ΑΠΟΥΛΗΙΟΣ, Το δαιμόνιον του
Σωκράτη, μετάφραση-εισαγωγή-σημειώσεις: Γιώργος Ανδρικόπουλος, εκδόσεις
Ροές, σελ. 96
Η «μεταφυσική» των λατινικών χρόνων σε συνδυασμό με τον Ορθό Λόγο ενός
φωτισμένου πνεύματος. Ο Απουλήιος, γεννημένος το 125 μ.Χ. στη ρωμαϊκή Αλγερία
από εύπορη οικογένεια αρχικών αποίκων, είχε το προνόμιο της πολύπλευρης
μόρφωσης (ελληνικής και λατινικής), μυήθηκε στα μυστήρια της Ίσιδας και του
Όσιρι, ανέλαβε θρησκευτικά καθήκοντα ως «ετήσιος αρχιερέας της λατρείας του
Αυτοκράτορα» στην επαρχία του και πέρασε το τελευταίο μέρος της ζωής του στη
Ρώμη εργαζόμενος ως συνήγορος. Δαπάνησε το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας του
σε ταξίδια και περνούσε αρκετό χρόνο της ζωής του στην Καρχηδόνα.
Ο Γιώργος Ανδρικόπουλος επέτυχε να μας δώσει ένα κατατοπιστικό βιβλίο
τσέπης (στην ιδιαίτερα προσεγμένη σειρά των εκδόσεων Ροές), χωρίς να πέσει στην
παγίδα του σχολαστικισμού και αποφεύγοντας το ολισθηρό έδαφος του ακαδημαϊσμού.
Φιλοτέχνησε ένα απολύτως χρηστικό εγχειρίδιο για κάθε ψαγμένο «επαρκή
αναγνώστη» και διασαφήνισε, τόσο με τη μετάφραση όσο με την εισαγωγή και τα
σχόλιά του, τι πιστεύανε στη ρωμαϊκή εποχή ότι ήταν το περίφημο «δαιμόνιον του
Σωκράτους», που τον προέτρεψε (ή δεν τον απέτρεψε) να δοκιμάσει την πίκρα του αποφεύξιμου
κώνειου.
Μέσα από το κείμενο και τις σημειώσεις περνάνε πολλές μυθολογικές
μορφές που δεν είναι ιδιαίτερα δημοφιλείς (όπως ο Ιξίων), παρεμβάλλεται μια
παραλλαγή του αισώπειου μύθου για την αλεπού και το κοράκι, αλλά δίδονται και
πολλά στοιχεία λαογραφικού περιεχομένου, για τα πολιτικοκοινωνικά συμφραζόμενα
και την «περιρρέουσα ατμόσφαιρα» εκείνης της μακρινής αλλά άκρως θελκτικής
εποχής.
«Τι είναι θεός τι μη θεός και τι το ανάμεσό τους;», αναρωτιέται ο ποιητής
Γιώργος Σεφέρης. Κι αυτό ακριβώς είναι το θέμα του αρχαίου προλαλήσαντος.
Λεπτομερείς αναφορές στους δαίμονες (που πουθενά δεν αναφέρονται εδώ ως δαΐμονες,* δηλαδή ως κάτοχοι της Γνώσεως)
αποδεικνύουν μια βαθιά γνώση των αρχαίων στην αιθερική τοπιογραφία∙ ο Απουλήιος
εμφανίζεται να έχει εκτός από αποκρυφιστικές και σημαντικές αστρονομικές
γνώσεις, ενώ είναι κατά βάσιν μονοθεϊστής, όπως πολλοί διανοούμενοι και
φιλόσοφοι μετά τον Σωκράτη, θεωρώντας όμως ότι το Όντως Ον, ο θεός Δημιουργός,
ο Μέγας Αρχιτέκτονας των Πάντων, δεν έχει κανένα λόγο να επικοινωνεί απευθείας
με τους ανθρώπους. Οι θεοί εν γένει κινούνται σε μια ανώτερη πνευματική
μακαριότητα, σε μια άχρονη γαλήνη που τους τοποθετεί σε άλλα επίπεδα από τα
ανασφαλή «πρόσκαιρα όντα της στιγμής», όπως χαρακτήρισε τους βροτούς ο μεγάλος
αλεξανδρινός Καβάφης. Αντίθετα, οι δαίμονες είναι «εμπαθείς», ασκούνται στην
ενσυναίσθηση, έχουν ανθρώπινα ελαττώματα κι ανακατεύονται με τους ανθρώπους,
είτε ως αγγελιαφόροι των θεών είτε ως προστάτες και φύλακες είτε ως
περιπλανώμενα πνεύματα κακοποιά, που πρέπει να εξορκιστούν, να εξαγνιστούν, να
εξουδετερωθούν. Όλες οι ψυχές των νεκρών μετατρέπονται σε δαίμονες κι
επιστρέφουν ως αόρατοι συνοδοί, φύλακες, προστάτες ή και δάσκαλοι των ζωντανών.
Πουθενά δεν προκύπτει εδώ κάποια δοξασία ή πίστη σε μετενσάρκωση.
Το δαιμόνιον του Σωκράτη ήταν «κάποιου είδους φωνή» που τον απέτρεπε ή
τον προέτρεπε να αναλάβει ή να μην αναλάβει κάποιες δράσεις. Δεν δηλώνεται ως
«φωνή» από τον Πλάτωνα και απέχει από τις παραισθητικές φωνές που ακούνε οι
σχιζοφρενείς. Πλησιάζει βέβαια τις μεταφορικές φωνές που ακούει ο ετοιμοθάνατος
στο «Απολείπειν ο θεός Αντώνιον» του Καβάφη, όμως κι εκείνες οι μυστικές φωνές
του αόρατου θιάσου είναι περισσότερον εγγύτερες προς το υλιστικό φάσμα των
γήινων, σωματικών ηδονών, παρά από τον αχαρτογράφητο χώρο των πνευμάτων.
Ενδιαφέρουσα είναι η παρατήρηση του Απουλήιου, ότι «οι Πυθαγόρειοι
εκπλήσσονταν πολύ με όποιον ισχυριζόταν ότι δεν είχε δει ποτέ του δαίμονα, και
για την πληροφορία αυτή είναι νομίζω επαρκής μάρτυρας ο Αριστοτέλης
(Αριστοτέλης, Gigon, απόσπασμα 175).
Ένα άκρως ελκυστικό πόνημα με μια αφηγηματική γοητεία ασυνήθιστη σε
τέτοιου είδους εγχειρήματα.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΠΟΥΡΑΣ
Άρης Κουτρούλης, Ανάδυση αρ. 5, 1991, 153 x 122 εκ. |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου