ΤΟΥ ΤΑΣΟΥ ΓΟΥΔΕΛΗ
Αύγουστος του 2006. Δουβλίνο. Οι μέρες προς τη βροχή. Το ξενοδοχείο μας μάλλον απόμερο δίπλα στο ποτάμι Λίφεη. Οι δρόμοι και τα κτήρια όπως τα είχα δει σε εικόνες και φανταστεί. Γυρίζουμε με τη Φανή τις ήσυχες συνοικίες με το πλακόστρωτα και τους κήπους. Οι ταμπέλες μάς κατευθύνουν στο σπίτι του Μπέρναρ Σο. Φωτογραφίες. Πιο κει ένας καθεδρικός. Προσπαθώ να μη νιώσω τουρίστας. Μεσημέρι. Κοιτάζω αφηρημένα το εσωτερικό κάποιων παμπ, που μόλις ανοίγουν διάπλατα τις πόρτες, σκοτεινά, θέλοντας να διώξουν τις σκιές της προηγούμενης νύχτας. Αν και το "βρωμοδουβλίνο" του Τζόις είναι στη σκέψη μου, θέλω να αποφύγω όλο αυτό το φολκλόρ, που καταλήγει στο μουσείο του συγγραφέα, στα αναμνηστικά φλιτζάνια τσαγιού με την τυπωμένη φιγούρα του και την κρεβατοκάμαρα-ζόμπι, όπως την άφησε -υποτίθεται- πίσω του φεύγοντας από την πόλη. Ξέρω ότι θα επισκεφθώ κάποια στιγμή το περίφημο σπίτι της ενώσεως συγγραφέων, με τις φθαρμένες, ψάθινες καρέκλες της κεντρικής αίθουσας και τα πορτρέτα του Ουάιλντ, του Γέητς και του Ο' Κέησυ στους τοίχους. Προς το παρόν θέλω να κάνω τη δική μου διαδρομή και ζητώ ευκαιρίες. Και να: σε κάποιο ξύλινο φράχτη κοντά στο ξενοδοχείο, ανάμεσα σε αφίσες εκδηλώσεων, το μάτι μου πέφτει στο όνομα του Άρλο Γκάθρι. Tί ζητάει ένας Γιάνκι στην αυλή του βασιλιά Αρθούρου, όπως θα ‘λεγε ο Μαρκ Τουέην; Μια γεύση από τις ρίζες του αναζητώντας, προφανώς... Παρακολουθώ ελάχιστα τα μοντέρνα μουσικά και έχω χάσει την επαφή μαζί του. Τον θυμάμαι από το Εστιατόριο της Αλίκης. την ταινία του Άρθουρ Πεν, του μακρινού, χίπικου '69. Συγκράτησα από εκείνο το φιλμ, στα χρόνια της αθωότητας, το κοινοβιακό, τρυφερό κλίμα που το διαπότιζε, όταν τα χριστιανικά αισθήματα, οι πολιτικές ουτοπίες και οι αφοπλιστικές ελευθεριότητες υπεραναπλήρωναν τα πάντα.
Από τα πιο χαμηλόφωνα έργα του σκηνοθέτη του Μπόνι και Κλάιντ, μπορεί να μην αποτυπώθηκε μέσα μου βαθιά, ωστόσο μέσα στο χρόνο δεν με συνόδευσε μόνο νοσταλγικά όπως άλλες καλλιτεχνικές χειρονομίες "διαμαρτυρίες" του χθες. Στόχος του, ο πόλεμος του Βιετνάμ και η καταγγελία του μέσα από την ιστορία ενός νεαρού μουσικού που καλείται να στρατευθεί και πηγαίνει την Ημέρα των Ευχαριστιών (πολύ ιδιαίτερη γιορτή των αμερικανών) στο ομώνυμο εστιατόριο του τίτλου για να βοηθήσει την ιδιοκτήτρια. Ο μακρυμάλλης ήρωας, με τον ελαφρό στραβισμό, τραγουδάει μια μπαλάντα διάρκειας 18 λεπτών στην οποία εξιστορεί και με λόγια την περιπέτειά του με τη στρατολογία, την Αστυνομία και χτυπάει τον πόλεμο. Ο ίδιος ο Άρλο Γκάθρι το χαρακτήρισε πρόσφατα ως ένα τραγούδι κατά της βλακείας. "Μπορείς να πάρεις ό,τι θέλεις στο εστιατόριο της Αλίκης/ Μπες από την πίσω πόρτα/ Είναι μισό μίλι από τις γραμμές του τρένου/ Μπορείς να πάρεις ό,τι θέλεις στο εστιατόριο της Αλίκης.." λέει το ρεφρέν.
Εκτός, όμως, από το κύριο θέμα της ταινίας μού είχαν εντυπωθεί τα πλάνα της επίσκεψής του Άρλο στο νοσοκομείο, όπου νοσηλευόταν η πηγή της έμπνευσής του, ο πατέρας του Γούντι Γκάθρι. Χτυπημένος από μια σπάνια πάθηση των νεύρων ο μεγάλος, αριστερός τροβαδούρος της κάντρι, στα τελευταία χρόνια της ζωής του μπαινόβγαινε στα νοσοκομεία. Εκεί τον επισκέπτονταν πολλοί μουσικοί, μεταξύ των οποίων και ένα μειράκιο με πολύ δυναμισμό στο στίχο και στις μελωδίες: ο Μπομπ Ντίλαν. Στον κατάκοιτο Γούντι Γκάθρι έπαιζε τα τραγούδια του ο τελευταίος για να ακούσει τη γνώμη του, έχοντάς την σε μεγαλύτερη εκτίμηση από ενός άλλου δασκάλου του, του Πιτ Σίνγκερ, ο οποίος αργότερα τον αποκήρυξε ως προδότη της κάντρι, λόγω της στροφής του Ντίλαν προς τη ροκ. Ο Γκάθρι έλεγε για τον Μπομπ: "Μην ακούτε τί λέει αλλά πώς το λέει..", γιατί θαύμαζε το στιλ του νεαρού με την κιθάρα και τη φυσαρμόνικα.
Διαβάζω στην κίτρινη αφίσα ότι ο Άρλο, που έρχεται από μια περιοδεία στην Αυστραλία, πρόκειται να παρουσιαστεί για μια μόνο βραδιά στην παμπ... Προσέχω τη διεύθυνση: δεν πρόκειται για την κεντρική Τόμας Ριντ, με τα μεγάλα βιτρό, όπου εμφανίζονται διασημότητες τύπου Τζιμ Μόρισεη ή Βαν Μόρισον, αλλά για κάποια άλλη, δευτερεύουσα. (Δεν ήξερα τότε ότι στις 18 Αυγούστου θα τραγουδούσε με το οικογενειακό συγκρότημά του στο Νάσιοναλ Κόντσερτ Χολ).
Η παμπ δεν είναι πολύ μακριά από το ξενοδοχείο. Γύρω στις 9 μ.μ. είμαστε εκεί. Η είσοδος σε ένα μικρό στενό. Το εισιτήριο ελάχιστο. Κόσμος αρκετός. Διάφορες ηλικίες. Ξεχωρίζουν πάντως ασπρομάλληδες με κοτσίδα και παιδόμορφες κυρίες άλλης εποχής. Άνετος χώρος, με ψηλά, στρογγυλά τραπέζια μπροστά σε μια μικρή σκηνή. Οι περισσότεροι πίνουν μια άγνωστή μου μπύρα, άνοστη, με ροδάκινο. Σε λίγο ένας κύριος με γκρίζα μακριά μαλλιά μπαίνει στο πάλκο και χειροκροτείται. Κάθεται σε ένα σκαμπό και παίρνει μια κιθάρα. Τον πλαισιώνουν τρεις ή τέσσερις μουσικοί διαφόρων ηλικιών: τα παιδιά του, συγγενείς οι περισσότεροι, έτσι μας τους σύστησε κιθάρες, πλήκτρα, ντραμς. Η Φανή βγάζει φωτογραφίες με το κινητό της. Είμαστε μακριά από το γκρουπ και δεν διακρίνω καθαρά τα χαρακτηριστικά του κεντρικού προσώπου, που πριν αρχίσει να τραγουδάει, κάνει μια μακρόσυρτη εισαγωγή. Λέει για το ταξίδι του, τις εντυπώσεις του, μιλάει για τον πατέρα του, την Ιρλανδία, την Αμερική, τα ακτιβίστικα τραγούδια. Χαίρεται που συναντά παλιούς φίλους, από τις δεκαετίες του Βιετνάμ. Ο τόνος του είναι πολύ θερμός, σαν να βρίσκεται σε παρέα. Το ίδιο έκανε και ο πατέρας του, έχω διαβάσει.
Ο πρόωρα χαμένος και ανατρεπτικός Χαλ Άσμπι στο Προορισμένος για τη δόξα (ελλην. τίτλ. Αυτή η γη είναι δική μου γη), φιλμ του 1976, βασισμένο στη ζωή του αριστερού τροβαδούρου, δείχνει με πολύ ένταση τη δράση και τις συνήθειες ενός δυναμικού τραγουδοποιού, που συνεχώς άνοιγε διάλογο με τον κόσμο. Ο Γούντι Γκάθρι, μεγάλος παραμυθάς, εκμεταλλευόταν κάθε ευκαιρία να μιλήσει για τα συλλογικά, όχι μόνο μέσα από στίχους, που συχνά αυτοσχεδίαζε σε χώρους δουλειάς, αλλά και με τον προφορικό λόγο, σαν ένας πολύ καθημερινός και αποδοτικός ινστρούχτορας. Τα χρόνια, μάλιστα, που διάλεξε να "αναλάβει δράση" ήταν κρίσιμα: οι αρχές της δεκαετίας του '30, αμέσως μετά το μεγάλο κραχ. Στην ταινία του Άσμπι περιγράφεται η ατομική και κοινωνική πορεία πολύ γλαφυρά. Ο Ντέιβιντ Καραντάιν, τραγουδιστής ο ίδιος, ενσαρκώνει τον ήρωα πειστικά, σε ένα road movie, που θέλει να ενώσει δύο εποχές (δεν απέχει πολύ ο χρόνος δημιουργίας του φιλμ με τις ταινίες για τα "παιδιά των λουλουδιών"). Ο σκηνοθέτης Χαλ Άσμπι, συγκρούσθηκε με το χολιγουντιανό κατεστημένο αλλά πρόλαβε και γύρισε ορισμένες χαρακτηριστικές ταινίες, ψυχογραφικές και κοινωνικές, που αποτύπωσαν έντονα το κλίμα της δεκαετίας του '70 στον ατομικό και συλλογικό χώρο (Χάρολντ και Μοντ, Το τελευταίο απόσπασμα, Σαμπού, Ο γυρισμός κ.α.) πριν περιθωριοποιηθεί από τη βιομηχανία του σινεμά. Στο Προορισμένος για τη δόξα, ο ήρωάς του είναι ένας πιο συνειδητοποιημένος από τους ειρηνιστές διαδηλωτές εναντίον του Βιετνάμ, από τη γενιά, πάνω-κάτω, του Άσμπι. Είναι και αυτός ένας άνθρωπος χωρίς σπίτι, που έχει αφιερωθεί, όμως, στην προπαγάνδα υπέρ των συνδικάτων και παρακινεί, με τα πολιτικά του τραγούδια, τους εργάτες να δράσουν, σε μια επικίνδυνη εποχή, όπου οι ένοπλοι μπράβοι των αφεντικών αλλά και οι σκληρές Αρχές δεν αστειεύονταν. Η δράση σαν να είναι εμπνευσμένη από τον πρώιμο Στάινμπεκ, τον Κάλντγουελ, τον Όντετς ή τον Ντος Πάσος και ένα σωρό άλλους αριστερούς συγγραφείς της εποχής του μεσοπολέμου, που ο κοινωνικός τους ρεαλισμός έσπαγε κόκαλα. Το φιλμ είναι απερίφραστο στην κατάδειξη της δυναμικής πορείας ενός ακτιβιστή μουσικού, που με τους μπρεχτικούς, θα έλεγε κανείς, στίχους του προσπαθούσε να συνειδητοποιήσει πολιτικά τους εργάτες. Με την κιθάρα στα χέρια, λαθρεπιβάτης σε σκευοφόρους τρένων, οδοιπορώντας σε ερήμους, σκαρφαλωμένος σε καρότσες φορτηγών, ένοικος σε κάθε είδους κατάλυμα, "χωρίς δική του στέγη αλλά με νόμο", για να παραφράσουμε γνωστό τίτλο, η θρυλική αυτή μορφή του στρατευμένου (πλην και ιδιαιτέρως ποιητικού) τραγουδιού, έδωσε στη ζωή του το νόημα που εκείνος ήθελε.
Ο γιος του το βράδυ του 2006 στο Δουβλίνο ήταν φυσικό να τον θυμηθεί στις παρλάτες και στα τραγούδια του. Μετά από το Εστιατόριο της Αλίκης, που ενθουσίασε το ώριμο κυρίως κοινό του, ακούσθηκαν κομμάτια του Γούντι ανάμεσα στις παρατεταμένες ιστορίες και τους διαλόγους με τους θαμώνες. Παρατηρούσα και το νεανικό κοινό με πόση προσοχή και διάθεση συμμετοχής πήρε μέρος στα "δρώμενα": γιατί η απόσταση από το πάλκο μέχρι την πλατεία σε όλη τη διάρκεια της συναυλίας είχε εκμηδενισθεί. Η εποχή του Γούντι Γκάθρι ζωντάνευε μέσα από φανταστικά πλάνα ή έστω μέσα από τις εικόνες του Χαλ Άσμπι. και αυτό δεν ήταν λίγο στο αντιηρωικό παρόν όλων μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου