1/7/18

Ο Μαρξ ως φιλόσοφος

Έργο του Κώστα Τσώλη



ΤΟΥ ΜΗΝΑ ΠΕΤΡΟΥ

«…Για να μπορέσει το κράτος να διατηρηθεί, θα πρέπει να οργανωθεί με τέτοιον τρόπο, ώστε αυτοί που το διοικούν, είτε καθοδηγούνται από τον λόγο είτε από τα πάθη, να μην έχουν την δυνατότητα να ενεργούν κακόπιστα ή πλημμελώς…»
Σπινόζα, Πολιτική Πραγματεία[1]

«Θα ήθελα αυτή την μνήμη να την πω…». Πριν αρκετά χρόνια, καθώς προσγειωνόμασταν στην Βουδαπέστη, χαζεύοντας από το παράθυρο, παρατήρησα κάποια μεγάλα, ομαδικά νεκροταφεία, με σειρές από ομοιόμορφες ταφόπλακες – εκεί στέκονταν όρθια μερικά αγάλματα του Μαρξ και του Λένιν. Η τύχη και η στιγμή ήταν τέτοιες, ώστε οι Ούγγροι προτίμησαν να μην καταστρέψουν τα αγάλματα, αλλά να τα αφήσουν εκεί. Έτσι μετέθεσαν την απόφαση για το ζήτημα των αγαλμάτων σΤΟ μέλλον, ένα μέλλον που, καθώς αποδείχθηκε, διαρκεί πολύ.
Πέρασαν ήδη διακόσια χρόνια από την ημέρα που γεννήθηκε ο Μαρξ. Ζούμε σε μια εποχή των «ημερών» και των «επετείων», έχουμε «ημέρα ποίησης», «ημέρα βιβλίου», την «ημέρα της τηγανιτής πατάτας», τα «διακοσάχρονα του Μαρξ», που έγινε άγαλμα – αρκετά!
Το κεφάλαιο «Μαρξ» είναι τεράστιο και ο ερευνητής κινδυνεύει να χαθεί αναζητώντας την πληρότητα ή να αναλωθεί σε συζητήσεις για τα «σωστά» και τα «λάθη», τον επιστημονικό ή μη επιστημονικό χαρακτήρα των μαρξικών προτάσεων. Ωραία είναι αυτά και λαοφιλή και ταιριαστά στον σύγχρονο άνθρωπο: μαζί με τον ερευνητή θα χαθεί κι ο Μαρξ σε μια από τις συχνότερες παγίδες που οι περισσότεροι έχουμε βιώσει. Υπάρχουν ειδικοί που έχουν και γνώση και εγκυρότητα για πληρέστερες προσεγγίσεις. Ο γράφων, ως μη ειδικός, έθεσε απλώς έναν στόχο: να ασχοληθεί, μερικώς, με τον φιλόσοφο Μαρξ, με το γεγονός ότι ο Μαρξ ήταν και φιλόσοφος.

Ο Μαρξ ήταν διδάκτωρ της Αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας και ασχολήθηκε μάλιστα ιδιαιτέρως με αυτούς που θα εντάσσαμε στους συνεχιστές των «φίλων της γης», τον Δημόκριτο και τον Επίκουρο. Γνώριζε άριστα την φιλοσοφία του καιρού του και πολύ καλά την προγενέστερη. Βεβαίως, το γεγονός ότι κάποιος ξέρει φιλοσοφία –ακριβέστερα, ξέρει πολλή φιλοσοφία– δεν τον καθιστά αναγκαστικά και φιλόσοφο. Θα στρέψουμε λοιπόν το βλέμμα μας σε ένα δύο σημεία που δείχνουν ότι ο Μαρξ ήταν σημαντικός φιλόσοφος, και όχι απλά ένας διανοούμενος του αιώνα που έζησε.
11η Θέση για τον Φώγιερμπαχ: «Οι φιλόσοφοι ερμήνευσαν με πολλούς τρόπους τον κόσμο – όμως αυτό που προέχει είναι η αλλαγή του». Ίσως η πιο διαδεδομένη και ταυτοχρόνως η πιο αδικημένη θέση του Μαρξ. Θεωρήθηκε σύνθημα, ικανό να αγγίξει τις μάζες – κάτι σαν 11η εντολή. Όμως ο Μαρξ δεν προόριζε για δημοσίευση τις «Θέσεις για τον Φώγιερμπαχ», ούτε τα γραφόμενα αυτά για τσιτάτα των απανταχού επαναστατών: στις «Θέσεις» ο Μαρξ θέτει τη διαφορά του απέναντι στον Φώγιερμπαχ και τον Γερμανικό Ιδεαλισμό. Αυτό κάνουν οι φιλόσοφοι: θέτουν τη διαφορά τους, λαμβάνουν θέση στο «πεδίο μάχης» που αποτελεί η φιλοσοφία, διαλέγουν τα όπλα, τους εχθρούς και τους συμμάχους.
Οι φιλόσοφοι, όσοι περιορίζονται στην ερμηνεία του κόσμου και μόνο, δεν συμβάλλουν στην αλλαγή του κόσμου. Δικαιολογούν και συντηρούν την υπάρχουσα κατάσταση. Στη χειρότερη περίπτωση, κάνουν κακή θεολογία, εμμένοντας στο πρώτο βήμα. Συχνά παγιδεύονται στο πλαίσιο σκέψης της εποχής τους, αλλά, ευτυχώς, η διάρκεια της αιχμαλωσίας δεν κρατάει για πολύ. Στο πρωτάθλημα της φιλοσοφίας η συντομότερη διάρκεια αιχμαλωσίας είναι, νομίζω, αυτή του Σπινόζα και η «εκτενέστερη» αυτή του Χάιντεγκερ.
Ο Μαρξ, αρκετά γρήγορα, καταλαβαίνει ότι ο φιλοσοφικά παντοδύναμος Χέγκελ έχει στήσει ένα ασφυκτικό πλαίσιο, ένα εξουσιοδοτημένο δίχτυ εξουσίας, με ελάχιστα περιθώρια διαφυγής. Ο Σοπενχάουερ ομιλεί σχεδόν μόνος, την ώρα που ο εγελιανισμός οργανώνει το κράτος, την κοινωνία, το Πανεπιστήμιο. Ο φιλόσοφος πρέπει να κολυμπήσει σε άλλες θάλασσες, για μια άλλη αλλαγή του κόσμου, διαφορετική από το εγελιανό κράτος που ποζάρει, γεμάτο αυταρέσκεια και χάρη, ως ο επίγειος παράδεισος του καπιταλισμού. Σε αυτή τη μάχη ο Μαρξ θα αποκτήσει έναν ισχυρό σύμμαχο, ο οποίος όχι μόνο σκέφτηκε πολύ πριν τον καπιταλισμό, αλλά ταυτοχρόνως, θα του ήταν αδιανόητος ο τρόπος με τον οποίο συλλαμβάνει το κράτος ο Χέγκελ. Θα επιστρέψει στους Αρχαίους, θα ξαναδιαβάσει Αριστοτέλη.
Στον Αριστοτέλη, λοιπόν, ο Μαρξ θα συναντήσει έναν άλλο κόσμο, απολύτως γήινο, συγκεκριμένο και ορατό, την πόλιν, η οποία μοιάζει με ζωντανό οργανισμό, που δεν έχει άλλο σκοπό παρά την ευδαιμονία, την οποία ο φιλόσοφος θα ταυτίσει με την αυτάρκεια. Μια πόλη που αναγνωρίζει την αξία τόσο του γιατρού όσο και του γεωργού. Μια εμπεριστατωμένη θεώρηση των αγαθών, της χρήσης τους και των ανταλλαγών. Μια θεωρία του νομίσματος ως μέτρου και ως μέσου και, βεβαίως, μια πλήρη θεωρία για τη δικαιοσύνη. Από αυτό το συναπάντημα και μετά, ο Μαρξ θα συμβάλει στη φιλοσοφία με μια σκέψη αλλαγής του κόσμου, σταματώντας να περιορίζεται μόνο στην επιθυμία αλλαγής του.
Ας θυμηθούμε την 6η Θέση για τον Φώγιερμπαχ, όπου η ανθρώπινη ουσία ορίζεται ως το σύνολο των κοινωνικών σχέσεων. Έχουμε μια οντολογία των σχέσεων που οι άνθρωποι ιδρύουν, διατηρούν, καταργούν και ενίοτε επανιδρύουν μεταξύ τους. Καθώς δεν ξεκινάμε από το όλο, το σύνολο ή το άτομο, η θεωρία ούτε προκρίνει το άτομο εις βάρος του συνόλου, ούτε το θυσιάζει στο όνομα υψηλών ή όχι, πραγματικών ή όχι σκοπών του συνόλου. Κάθε ερώτημα για την απαρχή, το νόημα κ.λπ. του κόσμου, αν τεθεί, μπαίνει σε δεύτερη μοίρα.
Βρισκόμαστε τώρα μέσα στον κόσμο με τον κόσμο. Ο Αριστοτέλης έλεγε ότι αυτός που μπορεί να ζήσει εκτός πολιτικής κοινωνίας δεν χαρακτηρίζεται και τόσο άνθρωπος αλλά μάλλον ως θηρίο ή θεός. Όμως στον Αριστοτέλη οι σχέσεις έχουν μια σταθερότητα. Το περίφημο οικία-κώμη-πόλις της αριστοτελικής σκέψης εμπεριέχει, βεβαίως, τις ανθρώπινες σχέσεις, αλλά, δίνει σε αυτές ένα συγκεκριμένο βάρος λειτουργικού τύπου: οι σχέσεις που ιδρύονται ιδρύουν την πόλιν. Αν το Αριστοτελικό σχήμα λειτουργεί στην εποχή του, τώρα πια δεν αρκεί. Για τον Μαρξ είμαστε μέσα στον κόσμο τώρα, μέσα σε  σχέσεις τώρα και η ουσία μας είναι το σύνολο αυτών των σχέσεων. Θα εστιάσει στις σχέσεις παραγωγής και σε αυτές θα αναζητήσει το εργαλείο για να σκεφτεί την  αλλαγή του κόσμου. Αυτός είναι ένας άλλος υλισμός και θα μπορούσαμε, παίζοντας και παραφράζοντας τον Πλάτωνα, να πούμε ότι αποτελεί  την γένει γενναία υλιστική! 
Στις σχέσεις παραγωγής εστίασε η μαρξική φιλοσοφία, μη θέτοντας άλλο στόχο αφού δεν είχε την πρόθεση να παραμείνει φιλοσοφία, διότι αν το έκανε αυτό θα έπρεπε αναγκαστικά να εμβαθύνει στο σύνολο των κοινωνικών σχέσεων και θα εγκλώβιζε τον εαυτό της στο πρώτο μέρος της 11ης Θέσης. Θα εξαντλείτο στην ερμηνεία και η αλλαγή του κόσμου θα πήγαινε περίπατο. Θα ήταν, επίσης, μάταιος κόπος και απίστευτη σπατάλη σκέψης. Με την ίδια παιχνιδίστικη διάθεση και για να τελειώνουμε με ενδεχόμενες αντιρρήσεις ας πούμε: «γνωρίζω την ανθρώπινη ουσία σημαίνει ότι είμαι σε θέση να γνωρίζω το σύνολο των ανθρώπινων σχέσεων»!
Η σκέψη που συμβάλλει στην αλλαγή του κόσμου, μας καλεί να σκεφτούμε διαφορετικά. Απαιτεί από εμάς να συνυπολογίσουμε παράγοντες, όπως τύχη, σύμπτωση, αρετή, βλακεία, συγκυρία. Αναμένει από εμάς να θεωρήσουμε τις σχέσεις και ως δυνάμεις, ως συσχετισμούς δυνάμεων. Να πάψουμε επιτέλους να αναζητούμε πάντα ένα σκοπό πίσω από κάθε απόφαση, να μη θεωρούμε ότι πάντα οι αποφάσεις εξυπηρετούν ηθελημένα σκοπούς και, βεβαίως, να μη θεωρούμε ότι πάντα, πίσω από τις αποφάσεις κρύβονται μεγάλα μυαλά. Να πάψουμε να παράγουμε θεολογική σκέψη για τα πάντα, να μην εσωτερικεύσουμε την αλλαγή του κόσμου.
Ακόμα κι αν δοκιμάσουμε, στιγμιαία και κατά κάποιο τρόπο καταχρηστικά, να θεωρήσουμε το άτομο μεμονωμένα, θα διαπιστώσουμε ότι αποτελεί ενότητα η οποία όχι μόνο είναι πλαστή, αλλά και που προκύπτει στο πλαίσιο των σχέσεων, ότι κατασκευάζει διαφορετική ενότητα για να ανταποκρίνεται στις διαφορετικές σχέσεις που ιδρύει. Ο κόσμος του είναι σε άμεση σχέση με τις επιθυμίες του, την οικογένεια, την ομάδα. Η σεξουαλικότητά του και οι σχέσεις που ιδρύει για να τη θρέφει ή να την εξημερώνει. Τέλος, η γενναιόδωρη συγκατάθεσή του, ενίοτε μηχανική, ανησυχητικά μηχανική, στη βία εις βάρος κάποιου άλλου, πάντα κάποιου άλλου.
Το εναρκτήριο σημείο μιας φαινομενικά αθώας κίνησης είδαμε μέχρι πού μπορεί να οδηγήσει… Όταν τα πράγματα φτάνουν να γίνονται συνειδητά δε σημαίνει ότι ανέμεναν να γίνουν – μπορεί να προέκυψε. Αυτός ο άδειος χώρος γιατί να μην αξιοποιηθεί για τη φιλοξενία τούτων δω; Για «το καλό τους»; Για να μην περιπλανιούνται άσκοπα στους δρόμους, στα λιμάνια. Αυτό που προχθές συνυπήρχε, εχθές το βάφτισα άλλο και το έκλεισα μέσα για το καλό του. Το δάμασα, το παρατήρησα, έφτιαξα μια επιστήμη του άλλου και μίλησα εκ μέρους του. Σήμερα διαπιστώνω ότι αν τον «επιστρέψω» στον κόσμο θα του κάνει καλό. Όσοι δεν μου αρέσουν τους κλείνω μέσα πετώντας τους έξω.
Η σκέψη που συμβάλλει στην αλλαγή του κόσμου είναι σκέψη άλλη, διαφορετική. Παρατηρεί τις σχέσεις που ιδρύουμε, τις αποφάσεις που παίρνουμε και τη βία που συνεπάγονται εις βάρος κάποιου άλλου, πάντα κάποιου άλλου. Από το αληθές και το ψευδές, το ηθικό και το εσφαλμένο, οι κατηγορίες διευρύνθηκαν και οι αποκλεισμοί πολλαπλασιάστηκαν.
Απέφυγα επιμελώς να ασχοληθώ με την αλλαγή του κόσμου όπως την πρότεινε ο Μαρξ. Απέκλεισα για αυτό το παιχνίδι τις φράσεις που συναντούμε σε όσα γράφονται γι’ αυτόν. Εστίασα σε ελάχιστα σημεία, γιατί το μόνο που θέλησα να δείξω είναι ότι ως φιλόσοφος, ο Μαρξ, έχει ένα βάρος που δύσκολα μπορεί να αγνοηθεί.
Ο κόσμος αλλάζει, αλλάζει χορεύοντας, και το γλέντι ετούτο σίγουρα δε θα ξεκινήσει από τα τραπέζια…

Ο Μηνάς Πέτρου είναι ερευνητής

[1] Κεφάλαιο 1ο, σημείο 6. Εισαγωγή: Γεράσιμος Βώκος, Μετάφραση: Άρης Στυλιανού, εκδ. Πατάκη, Αθήνα, 1996.

Δεν υπάρχουν σχόλια: