Αναζητώντας τα Βαλκάνια στις «εσχατιές» της Ελλάδας
ΤΟΥ ΠΑΡΗ ΠΟΤΗΡΟΠΟΥΛΟΥ*
SARAH GREEN, Σημειώσεις από τα Βαλκάνια. Τόπος, περιθωριακότητα και αμφισημία στα ελληνοαλβανικά σύνορα, μτφρ. Α. Σιώτου - Σ. Θεοδοσίου, Ισνάφι, Ιωάννινα 2020, σελ. 443
Ξαναδιαβάζοντας, στα ελληνικά αυτή τη φορά, το βιβλίο της Sarah Green, με ιδιαίτερο τόπο αναφοράς το Πωγώνι, αυθόρμητα μου ήρθε στο μυαλό ο χαρακτηρισμός του Μάνου Χατζιδάκι για την ευρύτερη περιοχή της ελληνοαλβανικής μεθορίου ως «εσχατιά» της Ελλάδας. Μια δήλωση μετά τη συναυλία που διοργανώθηκε με πρωτοβουλία του υπουργείου Εθνικής Αμύνης τον Αύγουστο του 1991, με τον «σημαίνοντα» τίτλο: «Έξω από το χρόνο: συναυλία στην ακριτική Κόνιτσα». Γιατί αυτό το βιβλίο μιλά για έναν «απόμερο τόπο», που στερεοτυπικά θεωρείται ότι ανήκει στην περιφέρεια της περιφέρειας. Για έναν τόπο «έξω από τον χρόνο», στο περιθώριο της ιστορίας, που θεωρείται ότι κινείται ανάμεσα στην ακινησία της διάρκειας και τη ρευστότητα του παρόντος. Για έναν τόπο δυσδιάκριτο, στην εποχή της ορατότητας και της δύναμης της εικόνας.
Επίκεντρο της ιστορίας είναι το Πωγώνι, κατά μήκος των ελληνοαλβανικών συνόρων, με τοπόσημο το βουνό Κασιδιάρης. Η περιοχή βρίσκεται στην «εσχατιά» της Ελλάδας, στο πλαίσιο μιας σύγχρονης ιεράρχησης και αξιολογικής χαρτογράφησης του χώρου, στο περιθώριο του περιθωρίου που αποτελεί η Ήπειρος, η θεωρούμενη ως πιο φτωχή και υποβαθμισμένη περιοχή της Ευρώπης.
Αφορμή για το βιβλίο, η συμμετοχή της συγγραφέως, τη δεκαετία του 1990, σε μια διεπιστημονική ομάδα με αντικείμενο τη μελέτη της διάβρωσης και της αστάθειας του εδάφους στην περιοχή και συνακόλουθα των μεταβολών στο φυσικό και πολιτισμικό περιβάλλον. Οι διαφορετικές ωστόσο αντιλήψεις για τον χώρο και τις μεταβολές του από τους ίδιους τους ανθρώπους του τόπου, ώθησε τη συγγραφέα να παρακολουθήσει τις δικές τους απόψεις, να αναδείξει τις φωνές τους, ενσωματώνοντάς τες στον δικό της επιστημονικό λόγο. Παράλληλα, την ώθησε να διερευνήσει τα διαφορετικά είδη λόγων που έρχονται να αλληλεπιδράσουν με αυτόν των κατοίκων: τα δεδομένα των στατιστικών για τους ανθρώπους και τις δραστηριότητές τους, τις χαρτογραφικές αναπαραστάσεις του χώρου, τις αναπτυξιακές μελέτες, τις πολιτικές αποφάσεις, τη συζήτηση για την πολιτιστική κληρονομιά και το φυσικό περιβάλλον. Διαφορετικές αφηγήσεις που διαμορφώνουν τη σύγχρονη εικόνα του χώρου.
Ωστόσο, η συγγραφέας, θεωρώντας ότι συχνά το πώς φαίνονται τα πράγματα διαφέρει από τις πολλές εκδοχές τού πώς είναι, ακολουθεί ένα ταξίδι στους χρόνους και στους χώρους των κατοίκων του Πωγωνίου, αναζητώντας και καταγράφοντας πρακτικές, συμπεριφορές και αξίες που υπερβαίνουν τα στερεότυπα για τις τοπικές κοινωνίες και τους πολιτισμούς τους. Ένα ταξίδι ανάμεσα στις διαφορετικές λογοθετικές πρακτικές που ορίζουν σε κάθε εποχή τον ίδιο τον χώρο, τον τόπο και τους ανθρώπους του. Και να διατυπώσει μια σειρά από ερωτήματα. Πώς μπορείς να μιλήσεις για τη διάβρωση του εδάφους και την αστάθεια του χώρου, χωρίς να τη συσχετίσεις με την εγκατάλειψη της φύσης, την περιθωριοποίηση των ανθρώπων και των κοινοτήτων τους; Πώς μπορείς να ορίσεις στο συνεχές του χώρου πού είναι το τέλος και πού είναι η αρχή, ποιες είναι οι εσχατιές, τα ρήγματα και τα κενά; Με ποια κριτήρια ορίζεται ιστορικά το κέντρο και η περιφέρεια; Με ποιους αξιολογικούς όρους ιεραρχούνται οι τόποι και, πολύ περισσότερο, ταξινομούνται οι άνθρωποι και οι πολιτισμοί τους;
«Το βιβλίο αυτό αφηγείται μια ιστορία περιθωριακότητας ενός τόπου και των ανθρώπων του». Ξεκινώντας την εξιστόρησή της με αυτή τη φράση, η Sharah Green αναδεικνύει αρχικά τον σημαίνοντα ρόλο του συνόρου για τη συγκρότηση του οριακού χαρακτήρα της περιοχής. Το Πωγώνι είναι ένας τόπος μεθόριος, εκεί όπου οι σχέσεις μεταξύ ανθρώπων, τόπων και εδαφικών επικρατειών είναι πολλαπλές και όχι μονοδιάστατες. Αυτή ακριβώς η πολλαπλότητα και η πολυσημία έρχεται σε αντίθεση με τον καθοριστικό ρόλο των συνόρων ακόμη και σήμερα, αρκετά χρόνια πια μετά το άνοιγμά τους, για τη συγκρότηση της ταυτότητας σε σχέση με την ετερότητα, του «εμείς» σε σχέση με τους «άλλους».
Ταυτόχρονα, ωστόσο, με την αμφισημία του γεωγραφικού και συμβολικού συνόρου, η συγγραφέας εστιάζει και σε ένα άλλο χαρακτηριστικό του τόπου, την κοινοτυπία. Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά στοιχεία του τόπου και των ανθρώπων του καθιστούν το Πωγώνι λιγότερο διακριτό σε σχέση με άλλες, ακόμη και γειτονικές, περιοχές, με βάση τις σύγχρονες παγκόσμιες «κλίμακες» για την αξία του φυσικού και πολιτισμικού τοπίου, τη βαρύνουσα σημασία της ξεχωριστής πολιτισμικής ταυτότητας και την κεφαλαιοποίηση της πολιτισμικής κληρονομιάς. Ο μεγαλύτερος αριθμητικά πληθυσμός στο Πωγώνι, οι Γκρέκοι, είναι «απλώς Έλληνες», χωρίς άλλο «διακριτό» πολιτισμικό χαρακτηριστικό, άρα αφανείς στην εποχή της ορατότητας. Το ίδιο και ο τόπος τους, στερείται του πλεονεκτήματος της ιδιαιτερότητας, είτε αυτό αφορά το ξεχωριστό φυσικό κάλος ή αξιοποιήσιμα «υλικά και άυλα» πολιτιστικά αγαθά. Πολύ περισσότερο οι εκσυγχρονιστικές λογικές αποδίδουν διαφορετικό νόημα στον χώρο. Το βουνό θεωρείται πλέον άγονο, ο Κασιδιάρης από πέρασμα γίνεται εμπόδιο. Ο χώρος τέμνεται, διασπάται και ορίζεται ως εξανθρωπισμένος ή μη, αξιοποιήσιμος ή αντιπαραγωγικός, η φύση εκτιμάται ως πόρος, αλλιώς ταυτίζεται με την εγκατάλειψη.
Ωστόσο, αν η πρόσληψη και η μορφή του τόπου αλλάζουν, αυτός παραμένει ίδιος, μα και την ίδια στιγμή διαφορετικός. Αυτή η ασάφεια, «η αδυναμία να κατηγοριοποιηθεί ο συγκεκριμένος τόπος, να διακριθούν τα ξεχωριστά κομμάτια του με νεωτερικούς όρους», καθιστά το Πωγώνι τόπο υβριδικό. Η συγκρότησή του ως ασταθούς με όρους πολιτικούς, δηλαδή κοινωνικούς, οικονομικούς και πολιτισμικούς, παραπέμπει στα στερεότυπα που κυριαρχούν στις αναπαραστάσεις της Δύσης για τα Βαλκάνια, δίνει τη δυνατότητα στη συγγραφέα να επεκτείνει την ερμηνευτική της προσέγγιση. Μιλώντας για τις ιδιαιτερότητες της συγκεκριμένης περιοχής, ο λόγος της ουσιαστικά αφορά τα Βαλκάνια. Όπως αναφέρει στην εισαγωγή της η Αλεξάνδρα Μπακαλάκη, το Πωγώνι αποτελεί ένα από τα θραύσματα που συγκροτούν τον ηγεμονικό λόγο για τα Βαλκάνια, το μέρος που περιλαμβάνεται στο όλο αλλά και το περιλαμβάνει σε μικρογραφία. Θραύσματα τα οποία δεν συνιστούν μεν ενιαίες ολότητες, αλλά από την άλλη δεν ξεχωρίζουν ξεκάθαρα το ένα από το άλλο, καθώς συσχετίζονται μεταξύ τους.
Τα Βαλκάνια στη σύγχρονη ρητορική αποτελούν ένα ρήγμα στη νεωτερική κατάταξη των τόπων και των ανθρώπων, είναι η μετωνυμία του κατακερματισμένου, ασταθούς και αμφίσημου τόπου. Αλλά το ζήτημα δεν είναι ο διαχωρισμός και η αποσαφήνιση των πολύπλοκων σχέσεων και διασυνδέσεων. Διαβάζοντας το βιβλίο διαφαίνεται μια άλλη προοπτική, μια άλλου είδους αμφισημία. Τα σύνορα, οι εσχατιές μπορεί να είναι σταυροδρόμια και γέφυρες, τόποι που διασταυρώνονται άνθρωποι και πολιτισμοί, σύμβολα συσχέτισης και όχι αποσύνδεσης.
Αρκετά χρόνια μετά τη διεξαγωγή της έρευνας και την πρώτη έκδοσή του στα αγγλικά, το βιβλίο της Sharah Green είναι σημαντικό για την κατανόηση της κοινωνικής δυναμικής της περιοχής. Δεν αποτελεί απλά έναν αναστοχασμό και μια διερεύνηση τη αντοχής των επιχειρημάτων της εθνογραφικής περιγραφής στον χρόνο. Πολύ περισσότερο συμβάλλει σε μια διαρκή αναζήτηση του τρόπου με τον οποίο οι άνθρωποι, εδώ στα Βαλκάνια, διαπραγματεύονται κάθε στιγμή την ταυτότητά τους και την έννοια του ανήκειν μέσα από τον διάλογο ανάμεσα στην ομοιότητα και τη διαφορά, τις σχέσεις τους δηλαδή με άλλους ανθρώπους και τόπους. Διερευνά και ταυτόχρονα προκρίνει τις πολλαπλές και όχι μονοδιάστατες ερμηνείες των ανθρώπων και των «μικρών ή μεγάλων» τόπων τους.
* Ο Πάρης Ποτηρόπουλος είναι ερευνητής του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου