5/7/20

Ένα σκληρό πορτραίτο

ΤΟΥ ΓΡΗΓΟΡΗ ΑΖΑΡΙΑΔΗ 

ΕΥΓΕΝΙΑ ΜΠΟΓΙΑΝΟΥ, Φανή, εκδόσεις Μεταίχμιο, σελ. 261

Όταν αποφάσισα να κάνω μια μικρή αποτοξίνωση από ένα τετράμηνο συνεχούς ανάγνωσης και κριτικής αστυνομικών μυθιστορημάτων, πήρα στα χέρια μου την «Φανή» της Ευγενίας Μπογιάνου. Έχοντας διαβάσει και τις προηγούμενα έργα της, προβληματιζόμουνα αν θα κατάφερνε να περάσει πάνω από τον πήχυ, που είχε ήδη τοποθετήσει σε υψηλό επίπεδο.
Η συγγραφέας και η κεντρική ηρωίδα, η Φανή, από την πρώτη κι όλας στιγμή σε αρπάζουν από το χέρι και σε σέρνουν χωρίς να το καταλάβεις να τις ακολουθήσεις σε ένα ταξίδι με τρελό ρυθμό, να ζήσεις τις μικρές και τις μεγαλύτερες περιπέτειες σε μια υποσυνείδητη (;) πορεία προς την ωριμότητα και κάποιας μορφής εσωτερική ισορροπία.
Η Μπογιάνου επιλέγει να μιλήσει για ένα εικοσάχρονο κορίτσι, που κινείται σ’ έναν συγκεκριμένο πολιτικοκοινωνικό χώρο, αυτόν που ευρέως αποκαλούμε προοδευτικό και αυτόν που εγώ θα χαρακτήριζα σαν την γενιά των νεαρών, που δείχνουν να μην εκφράζονται από συγκεκριμένους πολιτικούς σχηματισμούς και κόμματα και εντάσσονται στα διάφορα σχήματα των συλλογικοτήτων. Ένα περιορισμένο ίσως, αλλά και πολύ ελπιδοφόρο κομμάτι της σημερινής νεολαίας.
Η Φανή, παρά την ιδιαιτερότητα του χαρακτήρα της, ζει μια μάλλον συνηθισμένη ζωή. Ελεύθερη, ανεξάρτητη, φύσει αντιεξουσιαστική και ακραίως δύσπιστη απέναντι στη γενιά του πατέρα της, κινείται μέσα στον δικό της μικρόκοσμο των φίλων και συντρόφων και συμμετέχει ενεργά στις κινητοποιήσεις με κοινωνικό περιεχόμενο. Αν και η καθημερινότητά της δείχνει ότι αποτελεί ακριβώς ένα τυπικό δείγμα των νέων του συγκεκριμένου πολιτικοκοινωνικού χώρου, η Φανή παρουσιάζει αρκετές παρεκκλίσεις από τον μέσο όρο. Ευαίσθητη, αλλά και σκληρή. Κρύβει μέσα της οργή κι επιθετικότητα, αλλά διψάει για ένα χάδι. Μισεί τον ρατσισμό και τους εκπροσώπους του, αλλά αναζητάει τον έρωτα στο πρόσωπο ενός από αυτούς, βουλιάζοντας σ’ ένα γοητευτικό πέλαγος αντιφάσεων.


Από την στιγμή εκείνη, θα παρακολουθήσουμε την απεγνωσμένη πάλη της Φανής ανάμεσα στον έρωτα για τον Μάνο, τον σκοτεινό ακροδεξιό που εξασκεί μια ακατανίκητη γοητεία πάνω της και τον οποίο υποπτεύεται ότι έχει συμμετοχή στην δολοφονική επίθεση εναντίον ενός νεαρού Πακιστανού μετανάστη, και στην εσωτερική φωνή που την προτρέπει να τον καταγγείλει στην Αστυνομία. Παράλληλα, η ηρωίδα μας έχει να αντιμετωπίσει τους κρυφούς προσωπικούς της δαίμονες, που στοιχειώνουν απειλητικά το παρελθόν της και χτίζουν απόρθητα τείχη στη σχέση με τον πατέρα της. Όσο η πλοκή εξελίσσεται, αυτή η πάλη απειλεί να την συνθλίψει κι η Φανή θα περάσει μέσα από σκοτεινούς λαβυρίνθους μέχρι να φτάσει η στιγμή που τα φώτα στην σκηνή θα χαμηλώσουν κι ένας προβολέας θα φωτίσει μόνο εκείνη, για δώσει τις δικές της απαντήσεις, να φέρει στο φως κρυμμένα, ένοχα μυστικά και να οδηγηθεί στο γκραν φινάλε της παράστασης.
Η Μπογιάνου μοιάζει να έχει καταπιαστεί με ένα πολύ δύσκολο έργο αυτή τη φορά. Να ζωγραφίσει ένα πορτραίτο, αληθινή τοιχογραφία μιας γενιάς νεαρών ανθρώπων, που όσο κι αν είναι μπερδεμένοι αποπνέουν υγεία κι ελπίδα για την κοινωνία μας. Καταφέρνει να μας δώσει μια εξαιρετική εικόνα της εικοσάχρονης Φανής μέσα από την διπλή παρουσίαση της. Από τη μία πλευρά, έχουμε πρόσβαση στον χαρακτήρα της μέσα από τις προσωπικές της εξομολογήσεις. Μαθαίνουμε ποιά είναι τα πράγματα που αγαπάει και ποιά αυτά που αντιπαθεί. Γνωρίζουμε τα συναισθήματα που της προκαλούν οι φίλοι και σύντροφοι της. Και το βασικότερο: καθώς η κουρτίνα ανασύρεται κι ένα χλωμό, αδύναμο φως διαχέεται, αρχίζουμε να συνειδητοποιούμε το σκοτεινό παρελθόν, που στιγμάτισε τη σχέση με τον πατέρα της. Χάρη στο πρώτο εύρημα της συγγραφέως, η Φανή μας αποκαλύπτεται μέσα από τα δικά της μάτια. Με ειλικρίνεια, κάποιες φορές με ευαισθησία, αλλά πάντα με αυθορμητισμό και γνησιότητα. Αυτή είναι η Φανή όπως βλέπει τον εαυτό της.
Κι ακολουθεί το δεύτερο εύρημα της Μπογιάνου, για να μας δώσει την εικόνα της Φανής όπως την βλέπουν οι άλλοι. Κάθε ένας που βρίσκεται στην σκηνή απέναντι της, περιγράφει την Φανή και τις αντιδράσεις που του προκαλεί η συμπεριφορά της. Οι περισσότεροι την κρίνουν με βάση την εξωτερική συμπεριφορά της, κάποιοι όμως διακρίνουν και κάτω από την επιφάνεια. Γενικά βέβαια, όπως ήταν αναμενόμενο, οι δύο όψεις της Φανής έχουν μεγάλη απόσταση ανάμεσα τους.
Αν τελικά κατανοήσουμε και αποδεχτούμε την επιλογή της συγγραφέως να αναφερθεί σ’ έναν συγκεκριμένο πολιτικοκοινωνικό χώρο, πράγμα που αποτελεί σε απόλυτο βαθμό αναφαίρετο δικαίωμά της, θα έχουμε μπροστά μας ένα εξαιρετικό πορτραίτο μιας ιδιαίτερης ηρωίδας, απόλυτα αντιπροσωπευτικής της γενιάς της. Απλή, καθημερινή, ανεξάρτητη κι ελεύθερη, χωρίς καμιά διάθεση εντυπωσιασμού, γεμάτη μυστικά από την στιγμή κι όλας που ήρθε στον κόσμο, και περίπλοκες αντιφάσεις. Τελικά, η Φανή είναι άγρια και τρυφερή, επιθετική κι ευαίσθητη, κοριτσάκι και γυναίκα, χαρακτηριστικά που συμβολίζουν την ίδια την πόλη όπου ζει κι ονειρεύεται.
Ο τρόπος γραφής της Μπογιάνου καταδεικνύει πειστικά την δουλειά που γίνεται από την πλευρά της. Συνεχής, επίμονη, έως και εκνευριστική ενασχόληση για κάθε πρόταση, εντατική αναζήτηση για κάθε λέξη, επανειλημμένες γραφές για κάθε σκηνή. Με την «Φανή», ξεπερνάει τον πήχυ κάθε προηγούμενου έργου της.

Ο Γρηγόρης Αζαριάδης είναι συγγραφέας 


Αννίτα Αργυροηλιοπούλου, Ελάφι, 2017, σχέδιο και πλέξιγκλας

Δεν υπάρχουν σχόλια: