Ο Ηλίας Ηλιού από το KKE στην ΕΔΑ και τον κομμουνισμό της
ανανέωσης
ΤΗΣ ΙΩΑΝΝΑΣ
ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ
Η ωραία βιογραφία που
οφείλουμε στον Ηλία Νικολακόπουλο και στο Ίδρυμα της Βουλής μάς φέρνει πιο
κοντά σε έναν γνωστό μας άγνωστο, στον Ηλία Ηλιού, έναν άνθρωπο με θάρρος και
ελεύθερη σκέψη, ο οποίος δεν δίστασε να ενταχθεί στην κομμουνιστική Αριστερά
την ώρα που κάποιοι μετά τα Δεκεμβριανά εγκατέλειπαν το σκάφος, όπως δεν
δίστασε και να διατυπώνει συστηματικά τις απόψεις του διαφοροποιούμενος από την
κομματική ηγεσία.
Βασίζοντας τις
αναλύσεις του σε εκτιμήσεις της πραγματικότητας και σε συμπεράσματα που στηρίζονται
στην κοινή λογική, ο Ηλίας Ηλιού δεν φαίνεται να προσάρμοσε πλήρως την πολιτική
σκέψη και τις προτάσεις του στα θέσφατα της κομματικής γραμμής, όπως απαιτούσαν
οι καιροί και η κομμουνιστική παράδοση. Έτσι, ανεξάρτητα από τον βαθμό
ενσωμάτωσης του ίδιου στα κλιμάκια που περιέβαλλαν τον στενό ηγετικό πυρήνα του
ΚΚΕ, η στάση που κράτησε απέναντι στην εκάστοτε κομματική ηγεσία συνιστά
κανονικότητα στην πολιτική διαδρομή του και μας δίνει αφορμή για κάποιες
σκέψεις στο ζήτημα των σχέσεων ενός κομμουνιστή και διανοουμένου με την
πολιτική δράση.
Ήταν όμως εντέλει
κομμουνιστής ο Ηλίας Ηλιού; Το ερώτημα τίθεται γιατί το στερεότυπο του
κομμουνιστή επικεντρώνει στην εργατική/λαϊκή καταγωγή, στην ένταξη σχεδόν από
την εφηβεία στο κομμουνιστικό κίνημα, την αγωνιστική δράση και την κατίσχυση
του κομματικού επί του ιδιωτικού, στη μακροχρόνια φυλάκιση, την αυτομόρφωση
στους τόπους εγκλεισμού και την ανεπιφύλακτη συνήθως αποδοχή των αποφάσεων της
κυρίαρχης ηγετικής ομάδας. Η προσωπογραφία μάλλον δεν συγκλίνει με όσα χαρακτηρίζουν
από νωρίς τον κομμουνιστικό «ιδιότυπο». Ο κοινωνικός κοσμοπολίτης και ο bon vivant αστός διανοούμενος ελάχιστα φαίνεται
να συνάδει με τη στερεοτυπική εικόνα της εγκράτειας, της κακουχίας, της
αυστηρότητας και των στερήσεων του «λαϊκού αγωνιστή».
Και όμως ο ίδιος ο
Ηλίας Ηλιού δήλωνε κομμουνιστής, όχι μόνον στην έναρξη της πολιτικής του
ταύτισης με το ΚΚΕ αλλά, παραδόξως, και στο τέλος της σταδιοδρομίας του, στη
μεταπολίτευση, όταν κατέθετε στο ελληνικό κοινοβούλιο τη σοφία των χρόνων του
απολαμβάνοντας τον γενικό σεβασμό. Δήλωνε και ήταν κομμουνιστής ακόμη και την εποχή
που προτίμησε να παραμείνει πρόεδρος της συρρικνωμένης πολιτικά ΕΔΑ, αρνούμενος
να προσχωρήσει στο διπολικό ανταγωνιστικό σχήμα μεταξύ ΚΚΕ και ΚΚΕ εσωτερικού
που διατηρούσε ανοικτές τις πληγές της διάσπασης του 1968.
Θεωρώντας την εμμονή
στον τίτλο του κόμματος «νομιναλισμό» και «τιτλομαχία» και έχοντας απολύτως
διαφοροποιηθεί από όσα εξέφραζε το «δογματικό» ΚΚΕ, ο Ηλιού δεν απεμπόλησε την
κομμουνιστική του ταυτότητα αλλά την μετεξέλιξε με βάση τέσσερα στοιχεία: πρώτον,
με το πολιτικό θάρρος που ανέκαθεν τον χαρακτήριζε, δεύτερον, με τη γνώση και
τη βιωμένη εμπειρία του διανοούμενου που διασταυρώθηκε νωρίς με την ενεργή
πολιτική δράση, τρίτον, με τις επεξεργασίες από την προδικτατορική περίοδο που
τον έφεραν κοντά στα νέα ρεύματα της σκέψης –κυρίως στους Ιταλούς κομμουνιστές–
και στη συνέχεια με τον ευρωκομμουνισμό. Τέλος, τέταρτον, με τις ρεαλιστικές
αναγνώσεις της συγκεκριμένης κάθε φορά εποχής και της μοναδικότητας της
ιστορικής συγκυρίας.
Ένα παράδειγμα που συμπυκνώνει
τα τέσσερα αυτά στοιχεία έλκεται από την συμφωνία ένταξης της χώρας στις Ευρωπαϊκές
Κοινότητες, το 1979. Τον Ιούνιο, η συζήτηση στο ελληνικό κοινοβούλιο για την
επικύρωση της συμφωνίας διεξάγεται μέσα στην ένταση που δημιουργεί η αποχώρηση
του ΠΑΣΟΚ και του ΚΚΕ από την αίθουσα, όπου παραμένουν ο Ηλίας Ηλιού ως
πρόεδρος της ΕΔΑ και ο Λεωνίδας Κύρκος ως εκπρόσωπος του ΚΚΕ εσωτερικού. Σ’
αυτήν την τελευταία σημαντική ομιλία του στο Κοινοβούλιο, ο Ηλιού τονίζει πως «το
μέλλον της Ελλάδας είναι ο σοσιαλισμός». Ο άνθρωπος που σήκωσε το 1961 το βάρος
της ολομέτωπης πολεμικής της ΕΔΑ εναντίον της ένταξης στην «Κοινή Αγορά», υπερασπίζεται
την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας, μια προοπτική που οικοδομείται στη βάση μιας
«Ευρώπης όχι των μονοπωλίων, αλλά των λαών και των εργαζομένων».
Στην ίδια ομιλία,
κάνει τον ισολογισμό της στάσης του την προδικτατορική περίοδο. Ενθυμούμενος
την «Α’ Εβδομάδα Σύγχρονης Σκέψης», το 1965, και τις ανταλλαγές του με τον Αντόνιο
Πεζέντι, καθηγητή της οικονομίας στην Πίζα, γερουσιαστή και πρώην υπουργό του
ΚΚΙ, επισημαίνει τις κοινές διαπιστώσεις τους για την οικονομική και κοινωνική
ανάπτυξη στις χώρες της ΕΟΚ και την ανάγκη επανεξέτασης της στρατηγικής των
κομμάτων της κομμουνιστικής Αριστεράς. Υπογραμμίζοντας ότι «σαν κομμουνιστές
και οι δυο συμφωνήσαμε να θέσουμε τα πορίσματα της επανεξέτασης αυτής υπόψη των
κομμάτων μας», ο Ηλιού διευκρίνισε ότι «γρήγορα το ΙΚΚ ενσωμάτωσε τα πορίσματα
του θεωρητικού του στην πολιτική πράξη», σε αντίθεση με τη «γνωστή δυσκινησία»
που προκαλούσε ο «δυισμός» ΕΔΑ/ΚΚΕ, η γεωγραφική απόσταση και στη συνέχεια η
δικτατορία. «Μόνο μετά την κατάλυση του καθεστώτος της επταετίας μπόρεσα να διαδηλώσω
τις απόψεις μου».
Αν και δεν διατύπωσε
νωρίς την αλλαγή πλεύσης που έκρινε από το 1965 αναγκαία, η κανονικότητα της
διαδρομής του διαρθρώθηκε μέσα στις αποκλίσεις του από τα κομματικά θέσφατα και
τις «πεπονόφλουδες», όπως του άρεσε να χαρακτηρίζει τα συνεχή λάθη της
κομμουνιστικής ηγεσίας.
Καταξιωμένος δικηγόρος,
«λόγιος με στέρεη αρχαιογνωσία και ευρύτερους πνευματικούς προβληματισμούς», δημοτικιστής
και δημοκράτης με έντονο το μικρόβιο της ενασχόλησής του με τα κοινά και της
εμπλοκής του στην πολιτική, ο Ηλίας Ηλιού διέθετε μια απολύτως συγκροτημένη και
ευυπόληπτη προσωπικότητα, όταν συναντά τις γραμμές της ΕΑΜικής Αντίστασης το
1942. Δρομολογημένη την ίδια περίοδο, η σχέση έλξης με το ΚΚΕ αποκτά οργανωτική
υπόσταση το 1946, ακολουθώντας τη σύλληψή του στα Δεκεμβριανά. Σε μια χώρα που
διαιρείται σε δύο στρατόπεδα, η θέση της αξιοπρέπειας και της δικαιοσύνης τον
οδηγεί προς την πλευρά του ΚΚΕ. Προϊόν ώριμης επεξεργασίας, η ένταξη στο κόμμα στην
ηλικία των 40 ετών συνδέεται με το όραμα μιας διαφορετικής Ελλάδας και με την
ανάγκη καταγγελίας του μεταβαρκιζιανού κράτους, της «καθεστωτικής βίας» που θα
συνεχίσει να στηλιτεύει στις ποικίλες εκδοχές της σε όλη του τη ζωή. Η ένταξη στο
κόμμα και το όραμα τον φέρνουν πιο κοντά στις ανασυγκροτούμενες μετά την
απελευθέρωση αριστερές ελίτ, μέχρι τις συλλήψεις και την εποχή των απαγορεύσεων.
Στον εμφύλιο, ο κόσμος της «διωκόμενης Αριστεράς» ταυτίζεται πλέον με τον κόσμο
του. Μέσα σε τέσσερα χρόνια, ο Ηλίας Ηλιού γίνεται δικός τους, γίνεται ένας από
τους αυτούς. Η στάση που κράτησε συναποτιμάται άλλωστε στην πρώτη του εκλογή το
1951 με την ομάδα των εξορίστων και των φυλακισμένων.
Ωστόσο, οι στερήσεις
και τα βασανιστήρια στα χρόνια του εγκλεισμού δεν βάρυναν στη διαμόρφωση της
πολιτικής του σκέψης περισσότερο από την ΕΑΜική εμπειρία. Αν το όραμα για τη
διαφορετική Ελλάδα και η ομαλή δημοκρατική εξέλιξη έσβησαν πρόωρα στα ερείπια
του εμφυλίου πολέμου, η σπίθα που πυροδότησε την ένταξη παρέμεινε ενεργή. Τα
μετωπικά σχήματα, οι ευρύτερες δημοκρατικές συμμαχίες και πολιτικές συμπράξεις αποτέλεσαν,
μαζί με τη διεκδίκηση της ομαλότητας, εσωτερικής και εξωτερικής, τους
κατευθυντήριους άξονες της πολιτικής του στρατηγικής.
Τον παρακολουθούμε να
τα διεκδικεί καταρχάς στη Λέσβο το 1952, όταν παρακάμπτει με ευελιξία το
σύνθημα «Τι Παπάγος, τι Πλαστήρας» και, στη συνέχεια, στην κεντρική πολιτική
σκηνή. Το 1956 πρωταγωνιστεί στη διαμόρφωση της «Δημοκρατικής Ένωσης», του
εκλογικού συνασπισμού των δυνάμεων της αντιπολίτευσης, και το 1958 συνέβαλε
καθοριστικά στη μεγαλύτερη δυνατή διεύρυνση της ΕΔΑ, που την ανέδειξε σε
αξιωματική αντιπολίτευση στο Κοινοβούλιο.
Σε αντίστοιχη
κατεύθυνση, η έλλειψη σοβαρής μετωπικής πολιτικής από την πλευρά της
κομμουνιστικής ηγεσίας στα χρόνια της άνθησης της Ενώσεως Κέντρου, τη δεκαετία
του ’60, αποτέλεσε κομβικό στοιχείο για τη διατύπωση των διαφωνιών. «Με τον
δογματισμό και την ακηδία μας δημιουργούμε μια σοσιαλδημοκρατία από τις σάρκες
μας», σημείωνε σε έκθεσή του προς το Π.Γ. του ΚΚΕ το 1964.
Με το ίδιο πείσμα,
παρά τα 70 του χρόνια, καλλιεργεί την πολιτική των συνεργασιών στη
μεταπολίτευση. Ο Ηλίας Ηλιού διαδραμάτισε αποφασιστικό ρόλο στην υποθηκευμένη
από τις αντιθέσεις και τις εντάσεις της διάσπασης εκλογική σύμπραξη της «Ενωμένης
Αριστεράς», το 1974, αλλά και στη «Συμμαχία των Προοδευτικών και Αριστερών
Δυνάμεων», το 1977.
Η προσωπική
αξιοπρέπεια και η οξύνοια ενός διανοουμένου που στρέφεται νωρίς στην πολιτική, η
νομική σκευή, ο ρεαλισμός στην ανάγνωση της στιγμής και της συγκυρίας,
συνιστούν, άραγε, τα μόνα στοιχεία που καθόρισαν τις πολιτικές επιλογές του
Ηλία Ηλιού; Αυτός ο ιδιότυπος κομμουνιστής, που εξελίχθηκε στον λαμπρότερο ίσως
κοινοβουλευτικό άνδρα της ελληνικής Αριστεράς, προσδιορίστηκε καθοριστικά από
την ΕΑΜική παρακαταθήκη, από την τομή δηλαδή που έφερε το 7ο Συνέδριο της
Κομιντέρν, το συνέδριο που έβγαλε τους κομμουνιστές από το περιθώριο, ανοίγοντας
τον δρόμο στα λαϊκά, τα αντιφασιστικά και τα πατριωτικά μέτωπα, στις ευρύτατες
πολιτικές και κοινωνικές συμμαχίες και στη δημοκρατική μετάβαση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου