1/11/20

Η στρατηγική του ΚΚΕ

Μάρω Φασουλή, Χωρίς τίτλο, 2020, πανί, υφαντά, σπρέι, παστέλ, νήμα, καλάμι, 228 x 294 εκ.

Του Θανάση Σφήκα* 

Προδημοσίευση από το βιβλίο του Θανάση Σφήκα, Η ‘θάλασσα’ και το ‘νησάκι’, Μελετήματα για τη διεθνή και ελληνική ιστορία, 1917-1955, που θα κυκλοφορήσει τις επόμενες μέρες από τις εκδόσεις Βιβλιόραμα 

Στο μεταγενέστερο αφήγημα του ΚΚΕ, το κομβικό σημείο ήταν τα Δεκεμβριανά, εφόσον η σύγκρουση στην Αθήνα μεταξύ του ΕΛΑΣ και των βρετανικών δυνάμεων είχε ανακόψει την «ειρηνική πολιτική εξέλιξη» της Ελλάδας και την πολιτική νίκη του ΚΚΕ και του ΕΑΜ. Η στρατηγική που ακολούθησε το ΚΚΕ το 1945-1946 και ο ένοπλος αγώνας του 1946-1949 ήταν προσπάθεια –με μέσα διαφορετικά, εναλλασσόμενα και συνδυαστικά– ανάκτησης της θέσης που απολάμβανε πριν από τον Δεκέμβριο του 1944. Αλλά ο κόσμος της συμμαχικής συνεργασίας σταδιακά αποδιαρθρωνόταν. Πριν καταφύγει στα όπλα, με τη θέση του για τους «δύο πόλους», το 1945 το ΚΚΕ εμφανίστηκε πρόθυμο να αναγνωρίσει το βρετανικό ενδιαφέρον για την Ελλάδα· τον επόμενο χρόνο, σε μια προσπάθεια να εμποδίσει αυτό που έβλεπε ως μονομερή εμφύλιο πόλεμο, διατύπωσε την πρόταση για την ουδετερότητα της Ελλάδας υπό την αιγίδα του ΟΗΕ. Η πρόταση αυτή ήταν εκείνη τη στιγμή τόσο εφικτή και τολμηρή όσο εξωπραγματική ίσως εμφανίζεται μεταγενέστερα. 
Η αναζήτηση ενός πολιτικού συμβιβασμού προείχε στην κομμουνιστική στρατηγική των ετών 1945-1947. Η επιλογή της κλιμάκωσης της στρατιωτικής σύγκρουσης πιθανότατα δεν έγινε τον Φεβρουάριο του 1947, αλλά μετά –και ίσως εξαιτίας– της ανακήρυξης του Δόγματος Τρούμαν ένα μήνα αργότερα και της διάψευσης των ελπίδων για τον διαμεσολαβητικό ρόλο του ΟΗΕ. Μετά την άνοιξη και το καλοκαίρι του 1947, η ανυποχώρητη στάση του ΚΚΕ αντανακλούσε τον περιορισμό των επιλογών του σε δύο: την άνευ όρων παράδοση, την οποία δεν φαίνεται ποτέ να εξέτασε ως ενδεχόμενο, και τη συνέχιση του πολέμου με στόχο την επίτευξη ή την «επιβολή» μιας πολιτικής λύσης. 
Οι επιλογές έπρεπε να γίνουν μέσα σε ένα ρευστό και διαρκώς μεταβαλλόμενο διεθνές περιβάλλον. Η ανάγνωσή του από το ΚΚΕ δεν ήταν πάντοτε λανθασμένη, αλλά ήταν συχνά επιλεκτική και περιστασιακά αυτοαναφορική. Το 1945-1947, το ΚΚΕ επεδίωξε έναν πολιτικό συμβιβασμό. Το 1947-1949, συνέχισε να τον επιδιώκει, αλλά έπρεπε να ισχυρίζεται ότι ο αγώνας του ήταν «επανάσταση», ευθυγραμμίζοντας τις επιλογές και τη ρητορική του με τις αλλαγές στο διεθνές περιβάλλον μετά τα μέσα του 1947 και με τη σταδιακή επιδείνωση των εγχώριων προοπτικών του μετά το φθινόπωρο του 1948. Η επίκληση της «επανάστασης» προοριζόταν για το δικό του εσωτερικό ακροατήριο και για τους ξένους φίλους του, προκειμένου να διατηρήσει την ιδεολογική πίστη και το ηθικό του ΔΣΕ και να εδραιώσει τη διεθνή εικόνα του ως επαναστατικού και πρωτοποριακού κόμματος. Κατά το ίδιο διάστημα, το ΚΚΕ προσπάθησε να διερευνήσει ή ακόμη και να αναλάβει πρωτοβουλίες για ένα συμβιβασμό. Οι επιλογές του δεν αγνοούσαν τις μεταβαλλόμενες συνθήκες, αλλά βασίζονταν σε αισιόδοξες εκτιμήσεις για περιθώρια που σταδιακά στένευαν· και η αισιοδοξία του έγινε αναγκαστική εξαιτίας της έλλειψης αποδεκτών εναλλακτικών λύσεων.[1]
Ιστορικοί και αδελφά κομμουνιστικά κόμματα άσκησαν κριτική στο ΚΚΕ, επειδή εναπόθεσε τη μοίρα του σε ξένα χέρια.[2] Στις 15 Ιανουαρίου 1950, με επιστολή προς στο ΚΚΣΕ, ο Ζαχαριάδης και ο Παρτσαλίδης προσπάθησαν να αντικρούσουν τον ισχυρισμό του Αλβανού ηγέτη Ενβέρ Χότζα ότι το ΚΚΕ στήριζε τον αγώνα του στη βοήθεια απέξω. Ο σ. Ενβέρ ξεχνά ότι […] ο αγώνας μας στην Ελλάδα ενάντια στους μοναρχοφασίστες που είχαν την ολόκληρη υποστήριξη των αμερικανοάγγλων δεν μπορούσε και δεν μπορεί να νικήσει χωρίς την υποστήριξη των αδελφών ΚΚ.[3]
Έξι χρόνια αργότερα, στην εποχή της «αποσταλινοποίησης» και της πολιτικής καθαίρεσης του Ζαχαριάδη, ο Ότο Κουούσινεν, μέλος της ΚΕ του ΚΚΣΕ, επανέλαβε την κατηγορία ότι ο Ζαχαριάδης είχε στηρίξει τα πάντα στην εξωτερική βοήθεια: «Η τέτοια αντιμετώπιση της εξέγερσης ήταν τόσο επιπόλαια που με κάνει να τη θεωρώ τυχοδιωκτική». Ο Ζαχαριάδης απέρριψε εμφατικά το ότι ήταν τυχοδιωκτισμός να υπολογίζουμε ή να στηριζόμαστε στη βοήθεια έξωθεν. [...] Εγώ αντίθετα νομίζω ότι θα ’ταν τυχοδιωκτισμός αν δεν υπολογίζαμε την εξωτερική κατάσταση της Ελλάδας και την κατάσταση στα σύνορα, όπου είχε ήδη διαμορφωθεί ο συμμαχικός παράγοντας.[4]
Η αναζήτηση και η εξασφάλιση εξωτερικής βοήθειας, όχι «επαναστατικής ελεημοσύνης» ή «επαναστατικού εράνου»,[5] ήταν απαραίτητη προϋπόθεση για την υλοποίηση των επιλογών του ΚΚΕ μετά το 1946, στο μέτρο που οι εγχώριοι αντίπαλοί του απολάμβαναν αδιάλειπτη εξωτερική υποστήριξη από το 1943 και μετά. 
Κατά συνέπεια, η πρόσληψη της πραγματικότητας από το ΚΚΕ δεν ήταν λανθασμένη στη βάση της. Ωστόσο, οι Έλληνες κομμουνιστές δρούσαν μέσα σε ένα ραγδαία μεταβαλλόμενο διεθνές περιβάλλον και κατά τη διάρκεια μιας εξαιρετικά ρευστής συγκυρίας για την ευρωπαϊκή και την παγκόσμια ιστορία, όπου ελάχιστα περιθώρια υπήρχαν για να συσχετίσει κανείς την πολυπλοκότητα, την πυκνότητα και τη σημασία των γεγονότων με το χρονικό διάστημα που αυτά εξελίσσονταν. Σε ένα γεωπολιτικό σύμπαν απροσδιοριστίας μάλλον παρά απλής αβεβαιότητας,[6] το ΚΚΕ προσπάθησε να ανταποκριθεί στις ταχείες εσωτερικές, περιφερειακές και διεθνείς μεταβολές, αλλά το πλήθος των μεταβλητών, των αστάθμητων παραγόντων και των ενδεχόμενων αποδείχτηκε μεγαλύτερο από όσο μπορούσε να αφομοιώσει στη στρατηγική του. Μέσα σε ένα εθνικό, περιφερειακό και διεθνές περιβάλλον που η ρευστότητά του ευνοούσε εκτιμήσεις, άλλοτε λανθασμένες και άλλοτε εξωτικές,[7] το ΚΚΕ επέλεξε να ενστερνιστεί όλα εκείνα που ερμήνευε ως θετικά σημάδια και να υποτιμήσει όσα υπαινίσσονταν αστάθμητους παράγοντες και δυσκολίες: εκτίμησε ως ευνοϊκή συγκυρία την εδραίωση της σοσιαλιστικής τάξης στα Βαλκάνια και υποτίμησε την πιθανότητα κάποιος, σε κάποιο ορισμένο σημείο, να τραβήξει μια γραμμή τερματισμού της επέκτασής της. Τη γραμμή αυτή δεν τη χάραξαν μόνον οι Βρετανοί και οι Αμερικανοί, αλλά και «η σχεδόν ακατανόητη απροθυμία [του Στάλιν] να βοηθήσει τους έλληνες αντάρτες ή να υποστηρίξει μια εξέγερση στην Ιταλία, όταν και στις δύο περιπτώσεις η επιτυχία ενεργειών υποστηριζόμενων από τους κομμουνιστές θα μπορούσε κάλλιστα να είναι εφικτή».[8] Η πραγματική δυσκολία για τους έλληνες κομμουνιστές δεν ήταν η ακρίβεια των εκτιμήσεών τους ή η έλλειψή της, αλλά η απουσία επαρκούς ισχύος που θα τους επέτρεπε να επιβιώσουν μετά την ανακρίβεια. Η συνολική τους εκτίμηση δεν συνιστά μια περίπτωση συλλογικής άρνησης της πραγματικότητας – κατηγορία που έκτοτε επενδύθηκε με ένα πυκνό στρώμα εκ των υστέρων γνώσης, πολιτικών διακυβευμάτων και ακάματης χρήσης της δεκαετίας του 1940 για να νομιμοποιηθούν ή να απονομιμοποιηθούν πολιτικές ταυτότητες, αφηγήματα και εύσημα. Ήταν ίσως πολύ περισσότερο μια όχι και τόσο πειστική δυνατότητα, που εκ των υστέρων μετατράπηκε σε ένα πιθανό ανέφικτο. 

*Ο Θανάσης Σφήκας είναι ιστορικός 

[1] Βλ. Θανάσης Δ. Σφήκας, «Η “ειρηνοπόλεμη” διάσταση του Ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου: ειρηνευτικές πρωτοβουλίες και δυνατότητες συμβιβασμού, 1945-1949», στο Ηλίας Νικολακόπουλος, Άλκης Ρήγος, Γρηγόρης Ψαλλίδας (επιμ.), Ο Εμφύλιος Πόλεμος: από τη Βάρκιζα στον Γράμμο, Φεβρουάριος 1945-Αύγουστος 1949 (Αθήνα: Θεμέλιο, 2002), σσ. 75-101· του ίδιου, Πόλεμος και ειρήνη στη στρατηγική του ΚΚΕ, σσ. 86-102. 
[2] Βλ. παραπάνω, σημείωση 1. 
[3] Αρχείο ΚΚΕ (ΑΣΚΙ), ΤΚ 383, Φ 20/33/81: Επιστολή Ν. Ζαχαριάδη – Δ. Παρτσαλίδη προς την ΚΕ του ΚΚΣΕ, 15 Ιανουαρίου 1950. 
[4] Στενογραφημένα πρακτικά της δεύτερης συνάντησης του Ν. Ζαχαριάδη με τα μέλη της Επιτροπής των Σ.Κ. Κομμάτων, Μόσχα, 25 Φεβρουαρίου 1956, στο Πετρόπουλος (επιμ.), Η καθαίρεση του Νίκου Ζαχαριάδη, σσ. 94, 83. 
[5] Παναγιωτόπουλος, «Ένα ιστοριογραφικό τόλμημα», σ. 62. 
[6] Η απροσδιοριστία ξεπερνά «αυτό που η απλή αβεβαιότητα αδυνατεί να εξηγήσει επαρκώς. Είναι το βασίλειο όπου παραμένει αδύνατο να κατανοήσουμε άμεσα μια κατάσταση, ένα γεγονός ή μια εξωτερική συνθήκη τόσο πολύπλοκη και δυναμική ώστε η γνώση του παρόντος και των μελλοντικών σταδίων της να μην μπορεί να συναχθεί». Βλ. Anthony Tomazinis, «Adaptive Planning in Dynamic Societies: Giving Sense to Futures Conditional», στο Jose Ciprut, Indeterminacy: The Mapped, the Navigable and the Uncharted (Cambridge, MA: MIT Press, 2008), σ. 289. Κατά τον Κορνήλιο Καστοριάδη, η απροσδιοριστία («ο μη καθορισμός») «αυτού-που-είναι δεν είναι απλή “άκαθοριστία” με την στερητική και τελικά τετριμμένη έννοια. Είναι δημιουργία, δηλαδή ανάδυση άλλων καθορισμών, νέων νόμων, νέων πεδίων νομιμότητας. Η “ακαθοριστία” (αν δεν σημαίνει απλώς μια “κατάσταση της άγνοιάς μας”, ή μια “στατιστική” κατάσταση) έχει το εξής ακριβές νόημα: καμιά κατάσταση του είναι δεν είναι τέτοια που να καθιστά αδύνατη την ανάδυση καθορισμών άλλων από τους υπάρχοντες». Βλ. Κ. Καστοριάδης, «Η λογική των μαγμάτων και το ζήτημα της αυτονομίας», στο Κ. Καστοριάδης, Χώροι του Ανθρώπου (Αθήνα: Ύψιλον, 1995), σ. 324. Βλ. επίσης, Warren Breckman, “History and Indeterminacy: Making Sense of Pasts Imperfect”, στο Ciprut, Indeterminacy, σσ. 267-287· John Lewis Gaddis, Το Τοπίο της Ιστορίας: Πώς οι ιστορικοί χαρτογραφούν το παρελθόν (Αθήνα: Πεδίο, 2019), σσ. 127-154. 
[7] Ιδιαίτερα εξωτική, με στοιχεία αισθηματικού και πολιτικού δράματος, ήταν μια εκτίμηση για την αιτία της μακράς απουσίας του Στάλιν από τηn Μόσχα στο δεύτερο εξάμηνο του 1945. Ενώ αυτός βρισκόταν για διακοπές, για πρώτη φορά μετά από εννέα χρόνια, κοντά στο Σότσι της Μαύρης Θάλασσας, τον Δεκέμβριο του 1945 η αμερικανική πρεσβεία της Βέρνης τηλεγράφησε στην Ουάσινγκτον, ότι σύμφωνα με πηγές κοντά στον στρατάρχη Γκεόργκι Ζούκωφ, ο Στάλιν «το είχε σκάσει» με μια νεαρή Γεωργιανή πριγκίπισσα, αφήνοντας τους υφιστάμενούς του διαιρεμένους σε δύο ομάδες: τους «σκληρούς» υπό τον Βιατσεσλάβ Μολότωφ και τον Λάζαρ Καγκάνοβιτς, και τις «φιλοαγγλοσαξωνικές περιστερές» με επικεφαλής τον ίδιο τον Ζούκωφ. Βλ. Vladimir O. Pechatnov, «The Allies are Pressing on you to Break your Will…»: Foreign Policy Correspondence Between Stalin and Molotov And Other Politburo Members, September 1945-December 1946’ (Washington, DC: CWIHP Working Paper #26, 1999), σ. 11, σημείωση 30, και σ. 9. Ελληνικά παραδείγματα εξωτικών εκτιμήσεων ήταν οι καταγγελίες της ελληνικής κυβέρνησης το 1947 και το 1948 για Διεθνείς Ταξιαρχίες που θα πολεμούσαν στο πλευρό του ΔΣΕ και για δύο υποβρύχια που θα έστελναν στην Ελλάδα οι ξένοι φίλοι του ΚΚΕ για τη διαφυγή ηγετικών στελεχών του· βλ. Thanasis D. Sfikas, «Spanish Echoes in Greece, 1946-1949: The Myth of the Participation of an ʺInternational Brigadeˮ in the Greek Civil War», Journal of Modern Greek Studies, vol. 15, no. 1 (May 1997): 87-101, και Σφήκας, Οι Άγγλοι Εργατικοί και ο Εμφύλιος Πόλεμος στην Ελλάδα, σ. 393. 
[8] Norman Naimark, Stalin and the Fate of Europe: The Postwar Struggle for Sovereignty (Cambridge, MA: The Belknap Press of Harvard University Press, 2019), σ. 270.

Δεν υπάρχουν σχόλια: