2/10/22

Από το ζενίθ στο ναδίρ

Ο θίασος της ελληνικής οπερέτας του Ιωάννη Παπαϊωάννου. Ένωσις Σμυρναίων

Του Άλκη Ρήγου

Υπάρχουν στην ιστορία περίοδοι που ο πολιτικός χρόνος είναι ιδιαίτερα πυκνός, πολυσήμαντος και κλειδί για την κατανόηση της πορείας και αυτογνωσίας ενός λαού και του κοινωνικού του σχηματισμού. Αυτό συντελείτε για την ελληνική περίπτωση στο διάστημα των τριών χρόνων που μεσολαβούν μεταξύ της Συνθήκης των Σεβρών που υπογράφτηκε στις 28 Ιουλίου / 10 Αυγούστου 1920 με το νέο ημερολόγιο και της Συνθήκη της Λωζάννης που υπογράφτηκε στις 24 Ιουλίου/ 6 Αυγούστου 1923. Τριών χρόνων μέσα στα οποία το νεοελληνικό κράτος φάνηκε να ολοκληρώνει τα όνειρα των μεγαλοϊδεατικών του επιδιώξεων, για να κατρακυλήσει, μετά την μικρασιατική καταστροφή του 1922, στα συγκεκριμένα και γι’ αυτό περιορισμένα και σαφώς προσδιορισμένα όρια, που με εξαίρεση την προσάρτηση των Δωδεκανήσων μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο, προσδιορίζουν τα οριστικά σύνορα του κράτους.
Η συνθήκη των Σεβρών, αποτελεί την τελευταία από τις 5 βασικές συνθήκες που υπογράφηκαν στα πλαίσια του Συνεδρίου Ειρήνης μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, που άρχισε στο Παρίσι τον Ιανουάριο του 1919 και έληξε τελικά τον Αύγουστο του 1920. Τέσσερις από τις συνθήκες του Συνεδρίου, αφορούσαν την τύχη των ηττημένων κρατών του πολέμου, πλην εκείνης με την Οθωμανική Αυτοκρατορία που καθυστερούσε. Από αυτές, την Ελλάδα αφορούσε η Συνθήκη του Νεϊγύ του Νοεμβρίου του 1919, που προέβλεπε τις κυρώσεις εναντίον της Βουλγαρίας και διά της οποίας δίνονταν στους Συμμάχους (Αρ. 48) η εντολή κατάληψης της Ανατολικής Θράκης μέχρι την περιοχή της Τσατάλτζας. Με δεδομένο ότι ο ελληνικός στρατός είχε ήδη κληθεί, στο όνομα των νικητών συμμάχων, να καταλάβει την περιοχή από τον Σεπτέμβριο του ’19, το γεγονός θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι προδίκαζε την τύχη της. Η ίδια εντολή είχε δοθεί και για την περιοχή της Σμύρνης για «την τήρηση της τάξεως», στις 19 Μαΐου 1919, παρά τις έντονες αντιρρήσεις της Ιταλίας, προφανώς ως αντάλλαγμα για την απόφαση της Ελλάδας να στείλει στρατεύματα στην Νότιο Ουκρανία εναντίον του ασταθούς ακόμη καθεστώτος της Μπολσεβίκικης Επανάστασης στη Ρωσία. Και σε αυτή την περίπτωση τα συμφραζόμενα της απόφασης δεν άφηναν αμφιβολίες ότι επρόκειτο για το πρώτο βήμα ικανοποίησης των ελληνικών διεκδικήσεων. Το ελληνικό υπόμνημα περιελάμβανε όλη την Θράκη, Ανατολική και Δυτική, την Βόρειο Ήπειρο, την περιοχή της Σμύρνης και τα Δωδεκάνησα. Η έκβαση των ελληνικών διεκδικήσεων παρέμενε σε εκκρεμότητα βέβαια, όσο δεν κατέληγε η συμφωνία με την Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Τελικά, με την Συνθήκη των Σεβρών έληξε ουσιαστικά το Συνέδριο της Ειρήνης. Με αυτήν σε 13 κεφάλαια μοιράζονταν οι επαρχίες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ανάμεσα στην Μεγάλη Βρετανία που έλαβε ως προτεκτοράτα την Μεσοποταμία (σημερινό Ιράκ), την Υπεριορδανία και Παλαιστίνη, την Γαλλία που πήρε ως προτεκτοράτο την Συρία και τον Λίβανο, την Ιταλία που πήρε την Ανατολία (Κιλικία), ενώ προέβλεπε την δημιουργία τριών ανεξάρτητων κρατών, του Κουρδιστάν, της Αρμενίας, και της Χετζάζ (μέρος της σημερινής Σαουδικής Αραβίας). Στην Ελλάδα κατοχυρώνονταν με πλήρη κυριότητα όλη η Θράκη μέχρι την γραμμή της Τσατάλτζας, η Ίμβρος και η Τένεδος, όλα τα νησιά του Αιγαίου με εξαίρεση την Ρόδο, και με εντολή η περιοχή της Σμύρνης, όπου μετά πενταετία με δημοψήφισμα θα αποφασίζονταν η ένταξή της ή όχι στην Ελλάδα. Με την συνθήκη, το όνειρο της Μεγάλης Ιδέας φαίνονταν να πραγματώνεται στο μέγιστο δυνατόν, δημιουργώντας την «Ελλάδα των Δύο Ηπείρων και των Πέντε Θαλασσών»!
Τα εσωτερικά πολιτικά γεγονότα που ακολούθησαν είναι γνωστά, όπως και οι αντιδράσεις στο εσωτερικό της Τουρκίας, που οδήγησαν στο κίνημα του Κεμάλ ενάντια στον Σουλτάνο, ο οποίος είχε αναγκαστεί να υπογράψει την συνθήκη διάλυσης της Αυτοκρατορίας. Εκείνο που αποδεικνύουν είναι πάντως ότι, όπως παρατηρεί και ο Γ. Γιαννουλόπουλος, η συνθήκη αποδείχτηκε το ίδιο εύθραυστη τελικά, όσο και οι πορσελάνες που παράγονται στην περιοχή της υπογραφής της.
Για να φτάσουμε στη Συνθήκη της Λοζάνης το 1923, με τους ίδιους κρατικούς πρωταγωνιστές –όχι όμως και τις ίδιες πολιτικές δυνάμεις στη διαχείρισή τους− αλλά και με την προσθήκη της Σοβιετικής Ένωσης, έστω και μόνον για τον καθορισμό του καθεστώτος των Στενών και με πλήρη αντιστροφή των ρόλων συμμετοχής της Ελλάδας και της Τουρκίας. Το νικηφόρο κίνημα του Κεμάλ αντί της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, με αντιπροσώπους του νέου Τουρκικού Κράτους με επικεφαλής τον Ισμέτ Πασά, και την ηττημένη τώρα ελληνική αποστολή, και πάλι με επικεφαλής τον Ελ. Βενιζέλο σε μια προφανώς πιο δύσκολη και άχαρη αποστολή.
Και αυτή η Συνδιάσκεψη δεν αφορούσε κύρια και μόνον την Ελλάδα, αλλά την αντικατάσταση του συνόλου των συμφωνηθέντων στην Συνθήκη των Σεβρών. Παρά την δυσμενή της θέση και τους νέους αρνητικούς συσχετισμούς δυνάμεων, η ελληνική αντιπροσωπεία κατόρθωσε να πετύχει την κατοχύρωση της κυριαρχίας της στη Δυτική Θράκη, ενώ είχε προηγηθεί, με βάση την συμφωνία ανακωχής των Μουδανιών από τις 11 Οκτωβρίου 1922, η αποχώρηση των ελληνικών στρατευμάτων από την Ανατολική Θράκη, η οποία είχε ήδη ενσωματωθεί στο ελληνικό κράτος, και μαζί η αναχώρηση περίπου 300 χιλιάδων ελλήνων κατοίκων της περιοχής και Μικρασιατών που είχαν καταφύγει εκεί μετά την κατάρρευση του μετώπου. Ανεξάρτητα από αυτό το αρνητικό σημείο, θετική ήταν η εξέλιξη κατοχύρωσης της ελληνικής κυριαρχίας στα νησιά του κεντρικού και ανατολικού Αιγαίου –Μυτιλήνη, Χίος Σάμος, Ικαρία– με δεσμεύσεις μερικής αποστρατικοποίησής τους, όχι όμως τόσο αυστηρών όρων όσο απαιτούσε η τουρκική πλευρά, επίσης επικύρωνε την κυριαρχία στα νησιά του βορειοανατολικού Αιγαίου −Λήμνος, Σαμοθράκη, Ίμβρος και Τένεδος− με τα δύο τελευταία όμως, στην τελευταία φάση των διαπραγματεύσεων, να δίνονται στην Τουρκία, αλλά με ειδικό καθεστώς τοπικής αυτοδιοίκησης, το οποίο βέβαια στην πορεία δεν τηρήθηκε. Επίσης το νέο φασιστικό καθεστώς που είχε καταλάβει την εξουσία στην Ιταλία, υπαναχώρησε ως προς τα Δωδεκάνησα, που παρέμειναν όλα υπό ιταλική κατοχή.
Εντατικές ήταν τέλος οι διαπραγματεύσεις και για την αναγκαιότητα ανταλλαγής πληθυσμών και αιχμαλώτων, που πρότειναν τόσο οι Δυνάμεις όσο και ο Ύπατος Αρμοστής για τους πρόσφυγες της ΚΤΕ, Φρίντγιοφ Νάνσεν, ο γνωστός εξερευνητής του Βόρειου Πόλου και βραβείο Ειρήνης του 1922, για την συμβολή του στο θέμα των προσφύγων, οι οποίες παρά την γενική συμφωνία κράτησαν πάνω από δύο μήνες εντατικών διαπραγματεύσεων. Τελικά στις 30 Ιανουάριο του 1923 υπογράφηκε Πρωτόκολλο Υποχρεωτικής Ανταλλαγής −γεγονός που αποτελεί σταθμό στο Διεθνές Δίκαιο− με εξαίρεση τους μουσουλμάνους της Δυτικής Θράκης και τους έλληνες της Κωνσταντινούπολης της Ίμβρου και της Τενέδου. Με την συμφωνία, 388 χιλιάδες τούρκοι έλληνες πολίτες, από την Μακεδονία, την Ήπειρο και την Κρήτη αναγκάστηκαν να αναχωρήσουν για την Τουρκία, χωρίς να έχουν καμιά ευθύνη ή συμμετοχή στον πόλεμο, ενώ στα σπίτια και στα εδάφη που κατείχαν εγκαταστάθηκαν πρόσφυγες. Με το ίδιο πρωτόκολλο επέστρεψαν στην Ελλάδα οι χιλιάδες αιχμάλωτοι και όμηροι που κρατούνταν στην Τουρκία, καθώς και 150 χιλιάδες έλληνες που είχαν απομείνει στην εκεί ενδοχώρα.
Η συμφωνία, πέρα από το γεγονός ότι ήταν η καλύτερη δυνατή για την ηττημένη Ελλάδα, αποτελεί και την απαρχή μιας νέας περιόδου για το ελληνικό κράτος. Με αυτή ένας αιώνας μεγαλοϊδεατισμού τελειώνει οριστικά. Τα σύνορα οριστικοποιούνται. Για πρώτη φορά το μέγιστο των ελλήνων αναγκάζεται να ζήσει και να αναπτυχθεί στα όρια ενός και μόνο κράτους, ο ελλαδισμός συμπίπτει με τον ελληνισμό, ο κοινωνικός σχηματισμός με τον κρατικό, δημιουργώντας το πιο εθνοτικά ομοιογενές Κράτος και όχι μόνο των Βαλκανίων. Η τάση προσωρινότητας που ταλάνιζε εκατό χρόνια την ελληνική πραγματικότητα τελειώνει οδυνηρά, αλλά οριστικά. Η συνειδητοποίηση αυτού του γεγονότος δεν είναι βέβαια εύκολη υπόθεση, όπως και οι νέες οικονομικό-κοινωνικές συνθήκες που δημιουργούνται. Αποδεικνύουν όμως ότι το ναδίρ της Λωζάννης δημιούργησε συνθήκες μονιμότερης σταθερότητας απ’ ό,τι το εύθραυστο ζενίθ των Σεβρών.

Δεν υπάρχουν σχόλια: