουν, με εκείνους που από θέση αρνούνταν να πληρώσουν έναν φόρο που έκριναν άδικο. Στο ίδιο, σελ. 51
[3] Παραπέμπει σε τρεις κατηγορίες αγαθών για δημόσια χρήση: τα οικολογικά κοινά αγαθά (νερό, ατμόσφαιρα, ψαρότοποι και δάση), τα κοινωνικά κοινά αγαθά (δημόσιες παροχές για την πρόνοια, την υγεία, την παιδεία κοκ), διαδικτυωμένα κοινά αγαθά ( πρόσβαση στα μέσα επικοινωνίας) (σ. 57).
[4] Δηλαδή της κοινωνικής σύνθεσης που εδραιώνεται μέσα σε αυτό που εκφράζει το χρήμα, της αξίας, (σ. 119).
[5] Χρησιμοποιούμε τον όρο ως αντίστροφο της  έννοιας της «πραγμοποίησης» την οποία εισήγαγε ο Γκ.Λούκατς. Ενδεικτικά: http://www.theseis.com/index.php?option=com_content&task=view&id=1061&Itemid=29
[6] Πολύ αντιπροσωπευτική εκδοχή στρουκτουραλιστικής αντίληψης του κράτους απαντάται στο έργο του Νίκου Πουλαντζά, το οποίο « είναι ενδεικτικό του μετασχηματισμού μιας στρουκτουραλιστικής αντίληψης για το κράτος σε αντίληψη με ιστορικό προσανατολισμό, όπου τα κοινωνικά κινήματα παίζουν καθοριστικό ρόλο» Μartin Carnoy, Kράτος και Πολιτική Θεωρία, μτφρ: Σούλα Παπαιωάννου, επιμ: Διονύσης Γκράβαρης, Αθήνα: Οδυσσέας, 1990, σελ.74
[7] Όπως ο ίδιος σημειώνει η επιμονή στο ενωτικό στοιχείο, εξυπηρετεί τον κοινό θετικό στόχο «να βαθύνουμε τις ρωγμές, να τις φέρουμε πιο κοντά, να συμβάλλουμε στη σύγκλιση τους» (σ. 338).

Δεν υπάρχουν σχόλια: