Κυκλοφόρησε για πρώτη φορά στα ελληνικά από τις εκδόσεις ΕΝΕΚΕΝ, σε μετάφραση Ν. Ταμβακλή, ένα σημαντικό έργο αναφοράς στην ιστορία του παγκόσμιου εργατικού κινήματος. Πρόκειται για το έργο του Γάλλου ιστορικού και αγωνιστή Πιερ Μπρουέ (1926-2005), Οι Τροτσκιστές στη Σοβιετική Ένωση (1929-1938), που παρουσιάζει τις πιο τραγικές πτυχές στην ιστορία της ΕΣΣΔ.
Τα κείμενα του βιβλίου έχουν μεταφραστεί από δύο τεύχη των Cahiers LEON TROTSKY [no6 και no7/8] ειδικά αφιερωμένα στους τροτσκιστές στη Σοβιετική Ένωση. Τα Cahiers εξέδιδε το INSTITUT LEON TROTSKΥ, που ίδρυσε ο Μπρουέ. Οι συγγραφείς των κειμένων ήταν πρόσωπα που έδρασαν στην Οκτωβριανή Επανάσταση και στον Εμφύλιο Πόλεμο (Νοέμβριος 1917 - Οκτώβριος 1922) και συμμετείχαν, από υπεύθυνες κυβερνητικές θέσεις, στις πρώτες προσπάθειες οικοδόμησης της ΕΣΣΔ. Η μοναδική αυτή εμπειρία τους, οι πολιτικές τους θέσεις και η στάση τους μπροστά στα αγωνιώδη διλήμματα που ανέκυψαν προς το τέλος της δεκαετίας του 1920 καθιστούν αυτά τα κείμενα πολύτιμα, όχι μόνο για ιστορικούς και ερευνητές της περιόδου, αλλά για κάθε αγωνιστή της Αριστεράς που σήμερα αναζητεί τη θεμελίωση των απόψεων του σε ζητήματα όπως η εργατική εξουσία, η εργατική δημοκρατία, το καθεστώς της μετάβασης στο σοσιαλισμό, αλλά ακόμη και για τις αιτίες που οδήγησαν πριν από τρεις δεκαετίες στην κοσμοϊστορική κατάρρευση της ΕΣΣΔ.
Τριαντάφυλλος Μηταφίδης
Οι Τροτσκιστές στη Σοβιετική Ένωση (1929-1938)
-Το Πρώτο Μέρος του βιβλίου, με τίτλο Οι Τροτσκιστές στη Σοβιετική Ένωση (1829-1938), είναι το ενιαίο κείμενο του Μπρουέ που εξιστορεί την πορεία της Αριστερής Αντιπολίτευσης, από τη διαγραφή της από το ΚΚΣΕ μέχρι τη φυσική τους εξόντωση, με τις μαζικές εκτελέσεις στο «κεραμοποιείο της Βορκουτά». Ο Μπρουέ αναζήτησε και διασταύρωσε μεθοδικά όλες τις διαθέσιμες πηγές και μαρτυρίες. Μάλιστα, μετά το άνοιγμα των αρχείων της πρώην ΕΣΣΔ, έρχονται στο φως και νέες μαρτυρίες, που επιβεβαιώνουν τόσο την ιστορική καταγραφή όσο και τις εκτιμήσεις του Μπρουέ.
- Το Δεύτερο Μέρος, με τίτλο ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΔΗΛΩΣΕΙΣ, περιλαμβάνει τις τρεις διαδοχικές δηλώσεις της Αριστερής Αντιπολίτευσης (Δεκεμβρίου 1927, Αυγούστου 1929 και Απριλίου 1930), συντονιστής και συντάκτης των οποίων υπήρξε ο Κριστιάν Ρακόφσκι. Αυτές εναλλάσσονται με δύο δηλώσεις συνθηκολόγησης ηγετικών στελεχών: Πρεομπραζένσκι-Ράντεκ-Σμίλγκα (Ιούλιος 1929) και Σμιρνόφ-Μπογκουλάφσκι (Οκτώβριος 1929).
Στις τρεις διαδοχικές δηλώσεις της Αριστερής Αντιπολίτευσης διακρίνουμε την προσπάθεια του Ρακόφσκι να τηρηθούν οι ισορροπίες και να εκφραστεί η συνισταμένη των απόψεων που υπήρχαν στο εσωτερικό της, αλλά και την αυξανόμενη σκλήρυνση των θέσεων της. Σκλήρυνση που ήταν αποτέλεσμα τόσο της άκαμπτης στάσης της σταλινικής ηγεσίας απέναντι στους συνθηκολογημένους, όσο και της σταδιακής αποκάλυψης της βαρβαρότητας που συντελούνταν στο όνομα της «ολοκληρωτικής κολεκτιβοποίησης» και της «εκκαθάρισης των κουλάκων σαν τάξης», αλλά και της εκστρατείας βίαιης εκβιομηχάνισης από τον Δεκέμβριο του 1929.
Στις δύο πολιτικές δηλώσεις των «συνθηκολογημένων» ηγετών, διαπιστώνουμε τις εξευτελιστικές για τους ίδιους διατυπώσεις με τις οποίες υποχρεώθηκαν να αποκηρύξουν τις προηγούμενες ιδέες τους. Αποκηρύξεις που αποτελούσαν τα πρώτα σημάδια μιας πορείας, που θα καταλήξει για τους περισσότερους συνθηκολογημένους μετά από λίγα χρόνια σε αποτρόπαιες «ομολογίες» στις «δίκες της Μόσχας», κατά τη διάρκεια των «Μεγάλων Εκκαθαρίσεων».
-Στο Τρίτο Μέρος, με τίτλο ΚΕΙΜΕΝΑ ΣΥΖΗΤΗΣΕΩΝ, παρουσιάζονται κείμενα από την πλούσια συζήτηση που αναπτύχθηκε στο εσωτερικό της Αντιπολίτευσης. Μια συζήτηση, που διεξαγόταν σε απίστευτα δύσκολες συνθήκες επικοινωνίας, ανάμεσα στους φυλακισμένους και εκτοπισμένους «αδιάλλακτους» τροτσκιστές στις εσχατιές της Σιβηρίας. Ωστόσο, τα κείμενα αυτά αποτελούν μοναδικά μαρξιστικά δοκίμια εφαρμοσμένης πολιτικής, σημαντικές αναλύσεις της κοινωνικής πραγματικότητας και της πολιτικής συγκυρίας στην ΕΣΣΔ. Εξετάζουν για πρώτη φορά ζητήματα που πρόκειται να απασχολήσουν τις επόμενες δεκαετίες το σύνολο της Αριστεράς, όπως η γέννηση της γραφειοκρατίας στην ΕΣΣΔ, ο κοινωνικός της χαρακτήρας, η στάση των επαναστατών μαρξιστών στη διάρκεια του πολέμου κλπ.
- Στο Τέταρτο Μέρος, με τα ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΛΛΗΛΟΓΡΑΦΙΑΣ, μαθαίνουμε για την απάνθρωπη μεταχείριση των «αδιάλλακτων» φυλακισμένων και εκτοπισμένων αγωνιστών της Αντιπολίτευσης, για τις προσωπικές κακουχίες και τα οικογενειακά τους δράματα, αλλά επίσης για τις αγωνίες, τις ταλαντεύσεις, τις μετατοπίσεις των πολιτικών τους θέσεων. Από την άλλη πλευρά, παρακολουθούμε τις συνεχείς προσπάθειες του Τρότσκι, με επιστολές που απευθύνει προς κάθε κατεύθυνση, να διατηρήσει την πολιτική και οργανωτική συνοχή της Αριστερής Αντιπολίτευσης.
- Στο Πέμπτο Μέρος, το ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ, συγκεντρώθηκαν διάφορα κείμενα που δεν εντάσσονται σε καμία από τις παραπάνω κατηγορίες, αλλά βοηθούν τον αναγνώστη στην πληρέστερη κατανόηση των εσωτερικών διαδικασιών της Αριστερής Αντιπολίτευσης, σε συνάρτηση με τη γενικότερη κοινωνική και πολιτική συγκυρία.
Παραθέτουμε στη συνέχεια ένα απόσπασμα από το Πρώτο Μέρος που περιγράφει τις τελευταίες τραγικές ημέρες των τροτσκιστών στο στρατόπεδο της Βορκουτά:
«… Ο μενσεβίκος Μ. Μπ., επιζών της Βορκουτά, περιγράφει αυτούς τους αγωνιστές – πολιτικούς αντιπάλους του – που εκτιμά σε αρκετές χιλιάδες, από τους οποίους χίλιους στο στρατόπεδο που ζούσε ο ίδιος. Αρνούνταν να εργασθούν πέρα από τις οκτώ ώρες, αγνοούσαν συστηματικά το κανονισμό με έναν οργανωμένο τρόπο, ασκούσαν ανοιχτά κριτική στο Στάλιν και στη γενική γραμμή, δηλώνοντας όλοι έτοιμοι να υπερασπισθούν χωρίς όρους την ΕΣΣΔ. Το φθινόπωρο του 1936, μετά τη πρώτη δίκη στη Μόσχα, οργάνωσαν συγκεντρώσεις και κινητοποιήσεις διαμαρτυρίας, στη συνέχεια αποφάσισαν σε γενική συνέλευση, μετά από εισήγηση των ηγετών τους, μια απεργία πείνας. Σύμφωνα με τη Μαρία Μ. Γιοφέ, τα αιτήματά τους ήταν: 1) Η ομαδοποίηση των πολιτικών κρατουμένων, με ξεχώρισμα από τα στοιχεία του κοινού ποινικού δικαίου, 2) Η επανένωση των οικογενειών που ήταν διασκορπισμένες σε διάφορα στρατόπεδα, 3) Εργασία σύμφωνα με τις επαγγελματικές ειδικότητες, 4) Το δικαίωμα να λαμβάνουν βιβλία και εφημερίδες, 5) Η βελτίωση της διατροφής και των συνθηκών διαβίωσης . Ο μενσεβίκος Μ. Μπ. προσθέτει την εργασία οκτώ ωρών την ημέρα, διατροφή ανεξάρτητα από τη πραγματοποίηση της νόρμας, την απομάκρυνση, από τις πολικές περιοχές, των αναπήρων, των γυναικών και των ηλικιωμένων. Η απεργιακή επιτροπή που εκλέχθηκε περιλάμβανε τον Γ. Ιακοβίν, τον Σοκράτ Γκεβορκιάν, τον Βάσο Ντοναντζέ και τον Σάσα Μιλεσινέ, όλοι μπολσεβίκοι-λενινιστές και οι τρεις πρώτοι βετεράνοι των απεργιών πείνας από το 1931 και το 1933 στη Βερκχνεουράλσκ.
Η απεργία άρχισε στις 27 Οκτώβρη του 1936 και διήρκεσε εκατό τριάντα δύο ημέρες. Όλα τα μέσα χρησιμοποιήθηκαν για να τη σπάσουν: βεβιασμένη διατροφή, διακοπή της θέρμανσης σε θερμοκρασίες της τάξης του -50οC. Οι απεργοί άντεξαν. Γύρω στις αρχές του Μάρτη του 1937, οι τοπικές αρχές δέχθηκαν εντολή από τη Μόσχα: όλα τα αιτήματα ικανοποιήθηκαν, οι απεργοί σταδιακά δέχθηκαν τροφή κάτω από ιατρικό έλεγχο.
Μετά από μερικούς μήνες ανακωχής, άρχισε ξανά η καταστολή. Η διατροφή ελαττώθηκε, η μερίδα του ψωμιού μειώθηκε ξανά στα 400 γραμμάρια τη μέρα, οι βιαιότητες από τους κρατούμενους του «κοινού ποινικού δικαίου» ενθαρρύνθηκαν. Στη συνέχεια, οι τροτσκιστές και αυτοί που τους ακολούθησαν στην απεργία πείνας συγκεντρώθηκαν σε χωριστά κτίρια –ένα παλιό κεραμοποιείο στη Βορκουτά– περιτριγυρισμένο με συρματοπλέγματα και φρουρούμενο από στρατιώτες μέρα και νύχτα.
Ένα πρωινό του Μαρτίου του 1928, τριανταπέντε μπολσεβίκοι-λενινιστές, άνδρες και γυναίκες, οδηγήθηκαν μέσα στη τούντρα, στοιχήθηκαν μπροστά σε λάκκους που είχαν προετοιμαστεί και εκτελέστηκαν επί τόπου με πολυβολισμό. Η Μαρία Μ. Γιοφέ άκουσε εκείνη την ημέρα το όνομα του πρώτου στη λίστα των εκτελεσμένων, του Γκριγκόρι Ια. Ιακοβίν, του «κόκκινου καθηγητή» του οποίου το όνομα ακολούθησαν τα ονόματα των υπολοίπων μελών της απεργιακής επιτροπής. Μέρα με τη μέρα, οι εκτελέσεις συνεχίστηκαν για περισσότερο από δύο μήνες με τον ίδιο απαράλλαχτο τρόπο. Ο άνθρωπος που είχε επιφορτιστεί από τον Στάλιν για την «τελική λύση» του προβλήματος της Αριστερής Αντιπολίτευσης ονομάζονταν Κασκετίν. Η Μαρία Μ. Γιοφέ, που ανακρίθηκε για μήνες, του χρεώνει δεκάδες χιλιάδες θύματα.
Στη συγκινητική μαρτυρία της, με την οποία αναβιώνουν μέσα από την καθημερινή πάλη τους ενάντια στο κάτεργο, οι εξέχουσες προσωπικότητες των μπολσεβίκων-λενινιστών συντρόφων της, Κωνσταντίνοφ, Πατσκασβίλι, Ζήνα Κόζλοβα, κάνει τη λεπτομερή περιγραφή αυτών των δολοφονιών.
Ένας παλιός κρατούμενος, εξιστορεί την πρώτη εκτέλεση το 1938 στο κεραμοποιείο της Βορκουτά, της οποίας υπήρξε μάρτυρας. Θυμάται για τη ζωή μέσα στο παράπηγμα:
«Είχαμε μια προφορική εφημερίδα, την «Πράβδα, πίσω από τα κάγκελα, κάναμε μικρές ομάδες, κύκλους όπου υπήρχαν πολλοί άνθρωποι διανοούμενοι και καλλιεργημένοι. Κάθε τόσο δημοσίευαν ένα σατυρικό φύλλο. Ο Βίλκα ο εκπρόσωπος του θαλάμου μας ήταν δημοσιογράφος, κάποιοι σχεδίαζαν παραστάσεις στον τοίχο. Γελούσαμε ακόμη. Υπήρχαν πολλοί νέοι.»
Η Μαρία Γιοφέ εξιστορεί με τη σειρά της:
«Το κεραμοποιείο είχε συγκεντρώσει κάτω από την ερειπωμένη στέγη του την δημιουργική αφρόκρεμα του στρατοπέδου: γενναίους ανθρώπους με θαρραλέο πνεύμα. Με την κατάρτιση και τα επιχειρήματά τους, με την ικανότητά τους να δίνουν λογικές απαντήσεις, μερικές φορές προφητικές, έφεραν έναν δυναμισμό ζωής μέσα στην αφόρητη στατική ύπαρξη αυτού του απίστευτα παγωμένου και γεμάτου αρρώστους θαλάμου […] Η καυστικότητα του σαρκασμού τους αποκάλυπτε την αλήθεια μιας φαινομενικά ακατανόητης πραγματικότητας […] Μια μέρα, μοίρασαν από μια μερίδα καπνού. «Ετοιμαστείτε για μια μεταγωγή». Ήταν σαν να έγινε μια ένεση με ελιξίριο ζωής […] Ξεχύθηκαν εκείνη την ημέρα καλωσορίζοντας τον καθαρό αέρα, τον κατάλευκο δρόμο, και ίσως μια καινούργια ζωή. Ετοίμασαν βιαστικά τα πράγματά τους : ήταν άνθρωποι που ήξεραν να γελούν και να αστειεύονται […] Σε λιγότερο από μια ώρα αργότερα, το πρώτο σώμα έπεφτε σαν κορμός που του έκοψαν τις ρίζες. Μετά απ’ αυτόν, ολόκληρη η σειρά των ανδρών και των γυναικών σαν ένα χαλαρό σχοινί, σαν άμορφη μάζα, αιωρήθηκε και έπεσε ανακατωμένη στο βάθος της εκσκαφής. Και το βάρος των πτωμάτων αυτών που τους ακολούθησαν τους σκέπασαν.
Αυτοί που σκέφτονται αυθεντικά αποτελούν πάντοτε μια μειοψηφία. Από αυτούς πρέπει πρώτα-πρώτα να απαλλαγούμε: Ένα! Δύο! Πυρ! Όρθιοι δίπλα στους τάφους τους τραγουδούσαν «Άνεμοι θύελλες γύρω μας πνέουν» … Τα λόγια του τραγουδιού ανακατεύονταν με τις εκρήξεις.
Ο Κασκετίν στέκονταν στο πλάι και έδινε το σύνθημα στους πολυβολητές. Οι ριπές των πολυβόλων θέριζαν τα πάντα, τα τραγούδια, τα πνεύματα, τις ζωές. Ποδοπατούσαν υπάρξεις που οι σελίδες της ζωής τους δεν είχαν τελειώσει. Πόσα θα είχαν ακόμη να δώσουν στην επανάσταση, στο λαό, στη ζωή; Αλλά δεν υπήρχαν πλέον. Οριστικά και χωρίς επιστροφή.»
Ν. Ταμβακλής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου