Του Δημήτρη Παπανικολόπουλου*
MINOUCHE SHAFIK, Μαζί. Ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο για τον 21ο αιώνα, μτφρ. Γιώργος Μαραγκός, εκδόσεις Μεταίχμιο, σ. 299
Η Μινούς Σαφίκ είναι διευθύντρια του London School of Economics and Political Science. Αν και γεννημένη στην Αίγυπτο, έγινε στα 36 της η νεότερη Αντιπρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας και από τότε έχει διοριστεί σε θέσεις όπως της Μόνιμης Γραμματέα του Υπουργείου Διεθνούς Ανάπτυξης του Ηνωμένου Βασιλείου, της Υποδιευθύντριας του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Υποδιοικήτριας της Τράπεζας της Αγγλίας. Με λίγα λόγια, έχει υπηρετήσει σε σημαντικούς θεσμούς προώθησης της νεοφιλελεύθερης πολιτικής.
Το πρόσφατο βιβλίο της θα μπορούσε δικαίως να χαρακτηριστεί ως ένα νεοφιλελεύθερο «Τι να κάνουμε», μιας και, στηριζόμενη στη μακρά της εμπειρία στη διαμόρφωση και εφαρμογή νεοφιλελεύθερων πολιτικών, προτείνει ένα σώμα πολιτικών που σκοπό έχουν να διαχειριστούν τις μεγάλες προκλήσεις του 21ου αιώνα. Από το λεξιλόγιό της απουσιάζουν οι λέξεις καπιταλισμός και νεοφιλελευθερισμός, όπως και οι κριτικές εναντίον τους. Οι προκλήσεις φαίνεται να προκύπτουν από την τεχνολογία, από τη γήρανση στον Βορρά και τον υπερπληθυσμό στο Νότο, καθώς και από την κλιματική αλλαγή. Όχι όμως από τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές και τα συμπαρομαρτούντα τους (φτωχοποίηση, επισφάλεια, εκρηκτικές και αντιπαραγωγικές ανισότητες). Απέναντι σε αυτές τις παράπλευρες συνέπειες, διατηρεί μια αξιοθαύμαστη (!) αταραξία.
Στο πλαίσιο αυτό, οι προτάσεις της για την ανάγκη εξασφάλισης τόσο της ευελιξίας όσο και της προστασίας των εργαζομένων, ή την ανάγκη συμμετοχής των εργοδοτών στην επανακατάρτιση των εργαζομένων τους που κινδυνεύουν να χάσουν τη δουλειά τους, ή για την υποχρέωσή τους να προσφέρουν ενισχυμένες παροχές ώστε να μην χρειάζεται αναδιανομή εισοδήματος μέσω της φορολογίας, κρίνονται επιεικώς αφελείς. Η δε λύση που προτείνει για την επίλυση του ασφαλιστικού μέσω της αύξησης του χρόνου εργασίας, δείχνει ότι δεν της περνάει από το μυαλό ότι δεν αρέσει σε κανέναν να δουλεύει όλη του τη ζωή. Η αναφορά στη δυνατότητα αύξησης της παραγωγικότητας στην εποχή της ψηφιακής επανάστασης, χωρίς την παραμικρή νύξη στην ανάγκη ταυτόχρονης αύξησης των μισθών, αποδεικνύει την μεροληψία της οπτικής της γωνίας. Τέλος, η προτροπή της να ευθυγραμμιστούν σιγά σιγά η μικρή φορολογία των επιχειρήσεων με την μεγαλύτερη των εργαζομένων, αλλά συνολικά να μην αυξηθεί το συνολικό φορολογικό βάρος για τις επιχειρήσεις, παραπέμπει σε προσπάθεια τετραγωνισμού του κύκλου.
Ωστόσο, το βιβλίο διαθέτει και αρετές που το καθιστούν χρήσιμο ανάγνωσμα και για μη νεοφιλελεύθερους.
Πρώτον, η ύλη είναι αρθρωμένη με έναν ενδιαφέροντα τρόπο, αφού τα κεφάλαια ακολουθούν τα στάδια ζωής του ανθρώπου: παιδιά, εκπαίδευση, υγεία, εργασία, τρίτη ηλικία, γενιές (ένα κεφάλαιο για το κοινωνικό συμβόλαιο μεταξύ των γενεών). Οι πολιτικοί και οι πολίτες θα μπορούσαν να διαμορφώνουν και να αξιολογούν τα πολιτικά προγράμματα, στη βάση του τι αυτά προσφέρουν σε κάθε στάδιο της ζωής, αλλά και σε κάθε ηλικιακή κατηγορία.
Δεύτερον, η ευρεία χρήση συγκριτικών δεδομένων από διαφορετικές χώρες του πλανήτη μας βοηθά να εμπεδώσουμε το γεγονός ότι, αφενός, κάποιες λύσεις δουλεύουν πιο πολύ από τις άλλες και, αφετέρου, ότι κάθε χώρα μπορεί να επιλέξει τις λύσεις που της ταιριάζουν καλύτερα.
Τρίτον, η συγγραφέας θεωρεί πως η φροντίδα παιδιών και ηλικιωμένων από τα μέλη της οικογένειας με κάποιο τρόπο πρέπει να πληρώνεται.
Τέταρτον, ορθά υποστηρίζεται επίσης ότι η εκπαίδευση πρέπει να στραφεί όχι τόσο προς τη μετάδοση γνώσεων που καθένας και καθεμία πλέον εύκολα μπορεί να βρει, αλλά στην κριτική διαχείριση αυτών των πληροφοριών, καθώς και στη δυνατότητα επίλυσης προβλημάτων. Η δε προσχολική εκπαίδευση, καθώς και η εκπαίδευση ενηλίκων, πρέπει να θεωρούνται εξίσου σημαντικές με την σχολική εκπαίδευση.
Πέμπτον, υπογραμμίζει την ανάγκη για αποκατάσταση της περιβαλλοντικής ζημιάς ως μέρους ενός νέου συμβολαίου μεταξύ των γενεών, μέσω μεγαλύτερων επενδύσεων στις πράσινες τεχνολογίες και στην αποκατάσταση και τη διατήρηση της βιόσφαιρας, αλλά και τη χρήση και άλλων μέτρων επιτυχίας πέραν του ΑΕΠ, όπως η ευζωία και οι δυνατότητες που παρέχονται στον πληθυσμό.
Έκτον, μπορεί το βιβλίο να επιφυλάσσει μια πολύ ευνοϊκή μεταχείριση για τους επιχειρηματίες, ωστόσο συνηγορεί υπέρ της φορολόγησης του κληρονομημένου πλούτου, ώστε να αυξηθούν οι ευκαιρίες για τους νέους, καθώς και της φορολόγησης των ανθυγιεινών πρακτικών, του άνθρακα και των πολυεθνικών εταιριών.
Εν κατακλείδι, είναι αλήθεια ότι μπορούμε να αντλήσουμε προγραμματική έμπνευση ακόμα και από τους πολιτικούς μας αντιπάλους, εντάσσοντας συγκεκριμένες προτάσεις σε ένα διαφορετικό πολιτικό πλαίσιο. Ακόμα πιο βέβαιο είναι ότι πρέπει να γνωρίζουμε καλά τον τρόπο σκέψης των αντιπάλων μας, αν θέλουμε να έχουμε τύχη.
*Ο Δημήτρης Παπανικολόπουλος είναι δρ Πολιτικής επιστήμης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου