8/1/11

Δύο επέτειοι

100 χρόνια από το θάνατο του Λέοντα Τολστόι και 65 χρόνια από το θάνατο του μεγάλου ζωγράφου Λεονίντ Πάστερνακ

ΤΗΣ ΕΥΓΕΝΙΑΣ ΚΡΙΤΣΕΦΣΚΑΓΙΑ


Στο έτος που μόλις έφυγε, η Ρωσία και όλος ο κόσμος γιόρτασαν δύο μεγάλες αυτές επετείους. Η πρώτη επίσημη, με την ανακήρυξη του έτους 2010 ως έτους Τσέχωφ, και η δεύτερη ανεπίσημη, αλλά εξ ίσου λαμπρή και βαρυσήμαντη, ως έτος Τολστόι. Αποφασίζοντας λοιπόν να τιμήσω στις σελίδες των «Αναγνώσεων», τον Τολστόι, αυτόν τον μοναδικό ρώσο συγγραφέα, σκέφθηκα να ξεδιπλώσω μια αρκετά άγνωστη πτυχή της δημιουργικής του ζωής, ή, για την ακρίβεια, της συνεργασίας του με τον επίσης μοναδικό ρώσο ζωγράφο, Λεονίντ Πάστερνακ, πατέρα του Μπορίς Πάστερνακ, τον οποίον συνήθως σκεπάζει η βαριά σκιά του διάσημου γιου του. Φέτος συμπληρώνονται τα 65 χρόνια από το θάνατο του μεγάλου αυτού ζωγράφου, και η παράλληλη ζωή του με τον Τολστόι, η «συλλογική» τους δημιουργία του αριστουργήματος του τελευταίου –της Ανάστασης– είναι μια πολύ καλή αφορμή.

«Πώς τα φέρνει η ζωή! Όταν του σκίουρου του πέφτουν τα δόντια, τον κερνάνε φουντούκια!», παραπονιόταν ο Τολστόι κοιτάζοντας τα σχέδια του Πάστερνακ για το Πόλεμος και Ειρήνη. «Κάποτε, όταν έγραφα αυτό το μυθιστόρημα, ονειρευόμουν τέτοια εικονογράφηση...».
Ήταν η δεύτερη συνάντηση των δύο δημιουργών, τον Απρίλιο του 1893. Η πρώτη έγινε μερικές μέρες πριν, όταν ο Τολστόι επισκέφθηκε μια έκθεση ζωγραφικής, όπου ο τριαντάχρονος ζωγράφος Λεονίντ Πάστερνακ έπαιρνε μέρος με τον πίνακα «Η πρωτοεμφανιζομένη». Ο Πάστερνακ απαθανάτισε τη Μαρία Γιερμόλοβα, μεγάλη Ρωσίδα ηθοποιό, την Κυβέλη της ρωσικής σκηνής, στο ρόλο της Αιμιλίας Γκαλότι, όπως εκείνη πρωτοεμφανίστηκε στο θέατρο το 1870, 17χρονο τότε κοριτσάκι. Φέτος, στην Κεντρική σκηνή του Εθνικού θεάτρου της Αθήνας, το έργο του Γκότχολντ Έφρεμ Λέσινγκ, Αιμιλία Γκαλότι παίζεται ξανά, 140 χρόνια μετά από το ντεμπούτο της Γιερμόλοβα. Είναι κι αυτή μια επέτειος...
Ο Λεονίντ Πάστερνακ έζησε 83 ευτυχισμένα χρόνια (1862-1945). Στην προσωπική και τη δημιουργική του ζωή δεν υπήρχε το παραμικρό συννεφάκι, και σ’ αυτό συνωμότησε το Σύμπαν ολόκληρο. Ο τριών μηνών Ισαάκ ασθένησε βαριά, και παρ’ ολίγο να πεθάνει στην κρίση του δυνατού βήχα. Τότε ο πατέρας του, ακολουθώντας την αρχαία εβραϊκή παράδοση, έσπασε στο δάπεδο ένα κεραμικό δοχείο: το αγόρι τρόμαξε και σταμάτησε να βήχει. Μετά την ίαση, για να παραπλανήσουν τον δαίμονα της αρρώστιας, του έδωσαν ένα άλλο όνομα, Λεονίντ...
Στα 23 του ο Λεονίντ Πάστερνακ, πολλά υποσχόμενος, αλλά εξ’ ίσου πολύ φτωχός ζωγράφος, που για την τέχνη του παράτησε και την Ιατρική και τη Νομική Σχολή, συνάντησε την εκπληκτική 19χρονη πιανίστρια Ροζαλία Κάουφμαν, ελπίδα της ρωσικής μουσικής, όπως την αποκαλούσε ο μεγάλος βιρτουόζος του πιάνου Νικολάι Ρουμπινστάιν. Η δόξα και η τέχνη της ήταν τόσο ισχυρή, που το 1893, στη μεγάλη συναυλία προς τιμή του αποθανόντα Πιοτρ Τσαϊκόφσκι, όπου εκτελείτο το περίφημο trio a-moll Στη μνήμη του μεγάλου δημιουργού, γραμμένο κάποτε με αφορμή το θάνατο του Νικολάι Ρουμπινστάιν, η Ροζαλία Κάουφμαν-Πάστερνακ καθόταν στο πιάνο.
Το ζευγάρι ήταν πραγματικά φωτεινό: ποιος μπορεί να αναρωτηθεί, μετά από αυτό, γιατί και τα τέσσερα παιδιά τους υπήρξαν μεγάλοι καλλιτέχνες; Από την ένωση της ζωγραφικής με τη μουσική, με την υπεροχή της πρώτης, κατά την ομολογία του Μπορίς Πάστερνακ, γεννήθηκαν, εκτός από τον διάσημο Νομπελίστα, ο αρχιτέκτονας Αλέξανδρος Πάστερνακ (την ίδια δημιουργική χρονιά, το 1893), και οι δύο ποιήτριες, η Ζοζεφίνα Πάστερνακ, που έγραφε στίχους με το ψευδώνυμο Άννα Νέι, και η Λυδία, μεταφράστρια στα αγγλικά των Πάστερνακ, Μάντελσταμ, Αχμάτοβα, αλλά και σύγχρονων ρώσων ποιητών, όπως οι Βοζνεσένσκι, Γεφτουσένκο, Αχμαντούλινα. Στο σπίτι της, στην Οξφόρδη, βρισκόταν το τελευταίο ατελιέ του Λεονίντ Πάστερνακ, κι εκεί πέθανε το 1939 η Ροζαλία Κάουφμαν-Πάστερνακ και το 1945 ο Λεονίντ.
Το 1921, ο ζωγράφος μαζί με τη γυναίκα και τις κόρες του φεύγουν στη Γερμανία∙ ο Λεονίντ Πάστερνακ έχει ανάγκη από καλό οφθαλμίατρο. Το 1932 στο Βερολίνο τυπώνεται η μονογραφία του με τις αναμνήσεις από τις συναντήσεις με τον Λέοντα Τολστόι και τις αυτοβιογραφικές του σημειώσεις. Το μεγαλύτερο μέρος του τιράζ κάηκε το 1933 στην πυρά, στη δημόσια αουτονταφέ των βιβλίων.
Η μοίρα προφύλαξε τους Πάστερνακ δύο φορές: το 1938, ο ζωγράφος και η γυναίκα του ετοιμάζονται να επιστρέψουν στη Σοβιετική Ένωση, για να γλιτώσουν από τους ναζιστές. Πριν όμως έπρεπε να περάσουν από το Λονδίνο, όπου ζούσε η μικρότερη κόρη τους. Στην Οξφόρδη τους ακολούθησαν οι πίνακες, που έπρεπε να ταξιδέψουν αργότερα μαζί τους στη Μόσχα. Ο θάνατος της Ροζαλίας το 1939 κράτησε τον Πάστερνακ στην Οξφόρδη: ποιος ξέρει τι τον περίμενε στην προπολεμική Μόσχα της δεκαετίας του ’30...
Η προοικονομία της συνεργασίας και της βαθιάς σχέσης του ζωγράφου με τον Τολστόι υπήρξε το γεγονός, ότι το 1881 η κόρη του συγγραφέα, Τατιάνα, του «έφαγε» τη μοναδική χηρεύουσα θέση σπουδαστή στη Σχολή Καλών Τεχνών της Μόσχας! Το 1894 ο Πάστερνακ θα περάσει το κατώφλι της Σχολής, αλλά ως καθηγητής πια. To 1898 ο Λέων Τολστόι ζητά από την Τατιάνα να προτείνει στον Λεονίντ Πάστερνακ την εικονογράφηση του καινούργιου του μυθιστορήματος Ανάσταση. Ήταν το αποκορύφωμα της δημιουργικής πορείας του ζωγράφου, γιατί, κατά τη δική του ομολογία, ο Τολστόι δεν «καρφώθηκε σαν σφήνα μόνο στην παγκόσμια λογοτεχνία, αλλά και σε όλη την ανθρωπότητα». Τα πραγματικά του απομνημονεύματα για τον Τολστόι ο Λεονίντ Πάστερνακ τα άφησε στα πολυάριθμα σχέδια που απεικονίζουν τον Τολστόι και την οικογένειά του, στην εικονογράφηση του Πόλεμος και Ειρήνη και της Ανάστασης, την καλύτερη εικονογράφηση, κατά τη γνώμη των παλαιών αλλά και των σύγχρονων ιστορικών τέχνης.
«Ο μπαμπάς παρακαλεί να πάτε στη Γιάσναγια Πολιάνα. Έγραψε ένα καινούργιο μυθιστόρημα και θέλει να το εικονογραφήσετε εσείς, θέλει να διαβάσετε το γρηγορότερο το χειρόγραφο», του είπε η Τατιάνα Λβόβνα Τολστάγια. Ο Τολστόι βιαζόταν για την έκδοση του μυθιστορήματος, μια και οι εισπράξεις από τις πωλήσεις του προορίζονταν για τους Doukhobors, τους Ρώσους αναρχοχριστιανούς, που μετακόμιζαν στον Καναδά. «Για χάρη τους πάλι άρχισα να γράφω λογοτεχνία!», θα ομολογήσει στον Πάστερνακ. «Είναι καλύτερο απ’ ό,τι έχω γράψει μέχρι σήμερα. Πιστεύω, ότι θα σας αρέσει». Ο παγκόσμιας φήμης Τολστόι ήταν 70 ετών, ενώ ο ζωγράφος Λεονίντ Πάστερνακ μόλις 36: στο βιογραφικό του υπήρχε για την ώρα το πρώτο βραβείο στη Διεθνή Έκθεση του Μονάχου, ενώ η μεγάλη διεθνής διάκρισή του, το μετάλλιο στην Παγκόσμια Έκθεση των Παρισίων για την εικονογράφηση της Ανάστασης, θα ερχόταν μόλις σε δύο χρόνια, το 1900. Επέτειος κι αυτή, και του Πάστερνακ και του Τολστόι.
Η πρόσκληση του Πάστερνακ στη Γιάσναγια Πολιάνα δεν είχε σχέση μόνο με το θαυμασμό που έτρεφε ο Τολστόι για την τέχνη του ζωγράφου, αλλά με το βαθύ σεβασμό που ένιωθε για τον ίδιο. Ως γνωστόν, ο «μηχανικός των ανθρώπινων ψυχών» (όπως αποκαλούσε τους συγγραφείς ο Στάλιν) δεν χαριζόταν σε κανέναν. Στον Λεονίντ Πάστερνακ ο Τολστόι δεν αναγνώριζε μόνο το εξαιρετικό ταλέντο, αλλά και το υψηλό ήθος. «Συνεχίζοντας να βαδίζει στη σάλα, με κοιτούσε επίμονα, με το εξερευνητικό του βλέμμα, που σε διαπερνούσε ολόκληρο... Μπορώ να πω, ότι τρόμαξα λίγο. ‘Ξέρετε’, είπε επιτέλους, ‘σας κοιτάω και μ’ αρέσει τρομερά το ηθικό ύψος στο οποίο στέκεστε’».
Αμφιβάλλω αν ο Τολστόι γνώριζε την ιστορία με την πρόσληψη του Λεονίντ Πάστερνακ στη θέση του καθηγητή στη Σχολή Καλών τεχνών. Ο Πάστερνακ γνώριζε ότι οι υποψηφιότητες έπρεπε πρώτα να περάσουν από την έγκριση του Μέγα Δούκα, Σεγεκέι Αλεξάνδροβιτς, μέγα επίσης αντισημίτη. Πολλοί Ρωσοεβραίοι  έβρισκαν τον πιο απλό δρόμο για να παρακάμψουν αυτό το εμπόδιο: βαφτίζονταν χριστιανοί. Όμως ο Πάστερνακ, στο γράμμα του στον επιθεωρητή της Σχολής, δήλωσε: «Μεγάλωσα στην εβραϊκή οικογένεια και ποτέ δεν θα προδώσω την πίστη των πατεράδων μου, στο όνομα της καριέρας μου ή της βελτίωσης της κοινωνικής μου θέσης». Παρά ταύτα, ή ακριβώς γι’ αυτό, πήρε τη θέση του καθηγητή της Σχολής.
Από τη μέρα που ο Πάστερνακ ξεκίνησε την ανάγνωση της Ανάστασης, ο Τολστόι απέκτησε έναν συνεργάτη, έναν συν-συγγραφέα. «Συχνά κατάφερα να τραβήξω το ενδιαφέρον του, περιγράφοντας τις ιδιαιτερότητες στην εμφάνιση και τον χαρακτήρα των ηρώων του... Ο Νεχλιούντοφ και η Κατιούσα μου έμοιαζαν, σχεδόν φωτογραφικά, με τους άγνωστους για μένα ανθρώπους τους οποίους περιέγραφε ο Τολστόι... Η διαδικασία της δουλειάς μας ήταν η εξής: έφτιαχνα τις μεγάλες εικόνες και τις έδειχνα στον Τολστόι. Αμέσως φτιάχνονταν τα αντίγραφα∙ τα πρωτότυπα στέλνονταν στην Πετρούπολη, στο ‘Νίβα’, και τα αντίγραφα στο Παρίσι, το Λονδίνο, τη Νέα Υόρκη και άλλες πόλεις, όπου δημοσιευόταν ταυτόχρονα η Ανάσταση...
Μια φορά, βλέποντας το σχέδιο, όπου ο στρατηγός καταβρόχθιζε τα στρείδια, ο Τολστόι αναφώνησε: ‘Είστε πιο μοχθηρός από μένα!’...
Μια φορά του έφερα το τελειωμένο σχέδιο ‘Μετά την εκτέλεση’. Ο Τολστόι το κοίταγε προσεκτικά και επαναλάμβανε: ‘Πολύ ωραία! Πολύ ωραία!’... Ξαφνικά, η φωνή του έσπασε, φάνηκε ένα δάκρυ, μετά ακόμα ένα... Χτύπησε το μέτωπό του και φώναξε: ‘Τι έκανα! Έχω στείλει τηλεγράφημα στον Μαρξ (εκδότης του ‘Νίβα’) για να διαγράψει αυτό το κεφάλαιο! Τι έκανα!... Θα του στείλω αμέσως τηλεγράφημα να το αποκαταστήσει, για να μπει αυτό το σχέδιο!’. Μόλις το άκουσα, διαμαρτυρήθηκα: ήταν απαράδεκτο να αλλάζει ο Τολστόι τα δημιουργικά του σχέδια για χάρη του δικού μου σχεδίου. Αλλά ο Τολστόι επέμενε...»
Αργότερα, όταν στα χέρια του βρέθηκαν τα τυπωμένα σχέδια της Ανάστασης, ο ζωγράφος δυσαρεστήθηκε, παρά την τεράστια επιτυχία και την αγαλλίαση των εκδοτών. Ήταν έτοιμος να απαγορεύσει την έκδοσή τους, όταν ο Τολστόι, βλέποντας την απόγνωσή του, τον παρηγόρησε: «Μη στεναχωριέστε, Λεονίντ Όσιποβιτς, μετά θα εκθέσετε τα πρωτότυπα, και όλος ο κόσμος θα τα δει. Να θυμάστε: όλα χάνονται σ’ αυτόν τον κόσμο, και τα βασίλεια και οι θρόνοι και τα κεφάλαια πολυεκατομμυρίων, τα κόκαλά μας και τα κόκκαλα των δισέγγονών μας θα σαπίσουν στο χώμα. Αλλά αν στα έργα μας υπάρχει έστω κι ένας κόκκος δημιουργικότητας, θα ζήσει αιώνια!».
Το 2010 γιορτάστηκε ακόμα μία επέτειος, τα 120 χρόνια του Μπορίς Πάστερνακ. Θα μπορούσα να ονομάσω αυτό το κείμενο Τρείς επέτειοι, αλλά φοβήθηκα ότι το κέντρο βάρους θα μετακινείτο από τον πατέρα Πάστερνακ στον υιό. Αδίκως. Γιατί ο Λεονίντ Πάστερνακ, ο μεγάλος ρώσος ιμπρεσιονιστής, λησμονημένος και παραγκωνισμένος για λόγους πολιτικούς, ευτελείς όπως πάντα, κατέχει στη ρωσική, στην παγκόσμια τέχνη, εξ ίσου εξέχουσα θέση: τον Λεονίντ και όχι τον Μπορίς Πάστερνακ αποκάλεσαν με το πέρασμα των δεκαετιών «καθρέφτη της Ρωσίας».
«Μα ποιος είναι; Σε ποια αρένα
Κέρδισε την ύστερη εμπειρία του;
Με ποιον πολεμούσε μια ολόκληρη ζωή;
Με τον εαυτό του, με τον εαυτό του».
Αυτούς τους στίχους, που ανοίγουν τον κύκλο ποιημάτων Ζωγράφος, ο Μπορίς Πάστερνακ αφιέρωσε στον πατέρα του. Θα μπορούσαν δικαιωματικά να είχαν γραφτεί για τον Λέοντα Τολστόι.

Η Ευγενία Κριτσέφσκαγια είναι κλασικός φιλόλογος

Δεν υπάρχουν σχόλια: