Της Άντας Διάλλα*
Προδημοσίευση από τη μελέτη με τίτλο Το «ξανθό γένος» στη Μεσόγειο: Ο ρωσικός και ελληνικός κόσμος κατά την εποχή των Επαναστάσεων, που πρόκειται να κυκλοφορήσει τους επόμενους μήνες από τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια.
Παγκόσμιο, περιφερειακό, αυτοκρατορικό, τοπικό
Οι επαναστάσεις των αρχών του 19ου αιώνα είχαν μεταξύ τους διαφορές αλλά και κοινά σημεία, καθώς όλες είχαν άμεση σχέση με τις γεωπολιτικές ανακατατάξεις και τις αυτοκρατορικές κρίσεις σε Βενετία, Γαλλία, Ισπανία, Πορτογαλία και Οθωμανική Αυτοκρατορία. Οι άνθρωποι της εποχής είχαν την αίσθηση μιας κρίσης παγκόσμιας κλίμακας, οικονομικής και κοινωνικής, που οδηγούσε στην κρίση κυριαρχίας και αγκάλιαζε τις αυτοκρατορίες από την Ευρασία έως τον Ατλαντικό κόσμο. Οι πολιτικές εξεγέρσεις ήταν συχνές, με αποτέλεσμα κάθε νέο ξέσπασμα να εκλαμβάνεται ως μια τοπική έκφραση ενός ευρύτερου φαινομένου. Τα αποτυπώματα της εποχής, έντυπα και μη, βεβαιώνουν ότι τα ιστορικά υποκείμενα είχαν την αίσθηση ότι οι εξεγέρσεις ήταν στην ημερήσια διάταξη, με αποτέλεσμα να μην διερωτώνται εάν κάποτε θα ξεσπάσει κάποια νέα επανάσταση, αλλά ποιο θα ήταν το επόμενο σημείο όπου θα ξεσπούσε. Πριν ακόμη από τους σύγχρονούς μας ιστορικούς της πλανητικής ιστορίας (global history), οι τότε σύγχρονοι ενέταξαν σε αυτό το παγκόσμιο πλαίσιο το ελληνικό 1821, που έγινε αμέσως ένα καυτό διεθνές πολιτικό θέμα, το οποίο απασχόλησε ξένους πολιτικούς, διπλωμάτες, λόγιους, φιλέλληνες και μη, εν γένει όλους όσοι με τη δύναμη της πένας τους ήταν σε θέση να συνεισφέρουν στην ερμηνεία εκείνων των σημαντικών γεγονότων.
Σήμερα η ελληνική και η διεθνής βιβλιογραφία ενσωματώνουν το ελληνικό 1821 στο πεδίο της «Εποχής των Επαναστάσεων». Παρά ταύτα, η ελληνική περίπτωση (όπως εξάλλου και η ρωσική) είναι υπο-εκπροσωπημένες. Αυτό σημαίνει ότι ένα από τα αιτούμενα είναι να συσχετισθεί το 1821 όχι μόνο με τη Γαλλική Επανάσταση (όπως γίνεται τις περισσότερες φορές) αλλά και με όλες τις επαναστάσεις που ξεσπούν από το 1770 έως το 1830: από την Αμερικάνικη Επανάσταση (1775-1783), την Γαλλική Επανάσταση (1789-1799) και τους πολέμους της (1792-1799) έως την επανάσταση της Αϊτής (1791-1804), τις εξεγέρσεις στην Καραϊβική και τους πολέμους της Ανεξαρτησίας στη Νότιο Αμερική (1808-1833), καθώς και τις επαναστάσεις στη Μεσόγειο: στην Ισπανία το 1820, στην Ιταλία το 1820-1821, στην Ελλάδα το 1821-1827 και, τέλος, στη Ρωσία το 1825.
[...] Όλες οι μελέτες που εντάσσονται στο είδος της παγκόσμιας ιστορίας ή της ιστορίας της αυτοκρατορίας σμικραίνουν τη σημασία της Ευρώπης ως γεννήτορα των μεγάλων μετασχηματισμών της νεότερης και σύγχρονης εποχής. Οι ιστορικές αλλαγές σε παγκόσμιο επίπεδο αναδύθηκαν και από μη δυτικές κοινωνίες, κοινωνίες όπου ακόμη και σήμερα βρίσκονται εκτός των αφηγήσεων που επικεντρώνονται στο θέμα της εξάπλωσης της Ευρώπης. Με αυτήν την έννοια, αμφισβητούν και τη γνωστή ιδέα της γέννησης των ιδεών σε ένα δυτικό κέντρο και από εκεί της διάχυσής τους στον υπόλοιπο κόσμο. Αναδεικνύουν, τέλος, μια ιστορία που κινείται όχι μεταξύ διπολικών αντιθέσεων αλλά σε ένα φάσμα μεταξύ μητρόπολης και αποικιών, κέντρου περιφέρειας, Ευρώπης και μη Ευρώπης.
H έννοια της αυτοκρατορίας είναι χρήσιμη στη μελέτη της ρωσικής ιστορίας και συνομιλεί με τη στροφή στη διεθνική, τοπική, περιφερειακή και παγκόσμια ιστορία. Σε σχέση με την πλανητική ιστορία, έχει το πλεονέκτημα ότι προσφέρει μια «μεσαία κλίμακα» μελέτης, μεταξύ παγκόσμιου και τοπικού. Επιπλέον, κατά την εποχή των επαναστάσεων, οι μεγάλες αυτοκρατορίες, όπως η Βρετανική, η Ολλανδική, η Αυστριακή, η Γαλλική, η Ρωσική και η Οθωμανική, ήταν ο χρυσός κανόνας της κρατικής συγκρότησης και διαμόρφωναν ολόκληρο τον κόσμο [...]. Ελληνόφωνοι ορθόδοξοι πληθυσμοί από τις ελίτ αλλά και από τους απλούς ανθρώπους ήταν διασπαρμένοι μεταξύ αυτών των αυτοκρατοριών. Οι αυτοκρατορίες προσέφεραν ένα τόπο δραστηριοτήτων και μοναδικές ευκαιρίες και προοπτικές για οικονομική και κοινωνική ανέλιξη. Ακόμη και η Οθωμανική Αυτοκρατορία, που συνήθως στα συμφραζόμενα της Ελληνικής Επανάστασης παρουσιάζεται από την οπτική της βίας και της καταπίεσης, εντούτοις δημιουργούσε για αιώνες, όπως και οι άλλες αυτοκρατορίες, ένα χώρο ανταλλαγών, συνύπαρξης με άλλες κοινότητες και ένα πεδίο σταδιοδρομιών.
Η Ρωσική Αυτοκρατορία κατά τη ναπολεόντειο και μεταναπολεόντειο περίοδο ήταν ένας τόπος δι-ευρωπαϊκού διαλόγου. Τα σαλόνια της αριστοκρατίας ήταν χαρακτηριστικό παράδειγμα: φιλοξενούσαν την ευρωπαϊκή και βαλκανική αριστοκρατική εμιγκράτσια από την εποχή της Γαλλικής Επανάστασης, ανθρώπους δηλαδή που παρά τις εθνοτικές τους διαφορές μοιράζονταν μια πάνω-κάτω κοινή κουλτούρα, μόρφωση και γνώση των ξένων γλωσσών, ιδίως γαλλική. Ο Ιωάννης Καποδίστριας, τα αδέλφια Στούρτζα, ο Ζοζέφ ντε Μεστρ ήταν κάποια από αυτά τα πρόσωπα. Στον αντίποδα της κουλτούρας των σαλονιών, ένα άλλο μέρος της ίδιας αριστοκρατίας συμμετείχε στην επαναστατική κουλτούρα των μασονικών στοών και του εταιρικού κινήματος. Ήταν η γενιά της ρωσικής εποποιίας του 1812, όπως ο Αλέξανδρος Υψηλάντης.
Σε τέτοια περιβάλλοντα οι ιδέες κυκλοφορούσαν προς πολλές κατευθύνσεις. Όπως γνωρίζουμε, οι κουλτούρες έχουν υβριδικό χαρακτήρα∙ όπως και οι πολιτισμικές και πολιτικές κοινότητες, μεταξύ αυτών και τα έθνη, ακριβώς χάρη στη σχεσιακή τους φύση, είναι δυναμικές, μεταβλητές, πορώδεις. Η κάθε κουλτούρα, διαμορφώνεται και χαρακτηρίζεται από πολλαπλές σχέσεις εισαγωγής και ανταλλαγής και με αυτήν την έννοια η εθνική κατασκευή είναι, τελικώς, μια δι-εθνική διαδικασία. Δεν είναι τυχαίο ότι πολύ συχνά οι εκτοπισμένοι διανοούμενοι και οι διασπορές είναι αυτοί/ές που συλλαμβάνουν την ιδέα της εθνικής αναγέννησης και των κινημάτων της ανεξαρτησίας.
* Η Α. Διάλλα είναι καθηγήτρια Ευρωπαϊκής Ιστορίας στο Τμήμα Θεωρίας και Ιστορίας της Τέχνης της ΑΣΚΤ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου