. Μυρτώ Ξανθοπούλου, Εκατό κιλά, 2017, άσπρο καρμπόν, 50 x 38 x 4 εκ., από την έκθεση Rendering the Sky στη γκαλερί Elika (Ομήρου 27, Αθήνα), μέχρι 31/3 |
ANDRES BARBA,
Χέρια Μικρά, μτφρ. Βασιλική Κνήτου,
εκδόσεις Μεταίχμιο, σελ. 120
«Η συγγραφική του τέχνη είναι δυσανάλογη της
ηλικίας του», γράφει ο «πολύς» Mario Vargas Liosa για τον 43χρονο νέο των Ισπανικών γραμμάτων. Του οποίου η
φήμη του είναι δυσανάλογη προς το έργο του, θα μπορούσε να παρατηρήσει κανείς.
Ή τουλάχιστον αυτού του έργου όπως μας παρουσιάζεται στην Ελληνική μετάφραση.
Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει την πληθωρικότητα και την ορμητική,
χειμαρρώδη γραφή του Μαδριλένιου συγγραφέα. Από το σημείο αυτό όμως μέχρι να
τον αποκαλούν σύγχρονο Κάφκα ή Μπρούνο Σουλτς, η απόσταση είναι πολύ μεγάλη.
Μάλλον εμείς οι σύγχρονοι Έλληνες δεν θα μάθουμε ποτέ ποια είναι τα
μονοπάτια που οδηγούν στην διεθνή λογοτεχνική επιτυχία αφού τα Ελληνικά βιβλία
δεν πολυμεταφράζονται στο εξωτερικό κι όταν αυτό συμβαίνει η επιτυχία τους
είναι μέτρια. Αλλά εάν ένα βιβλίο σαν τα Χέρια Μικρά εμφανιζόταν χωρίς τους
διεθνείς διθυράμβους και τις κάπως αταίριαστες κατά τη γνώμη μου συγκρίσεις, θα
είχε οπωσδήποτε ένα ενδιαφέρον σαν ανάγνωσμα, θα τραβούσε το ενδιαφέρον του
αναγνώστη, θα έκανε κάποια εντύπωση, όχι για την τολμηρότητα του θέματος, γιατί
τέτοια «τολμήματα» είναι πλέον πιο κοινότοπα κι από την αφήγηση μιας
καθημερινής στιγμής, αλλά για την πληθωρικότητα της γλώσσας, τον τρόπο που
παρασύρει τον αναγνώστη και, κυρίως, τη δυνατότητά του να προκαλεί συγκινησιακή
φόρτιση που μπορεί να αγγίξει ακόμα και έναν αναγνώστη εθισμένο στην ευπώλητη
λογοτεχνία, χωρίς να είναι ευπώλητη λογοτεχνία. Αλλά από εκεί και πέρα, πού
είδαν την ομοιότητα με τον Κάφκα οι ξένοι κριτικοί, πώς κατάλαβαν ότι διεισδύει
στο μυαλό των παιδιών με ακρίβεια και τι σημαίνει ότι «ανατέμνει ιδιοφυώς την
ανθρώπινη συνθήκη», παραμένει άδηλο.
Το θέμα της «άγριας» νουβέλας είναι συνηθισμένο κι ίσως απλοϊκό. Ένα
κορίτσι χάνει τους γονείς του σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα, μεταφέρεται σε
ορφανοτροφείο και κάποια στιγμή η υποφώσκουσα παιδική βιαιότητα κι ο φόβος
παίρνει αντικειμενική μορφή επάνω σε μια κούκλα που δεν είναι κούκλα. Μπορούμε
να εντοπίσουμε συγγραφικές αρετές, ιδιαίτερα στο τρίτο μέρος, όπου η κούκλα και
το κορίτσι εμπλέκονται σε βαθμό που δυσκολεύεται ο αναγνώστης μέχρι το τέλος να
καταλάβει τι γίνεται, όσο και «φάουλ», ιδιαίτερα στο πρώτο μέρος, όπου η
αφήγηση αναλώνεται στο αυτοκινητιστικό δυστύχημα μέσα από μια κοινότοπη και
ψεύτικη κατά τη γνώμη μου συναισθηματική φόρτιση. Αλλά δεν μπορώ να αποφύγω τον πειρασμό να
συμβουλεύσω τον συγγραφέα Edmund White να διαβάσει Κάφκα ή
να διαβάσει προσεκτικά Κάφκα, για να δει τι σημαίνει μεγαλοφυής υπαινιγμός, πώς
ένας συγγραφέας μπορεί να δημιουργήσει συγκίνηση χωρίς καμία μελοδραματική
κοινοτοπία και πώς ένα αφηγηματικό θέμα μπορεί να περνάει από συνεχείς
μεταμορφώσεις. Ο Ισπανός δεν είναι σε καμία περίπτωση πεζογράφος τέτοιου
διαμετρήματος.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου